Wednesday, December 30, 2009

Μετανάστες 2ης γενιάς: η γενιά των 700 καλωσορίζει τους νέους πολίτες της Ελλάδας

Πριν από μερικές μέρες τέθηκε σε δημόσια διαβούλευση η νομοθετική πρωτοβουλία της Κυβέρνησης για χορήγηση ιθαγένειας και δικαιώματος ψήφου σε ομογενείς και αλλοδαπούς υπηκόους τρίτων χωρών. Πρόκειται για εξέλιξη ιστορικών διαστάσεων σύμφωνα με την οποία η δεύτερη γενιά μεταναστών ενσωματώνεται σε μεγάλο βαθμό στην ελληνική κοινωνία. Ταυτόχρονα, ανατρέπεται μια παράδοση ετών, σύμφωνα με την οποία η ελληνικότητα προσδιορίζεται αποκλειστικά από τους δεσμούς αίματος, όπως αυτοί νοούνται στο πλαίσιο της καθαρότητας του έθνους.

Συγκεκριμένα, σύμφωνα με το προσχέδιο Νόμου:

Τέκνο αλλοδαπών που γεννιέται στην Ελλάδα και ένας από τους γονείς του κατοικεί μόνιμα και νόμιμα στη χώρα επί πέντε συνεχή έτη, αποκτά από τη γέννησή του την ελληνική ιθαγένεια.

Τέκνο αλλοδαπών που έχει παρακολουθήσει τις τρεις πρώτες τάξεις υποχρεωτικής εκπαίδευσης σε ελληνικό σχολείο στην Ελλάδα και κατοικεί μόνιμα στη χώρα αποκτά την ελληνική ιθαγένεια με την ενηλικίωσή τουΕπιπρόσθετα, την Ελληνική Ιθαγένεια αποκτά από τη γέννησή του όποιος γεννιέται σε ελληνικό έδαφος, εφόσον:

α. ούτε αποκτά αλλοδαπή ιθαγένεια με τη γέννησή του, ούτε μπορεί να αποκτήσει τέτοια με σχετική δήλωση των γονέων του στις οικείες αλλοδαπές αρχές

β. είναι άγνωστης ιθαγένειας

γ. ένας από τους γονείς του έχει γεννηθεί στην Ελλάδα και κατοικεί μόνιμα στη χώρα από τη γέννησή του.

Τέλος, ομογενείς και λοιποί αλλοδαποί υπήκοοι τρίτων χωρών, οι οποίοι διαμένουν νόμιμα στη χώρα, έχουν συμπληρώσει το δέκατο όγδοο έτος της ηλικίας τους και έχουν εγγραφεί, κατόπιν αιτήσεώς τους, στους ειδικούς εκλογικούς καταλόγους μπορούν ν’ ασκούν το δικαίωμα του εκλέγειν και του εκλέγεσθαι (21ο έτος ηλικίας) στις εκλογές της πρωτοβάθμιας τοπικής αυτοδιοίκησης.

Δυστυχώς, μπροστά σ’ αυτή την ιστορικών διαστάσεων εξέλιξη πολλοί αντιδρούν. Είναι τρομακτική, ωστόσο φυσιολογική και αναμενόμενη η επέλαση συντηρητικών, ακραίων ακόμα και φασιστοειδών στα σχόλια του opengov. Δεν μας ξαφνιάζει. Αυτοί τη δουλειά τους κάνουν κι εδώ είμαστε να συγκρουστούμε πολιτικά στο πλαίσιο μιας πολιτισμένης διαβούλευσης.

Αυτό όμως που μας προκαλεί αλγεινή εντύπωση είναι η εκκωφαντική σιωπή του συνόλου της Αριστεράς, των αντιεξουσιαστών και των λοιπών «συνηγόρων του ανθρώπου», οι οποίοι προκειμένου να αντιπαρατεθούν στο ΠΑΣΟΚ, κρύβονται πίσω από ήσσονος σημασίας τεχνικά προβλήματα του νομοθετήματος, τα οποία σημειωτέον θα τα λύσει η διαβούλευση έτσι κι αλλιώς, ή δημιουργούν ψευδείς εντυπώσεις ισχυριζόμενοι ότι δήθεν τα παιδιά των παράνομων μεταναστών που έχουν γεννηθεί στην Ελλάδα δεν παίρνουν ιθαγένεια τη στιγμή που προβλέπεται το ακριβώς αντίθετο. Η ουσία είναι ότι με τον τρόπο τους διαρυγνύουν το κοινωνικό και πολιτικό μέτωπο υπέρ της ένταξης της δεύτερης γενιάς στην ελληνική κοινωνία.

Σε ό,τι μας αφορά, χαιρετίζουμε τη νομοθετική πρωτοβουλία της κυβέρνησης για χορήγηση ιθαγένειας και δικαιώματος ψήφου στα παιδιά της δεύτερης γενιάς, ομογενείς και υπηκόους τρίτων χωρών. Περιμένουμε δε να συνοδευτεί και από ουσιαστικά μέτρα ενσωμάτωσης των παιδιών αυτών σε βασικούς οικονομικούς και κοινωνικούς θεσμούς, έτσι ώστε όλοι μαζί οι νέοι να δημιουργήσουμε τη μαγιά για τον ουσιαστικό εξευρωπαϊσμό της χώρας. Μετανάστες δεύτερης γενιάς λοιπόν. Η γενιά των 700 καλωσορίζει τους νέους πολίτες της Ελλάδας.

Tuesday, December 29, 2009

Μεταρρύθμιση του Ασφαλιστικού τώρα! Αύριο, θα είναι αργά...

Του Μάνου Ματσαγγάνη*
Μεταρρύθμιση, 23-12-2009

Και τώρα, μερικές πραγματικά δυσάρεστες ειδήσεις: η δαπάνη για συντάξεις είναι εκτός ελέγχου. Οι ζοφερές προοπτικές του ασφαλιστικού, ήδη από σήμερα, αυξάνουν το κόστος του διεθνούς δανεισμού. Η παρατεταμένη αδυναμία της κοινωνίας και της πολιτικής να αντιμετωπίσει με ωριμότητα το πρόβλημα, απειλεί να αφήσει χωρίς συντάξεις τη γενιά των παιδιών μας. Τόσο απλά.

Κανένα σύστημα κοινωνικής ασφάλισης στην Ευρώπη δεν είναι τόσο χρεωκοπημένο και κυρίως τόσο άδικο, όσο το ελληνικό. Εάν σε κάτι χρωστά τη μακροημέρευσή του, αυτό δεν είναι η κοινωνική νομιμοποίησή του -ρωτήστε τα παιδιά της γενιάς των 700 ευρώ τι συντάξεις προσδοκούν ότι θα πάρουν στο μέλλον:

Είναι ο ακραίος κοινωνικός εγωισμός των ομάδων που σήμερα ωφελούνται από το σύστημα σε βάρος όλων των υπολοίπων.

Είναι η ροπή των μίντια προς την εύκολη καταγγελία και η αποστροφή τους προς τα «δύσκολα» θέματα.

Είναι η -όχι και τόσο κρυφή- ελπίδα των κυβερνήσεων ότι θα καταφέρουν να ολοκληρώσουν τη θητεία τους, χωρίς να χρειαστεί να αγγίξουν την καυτή πατάτα του ασφαλιστικού.

Κυρίως το τελευταίο.

Η εμπειρία της κυβέρνησης Σημίτη, είναι διδακτική. Ο τότε πρωθυπουργός ήξερε το πρόβλημα (είχε γράψει γι' αυτό). Μόλις ανέλαβε τα καθήκοντά του, ανέθεσε στον καθηγητή Σπράο να το μελετήσει. Η έκθεση του τελευταίου (Οκτώβριος 1997), περιέγραφε απλώς την κατάσταση -πράγμα που δεν εμπόδισε τον «προοδευτικό» τύπο, τα συνδικάτα, την αντιπολίτευση (με επικεφαλής τον κ. Έβερτ) και το 90% του ΠΑΣΟΚ, να της επιτεθεί με τόση βιαιότητα, που ο Σημίτης έκανε πίσω.

Μετά τη νίκη του στις εκλογές του 2000, επανήλθε, αναθέτοντας στον Τάσο Γιαννίτση να επεξεργαστεί σχέδιο μεταρρύθμισης. Οι προτάσεις του τελευταίου (Απρίλιος 2001), ανεπαρκώς εξυγιαντικές και εξισωτικές σε σύγκριση με όσα ισχύουν σε χώρες όπου το κοινωνικό κράτος αξίζει το όνομά του, εδώ πολεμήθηκαν ως «ανάλγητες» -με την ίδια μανία, αλλά και με την ίδια ιδιοτέλεια και ανευθυνότητα, από τον ίδιο διακομματικό συνασπισμό που κατασυκοφάντησε την έκθεση Σπράου.

Ο νόμος Ρέππα γράφτηκε από τη ΓΣΕΕ και την ΑΔΕΔΥ, γι' αυτό τα προνόμια των τραπεζών και των ΔΕΚΟ παρέμειναν άθικτα και ο θεσμός των «βαρέων και ανθυγιεινών» (που ανθεί, παρότι η χώρα δεν διαθέτει βαριά βιομηχανία), επεκτάθηκε και στο δημόσιο. Η ειρήνη με τα συνδικάτα δεν έσωσε το ΠΑΣΟΚ από την ήττα στις εκλογές του 2004, επιβεβαίωσε όμως την ηγεμονία των πιο ιδιοτελών και ανεύθυνων απόψεων περί ασφαλιστικού, σε μια δύσπιστη και φοβισμένη κοινή γνώμη. Επιβεβαίωσε επίσης ότι οι μεταρρυθμίσεις δεν γίνονται στα γραφεία, αλλά μετά από σκληρή μάχη ιδεών με έπαθλο «το μυαλό και την καρδιά» των πολιτών.

Τώρα, η κυβέρνηση δηλώνει ότι «θα ανοίξει το ασφαλιστικό». Ελπίζουμε να το εννοεί. Η μεταρρύθμιση πρέπει να γίνει τώρα και να είναι ριζική. Η συναίνεση που τώρα απολαμβάνει η κυβέρνηση, δεν θα κρατήσει πάρα πολύ. Εάν δεν περάσει τώρα η πλήρης εξίσωση των ασφαλιστικών δικαιωμάτων (προς τα κάτω, για να έχουν συντάξεις και τα παιδιά μας), αύριο θα είναι αργά. Όσοι σήμερα έχουν εξασφαλίσει προνομιακή μεταχείριση, θα οργανωθούν και θα αντιδράσουν. Και αυτοί δεν είναι μόνο η ΓΣΕΕ (που ελέγχεται από τα συνδικάτα των τραπεζών και των ΔΕΚΟ) και η ΑΔΕΔΥ -παρότι λόγω της ισχύος τους μέσα στο ΠΑΣΟΚ θα είναι η αιχμή του δόρατος της αντιμεταρρύθμισης.

Είναι επίσης τα «ευγενή» ταμεία των ιατρών, δικηγόρων και μηχανικών, που εισπράττουν απίθανα ποσά από τον κρατικό προϋπολογισμό, συνήθως με τη μορφή «κοινωνικών πόρων».

Είναι οι στρατιωτικοί, που κατά κανόνα συνταξιοδοτούνται σε ηλικία που άλλοι αρχίζουν να δουλεύουν.

Είναι οι δικαστικοί, που απονέμουν οι ίδιοι ιλιγγιώδεις αυξήσεις στις ήδη σκανδαλώδεις «αποζημιώσεις» τους.

Είναι οι βουλευτές, που νομοθετούν το ίδιο σκανδαλώδεις «εξυπηρετήσεις» για τον εαυτό τους.

Είναι οι τράπεζες και οι ΔΕΚΟ, που η προηγούμενη κυβέρνηση θεώρησε καλό να απαλλάξει από το βάρος των συνταξιοδοτικών υποχρεώσεων τους, εντάσσοντας τα ταμεία τους (με τους ισχύοντες προνομιακούς όρους συνταξιοδότησης!) στο δύσμοιρο ΙΚΑ.

Ας μην έχει αυταπάτες η νέα κυβέρνηση. Η ασφαλιστική «ατζέντα» δεν συνίσταται στη διευκόλυνση των 140,000 γυναικών δημοσίων υπαλλήλων, που ελέω ευρωπαϊκού δικαστηρίου, «κινδυνεύουν» να συνταξιοδοτηθούν έως και 17 χρόνια αργότερα απ' ό,τι σήμερα (κάντε μόνοι σας το λογαριασμό για το πότε συνταξιοδοτούνται τώρα). Συνίσταται στη μοναδική ευκαιρία που της παρουσιάζεται να διασώσει το σύστημα συντάξεων από τη βέβαιη χρεωκοπία, αποδίδοντας ταυτόχρονα δικαιοσύνη.

Δίνοντας δηλαδή ελπίδα σε όσους αδικούνται από αυτό σήμερα, ή κινδυνεύουν να μείνουν χωρίς σύνταξη αύριο. Ο κατάλογος όσων θα βρεθούν απέναντί της εάν το αποτολμήσει, είναι μεγάλος, το ίδιο και η ισχύς τους. Κάτι τέτοια όμως ξεχωρίζουν τις κυβερνήσεις παρακμής από τις κυβερνήσεις πνοής. Και όπως όλοι γνωρίζουμε, εκείνες που μένουν στην ιστορία, είναι μόνο οι τελευταίες.

*Ο Μάνος Ματσαγγάνης διδάσκει Κοινωνική Πολιτική στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών.

Friday, December 25, 2009

Την Κοπεγχάγη μη την κλαις. Για τον πραγματικό κόσμο ν' ανησυχείς.

Τι κι αν δεν ορίστηκαν συγκεκριμένοι στόχοι για τη μείωση των ρύπων;

Τι κι αν δεν τηρήθηκε η προθεσμία για την υπογραφή μιας νομικά δεσμευτικής συνθήκης, όπως άλλωστε είχε συμφωνηθεί στο Μπαλί το 2000;

Τι κι αν δεν συμφωνήθηκε νέο χρονοδιάγραμμα για την επίτευξη άλλης συμφωνίας στο εγγύς μέλλον, κατά προτίμηση στις επόμενες διαπραγματεύσεις στο Μεξικό;

Την Κοπεγχάγη μη την κλαις.

Καταρχάς, παρά την άνευρη, νεφελώδη και ασαφή διακήρυξη υπήρξαν ορισμένες εξελίξεις που μόνο αποκαρδιωτικές δεν μπορούν να χαρακτηριστούν.

Τα περισσότερα κράτη αποδέχτηκαν ότι η αύξηση της παγκόσμιας θερμοκρασίας πρέπει να διατηρηθεί κάτω από τους 2 βαθμούς κελσίου.

Τα ανεπτυγμένα βιομηχνικά κράτη δεσμεύτηκαν να δημιουργήσουν ταμείο χρηματοδότησης των αναπτυσσόμενων οικονομιών, ύψους 30 δις δολαρίων για τα επόμενα τρία χρόνια, μέχρι το 2012.

Τα ανεπτυγμένα βιομηχανικά κράτη δεσμεύτηκαν να αυξήσουν την ετήσια οικονομική βοήθεια προς τα φτωχότερα σε 100 δις δολάρια ετησίως με στόχο την προσαρμογή των τελευταίων στην πράσινη τεχνολογία.

Προβλέφτηκε επίσης η χρηματοδότηση των κρατών που έχουν δασικό πλούτο, προκειμένου να τον προστατέψουν από τη γεωργία και την υλοτομεία.

Διατηρήθηκε σε ισχύ το πρωτόκολλο του Κιότο που θέτει περιορισμούς στις εκπομπές ρύπων των πλούσιων κρατών.

Η ΕΕ συνεχίζει να διατηρεί το δικό της αυστηρό πλαίσιο για την αντιμετωπίση της κλιματικής αλλαγής.

Δεν χωράει αμφιβολία ότι οι ηγέτες που συμμετείχαν στη Σύνοδο ΔΕΝ έγραψαν ιστορία. Ωστόσο, η Κοπεγχάγη δεν πρέπει να θεωρηθεί καταστροφή, ούτε και τελευταία ευκαιρία για την επίτευξη μιας κανονικής δεσμευτικής συμφωνίας για το περιβάλλον στο εγγύς μέλλον, όπως πολλοί φοβούνται ότι θα συμβεί. Σε πλανητικό επίπεδο, ίσως θα ήταν χρήσιμο να υιοθετούνταν η πρόταση Stern για συγκρότηση ομάδας 20 κρατών, οι αντιπροσωπείες των οποίων θα επεξεργαστούν ένα σχέδιο συνθήκης, αναπτύσσοντας κλίμα συναίνεσης για μελλοντικές συμφωνίες.

Σε κάθε περίπτωση, αυτό για το οποίο πρέπει πραγματικά να ανησυχούμε είναι ο πραγματικός κόσμος. Ό,τι κι αν αποφασίστηκε ή δεν αποφασίστηκε στην Κοπεγχάγη, τα δύσκολα είναι μπροστά μας. Στην κλιματική αλλαγή χρειάζονται «πράξεις, όχι λόγια!».

Και οι μέχρι σήμερα πράξεις ανά τον πλανήτη, δείχνουν πως η κατάσταση στον πραγματικό κόσμο δεν είναι καλή. Ας πάρουμε για παράδειγμα τις αναπτυγμένες χώρες, που υποτίθεται πως θα έπρεπε να ηγηθούν με δυναμικό τρόπο της προσπάθειας δραστικής μείωσης των εκπομπών θερμοκηπικών αερίων. Οι περισσότερες ίσα που έκαναν κάποια πρόοδο προς την επίτευξη των στόχων του Κιότο, αν και αυτοί ήταν μετριοπαθέστατοι -ειδικά αν συνυπολογίσουμε τις επιπτώσεις της οικονομικής ύφεσης, οι οποίες μείωσαν τις εκπομπές κατά 9% περίπου το 2008.

Είναι εξαιρετικά ανησυχητικό το γεγονός ότι πολλές χώρες έκαναν λίγη ή καθόλου πρόοδο, με τις εκπομπές θερμοκηπικών αερίων στην πραγματικότητα να αυξάνονται τα περασμένα χρόνια. Διακρίνονται στην κατηγορία αυτές ευρωπαϊκές χώρες σαν την Ιταλία, την Ισπανία και την Ελλάδα, μεγέθη όμως μικρά στην παγκόσμια κατανομή εκπομπών αερίων. Διακρίνονται όμως και μεγάλοι παίκτες, όπως η Ιαπωνία, η Αυστραλία και ο Καναδάς. Και φυσικά οι Ηνωμένες Πολιτείες. Φανταστείτε ότι σε Καναδά και ΗΠΑ οι εκπομπές θερμοκηπικών αερίων είναι σήμερα αυξημένες κατά 20-25% σε σχέση με εκείνες του 1990, που η συνθήκη του Κιότο έχει προσδιορίσει ως έτος αναφοράς.

Σημαντική πρόοδο έκανε μόνο μια ολιγάριθμη ομάδα κρατών σαν τη Σουηδία, τη Δανία και τη Γερμανία, που όμως αν εξετάσει κανείς από κοντά τις επιδόσεις τους, θα διαπιστώσει πως αυτές δεν οφείλονται απλά στις πολιτικές αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής που υιοθέτησαν. Η Σουηδία και η Δανία αντέδρασαν ρωμαλέα στις πετρελαϊκές κρίσεις της δεκαετίας του '70 και είχαν ξεκινήσει από τότε την εισαγωγή ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (ΑΠΕ). Η δε Γερμανία είχε από τότε κάνει προόδους στην αξιοποίηση της αιολικής ενέργειας. Κι όμως, ακόμα μέχρι σήμερα, οι ΑΠΕ στη Γερμανία μόλις που εξασφαλίζουν το 7% των ενεργειακών της αναγκών. Ακόμα και στις πιο «πετυχημένες» χώρες λοιπόν αντιλαμβανόμαστε πως οι πολιτικές αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής υπολείπονται παρασάγγας των απαιτήσεων.

Τέλος, όσον αφορά τις αναπτυσσόμενες χώρες, το έργο που τις αναμένει είναι εξίσου τιτάνιο με εκείνο των αναπτυγμένων κρατών, αν όχι περισσότερο.

Τελικά, η ουσία είναι ότι σύνοδοι σαν αυτοί της Κοπεγχάγης, παρά την επένδυση υψηλών προσδοκιών, πρωτίστως λόγω του τρόπου που λειτουργεί το διεθνές σύστημα, ανεξέλεγκτα και χωρίς δυνατότητα επιβολής των κανόνων από κάποιο κέντρο, έχουν περιορισμένο βεληνεκές. Αυτό που πρέπει άμεσα να γίνει είναι το κάθε κράτος να αναλάβει τις ευθύνες του και να ανακοινώσει τους στόχους που θέτει για το περιβάλλον και την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, καθώς και τα μέσα μαζί με το χρονοδιάγραμμα υλοποίησής τους. Σ' αυτό το σημείο, αν δεν τα καταφέρουμε, θα είμαστε άξιοι της μοίρας μας.

Monday, December 21, 2009

Τα όρια της καινοτομίας. Σκέψεις για τη χρηματοοικονομική κρίση

Του Μανόλη Γαλενιανού*


1. Τα αίτια της κρίσης και τα δάνεια subprime


Τα αίτια της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης που ζούμε τα τελευταία δυο χρόνια πρέπει να αναζητηθούν στις τεράστιες ζημιές που υπέστη ο τραπεζικός τομέας όταν έσκασε η φούσκα της αμερικάνικης αγοράς ακινήτων.

Δεδομένου του μεγέθους της κρίσης, τα ερωτήματα που εγείρονται είναι πολλά: Τί οδήγησε τις τράπεζες να επενδύσουν τόσο μεγάλα κεφάλαια σε μια αγορά που πολλοί πίστευαν ότι ήταν υπερτιμημένη; Γιατί δόθηκαν με τόση ευκολία στεγαστικά δάνεια τα οποία δεν αποπληρώθηκαν ποτέ, οδηγώντας μεταξύ άλλων πολλές τράπεζες στα πρόθυρα της χρεωκοπίας και πολλά στελέχη τους στην ανεργία; Και, βεβαίως, γιατί δεν έκαναν κάτι οι ρυθμιστικές αρχές για να σταματήσουν την στεγαστική φούσκα;

Οι ζημιές των τραπεζών προήλθαν κυρίως από τα λεγόμενα δάνεια subprime. Αυτά είναι δάνεια που δίνονται σε ανθρώπους χαμηλής πιστοληπτικής ικανότητας (π.χ. λόγω χαμηλού μισθού, ασταθούς εργασίας ή μικρής περιουσίας) και εγκυμονούν μεγαλύτερο κίνδυνο μη αποπληρωμής για τις τράπεζες. Ακριβώς λόγω του μεγαλύτερου πιστωτικού κινδύνου αυτή η αγορά ήταν μέχρι πρόσφατα πολύ περιορισμένη και όσοι ανήκαν στην κατηγορία subprime δεν μπορούσαν να πάρουν στεγαστικά δάνεια. Από τα τέλη της δεκαετίας του ’90 και μετά, όμως, η αγορά αυτή αναπτύχθηκε ταχύτατα, φτάνοντας το 10% της αγοράς κατοικίας κατά το 2007, με δάνεια συνολικής αξίας $1,5 τρις δολαρίων. Ο βασικός μοχλός αυτής της εξέλιξης υπήρξε η πρόσφατη χρηματοοικονομική καινοτομία με τη μορφή της «δόμησης».

2. Η διαδικασία της δόμησης

Η δόμηση είναι μια διαδικασία που στοχεύει στον καλύτερο καταμερισμό του πιστωτικού κινδύνου. Ένα δομημένο προϊόν (Collateralized Debt Obligation) περιλαμβάνει ένα πακέτο δανείων το οποίο χωρίζεται σε τμήματα (tranches) που διαφέρουν όσον αφορά το ρίσκο τους και πωλούνται ξεχωριστά σε επενδυτές. Τα «ασφαλή» τμήματα έχουν χαμηλότερο πιστωτικό κίνδυνο από τα δάνεια του πακέτου, ενώ τα υπόλοιπα έχουν υψηλότερο κίνδυνο και, φυσικά, μικρότερη αξία.

Το θετικό αυτής της διαδικασίας είναι ότι δημιουργούνται τμήματα τα οποία έχουν χαμηλό ρίσκο χρησιμοποιώντας σαν βάση ένα πακέτο δανείων ενδεχομένως μεγάλου ρίσκου, παρότι ο συνολικός πιστωτικός κίνδυνος δεν έχει αλλάξει. Αυτά τα ασφαλή τμήματα μπορούν να πουληθούν σε επενδυτές (τράπεζες, συνταξιοδοτικά ταμεία, αμοιβαία κεφάλαια) οι οποίοι δεν θα επένδυαν στην subprime αγορά άνευ δόμησης και με αυτόν τον τρόπο αυξάνονται τα κεφάλαια που είναι διαθέσιμα για τους subprime δανειολήπτες. Φυσικά, απομένουν και τα τμήματα υψηλού κινδύνου, για τα οποία πρέπει να βρεθούν επενδυτές που να είναι διατεθειμένοι να αναλάβουν μεγαλύτερο ρίσκο, αλλά αυτό είναι ένα σχετικά μικρό κομμάτι του συνολικού προϊόντος.

Μέσω της δόμησης, λοιπόν, εξαπλώνονται τα οφέλη της ιδιόκτητης κατοικίας (και αυτοκινήτου, και άλλων καταναλωτικών αγαθών) σε ανθρώπους που μέχρι τότε δεν είχαν καμία πρόσβαση σε αυτά και, φυσικά, ανοίγει μια μεγάλη και μη κορεσμένη αγορά για τις τράπεζες και τους πάσης φύσης επενδυτές.

Επιπλέον, η Αγορά φέρεται να είχε αυτορυθμιστεί επιτυχώς, δημιουργώντας δικλείδες ασφαλείας για να καθησυχάσει και τους πιο καχύποπτους επενδυτές. Για να εξασφαλιστεί η φερεγγυότητα των δομημένων προϊόντων, κάθε τμήμα τους βαθμολογήθηκε από ανεξάρτητες αξιολογήτριες εταιρείες (Moody’s, S&P, Fitch) σχετικά με το ρίσκο του. Για να μετριαστεί το ρίσκο που αναλαμβάνουν οι επενδυτές, ο κίνδυνος μη αποπληρωμής ασφαλίστηκε από μεγάλες ασφαλιστικές εταιρείες (μέσω Credit Default Swaps). Με αυτόν τον τρόπο βρέθηκαν λύσεις μέσω της αγοράς σε όλα τα προβλήματα εξασφάλισης των επενδυτών και δανειζομένων.

3. Τα προβλήματα της δόμησης

Σήμερα γνωρίζουμε ότι η τυφλή πίστη στα θαύματα της χρηματο-οικονομικής καινοτομίας οδήγησε αρχικά στην ευφορία της φούσκας και ακολούθως στην κατάθλιψη της επίπονης προσγείωσης στην πραγματικότητα. Το αποτέλεσμα της υπεραισιοδοξίας ήταν ότι δόθηκαν πολλά στεγαστικά δάνεια τα οποία ήταν αντικειμενικά αδύνατο να αποπληρωθούν και σήμερα πια σχεδόν τα μισά δάνεια subprime έχουν πάψει να εξυπηρετούνται. Λόγω του συνεχώς αυξανόμενου αριθμόυ κατασχέσεων και εκπλειστηριασμών κατοικιών, οι τιμές των ακινήτων στις ΗΠΑ έχουν πέσει κατά 30% σε σχέση με το 2007, εντείνοντας την κρίση.

Οι λόγοι που οι «λύσεις» της αγοράς αποδείχτηκαν εικονικές είναι πολλοί και περίπλοκοι, αλλά το κοινό τους σημείο εντοπίζεται στην έλλειψη ανεξάρτητων ελεγκτικών μηχανισμών. Η ανεξαρτησία των αξιολογητριών εταιρειών αποδείχτηκε πλασματική καθώς αμείβονταν από τις τράπεζες των οποίων τα προϊόντα βαθμολογούσαν. Αλλά και οι ίδιες οι τράπεζες δεν είχαν το κίνητρο να ελέγξουν την πιστοληπτική ικανότητα των δανειοληπτών τους επειδή το μεγαλύτερο μέρος του ρίσκου το αντιμετώπιζαν άλλοι επενδυτές λόγω της μεταπώλησης των δανείων. Η ασφάλιση που αγοράστηκε από τους επενδυτές αποδείχτηκε ανεπαρκής καθώς, όταν ο αριθμός των εκπρόθεσμων δανείων άρχισε να αυξάνεται, η πιο σημαντική ασφαλίστρια εταιρεία (AIG) έφτασε στα πρόθυρα της πτώχευσης, την οποία απέφυγε μόνο χάρη στην επέμβαση της αμερικανικής κυβέρνησης. Τέλος, όσον αφορά τις ρυθμιστικές αρχές, υπήρξε μεγάλη πίεση να μην παρέμβουν τόσο για λόγους ιδεολογικούς (η αγορά μπορεί –πρέπει-- να αυτορυθμίζεται) όσο και λαϊκιστικούς (η αγορά κατοικίας πρέπει πάντα να επιδοτείται).

4. Τα διδάγματα της κρίσης

Το σημαντικότερο, ίσως, δίδαγμα της κρίσης είναι ότι ο τραπεζικός τομέας δεν μπορεί να αυτορυθμιστεί. Αυτή η διαπίστωση ακούγεται πλέον τετριμμένη, αλλά μέχρι πριν δυο-τρία χρόνια πολλοί πολιτικοί και οικονομολόγοι, όπως ο πρώην πρόεδρος της Αμερικανικής κεντρικής τράπεζας Άλαν Γκρήνσπαν, διακήρυσσαν ότι η εύρυθμη λειτουργία του πιστωτικού συστήματος μπορούσε να διασφαλιστεί από την ίδια την αγορά, χωρίς δηλαδή την παρέμβαση των ρυθμιστικών αρχών. Αυτό έχει πλέον αλλάξει και ήδη στις ΗΠΑ συζητείται ίδρυση καινούριου φορέα προστασίας του καταναλωτή για πιστωτικά θέματα, σε συνδιασμό με πολλές άλλες μεταρρυθμίσεις.

Ένα δεύτερο συμπέρασμα, όμως, το οποίο δεν πρέπει να ξεχαστεί, είναι ότι η τραπεζική καινοτομία, υπό επαρκή επίβλεψη, έχει και θετικές πτυχές: η καλύτερη διαχείριση του πιστωτικού κινδύνου διευκολύνει τη σύναψη στεγαστικών δανείων από άτομα που, υπό άλλες συνθήκες, δεν θα είχαν αυτήν την δυνατότητα. Πολλά από τα subprime δάνεια που δόθηκαν την τελευταία δεκαετία αποπληρώνονται κανονικά, αλλά δεν θα είχαν συναφθεί χωρίς τη δόμηση.

Συνεπώς, η όποια νέα ρύθμιση πρέπει να στοχεύει μεν στο να βοηθήσει τη σταθερότητα του τραπεζικού συστήματος, χωρίς όμως να αποτρέπει την έλλογη χρήση νέων προϊόντων.

*Ο Μανόλης Γαλενιανός είναι επίκουρος καθηγητής στο Οικονομικό Τμήμα του Πολιτειακού Πανεπιστημίου της Πενσυλβανίας και μέλος του Επιστημονικού Συμβουλίου της G700. Το παραπάνω δημοσιεύτηκε σε μορφή συνέντευξης στον Γιώργο Τζογόπουλο στην εφημερίδα Απογευματινή της Κυριακής 20-12-2009.

Friday, December 18, 2009

Ευρώπη και Δημόσια Οικονομικά

Του Δημήτρη Σκάλκου*
PPOL, 13-12-2009

Η διάψευση των σεναρίων πλήρους κατάρρευσης της ελληνικής οικονομίας από τον επίτροπο Χοακίν Αλμούνια (Joaquín Almunia) και άλλα υψηλόβαθμα στελέχη της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ), ήταν αναμενόμενη. Η πιθανότητα χρεοκοπίας της δημόσιας οικονομίας είναι σχεδόν μηδενική καθώς η στήριξη των ευρωπαίων εταίρων μας πρέπει να θεωρείται δεδομένη. Τούτο διότι το κόστος της κοινοτικής αλληλεγγύης σε μία σκληρά δοκιμαζόμενη οικονομία είναι ελάχιστο σε σχέση με το πολιτικό κόστος της χρεοκοπίας μίας οικονομίας της ευρωζώνης αλλά και το οικονομικό κόστος να συμπαρασυρθούν κι άλλες αδύναμες οικονομίες, με προφανείς συνέπειες). Σύμφωνα μάλιστα με μελέτες ευρωπαϊκών ερευνητικών ινστιτούτων, είναι πιθανό το σενάριο της εξαγοράς μέρους του χρέους κάτι που επιτρέπεται κάτω από ειδικές συνθήκες (άρθρο 100§2 συνθήκης της ΕΕ).

Ωστόσο, η αυτονόητη στήριξη της ΕΕ σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να ερμηνευτεί ως κάλεσμα εφησυχασμού και αναβολής των αναγκαίων μεταρρυθμίσεων της ελληνικής οικονομίας. Τουναντίον, η οικονομική κρίση λειτούργησε ως καθρέφτης που αποκάλυψε τις ενδογενείς αδυναμίες του ελληνικού αναπτυξιακού μοντέλου αλλά και τις ανισορροπίες στην ευρωζώνη και επιβάλει θαρραλέες πολιτικές επιλογές.

Η συμμετοχή στην ευρωζώνη αναμφισβήτητα προφύλαξε την ελληνική οικονομία από τα κύματα της χρηματοπιστωτικής αστάθειας που απειλούσαν να τη βυθίσουν στη παγκόσμια οικονομική δίνη, κρατώντας το κόστος εξωτερικού δανεισμού σε διαχειρήσιμα επίπεδα. Ταυτόχρονα όμως, στέρησε ένα πολύτιμο εργαλείο προσαρμογής στις εξωτερικές οικονομικές μεταβολές και ανέδειξε το καίριο ζήτημα της (μη-) ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας.

Σήμερα, το υψηλό δημόσιο χρέος (προβλέπεται σε 135% του ΑΕΠ το 2011) σε συνδυασμό με τη μηδενική οικονομική ανάπτυξη απομακρύνουν τις επενδύσεις, δυσχεραίνουν τον δανεισμό και απειλούν να εγκλωβίσουν την ελληνική οικονομία ανάμεσα σε υψηλά επιτόκια/ χαμηλή ανταγωνιστικότητα.

Σε αυτό το πλαίσιο, οι επιλογές μας αρθρώνονται χρονικά σε τρία επίπεδα:

'Αμεσα, το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης πρέπει να προωθήσει σειρά μέτρων που:


  • θα περιορίσουν το έλλειμμα, απομακρύνοντας το ενδεχόμενο δημοσιονομικού εκτροχιασμού,
  • θα αποκαταστήσουν την αξιοπιστία της δημοσιονομικής μας πολιτικής και
  • θα επιτρέψουν τη διαπραγμάτευση του ζητήματος της δημοσιονομικής προσαρμογής στο πλαίσιο των θεσμών και των οργάνων της ΕΕ.
Το, διόλου ευχάριστο, καθεστώς της «επιτήρησης» είναι σαφώς προτιμότερο από την εμπλοκή του «διεθνούς νομισματικού ταμείου» (ΔΝΤ) που αρέσκεται σε αμφίβολης αποτελεσματικότητας προτάσεις μονεταριστικής ορθοδοξίας, που αδιαφορούν για τις ιδιαίτερες συνθήκες των εθνικών οικονομιών.

Μεσοπρόθεσμα, η κυβέρνηση καλείται να απαντήσει πειστικά στο ερώτημα του πώς ξοδεύεις σε συνθήκες κατάρρευσης των δημόσιων οικονομικών. Η απάντηση βρίσκεται στο πρόταγμα της «προοδευτικής εγκράτειας» που διακρίνει ανάμεσα σε παραγωγικές και μη-παραγωγικές δαπάνες. Οι πρώτες λειτουργούν ως πολλαπλασιαστές ζήτησης, εισφέροντας στην αύξηση του ΑΕΠ, ενώ οι δεύτερες προσθέτουν μόνο στον πληθωρισμό. Πρέπει να αναζητηθεί το κατάλληλο μείγμα περιορισμού των δαπανών και μείωσης των φόρων και φορολογικής ελάφρυνσης των χαμηλών και μεσαίων εισοδημάτων, για την τόνωση της εγχώριας ζήτησης, και της αύξησης των δημόσιων δαπανών στις υποδομές, την εκπαίδευση και την απασχόληση.

Τα παραπάνω πρέπει να συμπληρωθούν με:


  • δίκαιο και αποτελεσματικό φορολογικό σύστημα, καθώς και
  • βιώσιμο ασφαλιστικό, που να συνδυάζει το παραδοσιακό αναδιανεμητικό σύστημα, με σύγχρονες κεφαλαιοποιητικές μορφές κοινωνικής προστασίας.
Μακροπρόθεσμα τέλος, σημαίνει πως η οικονομική ένωση των ευρωπαϊκών κρατών πρέπει να συμπληρωθεί με μορφές «δημοσιονομικού φεντεραλισμού» (fiscal federalism), όπου μία κεντρική αρχή/μηχανισμός θα μεταφέρει χρηματικούς πόρους σε δοκιμαζόμενες οικονομίες της ευρωζώνης. Και βέβαια να αντιμετωπιστεί ο δομικός μερκαντιλισμός της Γερμανίας, τα τεράστια εμπορικά πλεονάσματα και μικρή εσωτερική ζήτηση της οποίας συνιστούν πρόβλημα για την μελλοντική οικονομική ανάπτυξη στην ευρωζώνη.

Είναι προφανές πως η παρούσα συγκυρία αποτελεί μία πρόκληση που ξεπερνά τους τεχνοκρατικούς χειρισμούς του οικονομικού επιτελείου της κυβέρνησης και αφορά το σύνολο της ελληνικής κοινωνίας. Αναφέρεται σε δύσκολες επιλογές και υψηλού κόστους αποφάσεις, προϋποθέτει συγκρούσεις με κατεστημένα συμφέροντα και νοοτροπίες και επιβάλει συναινέσεις για δίκαιο επιμερισμό των οικονομικών βαρών. Εν ολίγοις, πρόκειται για το μεγάλο στοίχημα των επόμενων χρόνων.


Δημήτρης Σκάλκος είναι πολιτικός επιστήμονας-διεθνολόγος, διευθυντής του «κέντρου φιλελεύθερων μελετών» (ΚΕΦΙΜ). Το άρθρο του δημοσιεύτηκε στο PPOL στις 13 Δεκεμβρίου 2009

Monday, December 14, 2009

Σημαίες κατεβασμένες

Πρέπει να υφίσταται το πανεπιστημιακό άσυλο σε μία Δημοκρατία; Ο νόμος, επιβάλλεται ενιαία και χωρίς εξαιρέσεις; Η Αστυνομία έχει πρόσβαση παντού ή όχι; Και αν όχι, εκεί που δεν μπορεί να παρέμβει, ποιος επιβάλλει το νόμο;

Πριν τα προβοκατόρικα ερωτήματα, προηγούνται δύο άλλα. Ένα θεσμικό και ένα πολιτικό. Ο νόμος εφαρμόζεται μόνο όταν απονέμει δικαιώματα στους "πολλούς"; Και δεύτερον, ο νόμος, δηλαδή το Σύνταγμα είναι μία πολιτική εφεύρεση που ευνοεί τους λίγους ή τους πολλούς;

Αρχίζοντας από το πολιτικό ερώτημα, γιατί δίχως πολιτική οι θεσμοί ξεθωριάζουν, φθείρονται, αποδυναμώνονται και γελοιοποιούνται, το Σϋνταγμα εξ ορισμού δεν ευνοεί ούτε τους λίγους ούτε τους πολλούς. Προστατεύει τους πάντες απέναντι στην αυθαιρεσία οποιουδήποτε τυχόν βρεθεί με δύναμη επιβολής.

Δεν προστατεύει εξ ορισμού τους δυνατούς, ούτε τους αδύναμους. Διότι σε μία δημοκρατική κοινωνία, δυνατοί και αδύναμοι μπορεί και να εναλλάσσονται. Εξ αποτελέσματος, προστατεύει τους περισσότερο αδύναμους της συγκυρίας από την αυθαιρεσία. Δεν τους εγγυάται τη ζωή στον παράδεισο. Τους εγγυάται ότι μπορούν να υπερασπιστούν τον τρόπο ζωής τους, τον τρόπο σκέψης τους και την αξιοπρέπεια τους. Με μία λέξη τις επιλογές τους.

Καταλήγοντας στο θεσμικό ερώτημα, σε ένα κράτος δικαίου, ο νόμος εφαρμόζεται ενιαία. Και όταν είναι δίκαιος και όταν είναι άδικος. Ειδάλλως, περισσότερο και από άδικος, είναι αυθαίρετος.

Όταν είναι άδικος, χτυπιέται με τα μέσα που απονέμει η Δημοκρατία. Εάν ξεστρατίσουμε από τη νομιμότητα για να πολεμήσουμε το άδικο, ανοίγουμε την κερκόπορτα για την αυθαιρεσία. Για την επιβολή του δικαίου του κατά τη συγκυρία πιο δυνατού.

Η Δημοκρατία δεν εγγυάται την επικράτηση του δικαίου. Θεσμοθετεί, όμως, μία διαδικασία για να το επινοούμε κάθε φορά. Μία διαδικασία η οποία είναι οργανωμένη και ακριβώς επειδή είναι οργανωμένη περιορίζει τους δυνατούς και αφήνει χώρο θεσμικό και πολιτικό να ακουστούν περισσότερες φωνές.

Η ελληνική σημαία που κυματίζει στα Προπύλαια του Πανεπιστημίου Αθηνών αυτό ακριβώς συμβολίζει. Τους αγώνες που κατέληξαν στη Δημοκρατία σε αυτόν τον τόπο και την ελευθερία των πολιτών να διεκδικούν και να παλεύουν για ό,τι θεωρούν δίκαιο. Τη νομιμότητα.

Τα παιδιά που την κατέβασαν, εκνευρίζονται από αυτή. Γιατί η ελευθερία είναι τόσο επιθυμητή όσο ύπουλη. Δεν είναι εύκολη στο να κατασκευάζει βολικούς εχθρούς. Σε πετάει σε έναν ωκεανό δυνατοτήτων από τον οποίο πρέπει να βγεις με τις δικές σου επιλογές και με αυτές στο τέλος να κριθείς. Αυτό που τελικά τους εκνευρίζει στην υπόθεση ελευθερία, είναι η επιλογή. Αυτό που διαβρώνει το ήθος τους, είναι ότι δεν εκπαιδεύτηκαν να επιλέγουν και να ευθύνονται. Και η ελευθερία που επιζητούν είναι απλώς αέρας κοπανιστός. Είναι η ελευθερία χωρίς επιλογές, δηλαδή ασουλούπωτη ελευθεριότητα, δηλαδή ζωή χωρίς ευθύνες.

Αυτό είναι τελικά και το κεντρικό ερώτημα στην υπόθεση του πανεπιστημιακού ασύλου. Δεν συζητάμε για το ποιος θα επιβάλει το νόμο. Οι πανεπιστημιακοί φύλακες, η αστυνομία ή τα σκυλιά του Άδη. Συζητούμε για το αν θα εφαρμόζεται μέσα στα πανεπιστήμια ο ίδιος ο νόμος. Διότι κάποιοι θεωρούν ότι η νομιμότητα περιορίζει την ελευθερία. Για μία ακόμη φορά η μεταπολίτευση νταντεύει τους νέους. Δεν τους θεωρεί πολίτες, αλλά παιδιά. Δεν τους θεωρεί σοβαρούς για να αναλάβουν ευθύνες, αλλά τους θέλει κομπάρσους και γελωτοποιούς στο δικό της σκηνικό. Τα γερόντια της μεταπολίτευσης αισθάνονται νέοι αντιμετωπίζοντας τους νέους ως παιδιά.

Ξεχνούν όμως ότι εκείνοι που έχυσαν το αίμα τους για ελευθερία, πολέμησαν πρώτα για τη νομιμότητα. Πολέμησαν για να έχουν οι ίδιοι την ευθύνη των επιλογών τους. Και η ζωή, ούτε η προσωπική μας ιστορία, ούτε η ιστορία πάνε προς τα μπρος δίχως επιλογές.

Saturday, December 12, 2009

Η δύσκολη αλλαγή της φορολογικής στρέβλωσης

Του Θοδωρή Πελαγίδη*
Ελευθεροτυπία, 11-10-2009

Η νέα κυβέρνηση έρχεται σε μια «στιγμή της στροφής» για την ελληνική οικονομία και για τη χώρα γενικότερα. Η Ελλάδα έχει μεγάλα θεσμικά προβλήματα που απαιτούν άμεσα λύσεις. Αναγκαστικά, επειδή και η ατζέντα της νέας κυβέρνησης είναι εξαιρετικά βαρυφορτωμένη, πρέπει να «τραβηχτούν» άμεσα οι κρίσιμοι κρίκοι.

Το φορολογικό αποτελεί πράγματι άμεση προτεραιότητα όχι μόνο λόγω των κραυγαλέων αδικιών που περιλαμβάνει, αλλά και για λόγους οικονομικής αποδοτικότητας. Ενα ακόμη κρίσιμο ζήτημα, το οποίο δεν συζητήθηκε αρκετά στην προεκλογική περίοδο, με σοβαρές παράπλευρες επιπτώσεις, είναι οι μεγάλες στρεβλώσεις στις αγορές εργασίας.

Στην Ελλάδα δεν παράγονται θέσεις εργασίας, και ιδιαιτέρως καλές θέσεις εργασίας, με αποτέλεσμα όχι μόνο την τραγικά υψηλή ανεργία των νέων, αλλά και τη σοβαρή επιδείνωση ζητημάτων όπως το ασφαλιστικό, αλλά και το δημοσιονομικό έλλειμμα. Τι δεδομένα υπάρχουν σε αυτή την αγορά;

Ενα πρώτο σημαντικό στοιχείο που καταγράφει το σχετικό διάγραμμα είναι η διαχρονική μείωση της βαρύτητας του συντελεστή μισθωτή εργασία στην οικονομία, όπως αποτυπώνεται από τον λόγο του εισοδηματικού μεριδίου της μισθωτής εργασίας προς εκείνον του κεφαλαίου (όπου περιλαμβάνονται και οι αυτοαπασχολούμενοι, οι οποίοι θεωρούνται εργοδότες). Στην Ελλάδα, αυτή η εξέλιξη επηρεάζεται άμεσα και από την πολύ μεγάλη αύξηση της αυτοαπασχόλησης εδώ και 20 χρόνια.

Η μειωμένη χρήση του συντελεστή «μισθωτή εργασία» ξεκινάει τη δεκαετία του '80, όταν εισάγονται στην Ελλάδα πρώτη φορά μέτρα όπως η σημαντική αύξηση των ασφαλιστικών εισφορών, ή η αύξηση της ακαμψίας της αγοράς εργασίας. Μετά το 2000 η απασχόληση αρχίζει δειλά να αυξάνει πάλι, αλλά η άνοδος αυτή σε κάθε περίπτωση υστερεί σημαντικά σε σχέση με την αύξηση του ΑΕΠ και σίγουρα είναι λιγότερο εντυπωσιακή από την αύξηση των επενδύσεων. Σε αντίθεση με τη ραγδαία αύξηση των επενδύσεων, η αύξηση της απασχόλησης που παρατηρείται δεν αναπληρώνει τις απώλειες της δεκαετίας του '80 ειδικά σε σχέση με τις εξελίξεις της απασχόλησης σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, όπως αποτυπώνεται στο διάγραμμα.

Συνεπώς, παρά την αύξηση του ΑΕΠ, η τάση αποφυγής χρήσης της μισθωτής, ειδικά, εργασίας ως συντελεστή παραγωγής, παραμένει (και στο βαθμό που η στροφή προς την αυτοαπασχόληση δεν αρκεί να αναπληρώσει τη μείωση της μισθωτής εργασίας) εδραιώνεται σε μια γενικότερη αποφυγή της χρήσης του συντελεστή εργασία, την οποία άλλωστε υποδεικνύει και το τόσο χαμηλό ποσοστό απασχόλησης της Ελλάδας.

Πόση σημασία έχουν τα στοιχεία αυτά; Η φορολογική επιβάρυνση της μισθωτής εργασίας σε σχέση με τις μεγάλες δυνατότητες για φοροδιαφυγή στην αυταπασχόληση, λειτούργησαν ως κίνητρο στροφής του εργατικού δυναμικού της χώρας στην προσωπική ή «οικογενειακή» απασχόληση, με αποτέλεσμα να είναι δύσκολη η σύλληψη της φορολογικής ύλης. Με την ανοχή του κράτους στη θάλασσα της φοροδιαφυγής των αυτοαπασχολούμενων, οικοδομήθηκαν αντικίνητρα για τη δημιουργία σοβαρών επιχειρήσεων με μισθωτή εργασία, αφού το έμμεσο κόστος της τελευταίας έγινε αποτρεπτικά υψηλό. Δημιουργήθηκε έτσι ένας φαύλος κύκλος, στην ουσία επιδότησης από την -στις περισσότερες περιπτώσεις- μισθωτή εργασία προς μη αποδοτική οικονομικά αυταποασχόληση, της οποίας η βιωσιμότητα ενισχύθηκε με διοικητικές ρυθμίσεις που «έκλεισαν» τις σχετικές αγορές εις όφελος αυτών που ήδη κατέχουν μερίδια αγοράς.

Ταυτόχρονα, προβλήματα όπως το ασφαλιστικό οξύνθηκαν. Η δε ανεργία επιδεινώθηκε τόσο λόγω της βαριάς φορολογίας της μισθωτής εργασίας, όσο και λόγω της κλειστότητας αγορών που επέβαλαν κάποιες δυναμικές πολιτικά... ομάδες αυταπασχολούμενων επαγγελματιών.

Και επειδή όλοι αυτοί ψηφίζουν, η αλλαγή τώρα είναι δύσκολη. Εν τω μεταξύ, η οικονομική κρίση χτυπάει τους πάντες. Πρόκειται για δύσκολο παζλ για τη νέα κυβέρνηση, όμως βρίσκεται στον πυρήνα μιας στρεβλής οικονομικής κατάστασης. Θυμηθείτε: το πρόβλημα δεν είναι το χρέος και τα ελλείμματα. Το πρόβλημα βρίσκεται εκεί που αυτά γεννιούνται, δηλαδή στην κακή, στη στρεβλή λειτουργία των αγορών.

*Ο Θοδωρής Πελαγίδης είναι καθηγητής οικονομικής ανάλυσης στο Πανεπιστημίο Πειραιά. Το κείμενο αναδημοσιεύεται με την άδεια του συγγραφέα και αποτελεί ελαφρά τροποποιημένο μέρος του υπό έκδοση βιβλίου των Θ. Πελαγίδη-Μ. Μητσόπουλου, «Η στιγμή της στροφής. Ο προοδευτικός οικονομικός πραγματισμός ως απάντηση στην κρίση της ελληνικής οικονομίας», Εκδόσεις Παπαζήση, Νοέμβριος 2009.

Wednesday, December 9, 2009

Κοπεγχάγη: Βάλτε τις ΗΠΑ στο ψυγείο

Της G700
Δημοσιεύεται στο Hellenic Nexus
τεύχος Δεκεμβρίου

Μόλις μέσα σε δύο χρόνια, από το 2007 έως το 2009, η Αττική έχασε το 20% των δασών της, ενώ οι επιστήμονες συνδέουν άμεσα την εξέλιξη αυτή με την άνοδο των συγκεντρώσεων όζοντος, την άνοδο της θερμοκρασίας και την περαιτέρω υποβάθμιση της ποιότητας ζωής στην Αθήνα. Τα δύο αυτά χρόνια -σε συνδυασμό με την αποδιάρθρωση των δασικών και πυροσβεστικών υπηρεσιών- η Κλιματική Αλλαγή χτύπησε την Αθήνα και οι κάτοικοί της ζουν σε ένα περιβάλλον χειρότερο και λιγότερο βιώσιμο.

Η Μεσόγειος είναι ένας τόπος που πλήττεται κατεξοχήν από την αλλαγή του κλίματος. Περιλαμβάνεται σύμφωνα με τη WWF στα 18 πιο τρωτά σημεία του πλανήτη. Η θερμοκρασία ανεβαίνει, οι υδάτινοι πόροι εξαφανίζονται, το φαινόμενο της ερημοποίησης απειλεί τόσο την ποιότητα ζωής όσο και την οικονομία της περιοχής. Παρόλαυτα, η Ελλάδα διαθέτει χαμηλότατο ρυθμό αναδάσωσης με μόλις το 10% των καμένων εκτάσεων να αναδασώνονται τα τελευταία 20 χρόνια.

Όλα αυτά είναι ευκαιρία να τα έχουμε κατά νου στην Κοπεγχάγη όπου ξεκίνησε αυτή την εβδομάσα η διαπραγμάτευση ανάμεσα σε 192 κράτη του πλανήτη για μία νέα δεσμευτική διεθνή συμφωνία για την αντιμετώπιση της Κλιματικής Αλλαγής που θα αντικαταστήσει το πρωτόκολλο του Κιότο. Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει υιοθετήσει σχετική νομοθεσία ήδη από τον περασμένο Δεκέμβριο για μείωση των εκπομπών ρύπων κατά 20% έως το 2020 σε σχέση με το 1990, ενώ έχει δεσμευτεί να προχωρήσει σε μείωση της τάξης του 30% εάν υπάρξει ανάλογη δέσμευση των υπόλοιπων αναπτυγμένων χωρών.

Μετά την τελευταία κυβερνητική αλλαγή, η Ιαπωνία δεσμεύτηκε για ανάλογη μείωση της τάξης του 25% έως το 2020. Η Κίνα δείχνει επίσης θετική στο ενδεχόμενο μίας διεθνούς συμφωνίας. Δεσμεύτηκε να μειώσει τα επίπεδα CO 2 ανά μονάδα ΑΕΠ κατά 45% μέχρι το 2020. Και αυτό γιατί η κατα κεφαλήν εκπομπή αερίων είναι πολύ μικρότερη από αυτή των ΗΠΑ. Κλειδιά στην πορεία για τη νέα διεθνή συμφωνία είναι το παγκόσμιο ποσοστό μείωσης των ρύπων και η χρηματοδότηση των αναπτυσσόμενων χωρών, που συμβάλλουν πολύ λίγο στο φαινόμενο της Κλιματικής Αλλαγής αλλά είναι οι πρώτες που πλήττονται άμεσα και περισσότερο από την Κλιματική Αλλαγή. Με λίγα λόγια, ο καταμερισμός του ποσού ανάμεσα στις χώρες, μέσα στις χώρες και κυρίως μεταξύ των γενεών. Διότι, οι προηγούμενες γενιές κατασπατάλησαν τους πόρους του πλανήτη για την οικονομική ανάπτυξη και την ευημερία τους και εμείς σήμερα πρέπει να πληρώσουμε το λογαριασμό για το φαγοπότι.

Στην πρόσφατη Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ στις Βρυξέλλες, οι Ευρωπαίοι ηγέτες εκτίμησαν ότι το ποσό που απαιτείται ετήσια για την προσαρμογή των αναπτυσσόμενων χωρών στην Κλιματική Αλλαγή ανέρχεται στα 100 δις Ευρώ, χωρίς όμως να ξεκαθαρίζουν πόσα η ΕΕ είναι διατεθειμένη να καταβάλει. Η Ελλάδα ήταν ανάμεσα σε εκείνες τις χώρες που ζήτησαν αναβολή της δέσμευσης για συγκεκριμένο ποσό, παρά τη διακηρυγμένη θέση της να τεθεί στην πρωτοπορία για την αμντιμετώπιση της Κλιματικής Αλλαγής.

Ωστόσο, το μεγάλο ερωτηματικό της υπόθεσης είναι οι ΗΠΑ και οι δεσμεύσεις που είναι έτοιμες να αναλάβουν. Ήδη η Βουλή των Αντιπροσώπων ενέκρινε νομοθεσία που προβλέπει μείωση των ρύπων κατά 17% έως το 2020. Όχι όμως σε σχέση με το 1990 αλλά σε σχέση με το 2005. Σε σχέση με τα επίπεδα του 1990, η μείωση αυτή είναι της τάξης μόλις του 3%. Για να τεθεί σε ισχύ η άτολμη αυτή δέσμευση πρέπει να εγκριθεί από την Γερουσία, γεγονός εξαιρετικά αβέβαιο που γίνεται ακόμη πιο αβέβαιο, όσο καθυστερεί η έγκριση του σχετικού νομοσχεδίου Κέρυ-Μπόξερ, ενόψει των ενδιάμεσων εκλογών του Νοεμβρίου του 2010 για την ανανέωση των μελών του Κογκρέσου. Επιπλέον, ακόμη κι αν όλα εξελιχθούν ομαλά και κατ΄ευχήν, ακόμη κι αν ο πρόεδρος Ομπάμα βάλει την υπογραφή του σε μία συμφωνία για την αντιμετώπιση της Κλιματικής Αλλαγής στην Κοπεγχάγη, είναι εξαιρετικά αβέβαιο εάν θα εξασφαλιστούν οι 67 ψήφοι της Γερουσίας που απαιτούνται για την έγκρισή της. Θετική βέβαια εξέλιξη είναι η παρουσία Ομπάμα τις τελευταίες κρίσιμες ημέρες της διαπραγμάτευσης στην Κοπεγχάγη, ο οποίος δεσμεύει προσωπικό πολιτικό κεφάλαιο υπέρ της συμφωνίας , όπως και η απόφαση της Αμερικανικής Υπηρεσία Προστασίας του Περιβάλλοντος (EPA) που χαρακτηρίσε μία ημέρα μετά την έναρξη της συνδιάσκεψης τα αέρια του θερμοκηπίου ως επικίνδυνα για τη δημόσια υγεία.

Η μεγάλη μεταβλητή, λοιπόν, της εξίσωσης της Κοπεγχάγης και της νέας παγκόσμιας συμφωνίας για το περιβάλλον είναι οι ΗΠΑ. Όχι μόνο γιατί είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος ρυπαντής του πλανήτη μετά την Κίνα και όχι μόνο γιατί είναι η χώρα με τη μακράν μεγαλύτερη κατ’ κεφαλήν εκπομπή αερίων του θερμοκηπίου στον πλανήτη, αλλά κυρίως γιατί η απροθυμία προς μία διεθνή δέσμευση για μείωση των ρύπων και καθαρή –στα καθ’ ημάς πράσινη- ανάπτυξη θα έδινε το σήμα στις αναπτυσσόμενες χώρες ότι η οικονομική ανάπτυξη και η ευημερία περνά μέσα από την κατασπατάληση των φυσικών μας πόρων. Τα τελευταία σημάδια είναι θετικά, αλλά οι ημέρες τις διαπραγμάτευσης είναι ακόμη πολλές και η πίεση πρέπει να αυξηθεί.

Το νιώθουμε και εμείς στη γειτονιά μας, τη Μεσόγειο, το νιώθουμε στο κλίμα των πόλεων μας και το νιώθουμε επίσης στις κοινωνίες μας, με το φαινόμενο των μεταναστών του κλίματος ιδίως από τις χώρες της Αφρικής που συνεχώς αυξάνονται εξαιτίας των συγκρούσεων που πυροδοτεί η εξάντληση των φυσικών πόρων. Το κλίμα αλλάζει και η ζωή μας υποβαθμίζεται.

Στόχος διακηρυγμένος είναι να συγκρατήσουμε την αύξηση της θερμοκρασίας του πλανήτη κάτω από τους 2ο C σε σχέση με την προβιομηχανική περίοδο. Και η μόνη λύση τακτικής είναι να πιέσουμε πολύ τις ΗΠΑ. Να βάλουμε τις ΗΠΑ στο ψυγείο για να κρυώσουμε λίγο τον πλανήτη. Γιατί καλώς ή κακώς στα επόμενα 5 χρόνια θα κριθεί το μέλλον του πλανήτη, το μέλλον των δασών μας, του αέρα που αναπνέουμε και του φυσικού και πολιτιστικού μας περιβάλλοντος.

Saturday, December 5, 2009

Αναζητώντας το πραγματικό νόημα του Δεκέμβρη

Στις 6 Δεκεμβρίου 2008 ένας ειδικός φρουρός της ΕΛ.ΑΣ πυροβολεί εν ψυχρώ και σκοτώνει ένα 15χρονο μαθητή, τον Αλέξη Γρηγορόπουλο. Η δολοφονία του Αλέξη στην οδό Τζαβέλα στα Εξάρχεια, πυροδοτεί ένα ανεπανάληπτο για τα ελληνικά χρονικά, μαζικό κύμα αντίδρασης, που μετατρέπει την Αθήνα και τις άλλες πόλεις της επαρχίας σε πραγματικό πεδίο μάχης για 15 ολόκληρες μέρες. Από τη μία ξεχύνεται ένα τυφλό τσουνάμι βίας που παρασέρνει με καταστροφική μανία στο διάβα του όχι μόνο την Αστυνομία, αλλά ολόκληρη την πρωτεύουσα. Από την άλλη ξεχύνεται στους δρόμους ένα κύμα μαζικών διαδηλώσεων στο οποίο συμμετέχουν νέοι, μαθητές, φοιτητές, καθώς και η πλειονότητα των πολιτικών και συνδικαλιστικών φορέων. Η Ευρώπη αντιμετωπίζει με δέος τα γεγονότα της Αθήνας. Οι πάντες προσπαθούν να καταλάβουν και να εξηγήσουν τι συμβαίνει.

Σήμερα, ένα χρόνο μετά, είμαστε σε θέση να ισχυριστούμε ότι ο Δεκέμβρης του ‘08 ήταν ένα ξέσπασμα οργής που γέννησε ένα βραχύβιο, βίαιο, ανομιακό και αναιτηματικό κίνημα. Ένα κίνημα - φτύσιμο στα μούτρα του «συστήματος», με συγκεκριμένη αφορμή, πλην όμως χωρίς σκοπό και στόχο.

Σε αντίθεση με τα όσα γράφονται και λέγονται κατά κόρον από τους κολλημένους στους μύθους και τις αφηγήσεις της Μεταπολίτευσης, οι ταραχές και οι διαδηλώσεις των νέων ΔΕΝ υπήρξαν μια επανάσταση των "σοσιαλ-επαναστατικών" δυνάμεων ενάντια στο “κεφάλαιο” και το «φασιστικό» ελληνικό κράτος. Για τον κάθε ένα νέο ή μεγαλύτερο που συμμετείχε στα γεγονότα του Δεκεμβρίου το φτύσιμο στα μούτρα του συστήματος προήλθε από διαμετρικά αντίθετες αφετηρίες. Είναι χαρακτηριστικό ότι τη στιγμή που ένας διαδήλωνε ενάντια στην κρατική καταστολή και τον αυταρχισμό της Αστυνομίας, κάποιος άλλος διαμαρτύρονταν για τα εργασιακά και εκπαιδευτικά αδιέξοδα της νέα γενιάς, άλλος πάλι έβγαινε να στηλιτεύσει τη διαφθορά και τη σαπίλα του πολιτικού συστήματος, την οικονομική κρίση και το δημοκρατικό έλλειμμα, κάποιος τρίτος έπαιρνε τους δρόμους έτσι, χωρίς ισχυρό λόγο, γιατί απλά του τη βίδωσε. Πολλοί πάλι, ουσιαστικά οι «μπαχαλάκηδες» όλων των αποχρώσεων, βρέθηκαν στο δρόμο γιατί γουστάρουν να τα σπάνε και ηδονίζονται μετά να βλέπουν τα κατορθώματά τους στην τηλεόραση. Η G700 συμμετείχε ειρηνικά στις διαδηλώσεις. Μέσα από συγκεκριμένες πρωτοβουλίες που αναλάβαμε, προσπαθήσαμε να νοηματοδοτήσουμε τα γεγονότα, προτάσσοντας ως κυρίαρχο αίτημα τη διαγενεακή δικαιοσύνη.

Δεδομένου λοιπόν του κατακερματισμού των αιτημάτων και ως εκ τούτου της απουσίας κάποιου κοινού αιτήματος κατά τα Δεκεμβριανά, κατάσταση που συνεχίζεται ακόμα και σήμερα, και ώντας πλέον ο Δεκέμβρης σημείο αναφοράς για τους νέους και ειδικά τις ηλικίες 15 με 24, τίθεται προς όλους μας το εξής ερώτημα: μπορούμε οι νέοι, με αφορμή το κλείσιμο ενός χρόνου από τη δολοφονία του Αλέξη, να κάνουμε μια νέα αρχή; Μπορούμε αντί να στήνουμε μνημόσυνα, να αναστοχαστούμε δημιουργικά πάνω στα περσινά γεγονότα; Είμαστε σε θέση να δημιουργήσουμε τη δική μας διακριτή ιστορική ταυτότητα, δημιουργώντας ένα κίνημα που θέτει τις δικές του άμεσες κοινωνικές και πολιτικές προτεραιότητες; Μπορούμε να δημιουργήσουμε διακύβευμα που να ξεφεύγει από τα στενά όρια των γλυκανάλατων πατερναλιστικών προτροπών και στερεοτύπων της παλιότερης γενιάς;

Μέχρι στιγμής έχουμε πέσει σε μια παγίδα. Από τη μία έχουμε επιτρέψει στους μπαχαλάκηδες και το οργανωμένο σχέδιό τους για βία, να δώσουν τον τόνο στις εξελίξεις. Θα έπρεπε αυτές τις μέρες όλες οι οργανώσεις νέων απ’ άκρη σ’ άκρη της Ελλάδας να βγουν και να καταγγείλουν τις γιάφκες που στήνονται στο όνομα του Αλέξη, και να βοηθήσουν ταυτόχρονα στην ιδεολογική και οργανωτική στήριξη της πορείας που θα διεξαχθεί στη μνήμη του. Από την άλλη, αν δεν έχουμε «κορκωνοποιηθεί» πλήρως, πνιγόμαστε μέσα στα σύμβολα και τη ρητορική της παλιότερης γενιάς που μας επιβάλλεται από τα ψευτοπροοδευτικά της Μέσα. Δεν είμαστε εδώ για να αναπαράξουμε εν έτει 2009 το σκηνικό της Μεταπολίτευσης πριν από 35 χρόνια. Είμαστε εδώ για να σηματοδοτήσουμε μια νέα αρχή. Να θέσουμε τα δικά μας συγκεκριμένα αιτήματα και προτεραιότητες, να δώσουμε στίγμα, χωρίς να γίνουμε μέρος του μεταπολιτευτικού φολκλόρ. Να δημιουργήσουμε ένα νέο κύμα αισιοδοξίας που θα συντρίψει το μηδενισμό και τον κυνισμό. Αυτό είναι το πραγματικό νόημα και αίτημα του Δεκέμβρη. Μπορούμε;

Wednesday, December 2, 2009

Η απούσα γενιά και ο Συνήγορός της

Της G700
Δημοσιεύτηκε στο Newstime

Πριν από μία βδομάδα κι έπειτα από δυο τρεις μέρες επαναστατικής γυμναστικής από πλευράς ΠΑΜΕ έξω από το Υπουργείο Εργασίας, ξεκίνησε τελικά ο διάλογος για τη μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού μας συστήματος.

Στην πρώτη επαφή που έγινε μεταξύ υπουργού Εργασίας, ΓΣΕΕ, ΑΔΕΔΥ, ΓΣΕΒΕΕ, ΣΕΒ και ΕΣΕΕ ο Πρόεδρος της ΓΣΕΕ κ. Παναγόπουλος κατέθεσε μια καινοτόμο πρόταση, την οποία η G700 παλεύει εδώ και ενάμιση τουλάχιστον χρόνο να προωθήσει και να εντάξει στο κάδρο των κρίσιμων θεσμικών μεταρρυθμίσεων σε ΕΕ και Ελλάδα.

Ο κ. Παναγόπουλος πρότεινε τη δημιουργία ενός Συνηγόρου των Γενεών, ο οποίος θα ελέγχει αν εφαρμόζονται οι αποφάσεις που παίρνονται για τις μελλοντικές γενιές.

Υπενθυμίζουμε σ’ αυτό το σημείο ότι πέρυσι το Δεκέμβριο κατά την επίσκεψή μας στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας με αφορμή τα Δεκεμβριανά είχαμε ζητήσει τη δημιουργία ενός Συνηγόρου των Γενεών με αντικείμενο τη διαρκή και συστηματική γνωμοδότηση σχετικά με τις περιβαλλοντικές και δημοσιονομικές επιπτώσεις των επιλογών της σημερινής κοινωνίας και των αποφάσεων των πολιτικών στους μελλοντικούς πολίτες.

Τον Απρίλιο μάλιστα του 2009, εν όψει της Πρώτης Ευρωπαϊκής Ημέρας Διαγενεακής Αλληλλεγύης , είχαμε ζητήσει από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και το Συμβούλιο της ΕΕ, με κοινή Γραπτή Δήλωση με την Οργάνωση 50και Ελλάς που εκπροσωπεί το Ευρωπαϊκό Δίκτυο Ατόμων Μεγαλύτερης Ηλικίας (Age Platform), να διερευνήσουν τις πιθανότητες σύστασης μίας θεσμικής εκπροσώπησης για τις μελλοντικές γενεές στην Ευρωπαϊκή Ένωση, η οποία θα συμπεριλαμβάνει:

α) την ενσωμάτωση της προστασίας των συμφερόντων των επόμενων γενεών στις
αρμοδιότητες του Ευρωπαίου Διαμεσολαβητή,

β) την ανάθεση των αρμοδιοτήτων για τη διασφάλιση του σεβασμού των συμφερόντων των μελλοντικών γενεών σε έναν από τους Επιτρόπους (Απασχόλησης και Περιβάλλοντος),

γ) την ενσωμάτωση της διασφάλισης του σεβασμού των συμφερόντων των μελλοντικών γενεών στον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Θεμελιωδών Δικαιωμάτων·

Ως εκ τούτου χαιρόμαστε ιδιαίτερα που το ζήτημα της θεσμοθέτησης του Συνήγορου των Γενεών μπαίνει στην ατζέντα μέσω του διαλόγου για τη μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού. Ακόμα και αν με τη ΓΣΕΕ διαφωνούμε ριζικά ως προς το μοντέλο ασφάλισης που πρέπει να υιοθετήσουμε.

Η λογική για την ύπαρξη ενός τέτοιου θεσμού είναι ξεκάθαρη. Να εκπροσωπηθεί η απούσα γενιά και μέσω αυτής της εκπροσώπησης να ενισχυθεί η διαγενεακή δικαιοσύνη. Η δίκαιη δηλαδή διευθέτηση των σχέσεων ανάμεσα στις γενιές στο δημόσιο χώρο. Διευθέτηση η οποία είναι αμοιβαία επωφελής για όλους.

Ας πάρουμε σ’ αυτό το σημείο το παράδειγμα του ασφαλιστικού που είναι και επίκαιρο για να μπορέσουμε να καταλάβουμε τι σημαίνουν όλα αυτά.

Το ελληνικό σύστημα συντάξεων που βασίζεται στην αλληλεγγύη των γενεών, στην απλούστερή του μορφή αποτελεί ουσιαστικά έναν μηχανισμό αναδιανομής και κατανομής πόρων ανάμεσα σε τρεις χονδρικά γενιές: τους συνταξιούχους, τους εργαζόμενους και εκείνους που θα εργαστούν στον μέλλον. Εκ των πραγμάτων, όταν συζητιέται μια ασφαλιστική μεταρρύθμιση ή θεσμοθετούνται κανόνες ασφάλισης, η μελλοντική γενιά δεν μπορεί να είναι παρούσα στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης. Έτσι λοιπόν, οι παίκτες που εκπροσωπούνται σήμερα, είθισται να μοιράζουν τα οφέλη μεταξύ τους (με τους μεσήλικες εργαζόμενους να καρπώνονται το μεγαλύτερο όφελος), φορτώνοντας τα βάρη πρωτίστως στους απόντες. Γιατί να δεχτεί κάποιος μέρος τη ευθύνης για τον εξορθολογισμό των δαπανών του συστήματος, όταν μπορεί κάλλιστα να φορτώσει το κόστος της προσαρμογής στους απόντες που δεν έχουν φωνή να μιλήσουν; Φυσικά ελάχιστοι είναι αυτοί που αντιλαμβάνοναι ότι πολλά από τα σημερινά προβλήματα οφείλονται στο γεγονός ότι οι σημερινοί εργαζόμενοι υπήρξαν οι ίδιοι απόντες πριν από 30 χρόνια, όταν έμπαιναν οι κανόνες του συστήματος.

Το φόρτωμα όμως των βαρών στους επόμενους και ο μυωπικός σχεδιασμός κεντρικών κοινωνικών και οικονομικών πολιτικών δε γίνεται μόνο στο πλαίσιο του ασφαλιστικού.

Ειδικά στην Ελλάδα, η ανευθυνότητα απέναντι στις μελλοντικές γενιές αποτυπώνεται επίσης:

α) στο γιγάντιο δημόσιο χρέος και την κρίση φερεγγυότητας του ελληνικού δημοσίου στο εξωτερικό, γεγονός που μας κάνει να μοιάζουμε με χώρα της Λατινικής Αμερικής,

β) στο οικολογικό έλλειμμα που κάθε χρόνο διευρύνεται με το να καίμε τα δάση, να αρνούμαστε τους ΧΥΤΑ, να σπαταλάμε το νερό και να μην ακολουθούμε πολιτικές απεξάρτησης από τα ορυκτά καύσιμα,

γ) στα ελλειμματικά συλλογικά αγαθά για τα οποία έχουμε μάθει να απαιτούμε μονάχα περισσότερη χρηματοδότηση, αλλά καμία διασφάλιση ότι παράγουν υψηλή δημόσια και κοινωνική αξία προς όφελος όλων.

Εάν το μέλλον είχε φωνή θα καταδίκαζε με τα σκληρότερα λόγια την παραπάνω κατάσταση. Εκ των πραγμάτων λοιπόν ένας Συνήγορος των Γενεών έχει πολύ δουλειά να κάνει. Εμείς είμαστε εδώ παρόντες για να στηρίξουμε ένα τέτοιο φιλόδοξο project.

Saturday, November 28, 2009

Νέα αρχή στο ασφαλιστικό με μικτό σύστημα μέχρι το 2015

Στις 24 Νοεμβρίου 2009 ο Πρόεδρος του ΕΒΕΑ κ. Μίχαλος παρουσίασε Μελέτη του επίκουρου καθηγητή στατιστικής και ασφαλιστικής επιστήμης του Πανεπιστημίου Πειραιώς κ. Πλάτωνα Τήνιου για το ασφαλιστικό.

Η μελέτη αυτή αποτελεί την πλέον ουσιαστική συμβολή στο διάλογο που ξεκίνησε την περασμένη βδομάδα για την αναμόρφωση του συστήματος συντάξεων και ίσως τη μόνη πρόταση που υπάρχει αυτή τη στιγμή στο τραπέζι για ένα κοινωνικά και γενεακά δίκαιο, βιώσιμο και αποτελεσματικό ασφαλιστικό σύστημα, προσαρμοσμένο στις συνθήκες ραγδαίας γήρανσης του πληθυσμού.

Δε χρειάζεται εδώ να αναλύσουμε τις παθογένειες του υπάρχοντος ασφαλιστικού συστήματος. Πέρα από τις εγγενείς πιέσεις του δημογραφικού, τον μικρό εργασιακό βίο και τα λίγα έτη εργασίας στα οποία αντιστοιχεί κάθε σύνταξη, τις διάσπαρτες εξαιρέσεις και ως εκ τούτου τις μεγάλες ανισότητες ηλικιακές και κλαδικές ανάμεσα στους ασφαλισμένους, την αναπλήρωση που σε πολλές περιπτώσεις ξεπερνάει το 100% του μισθού, το υψηλό μη μισθολογικό κόστος, ιδιαίτερα στους νέους εργαζόμενους, το υψηλό κόστος συμμόρφωσης λόγω της πολυπλοκότητας της νομοθεσίας στους εργοδότες.

Στη μελέτη αυτή βλέπουμε με χαρά να εξειδικεύονται και να αναλύονται οι πτυχές του μικτού συστήματος ασφάλισης, ένα μοντέλο που εδώ και τρία χρόνια προτείνουμε και προωθούμε σαν G700 ως λύση στο ασφαλιστικό.

Το νέο μοντέλο ασφάλισης που προτείνεται θα έχει τους εξής πυλώνες και κανόνες:

1. Ένα νέο διανεμητικό σύστημα για τους νέους εργαζόμενους. Το νέο σύστημα βασίζεται σε ατομικούς λογαριασμούς "οιονεί καθορισμένης εισφοράς" (Notional Defined Contribution System). H συμμετοχή στην ασφάλιση έχει ορατό αντίκρισμα και στο νεότερο ασφαλισμένο. Το ακανθώδες θέμα των ορίων ηλικίας παρακάμπτεται τελείως, αφού αποφασίζει ο ίδιος ο ασφαλισμένος πότε (και κατά ποιο ποσοστό) θα αποσυρθεί από την αγορά εργασίας.

2. Έναν υποχρεωτικό δεύτερο πυλώνα επαγγελματικής ασφάλισης, χρηματοδοτούμενο με το κεφαλαιοποιητικό σύστημα. Τμήματα της παλαιάς αναπλήρωσης (3-4 μονάδες από το ασφάλιστρο) διοχετεύονται στο νέο σύστημα.

3. Το νέο σύστημα είναι υποχρεωτικό για τους νέους. Οι συνταξιούχοι παραμένουν στο παλαιό (το οποίο χρηματοδοτείται από το Κράτος), ενώ οι ενδιάμεσες ηλικίες επιλέγουν. Προϋπάρχοντα συμπληρωματικά ταμεία ή λογαριασμοί εφάπαξ παροχών, μπορούν να ενσωματωθούν στο νέο σύστημα.

4. Δεδομένου ότι το παλαιό σύστημα θα παραμείνει (έστω και απολιθωμένο) εν ζωή για τριάντα και πλέον έτη, προβλέπεται και νοικοκύρεμα του παλαιού συστήματος.

Ως προς το χρόνο και τη διαδικασία προώθησης των αλλαγών, υιοθετείται η στρατηγική των διαδοχικών και παράλληλων φάσεων. Δηλαδή:

- η άμεση λήψη μέτρων τα οποία θα αναδεικνύουν τη σοβαρότητα του προβλήματος και θα έχουν απτό δημοσιονομικό αποτέλεσμα

- η ταυτόχρονη έναρξη ενός ουσιαστικού κοινωνικού διαλόγου, που θα τοποθετήσει το θέμα στις πραγματικές, κοινωνικές και όχι ταμειακές του διαστάσεις.

- η μελέτη των εναλλακτικών λύσεων για μακροπρόθεσμη διευθέτηση του προβλήματος.

- Και τέλος, σε μεσοπρόθεσμο επίπεδο, η τελική νομοθέτηση, από την οποία θα προκύψει ένα νέο ασφαλιστικό σύστημα.

Το νέο μικτό ασφαλιστικό σύστημα, το οποίο είναι αρκετά κοντά στο Σουηδικό και Ιταλικό σύστημα ασφάλισης, πρέπει σύμφωνα με τη μελέτη να βρίσκεται εγκατεστημένο στη χώρα μας το αργότερο έως το 2015.

Συμφωνούμε απόλυτα. Τεχνικά, κάτι τέτοιο είναι παραπάνω από εφικτό να συμβεί. Πολιτικά βέβαια κρατάμε μικρό καλάθι. Τα βαμπίρ, κυβερνητικά, αντιπολιτευτικά, μιντιακά, όπως άλλαωστε είδαμε να συμβαίνει την περασμένη βδομάδα, καρακοδούν στη γωνία για να σκοτώσουν στη γέννησή της οποιαδήποτε κίνηση αλλαγής του υπάρχοντος status quo. Έτσι όμως κινδυνεύουμε να ΠΑΜΕ όλοι μαζί για φούντο.

Thursday, November 26, 2009

Ειλικρινής Διάλογος για το Ασφαλιστικό

Tου Βασιλη Zηρα*
Καθημερινή, 24-11-2009

Το υπουργείο Εργασίας αποφάσισε να αναστείλει για ένα χρόνο την εφαρμογή της διάταξης της «μεταρρύθμισης» Πετραλιά που προβλέπει τη σταδιακή αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης των μητέρων με ανήλικα παιδιά. Η διάταξη επρόκειτο να τεθεί σε εφαρμογή από την 1-1-2010. Τώρα το μέλλον της θα εξαρτηθεί από τα αποτελέσματα του διαλόγου για το ασφαλιστικό.

Το δικαίωμα της πρόωρης συνταξιοδότησης στην ηλικία των 50 ή των 55 ετών δίνεται στις μητέρες με ανήλικο παιδί ως αναγνώριση -υποτίθεται- από το κράτος των δυσκολιών που αντιμετωπίζει να μεγαλώσει παιδιά όντας ταυτόχρονα και εργαζόμενη.

Η σταδιακή κατάργηση της ρύθμισης είχε προκαλέσει κύματα αντιδράσεων από τα κόμματα της -τότε- αντιπολίτευσης και τα συνδικάτα. Αντί να διεκδικήσουν από το κράτος ένα θεσμικό πλαίσιο που θα επιτρέπει στις μητέρες να βρίσκονται κοντά στα παιδιά τους στα πρώτα χρόνια της ζωής τους, αντί να διεκδικήσουν τη δημιουργία παιδικών σταθμών που θα επιτρέπουν σε όλες τις γυναίκες να συνεχίσουν την εργασία τους, ζητούν να διατηρηθεί μια παρωχημένη μορφή κράτους πρόνοιας, που δίνει το «δικαίωμα» στις εργαζόμενες να βγαίνουν από την αγορά εργασίας όταν τα παιδιά τους βρίσκονται λίγο πριν από την ενηλικίωση.

Επισης, τις καταδικάζει να ζήσουν το υπόλοιπο του βίου τους με τις χαμηλές συντάξεις που αντιστοιχούν στις εισφορές των λίγων ετών που εργάστηκαν.

Αυτός είναι άλλωστε ο λόγος που η πλειονότητα των γυναικών που κάνει χρήση του «προνομίου» έχουν είτε υψηλό οικογενειακό εισόδημα είτε προσωπικά εισοδήματα από άλλες πηγές, με αποτέλεσμα να μην τις απασχολεί η σύνταξη που θα πάρουν, είτε, τέλος, έχουν τη δυνατότητα να εργαστούν χωρίς ασφάλιση.

Με άλλα λόγια, υπερασπιζόμενος κανείς το «δικαίωμα» των μητέρων με ανήλικα παιδιά στην πρόωρη συνταξιοδότηση υπερασπίζεται επί της ουσίας τις οικονομικά ισχυρότερες των μητέρων και τη μαύρη εργασία.

Δεν είναι η μόνη περίπτωση λαϊκιστικής προσέγγισης των συνταξιοδοτικών θεμάτων. Ενα άλλο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το Επίδομα Κοινωνικής Αλληλεγγύης Συνταξιούχων (ΕΚΑΣ). Το ΕΚΑΣ το δικαιούνται συνταξιούχοι που παίρνουν τη βασική σύνταξη ή λίγο υψηλότερη, δηλαδή όσοι συνταξιοδοτήθηκαν με 15 χρόνια ασφάλισης ή λίγο περισσότερα. Από την καθιέρωσή του στη δεκαετία του ’90, όλες οι κυβερνήσεις έδιναν μεγαλύτερες αυξήσεις στο ΕΚΑΣ απ’ ό, τι στις συντάξεις, προκειμένου να ενισχύσουν το κοινωνικό προφίλ της οικονομικής πολιτικής τους. Η δαπάνη βραχυπρόθεσμα ήταν μικρότερη απ’ ό, τι εάν έδιναν μεγαλύτερες αυξήσεις σε όλες τις συντάξεις.

Ετσι, σταδιακά το επίδομα έφτασε να αποτελεί στρέβλωση του ασφαλιστικού συστήματος, αφού οι συνολικές αποδοχές (σύνταξη συν ΕΚΑΣ) ενός συνταξιούχου που ασφαλίστηκε μόνο για 15 χρόνια είναι υψηλότερες από κάποιον συνταξιούχο που ήταν ασφαλισμένος και πλήρωνε εισφορές για 23 χρόνια. Με άλλα λόγια το ΕΚΑΣ, στα επίπεδα που έχει φτάσει σήμερα, συνιστά αντικίνητρο για ασφάλιση. Αξίζει να σημειωθεί ότι από τα 710 ευρώ των μηνιαίων αποδοχών ενός συνταξιούχου που παίρνει βασική σύνταξη και ΕΚΑΣ, λιγότερα από τα μισά ανταποκρίνονται στις εισφορές που κατέβαλαν αυτός και ο εργοδότης του στα 15 χρόνια που ήταν ασφαλισμένος. Το μεγαλύτερο μέρος των αποδοχών του πληρώνεται από τις εισφορές όσων εργάζονται σήμερα και δεν ξέρουν εάν θα πάρουν σύνταξη αύριο.

Σημαίνει αυτό ότι πρέπει να συρρικνωθεί το ΕΚΑΣ; Προφανώς όχι, γιατί κανένας δεν μπορεί να ζήσει με τα 480 ευρώ της βασικής σύνταξης. Αλλά επειδή θα αρχίσει ο διάλογος για το ασφαλιστικό -εάν το ΠΑΜΕ σταματήσει κάποια στιγμή την επαναστατική γυμναστική- καλό θα ήταν αυτή τη φορά να είναι ειλικρινής. Να καταστεί σαφές ότι πίσω από τις μικρές συντάξεις κρύβονται λίγα χρόνια ασφάλισης και μακράς διάρκειας «μαύρη» εργασία, χαμηλές αμοιβές και αντίστοιχα χαμηλές εισφορές, ένα παραγωγικό μοντέλο που παράγει χαμηλής προστιθέμενης αξίας προϊόντα και υπηρεσίες και επιβιώνει χάρη στη φοροδιαφυγή και την εισφοροδιαφυγή. Ισως έτσι έχουμε πιθανότητες να βρούμε αξιόπιστες λύσεις στο πρόβλημα.

*Ο Βασίλης Ζήρας είναι δημοσιογράφος

Sunday, November 22, 2009

Ασφαλιστικό. Ο χορός των βαμπίρ καλά κρατεί!

Ξεκινάει σήμερα ο διάλογος για το ασφαλιστικό. Οι εκπρόσωποι των "βαμπίρ" θα βρεθούν για πολλοστή φορά στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης με τελικό πάντα στόχο το πως ΔΕΝ θ' αλλάξει το σύστημα.

Κανείς δεν πρόκειται να μιλήσει για την ανάγκη μίας ριζικής αλλαγής στο εθνικό σύστημα κοινωνικής ασφάλισης. Τη μετάβαση σε ένα νέο ασφαλιστικό μοντέλο, για παράδειγμα το μικτό, με έναν πυλώνα βασικής σύνταξης αναδιανεμητικής λογικής και έναν πυλώνα προσωπικής αποταμίευσης κεφαλαιοποιητικής λογικής. Εν μέσω κρίσης και ενώ αναζητείται διέξοδος κανείς δεν πρόκειται να επιχειρήσει μια τομή, ανάλογη με τη δημιουργία του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης και συγκεκριμένα του ΙΚΑ πριν από 70 περίπου χρόνια.

Η Κυβέρνηση θα κάνει λόγο για ήπιες αλλαγές έπειτα από συναίνεση, τονίζοντας παράλληλα τη βούλησή της να μην προβεί σε αιφνιδιασμούς. Ήδη, ο Υπουργός Απασχόλησης, χωρίς να έχει πει τίποτα το σημαντικό ακόμα σχετικά με την κατεύθυνση της επικείμενης μεταρρύθμισης, προσπαθεί να καθησυχάσει τους πολίτες και συγεκριμένα τις ευνοημένες γυναίκες του Δημοσίου που ανησυχούν μια κι έχουν μάθει να εγκαταλείπουν τον εργασιακό βίο από τα 50 και τα 55.

Τα συνδικάτα θα υπογραμμίσουν για πολλοστή φορά την ανάγκη πάταξης της εισφοροδιαφυγής και θα ζητήσουν αύξηση της κρατικής χρηματοδότησης για να σωθεί το σύστημα.

Η Αριστερά, η οποία έτσι κι αλλιώς δε συμμετέχει σε "στημένες" διαδικασίες, θα καταγγείλει εκ των προτέρων την επικείμενη λαίλαπα που συνεπάγεται το άνοιγμα του διαλόγου για τα κοινωνικά δικαιώματα των εργαζομένων.

Η κεντροδοδεξιά, απορροφημένη στα του οίκου της και ύστερα από μια απόλυτα αποτυχημένη ασφαλιστική μεταρρύθμιση πριν από δύο χρόνια, θα αργήσει να βρει το βηματισμό της. Άραγε ποια είναι η άποψη των δύο υποψηφίων για το νούμερο ένα οικονομικό και κοινωνικό ζήτημα στη χώρα μας;

Τα παραδοσιακά Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης κάνουν ήδη το παιχνίδι τους, υψώνοντας στο δημόσιο διάλογο τα γνωστά σκιάχτρα. Αύξηση ορίων ηλικίας και μείωση συντάξεων.

Εδώ και χρόνια ο χορός των βαμπίρ καλά κρατεί.

Η γενιά της εισφοροδιαφυγής, των ανισοτήτων και της πρόωρης συνταξιοδότησης, ντυμένη με μπλε, πράσινο, κόκκινο κομματικό, συνδικαλιστικό ή δήθεν αμερόληπτο επαγγελματικό μανδύα, αφού έδωσε στους γονείς της μια σύνταξη φτώχειας στον ΟΓΑ, θέλει τώρα να κληροδοτήσει στα παιδιά και τα εγγόνια της ένα πλήρως χρεοκοπημένο ασφαλιστικό σύστημα. Αφού διατήρησε για τον εαυτό της το προνόμιο να φεύγει από την εργασία νωρίς, λαμβάνοντας περισσότερα από όσα έχει συνεισφέρει, θέλει τώρα να επιβάλει στους νέους και τις μελλοντικές γενιές να πληρώνουν τα σπασμένα για μια ολόκληρη ζωή, απλά και μόνο επειδή δεν έχει το θάρρος να αντιμετωπίσει με ειλικρίνεια την πραγματικότητα.

Ποια είναι αυτή;

α. Το ελληνικό ασφαλιστικό σύστημα, γνωστό και ως βισμαρκικό, χάρη στις στρεβλώσεις και τις παθογένειές του δεν έχει να πληρώσει συντάξεις με αποτέλεσμα το κράτος να δανείζεται με επαχθείς όρους για ν' αντεπεξέλθει στις βασικές του υποχρεώσεις απέναντι στους ασφαλισμένους. Ο αρμόδιος Υπουργός έδωσε στοιχεία στη δημοσιότητα σύμφωνα με τα οποία προκύπτει ότι μόλις το 66% των εσόδων των ταμείων ασφάλισης χρηματοδοτήθηκε από εισφορές, το υπόλοιπο 34% ήταν δάνεια και κρατικές ενισχύσεις.

β. Μεσοπρόθεσμα, σε μία δεκαετία από τώρα, θα έχουμε έκρηξη συντάξεων, όμως το κεφάλαιο που απαιτείται για την κρίσιμη πενταετία 2020-2025 δεν έχει συσωρευτεί ούτε κατά το ελάχιστο. Μόνο το 2025 υπολογίζεται ότι θα βγουν στη σύνταξη 120 χιλιάδες άτομα. Το ασφαλιστικό μας σύστημα είναι από τα ανεπαρκέστερα όχι μόνο ως προς τις τελικές υπηρεσίες που παράγει, αλλά και τα αποθέματα πόρων για τη χρηματοδότηση των συντάξεων λόγω των μαζικών αποχωρήσεων οι οποίες αναμένεται να εκδηλωθούν σε μια δεκαετία από σήμερα.

γ. Μακροπρόθεσμα, το 2050, το συνταξιοδοτικό μας σύστημα που σήμερα απορροφάει ήδη το 12% του ΑΕΠ ώντας ένα από τα ακριβότερα στην Ευρώπη, θα απορροφάει το 24% του ΑΕΠ.

δ. Η πληθυσμιακή γήρανση με τη χειροτέρευση του λόγου εργαζομένων προς συνταξιούχους και τη ραγδαία αύξηση των δαπανών για περίθαλψη και υγεία, είναι η βασική αιτία επιδείνωσης του ασφαλιστικού προβλήματος. Το σύστημα γερνάει και δεν μπορεί να αυτοχρηματοδοτηθεί. Όπως έχουν δείξει όλες ανεξαιρέτως οι αναλογιστικές μελέτες, ακόμα και του ΙΝΕ της ΓΣΕΕ, η καλύτερη διαχείριση και η πάταξη της εισφοροδιαφυγής, ακόμα κι αν επιτευχθούν στον απόλυτο βαθμό, δεν ισοσκελίζουν το σύστημα. Μάλιστα, ακόμα και με μηδενική εισφοροδιαφυγή γνωρίζουμε ότι μόνο το ΙΚΑ τρέχει ελλείμματα άνω του 1% ανά έτος με προοπτική αυτά να ξεπεράσουν το 2% μεσοπρόθεσμα και το 7% μακροπρόθεσμα.

ε. Η εισφοροδιαφυγή είναι εγγενές χαρακτηριστικό του ασφαλιστικού μας συστήματος. Έχουμε το χαμηλότερο μέσο εργασιακό βίο στην ΕΕ με μόλις 20 έτη εργασίας καθ' όλη τη διάρκεια της εργασιακής ζωής. Γιατί να αποκαλύψει και αντίστοιχα να πληρώσει κάποιος τα τα πλήρη χρόνια εργασίας από τη στιγμή που δεν έχει σημασία για τον τελικό υπολογισμό της σύνταξης;

στ. Η ανισότητα είναι κι αυτή εδώ και χρόνια μια εδραιωμένη κατάσταση. Έχουμε συνταξιούχους πολλών ταχυτήτων. Δημοσίου, ελεύερων επαγγελματιών, αγροτών και ειδικών ομάδων, όπως οι τραπεζικοί και οι υπάλληλοι των ΔΕΚΟ. Οι συντάξεις δεν υπολογίζονται ανάλογα με το τι δίνει ο καθένας, αλλά ανάλογα με την ισχύ του συνδικάτου ή της επαγγελματικής ομάδας στην οποία ανήκει. Έτσι έχουμε συντάξεις που κυμαίνονται από το 10% ποσοστό αναπλήρωσης έως και 143%. Αντίστοιχη είναι η κατάσταση με τα όρια ηλικίας και τις πάσης φύσεως παροχές. Έχουμε συνταξιούχους με καλές συντάξεις στα 45 και τα 50 και άλλους με πενιχρές σε ηλικία άνω των 65.

ζ. Οι όποιες μεταρρυθμίσεις επιχειρούνται αφορούν σε παραμετρικές αλλαγές εντός του υπάρχοντους συστήματος ασφάλισης, μερεμέτια δηλαδή, τα οποία είθισται να αφορούν σε χειροτέρευση των όρων ασφάλισης για τους νέους.

Τα βαμπίρ σκόπιμα αγνοούν την παραπάνω πραγματικότητα.

Είναι τέτοιος ο εθισμός τους στο σκοτάδι που δεν μπορούν να κοιτάξουν έστω και το πιο αμιδρό φως. Το ασφαλιστικό, το οποίο έχει τα κακά του χάλια, αποτελεί κυρίαρχο παράγοντα καθορισμού των μεσοπρόθεσμων δημοσιονομικών και κατ' επέκταση οικονομικών εξελίξεων στη χώρα μας. Παράγοντα ο οποίος επισκιάζει όλες τις άλλες προσπάθειες βελτίωσης της καθαρής θέσης του Δημοσίου, και ο οποίος θέτει σε αμφισβήτηση ακόμα και βασικά δικαιώματα της χρυσής γενιάς των μεσηλίκων που προηγουμένως θεωρούνταν κεκτημένα.

Το συμπέρασμα λοιπόν είναι ένα. Προκύπτει αβίαστα από την πραγματικότητα που αντιμετωπίζουμε. Ας μην ανοίξει η κυβέρνηση απλά το ασφαλιστικό, ας επιχειρήσει να το αλλάξει ριζικά και αμετάκλητα.

Thursday, November 19, 2009

Εκπαίδευση: το «παλαιό καθεστώς» ζει και βασιλεύει

Πριν λίγες μέρες η νέα υπουργός Παιδείας ανακοίνωσε μια σειρά μέτρων για την εξυγίανση του χώρου της εκπαίδευσης. Οι προτάσεις της ακούγονταν πολύ λογικές: κωδικοποίηση της σχετικής νομοθεσίας, όχι στις προσλήψεις εκτός ΑΣΕΠ, εξορθολογισμός του καθεστώτος μοριοδότησης, προτεραιότητα στις ανάγκες του σχολείου, περιορισμός των αποσπάσεων και των μεταθέσεων, αξιολόγηση των εκπαιδευτικών, αξιοκρατικές διαδικασίες για την επιλογή στελεχών της εκπαίδευσης, ορθότερη αξιοποίηση του εκπαιδευτικού δυναμικού που ήδη υπάρχει στα σχολεία κ.α.

Σχεδόν αστραπιαία ωστόσο η υπουργός δέχθηκε μπαράζ επιθέσεων. Οι συνδικαλιστές της εκπαίδευσης δήλωσαν ότι μέχρι σήμερα οι προσλήψεις «γίνονται με απολύτως αντικειμενικά, μετρήσιμα και διαφανή κριτήρια. Γι’ αυτό το λόγο οποιαδήποτε σκέψη αλλαγής του συστήματος όχι μόνο μας βρίσκει κατηγορηματικά αντίθετους, αλλά θα μας βρει στην πρώτη γραμμή των αγώνων για την υπεράσπισή του». Καταδίκασαν επίσης το θεσμό της αξιολόγησης χαρακτηρίζοντάς τον «κερκόπορτα» για την αμφισβήτηση της νομιμότητας, ενώ απέδωσαν τις κραυγαλέες αδικίες και τα τεράστια «παράθυρα» του ισχύοντος συστήματος μεταθέσεων και αποσπάσεων στις διαχρονικές αδυναμίες της πολιτικής ηγεσίας.

Σε αντίστοιχο μήκος κύματος κινήθηκαν και οι αντιδράσεις των ωρομίσθιων και λοιπών αδιόριστων εκπαιδευτικών. Η ηγεσία του υπουργείου κατηγορήθηκε για εμπαιγμό των δεκάδων χιλιάδων «ομήρων» που, αφού τους εκμεταλλεύτηκε επί σειρά ετών, τώρα τους καταδικάζει στο περιθώριο.

Οι αντίδραση και των δύο πλευρών, συνδικαλιστών και αδιόριστων εκπαιδευτικών, έχει πολλά κοινά σημεία: χαρακτηρίζεται από καθολική απόρριψη, από άρνηση διαλόγου, από τη βεβαιότητα ότι για τα όποια κακώς κείμενα η ευθύνη ανήκει εξ’ολοκλήρου αλλού, από διάθεση για άμεση και δυναμική κινητοποίηση η οποία θα καταπνίξει την όποια προσπάθεια εν τη γενέσει της.

Είναι ενδιαφέρον να παρατηρήσει κανείς πως η κοινή αυτή αντίδραση εκφράζει ταυτόχρονα δύο πλευρές με φαινομενικά αντικρουόμενα συμφέροντα. Από τη μία έχουμε τους συνδικαλιστές, οι οποίοι πολύ λογικά υπερασπίζονται το ισχύον ανορθολογικό και διάτρητο καθεστώς. Η λογική τους είναι απλή: όσο πιο θολό είναι το τοπίο, τα περιθώρια για ευνοιοκρατία και ρουσφέτι πολλαπλασιάζονται. Και οι άμεσα ωφελημένοι είναι εκείνοι που κρατούν τα κατάλληλα πόστα και αποφασίζουν για όλα τα κρίσιμα υπηρεσιακά ζητήματα όπως τους βολεύει. Κανένας έλεγχος, καμία λογική, κανένας περιορισμός στις μεταθέσεις και τις αποσπάσεις σημαίνει απόλυτη ελευθερία και δύναμη στους «εργατοπατέρες» της εκπαίδευσης. Τόσα χρόνια άλλωστε αυτοί, με την ανοχή και τη συνεργασία των πολιτικών μπαμπάδων τους, κόβουν και ράβουν στην εκπαίδευση.

Οι αδιόριστοι εκπαιδευτικοί αντιμετωπίζουν το όλο ζήτημα από εντελώς διαφορετική σκοπιά. Αυτοί είναι τα μεγάλα θύματα. Όχι μόνο του συστήματος γενικώς και αορίστως, αλλά και των συνδικαλιστών της εκπαίδευσης. Γιατί όχι μόνο εργάζονται υπό απαράδεκτες συνθήκες και αμείβονται με ψίχουλα, αλλά αναγκάζονται να προστρέξουν στα μεγάλα αφεντικά για να μπουν και κυρίως για να εξασφαλίσουν όσο το δυνατόν πιο βιώσιμες συνθήκες υπό το υπάρχον καθεστώς. Τα βουλευτικά γραφεία και οι διευθύνσεις εκπαίδευσης είναι οι κατεξοχήν χώροι στους οποίους είναι κανείς υποχρεωμένος να καταφύγει εάν θέλει να πετύχει αξιοπρεπείς συνθήκες εργασίας ή διορισμό σε εύλογο διάστημα. Είναι πραγματικά μεγάλη η θυσία. Και δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι την έχουν κάνει. Και είναι αυτοί που τώρα διαμαρτύρονται. Γιατί δεν ανέχονται να μην ανταμειφθούν για όσα έχουν υποστεί. Προκρίνουν λοιπόν τη διαιώνιση του στρεβλού συστήματος που και οι ίδιοι καταγγέλλουν αλλά ταυτόχρονα υπηρετούν.

Η στάση αυτή θυμίζει τη νοοτροπία της παλιοσειράς στο στρατό: το σύστημα είναι απαράδεκτο και φτύνεις αίμα όταν εισέρχεσαι σε αυτό. Όλοι σε εκμεταλλεύονται, σε χρησιμοποιούν και σε ταπεινώνουν. Έρχεται όμως κάποτε η ώρα που κατακτάς κι εσύ μια θέση και κάποια δικαιώματα στο σύστημα. Έχεις πια το δικαίωμα να ορίζεις πώς θα φερθείς στους «νέους». Και τι κάνεις; Βγάζεις τα απωθημένα σου βάζοντάς τους να υποστούν όσα είχες περάσει εσύ κι ακόμα χειρότερα.

Εμείς δε συμφωνούμε με αυτή τη νοοτροπία. Πιστεύουμε ότι όποιο βήμα γίνεται στην κατεύθυνση της ανατροπής ενός απαράδεκτου κατεστημένου πρέπει να αντιμετωπίζεται με εποικοδομητική κριτική και σε κάθε περίπτωση καταρχήν θετικά. Στη συγκεκριμένη αντιπαράθεση λοιπόν δε μπορούμε παρά να είμαστε με τον τρίτο πόλο: τους αφανείς εκπαιδευτικούς. Εκείνους που είτε δε δέχθηκαν να υπηρετήσουν το ισχύον σύστημα, προσπαθούν να διοριστούν μόνο μέσω ΑΣΕΠ, και αυτή τη στιγμή σταδιοδρομούν στον ιδιωτικό τομέα ή οπουδήποτε αλλού, καθώς και όλους εκείνους που παρόλο που δοκίμασαν το πικρό ποτήρι της ωρομισθίας και της αναπλήρωσης βλέπουν με ανακούφιση το όλο πρόβλημα να έρχεται επιτέλους στην επιφάνεια και εύχονται να γυρίσουμε σελίδα. Λέμε όχι στα φοβικά σύνδρομα απέναντι στην αξιολόγηση και συμφωνούμε με την καθιέρωση της βάσης του ΑΣΕΠ ως απαραίτητου κριτηρίου για το διορισμό οποιουδήποτε εκπαιδευτικού. Οποιοδήποτε αξιοκρατικό και απελευθερωμένο από τα κομματικά δεσμά σύστημα δε μπορεί παρά να είναι καλύτερο από το υπάρχον.

Πιστεύουμε πως οι προτάσεις της υπουργού Παιδείας έχουν αρκετά σημεία στα οποία απαιτούνται διευκρινίσεις. Είναι άλλωστε φανερό πως δεν έγιναν μετά από συστηματική προετοιμασία, αλλά μάλλον υπό το μεταρρυθμιστικό οίστρο του νεοφώτιστου. Σε κάθε περίπτωση όμως φέρνουν στο επίκεντρο της συζήτησης ορισμένα από τα κακώς κείμενα του εκπαιδευτικού μας συστήματος. Και δυστυχώς οι άμεσα ενδιαφερόμενοι αντί να διευρύνουν, να εμπλουτίσουν ή ακόμη και να κατευθύνουν την κουβέντα με τις προτάσεις και τις θέσεις τους, απλώς αρνούνται να συζητήσουν επιτρέποντας την επιβίωση ενός απαξιωμένου και αντιπαραγωγικού συστήματος.

Monday, November 16, 2009

Είναι ωραίο ό,τι είναι μοιραίο; Η Ελλάδα σε επιτήρηση...

Του Σταύρου Κούρταλη*
ΕΚΕΜ, 16-11-2009

Μπορεί η Ελλάδα να βγει από την κρίση; Μπορεί η Ελλάδα να εξυγιανθεί; Ναι μπορεί. Αυτή είναι η πρώτη απάντηση, η οποία εδόθη από τον αρμόδιο Επίτροπο (και όχι «υπάλληλο» των Βρυξελλών, όπως είχε λεχθεί στο παρελθόν) Χοακίν Αλμούνια. Μπορεί υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις και αρχές είναι η δεύτερη απάντηση, την οποία έδωσε ο επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Ζαν Κλοντ Γιούνκερ.

Την εξυγίανση βεβαίως των οικονομικών και δημοσιονομικών μεγεθών μας δεν θα την σχεδιάσουμε, ούτε θα την υλοποιήσουμε μόνοι μας. Θα τη συναποφασίσουμε, θα τη συνυπογράψουμε και θα την εφαρμόσουμε σε συγκεκριμένο και αυστηρό χρονοδιάγραμμα. Κοινώς, ότι δεν καταφέραμε μόνοι μας, όταν είχαμε την ευκαιρία, θα το πραγματοποιήσουμε τώρα, υπό την ευγενή και καλοπροαίρετη επιτήρηση των εταίρων μας.

Η εξέλιξη αυτή, βεβαίως, ήταν αναμενόμενη στους παροικούντες την Ιερουσαλήμ εδώ και αρκετό χρονικό διάστημα. Κατ’ αυτό τον τρόπο, όμως…ό,τι είναι μοιραίο, μπορεί να μην είναι ωραίο, αλλά είναι σαφώς χρήσιμο… Άλλωστε, πολλές φορές στο παρελθόν, δώσαμε υποσχέσεις τόσο στον αρμόδιο Επίτροπο, όσο και στους ευρωπαίους εταίρους μας. Ποτέ όμως, μέχρι σήμερα, οι πολιτικές που εφαρμόσθηκαν δεν είχαν τα αναμενόμενα αποτελέσματα. Μπροστά στο πρόσκαιρο πολιτικό όφελος οι αρμόδιοι στις περισσότερες των περιπτώσεων θυσίαζαν τις ευκαιρίες για την εφαρμογή πραγματικών και ουσιαστικών μεταρρυθμίσεων. Μεταρρυθμίσεων που θα μπορούσαν να απελευθερώσουν τη χώρα από τα βαρίδια του παρελθόντος.

Το πρώτο βήμα πραγματοποιήθηκε στις 11 Νοεμβρίου 2009 με την ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στο Συμβούλιο, όπου και επισήμως πλέον η Ελλάδα βρίσκεται σε αυστηρή επιτήρηση. Χαρακτηριστικά, η Επιτροπή στο κείμενό της αναφέρει ότι «…Προτείνει στο Συμβούλιο να συμπεράνει ότι η Ελλάδα δεν ανέλαβε αποτελεσματική δράση». Με την φράση αυτή ουσιαστικά η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ανακοινώνει την απόφασή της για υπαγωγή της Ελλάδας στα όσα προβλέπει το άρθρο 104, παράγραφος 8, της Συνθήκης του Μάαστριχτ, για τις χώρες με υπερβολικά ελλείμματα, που αποτελεί τον προθάλαμο για την υπαγωγή της στο ακόμη αυστηρότερο καθεστώς της παραγράφου 9. Στο άρθρο 104, παράγραφος 8, αναφέρεται ότι: «Εάν το Συμβούλιο διαπιστώσει ότι δεν ανελήφθη αποτελεσματική δράση για την εφαρμογή των συστάσεων μείωσης του ελλείμματος, εντός καθορισμένου χρονικού διαστήματος, τότε μπορεί να τις ανακοινώσει δημοσίως».

Το αμέσως επόμενο στάδιο, είναι η εφαρμογή της παραγράφου 9, το οποίο προβλέπει ότι «Εάν ένα κράτος μέλος επιμένει να μην εφαρμόζει τις συστάσεις του Συμβουλίου, τότε το Συμβούλιο μπορεί να αποφασίσει να ειδοποιήσει το κράτος μέλος να λάβει, εντός συγκεκριμένης προθεσμίας, μέτρα για τη μείωση του ελλείμματος την οποία το Συμβούλιο κρίνει αναγκαία για να αντιμετωπιστεί η κατάσταση αυτή. Σε αυτή την περίπτωση, το Συμβούλιο μπορεί να ζητήσει από το κράτος μέλος αυτό, να υποβάλλει εκθέσεις σύμφωνα με συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα, για να εξετάσει τις προσπάθειες προσαρμογής που καταβάλλει αυτό το κράτος μέλος».

Σύμφωνα με τις προαναφερόμενες διατάξεις και δεδομένου του πρόσφατου παρελθόντος σε ό,τι αφορά στα δημοσιονομικά στοιχεία της χώρας, η πρόταση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο για να τεθεί η Ελλάδα σε αυστηρή επιτήρηση κρίνεται όχι μόνο φυσιολογική αλλά και άκρως αναγκαία. Ο αντιπρόεδρος της ΕΚΤ Ζαν Κλοντ Τρισέ αυτό υπονοούσε όταν δήλωνε ότι: «…Δεν γίνεται να έχουμε νούμερα που να μη μπορούμε να τα εμπιστευθούμε. Αυτό θέτει σε κίνδυνο την καλή λειτουργία του Συμφώνου Σταθερότητας και της αμοιβαίας επιτήρησης μεταξύ των χωρών μελών του Εurogroup, και τις δεσμεύσεις που έχει αναλάβει η κάθε χώρα», και προσέθεσε ότι «υπάρχει πρόβλημα αξιοπιστίας…Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή είναι απολύτως σύμφωνη ότι πρέπει να αποκτήσετε μια πλήρως ανεξάρτητη Στατιστική Υπηρεσία, ώστε να έχουμε αξιόπιστα στοιχεία».

Δεν είναι τυχαία στο κείμενο της Επιτροπής η φράση «Για τις υπόλοιπες τέσσερις χώρες, είναι δυνατό να εξαχθεί το συμπέρασμα ότι ανέλαβαν δράση, αλλά η επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης συγκρινόμενη με τις προβλέψεις της Επιτροπής του Ιανουαρίου δικαιολογεί την αναθεώρηση των υφιστάμενων συστάσεων και κατά συνέπεια την παράταση των προθεσμιών κατά ένα έτος όπως προβλέπεται στο Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης, δηλαδή 2013 για τη Γαλλία και την Ισπανία, 2014 για την Ιρλανδία και 2014/15 για το Ηνωμένο Βασίλειο», όπου σαφώς εξαιρείται η Ελλάδα.

Η «Ελληνική Εξαίρεση» είναι αιτιολογημένη καθώς στο κείμενό της η Επιτροπή ρητά αναφέρει ότι: «…δεν αναλήφθηκε αποτελεσματική δράση δεδομένου ότι η έντονη επιδείνωση της δημοσιονομικής κατάστασης το 2009 (-12,7% σύμφωνα με τις φθινοπωρινές προβλέψεις, έναντι της δέσμευσης της προηγούμενης κυβέρνησης για -3,7%) οφείλεται κυρίως σε ανεπαρκή ανταπόκριση των ελληνικών αρχών. Όσον αφορά το σκέλος των δαπανών, από την εκτέλεση του προϋπολογισμού του 2009 προκύπτουν μεγάλες υπερβάσεις δαπανών (2½ εκατοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ) το 2009, περισσότερο από το ήμισυ των οποίων οφείλεται σε υψηλότερες των προϋπολογισθεισών αμοιβές εργαζομένων και σε αυξημένες δαπάνες κεφαλαίου. Συνεπώς η Επιτροπή προτείνει στο Συμβούλιο να συμπεράνει ότι η Ελλάδα δεν ανέλαβε αποτελεσματική δράση σύμφωνα με το άρθρο 104 παράγραφος 108 της Συνθήκης».

Η λύση στο «πρόβλημα» είναι γνωστή εδώ και πολλά χρόνια. Αυτό που χρειάζεται είναι πολιτική βούληση για τα μέτρα και τις δράσεις που είναι απαραίτητο να εφαρμοσθούν προκειμένου η χώρα να μπορέσει να ανταποκριθεί στο νέο οικονομικό περιβάλλον. Ειδικότερα:

1. Μείωση των κρατικών δαπανών,
2. Αλλαγή του τρόπου κατάρτισης κρατικών προϋπολογισμών,
3. Εξίσωση ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης,
4. Εφαρμογή του «δύο συνταξιοδοτούνται ένας προσλαμβάνεται» στο Δημόσιο.
5. Αναμόρφωση του φορολογικού συστήματος,
6. Διεύρυνση της φορολογικής βάσης,
7. Κατάργηση της αυτοτελούς φορολόγησης,
8. Ενιαίο κέντρο για τις πληρωμές των δημοσίων υπαλλήλων,
9. Άνοιγμα κλειστών επαγγελμάτων.

Η λύση υπάρχει, όπως και οι δράσεις για την επιτυχή υλοποίηση της. Η εφαρμογή των μέτρων όμως που θα δώσουν τη λύση στο πρόβλημα κοστίζουν… Τελικά μπορεί να είναι ωραίο ό,τι είναι μοιραίο; Η αλήθεια, σε αυτήν την περίπτωση είναι ότι μπορεί να μην είναι ωραίο, αλλά είναι σαφώς χρήσιμο…


*Ο Σταύρος Κούρταλης είναι Επιστημονικός Συνεργάτης του Ελληνικού Κέντρου Ευρωπαϊκών Μελετών (ΕΚΕΜ) και μέλος του Επιστημονικού Συμβουλίου της G700
.

Thursday, November 12, 2009

Θετικό βήμα το νέο νομοσχέδιο για τις προσλήψεις, αλλά απαιτείται συνολική αλλαγή φιλοσοφίας

Τo νομοσχέδιο «Αναμόρφωση συστήματος προσλήψεων και καθολική υπαγωγή τους στον πλήρη έλεγχο του ΑΣΕΠ» που τέθηκε σε δημόσια διαβούλευση κρίνεται ιδιαίτερα θετικό καθώς α) το περιεχόμενό του βρίσκεται σε απόλυτη συμφωνία με τις προεκλογικές δεσμεύσεις της σημερινής κυβέρνησης, β) έχει καταρτιστεί όχι απλώς με τη σύμφωνη γνώμη αλλά με την ενεργό συμμετοχή και την καθοριστική συμβολή του ΑΣΕΠ, γ) κατατίθεται πολύ γρήγορα και αναμένεται να ψηφιστεί στη Βουλή μέσα στο χρονοδιάγραμμα που έχει ανακοινωθεί και –το κυριότερο- δ) αποτελεί μια σημαντική και γενναία τομή στην κατεύθυνση της ενίσχυσης της αξιοκρατίας, της διαφάνειας και των ίσων ευκαιριών.

Δεν υπάρχει λόγος να αναφερθούμε σε όλες τις ρυθμίσεις του νομοσχεδίου αναλυτικά. Κάθε παράγραφος αποτελεί ένα βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση. Και την ίδια βέβαια στιγμή υποδηλώνει πόσα πράγματα δε γίνονταν σωστά μέχρι τώρα. Με την ψήφισή του δε θα ισχυροποιηθεί απλώς το ΑΣΕΠ και οι αντικειμενικές διαδικασίες· θα αναιρεθούν μια σειρά από ανορθολογικές ρυθμίσεις οι οποίες αποτελούσαν θεσμοθετημένες κοινωνικές αδικίες.

Πώς αλλιώς μπορεί κανείς να χαρακτηρίσει, για παράδειγμα, την εύνοια του ισχύοντος νόμου για τους εργαζόμενους στο δημόσιο τομέα, οι οποίοι πριμοδοτούνται για την εμπειρία τους με 50% περισσότερες μονάδες από εκείνους που απασχολούνται στον ιδιωτικό τομέα; Είχαμε φτάσει στο σημείο όσοι διέθεταν μέσο για να «καπαρώσουν» κάποιες από τις δεκάδες χιλιάδες θέσεις των stage ή κάποιες από τις αναρίθμητες και εντελώς ανεξέλεγκτες και φωτογραφικές συμβάσεις έργου των διάφορων δήμων να διορίζονται κατά προτεραιότητα· σε βάρος όσων απασχολούνται στον ιδιωτικό τομέα και άρα εργάζονται υπό τις πλέον απαιτητικές συνθήκες αποκομίζοντας πραγματική εργασιακή εμπειρία και προϋπηρεσία. Επιτέλους αυτή η απαράδεκτη διάκριση καταργείται.

Και μαζί της περιορίζεται σημαντικά και η εμμονή του προηγούμενου νομοθετικού πλαισίου στο κριτήριο της εμπειρίας, γεγονός που κατά τη γνώμη μας είναι ιδιαίτερα θετικό. Διότι η εμπειρία μπορεί και πρέπει να είναι ένα από τα κριτήρια που προσμετρώνται στις διαδικασίες προσλήψεων, αλλά δεν είναι δυνατό να έχει τόση βαρύτητα που ουσιαστικά να αποκλείει από τις διαδικασίες όσους δεν είχαν την ευκαιρία να την αποκτήσουν.

Συμφωνούμε επομένως με την επιλογή της περαιτέρω ενίσχυσης της μοριοδότησης των τυπικών προσόντων η οποία, σε συνδυασμό με τη μείωση της μοριοδότησης της εμπειρίας, μεταβάλλει το συσχετισμό των κριτηρίων προσληψης προς τη σωστή κατεύθυνση. Και ασφαλώς επικροτούμε την αύξηση του ποσοστού των θέσεων για την πλήρωση των οποίων δεν προσμετράται η εμπειρία από το 35% στο 50% των θέσεων σε κάθε προκήρυξη. Με το νέο πλαίσιο οι νέοι θα έχουν περισσότερες ευκαιρίες για ταχύτερη αποκατάσταση, ιδιαίτερα εκείνοι που επιλέγουν να ακολουθήσουν το δρόμο των μεταπτυχιακών και διδακτορικών σπουδών.

Η μόνη ένστασή μας έχει να κάνει με τη διατήρηση της γενικής φιλοσοφίας η οποία αντιμετωπίζει το διορισμό στο δημόσιο σαν μια μορφή κοινωνικής πρόνοιας, σαν ένα μόνιμο επίδομα για κάθε άτομο ή κατηγορία που χρειάζεται στήριξη, ανεξαρτήτως των προσόντων και των δυνατοτήτων που διαθέτει.

Βλέπουμε λοιπόν τη ρητή διατήρηση των ειδικών ρυθμίσεων για πρόσληψη χωρίς κανένα κριτήριο καταλληλότητας και επάρκειας που αφορούν τους συγγενείς των θυμάτων των πυρκαγιών του 2007, τους συγγενείς των θανόντων στο βωμό του καθήκοντος στρατιωτικών, αστυνομικών και πυροσβεστών, το διορισμό των πρωταθλητών.

Και την ίδια στιγμή δε γίνεται καμία προσπάθεια να εξορθολογιστεί το καθεστώς των υπόλοιπων ειδικών θέσεων που έχει λάβει πλέον υπερβολικά μεγάλες διαστάσεις. Επισημαίνουμε χαρακτηριστικά πως πλέον η μία στις τρεις θέσεις που προκηρύσσεται από το ΑΣΕΠ απευθύνεται αποκλειστικά σε «ευαίσθητες» κοινωνικές ομάδες μέσα από ειδικούς πίνακες. Οι θέσεις αυτές είναι απρόσιτες για τους υπόλοιπους υποψήφιους. Αν δε βρεθούν άτομα των συγκεκριμένων κατηγοριών (κατά κύριο λόγο πολύτεκνοι και τρίτεκνοι) οι θέσεις παραμένουν κενές, πράγμα το οποίο συμβαίνει πολύ συχνά.

Για τους πολύτεκνους και τρίτεκνους μάλιστα, καθώς και για τα άτομα με ειδικές ανάγκες, προβλέπεται και άλλη μία διαδικασία «τακτοποίησης» στο δημόσιο μέσω του «αμαρτωλού» ΟΑΕΔ, χωρίς καμία ανάμειξη του ΑΣΕΠ, χωρίς σαφή κριτήρια και διαφανείς διαδικασίες. Το 7% των θέσεων όλων των φορέων του δημοσίου καλύπτεται με τη συγκεκριμένη διαδικασία.

Την ίδια στιγμή άλλος νόμος ορίζει ότι σε ποσοστό τουλάχιστον 5% οι θέσεις των φορέων του δημοσίου οφείλουν να καλύπτονται από τροφίμους βρεφονηπιοκομείων και ορφανοτροφείων. Στη συγκεκριμένη μάλιστα περίπτωση οι ίδιοι οι ενδιαφερόμενοι δηλώνουν το φορέα που επιθυμούν να διοριστούν και, εφόσον υπάρξει κενή θέση, τοποθετούνται στο δημόσιο. Μοναδική προϋπόθεση η θέση να βρίσκεται στον ίδιο τόπο με το ίδρυμα στο οποίο πέρασαν τα παιδικά τους χρόνια!

Η κορωνίδα όμως των κάθε λογής διατάξεων που, με απολύτως τριτοκοσμική αντίληψη, ταυτίζουν τη στελέχωση του δημόσιου τομέα με την πολιτική όχι της αποτελεσματικότητας αλλά της κοινωνικής πρόνοιας είναι αυτή που ισχύει στον ευαίσθητο χώρο της εκπαίδευσης. Σήμερα οποιοσδήποτε διαθέτει το κατάλληλο πτυχίο και την ιδιότητα του πολυτέκνου μπορεί να διοριστεί ως εκπαιδευτικός. Δεν απαιτούνται ούτε εξετάσεις, ούτε ΑΣΕΠ, ούτε προϋπηρεσία. Αρκεί να έχει κάνει τουλάχιστον 4 παιδιά. Αυτό είναι το κριτήριο που η ελληνική πολιτεία θέτει, ώστε να πιστοποιηθεί η παιδαγωγική επάρκεια και καταλληλότητα οποιουδήποτε συμπολίτη μας.

Εδώ δεν υπάρχει κανένας απολύτως περιορισμός. Οι πολύτεκνοι διορίζονται κατά απόλυτη προτεραιότητα. Πέρα και πάνω από τις θέσεις του ΑΣΕΠ. Χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι ανάγκες και οι προτεραιότητες της Παιδείας, χωρίς να εξετάζεται ο χρόνος απομάκρυνσής τους από το χώρο της εκπαίδευσης, η μέχρι εκείνη τη στιγμή απασχόλησή τους ή οτιδήποτε άλλο. Στη σύγχρονη Ελλάδα ένας απόφοιτος μαθηματικός της δεκαετίας του ’90, ο οποίος μπορεί τα τελευταία 15 χρόνια να εργαζόταν για βιοποριστικούς λόγους ως ελαιοχρωματιστής δικαιούται, αμέσως μετά τη γέννηση του τέταρτου παιδιού του, να βρεθεί σε μία σχολική τάξη και να διδάσκει τα μαθηματικά που πια δε θυμάται.

Θεωρούμε πως οποιαδήποτε προσπάθεια αλλαγής και βελτίωσης του δημόσιου τομέα προϋποθέτει την ανατροπή αυτής της νοοτροπίας. Και η μεταρρύθμιση του συστήματος προσλήψεων δε μπορεί παρά να περιλαμβάνει και την αλλαγή των στοιχείων εκείνων που καλλιεργούν ακόμη και σήμερα την αντίληψη πως το δημόσιο δεν οφείλει να είναι πρωτίστως ένας αποδοτικός και παραγωγικός μηχανισμός στην υπηρεσία της κοινωνίας, αλλά ένας θεσμός προνοιακού χαρακτήρα και ελάχιστων απαιτήσεων για την τακτοποίηση των πολιτών με ειδικές ανάγκες.

Προτείνουμε συνεπώς την άμεση κατάργηση των ειδικών πινάκων και των ειδικών διαδικασιών πρόσληψης για όλες τις «ευπαθείς» και «ειδικές» κοινωνικές ομάδες και την αντικατάσταση των σχετικών διατάξεων είτε με ειδική μοριοδότηση στους διαγωνισμούς του ΑΣΕΠ είτε με μια εντελώς ανεξάρτητη πολιτική πρόνοιας, η οποία ουδεμία σχέση θα έχει με την «τακτοποίηση» στο δημόσιο. Για τις ευπαθείς ομάδες μέρος των οποίων αποτελούν και οι νέοι της γενιάς των 700 ευρώ πρέπει ουσιαστικά να αναπτυχθεί ένα σοβαρό και αποτελεσματικό κοινωνικό κράτος.

Monday, November 9, 2009

Το δημόσιο χρέος και η περιουσία του Δημοσίου

Του Γιαννη Στουρναρα*
Καθημερινή, 8-11-2009

H Ελλάδα είναι χώρα με συγκριτικά υψηλό δημόσιο χρέος, το οποίο, μετά τον δημοσιονομικό εκτροχιασμό των τελευταίων ετών, ανέρχεται σε περίπου 110% του ΑΕΠ. Ουδείς όμως έχει ασχοληθεί με την άλλη πλευρά του ισολογισμού, δηλαδή με την περιουσία του ελληνικού Δημοσίου.

Η Ελλάδα είναι μια από τις λίγες χώρες του ΟΟΣΑ, ίσως η μοναδική, όπου δεν έχει καταγραφεί η περιουσία του Δημοσίου στο σύνολό της. Και όταν λέμε Δημόσιο εννοούμε όχι μόνο την Κεντρική Διοίκηση, αλλά και όλους τους οργανισμούς όπου μαζί απαρτίζουν την Γενική Κυβέρνηση, σύμφωνα με τον ορισμό της Συνθήκης.

Στην τελευταία του έκθεση (φέτος το καλοκαίρι) για την Ελλάδα, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) έκανε μια πρώτη απόπειρα έμμεσης εκτίμησης της περιουσίας του ελληνικού Δημοσίου. Αν και ατελής και ελλιπής είναι μια πρώτη εκτίμηση της «καθαρής θέσης» του, δηλαδή της διαφοράς μεταξύ ενεργητικού και παθητικού. Το αποτέλεσμα είναι εντυπωσιακό: το ελληνικό Δημόσιο το 2008 διέθετε ρευστά περιουσιακά στοιχεία (π.χ. μετοχές, καταθέσεις κ.λπ.) της τάξης του 30% του ΑΕΠ και απόθεμα κεφαλαίου 51% του ΑΕΠ. Εφόσον το δημόσιο χρέος το 2008 ήταν 102,6% του ΑΕΠ, η καθαρή θέση του Δημοσίου ήταν αρνητική και ίση με -22% του ΑΕΠ περίπου.

Σύμφωνα με τη μεθοδολογία που χρησιμοποιήθηκε, δεν περιλαμβάνεται η αξία της γης, ενώ η αξία του αποθέματος του κεφαλαίου υπολογίστηκε εμμέσως, ως το συσσωρευμένο αποτέλεσμα επενδύσεων από το 1960 μέχρι σήμερα.

Μια πρώτη διαπίστωση που προκύπτει λαμβάνοντας υπόψη και αντίστοιχες μελέτες για άλλες χώρες, είναι ότι η εκτίμηση της αξίας της δημόσιας περιουσίας στην Ελλάδα είναι, συγκριτικά με τις λοιπές χώρες του ΟΟΣΑ, υψηλή. Αν μάλιστα η αποτίμηση της περιουσίας γίνει με άμεσο τρόπο και συμπεριλάβει και την αξία της γης (η οποία περιλαμβάνει τουλάχιστον 60 εκατ. στρέμματα), ενδεχομένως να καταλήξει σε αρκετά υψηλότερη εκτίμηση. Με άλλα λόγια, η κατάταξη με βάση την καθαρή θέση του Δημοσίου ως ποσοστό του ΑΕΠ, θα ήταν πολύ πιο ευνοϊκή για την Ελλάδα απ’ ό,τι η κατάταξη με βάση το δημόσιο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ. Αυτή η μεθοδολογία, αν και πιο ορθή, δεν έχει επισήμως υιοθετηθεί ακόμα από τους διεθνείς οργανισμούς και τους παράγοντες της διεθνούς αγοράς χρεογράφων, κερδίζει όμως συνεχώς έδαφος και ενδεχομένως θα υιοθετηθεί σε σύντομο χρονικό διάστημα.

Είναι απαραίτητο λοιπόν να αρχίσει η καταγραφή της περιουσίας της Γενικής Κυβέρνησης το συντομότερο δυνατόν.

Μια δεύτερη διαπίστωση που προκύπτει από τα παραπάνω σε συνδυασμό με τα στοιχεία του Γενικού Κρατικού Προϋπολογισμού του 2009, καθώς και του Κοινωνικού Προϋπολογισμού του 2009 είναι ότι οι πρόσοδοι από ακίνητη περιουσία της Κεντρικής Διοίκησης και των φορέων Κύριας και Επικουρικής Ασφάλισης (δηλαδή του μεγαλύτερου μέρους της Γενικής Κυβέρνησης) δεν ξεπερνούν τα 50 εκατ. ευρώ. (Κεντρική Διοίκηση: 20 εκατ. ευρώ περίπου, Ταμεία: 30 εκατ. ευρώ περίπου). Με δεδομένο το απόθεμα κεφαλαίου των φορέων αυτών, απόδοση αυτής της τάξης μεγέθους θέτει άμεσα και επιτακτικά το θέμα της αξιοποίησης της περιουσίας της Γενικής Κυβέρνησης.

Αυτό το ζήτημα ξεπερνά βέβαια το απλό θέμα της προσόδου των υπαρχόντων ακινήτων (η οποία παραμένει, χωρίς αμφιβολία, πολύ χαμηλή αν συγκριθεί με την αντίστοιχη πρόσοδο του ιδιωτικού τομέα) και θέτει επί τάπητος την κατάλληλη στρατηγική αξιοποίησης της δημόσιας περιουσίας και της δημόσιας γης. Αυτή η στρατηγική αφορά, μεταξύ άλλων, τον τουρισμό και την «πράσινη» ανάπτυξη.

Η σημαντικότερη όμως διαπίστωση που προκύπτει, είναι η ταχύτατη χειροτέρευση της καθαρής θέσης της Γενικής Κυβέρνησης από το 2015 και μετά εξαιτίας της αύξησης του δημοσίου χρέους από ένα και μόνο λόγο: την εξέλιξη του ασφαλιστικού. Αυτό θέτει άμεσα και επιτακτικά το ζήτημα:

α) της αναλογιστικής αποτίμησης των ασφαλιστικών εξελίξεων στη χώρα μας μετά την τελευταία νομοθετική ρύθμιση και

β) το είδος των παρεμβάσεων που απαιτούνται σε περίπτωση που οι αναλογιστικές μελέτες επιβεβαιώσουν αυτή τη ραγδαία χειροτέρευση.

Το ασφαλιστικό φαίνεται ότι αναδεικνύεται στον κυρίαρχο παράγοντα καθορισμού των μεσοπρόθεσμων δημοσιονομικών εξελίξεων στη χώρα μας, ο οποίος επισκιάζει όλες τις άλλες προσπάθειες βελτίωσης της καθαρής θέσης του Δημοσίου, όσο επιτυχημένες και αν είναι αυτές. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να αρχίσουμε να συζητούμε το θέμα αυτό, με νηφαλιότητα και χωρίς προκαταλήψεις. Λύσεις υπάρχουν. Οσο πιο νωρίς εφαρμοστούν, τόσο λιγότερο επώδυνες θα είναι.

* Ο κ. Γ. Στουρνάρας είναι καθηγητής Οικονομικών του Πανεπιστημίου Αθηνών και επιστημονικός διευθυντής του ΙΟΒΕ.

Friday, November 6, 2009

Από την έκτακτη αλληλεγγύη στην εδραίωση της διαγενεακής δικαιοσύνης

Δεν χωράει αμφιβολία ότι η πρωτοβουλία της Κυβέρνησης για έκτακτη εισοδηματική ενίσχυση των λιγότερο εύπορων κοινωνικών ομάδων είναι θετική. Θεωρούμε ότι είναι απαραίτητη η συμπερίληψη της «γενιάς των 700 ευρώ» στους δικαιούχους του εκτάκτου επιδόματος αλληλεγγύης.

Οι νέοι εργαζόμενοι του ιδιωτικού τομέα με ετήσιο εισόδημα στο όριο της φτώχειας, οι απασχολούμενοι σε προγράμματα μαθητείας, οι ενοικιαζόμενοι εργαζόμενοι, οι νέοι εργαζόμενοι με συμβάσεις έργου, έχουν υποστεί αφόρητες πιέσεις την τελευταία περίοδο, ενώ παραδοσιακά βρίσκονται εκτός των τειχών του κοινωνικού κράτους.

Προτείνουμε το επίδομα αλληλεγγύης να δοθεί στους νέους εργαζομένους με ετήσιο εισόδημα κάτω από το όριο της φτώχειας και ένσημα από ένα έτος (το ελάχιστο) έως πέντε έτη (το μέγιστο). Δικαιούχοι θα πρέπει να είναι όσοι επιπρόσθετα επιβαρύνονται με δαπάνες ενοικίου καθ’ όλη τη διάρκεια του εργασιακού τους βίου -να μη διαμένουν δηλαδή στο σπίτι του μπαμπά και της μαμάς-. Η επέκταση του επιδόματος αλληλεγγύης σ’ αυτούς τους ανθρώπους, θα ήταν μια κίνηση αλληλεγγύης προς όλους όσους αγωνίζονται καθημερινά για την οικονομική τους ανεξαρτησία και δεν έχουν την πολυτέλεια να είναι χλιδάνεργοι.

Η διαδικασία της ανοιχτής δημόσιας διαβούλευσης που εγκαινίασε η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ δίνει τη δυνατότητα για βελτιωτικές κινήσεις και ο εκπρόσωπος της κυβέρνησης άφησε ανοιχτό αυτό το ενδεχόμενο. Άλλωστε, στη διαδικασία της διαβούλευσης η συμμετοχή νέων της γενιάς των 700 ευρώ είναι πολύ μεγάλη και υπάρχει μεγάλη πίεση για την επέκταση της λίστας των δικαιούχων. Έχουμε καταθέσει τη συγκεκριμένη πρόταση και θα περιμένουμε να δούμε το τελικό αποτέλεσμα.

Σε κάθε περίπτωση, όμως, θεωρούμε ότι οι έκτακτες επιδοματικές πολιτικές που προσφέρουν απλώς μία μικρή και συγκυριακή ανακούφιση των μη εχόντων δεν επιλύουν κανένα ουσιαστικό πρόβλημα της «Γενιάς των 700ευρώ» μακροπρόθεσμα.

Άποψή μας είναι ότι από την έκτακτη αλληλεγγύη πρέπει να περάσουμε γρήγορα στην εδραίωση της διαγενεακής δικαιοσύνης.

Πώς; Προωθώντας ένα ουσιαστικό πακέτο αναδιανομής ευκαιριών και πόρων προς τη νέα γενιά σε συνδυασμό με μέτρα μόνιμου και διαρθρωτικού χαρακτήρα. Απαιτείται μια ριζική αναμόρφωση του κράτους, της αγοράς εργασίας, του συστήματος κοινωνικής προστασίας και του συστήματος συντάξεων, καθώς και του παραγωγικού μοντέλου, με βασικό κριτήριο την ουσιαστική υποστήριξη των νέων εργαζομένων, οι οποίοι σε συνθήκες οικονομικής, οικολογικής και δημογραφικής κρίσης δεν αποτελούν απλώς μια ευπαθή κοινωνική ομάδα, καλούνται να καταστούν γενιά Ιφιγένεια που θα θυσιαστεί για τη σταθερότητα του συστήματος.

Υπ’ αυτό το πρίσμα έχουμε μιλήσει κατά το παρελθόν για ένα ολοκληρωμένο «Σύμφωνο Αυτονόμησης» των νέων με στόχο την ενθάρρυνση της εισόδου τους στην αγορά εργασίας και την εισοδηματική και κοινωνική στήριξη στα πρώτα χρόνια του εργασιακού τους βίου.

Βασικοί πυλώνες αυτού του new deal για τη νέα γενιά είναι:

α) το πριμ απασχόλησης υπό τη μορφή ενός αρνητικού φόρου εισοδήματος της τάξης των 30 λεπτών για ατομικά εισοδήματα μεταξύ 300 και 700 ευρώ

β) η παροχή κινήτρων για αγορά ή ενοικίαση κατοικίας

γ) τα φορολογικά κίνητρα

Ταυτόχρονα, έχουμε πει ότι το Σύμφωνο Αυτονόμησης θα μείνει κενό γράμμα, αν δεν συνοδευτεί από μια ατζέντα μεταρρύθμισης σε μια σειρά εξαιρετικά κρίσιμων τομέων (κράτος, αγορά κοκ) και ειδικά στο ασφαλιστικό έτσι ώστε τουλάχιστον να μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε ή έστω αν μπορούμε να αξιοποιήσουμε την πλέον ύπουλη διαδικασία που ροκανίζει την κοινωνική συνοχή, την πληθυσμιακή γήρανση.

Σημείωνουμε σ’ αυτό το σημείο ότι παρότι καλοδεχούμενη και επιτακτική η επιδότηση των ασφαλιστικών εισφορών των νέων που προτείνει η κυβέρνηση, δεν αρκεί για να διευκολύνει την είσοδό τους στην αγορά εργασίας και να αυξήσει το διαθέσιμο εισόδημά τους, μειώνοντας τη φορολόγηση της εργασίας.

Απαιτείται η πλήρης μεταρρύθμιση του συστήματος ασφάλισης και συγκεκριμένα η μετάβαση σε ένα μικτό ασφαλιστικό σύστημα με έναν πυλώνα βασικής σύνταξης αναδιανεμητικής λογικής και έναν προσωπικής αποταμίευσης κεφαλαιοποιητικής λογικής. Φυσικά, τέτοιες αλλαγές, οι οποίες θα βελτίωναν τη μακροπρόθεσμη δημοσιονομική θέση της χώρας αυξάνοντας ταυτόχρονα τη χρηματοδότηση του συστήματος, δεν φαίνεται να είναι στις προθέσεις ΚΑΙ αυτής της κυβέρνησης. Μια τέτοια δομική αλλαγή, όμως, θα ήταν κίνηση όχι απλά έμπρακτης αλληλεγγύης προς τη νέα γενιά, αλλά εδραίωσης της διαγενεακής δικαιοσύνης στη χώρα.

Tuesday, November 3, 2009

Το μεταναστευτικό (ως ορφανό πολιτικής) και μία διέξοδος

Εδώ και ένα μήνα παρακολουθούμε με ενδιαφέρον τις κινήσεις του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη στο μεταναστευτικό.

Πρώτα δόθηκε εντολή να μην απελαύνονται οι μετανάστες δεύτερης γενιάς, παιδιά δηλαδή που έχουν γεννηθεί ή μεγαλώσει και ενηλικιωθεί στην Ελλάδα υπό το καθεστώς του προστατευόμενου μέλους, και εκπίπτουν από τη νομιμότητα για τυπικούς μόνο λόγους.

Δεύτερον, απελευθερώθηκαν 1800 κρατούμενοι μη ποινικοί παράνομοι μετανάστες από τα αστυνομικά κρατητήρια.

Τρίτον, εξαγγέλθηκε η τοποθέτηση πολιτισμικών διαμεσολαβητών στα αστυνομικά τμήματα και μελλοντικά διατυπώθηκε η πρόθεση για συμμετοχή και μεταναστών στην αστυνομία.

Τέταρτον, εξαγγέλθηκε η «αποαστυνομικοποίηση» της διαδικασίας του Ασύλου στο ΥΠΕΣ, όπου φυσιολογικά ανήκει η φάση αξιολόγησης των αιτήσεων και η τελική απόφαση.

Πέμπτον, προσκλήθηκε εισαγγελέας για τη διερεύνηση του θανάτου του Πακιστανού υπηκόου κ. Καμράν και δεν περιορίστηκε η έρευνα μόνο στην κλασσική ΕΔΕ και την άφεση αμαρτιών που είθισται αυτή να προσφέρει.

Έκτον, όχι μόνο επετράπη αλλά προστατεύτηκε και από ισχυρές αστυνομικές δυνάμεις η χτεσινή αντιρατσιστική συναυλία στον Άγιο Παντελεήμονα.

Έβδομον, έκλεισε το κολαστήριο της Παγανής, αυτού του κατάπτυστου για τα ανθρώπινα δικαιώματα και την αξιοπρέπεια του ανθρώπου Χώρου Υποδοχής Μεταναστών στη Μυτιλήνη.

Παρά τις σημαντικές αυτές πρωτοβουλίες, όμως, το Παγκόσμιο Φόρουμ για τη Μετανάστευση και την Ανάπτυξη που διοργανώνεται αυτές τις μέρες στην Ελλάδα, παρουσία σημαντικών πολιτικών προσωπικοτήτων, ακαδημαϊκών και μη κυβερνητικών οργανώσεων απ’ όλο τον πλανήτη, βρίσκει τη χώρα μας χωρίς συγκροτημένη πολιτική στο μεταναστευτικό.

Καταρχάς, το καθ’ ύλην αρμόδιο Υπουργείο για τη μεταναστατευτική πολιτική, το Εσωτερικών, φαίνεται να αντιλαμβάνεται το ρόλο του αποκλειστικά ως διοργανωτή και μόνο του Global Forum. Μέχρι στιγμής δεν έχει προβεί σε ένα στοιχειώδες follow up των αυτονόητων πρωτοβουλιών του Προστασίας του Πολίτη με αποτέλεσμα τα θέματα να μένουν στον αέρα.

Τι σημασία έχει μια απόφαση μη απέλασης των μεταναστών δεύτερης γενιάς μακροπρόθεσμα, όταν δε λύνεται μια και καλή το θέμα της νομιμότητας των παιδιών αυτών, όπως επίμονα ζητάει και ο Συνήγορος του Πολίτη.

Τι σημασία έχει η εξαγγελία για μεταφορά του Ασύλου, όπου σημειωτέον μας κατακρίνει ολόκληρη η διεθνής κοινότητα για την πρακτική μας να παρεμποδίζουμε την πρόσβαση στις αιτήσεις, όταν ο βασικός πρωταγωνιστής της νέας διαδικασίας τηρεί σιγή ιχθύος;

Τι σημασία έχει το κλείσιμο της Παγανής, όταν το καθ’ ύλην αρμόδιο Υπουργείο δεν αναλαμβάνει να φτιάξει το στοιχειώδες, δηλαδή εσωτερικό κανονισμό λειτουργίας των ΕΧΠΑ, πόσο μάλλον να αναβαθμίσει τους υπάρχοντες χώρους υποδοχής και να δημιουργήσει νέους ακολουθώντας τα καλύτερα πρότυπα του εξωτερικού;

Εάν σκεφτεί κανείς ότι στο Αιγαίο υπάρχει ένα μικρό Σάμινα κάθε βδομάδα και στα νησιά λειτουργούν πολλά μικρά οιωνεί γκουαντάναμο. Εάν αναλογιστεί κανείς τις εντάσσεις που δημιουργούνται στον αστικό ιστό από την γκετοποίηση, προϊόν τόσο της παράνομης μετανάστευσης, όσο επίσης και της ατελούς ένταξης των νόμιμων μεταναστών στην κοινωνία και την ομαλή οικονομική ζωή, τότε γρήγορα θα αντιληφθεί ότι απαιτείται άμεση δράση, χωρίς χρονοτριβές.

Η διέξοδος σε στρατηγικό επίπεδο είναι μία. Να δημιουργηθεί μια νέα αρχιτεκτονική στο μεταναστευτικό με δύο κεντρικούς βραχίονες: α) έναν ενιαίο πολιτικό και διοικητικό κέντρο υπό το ΥΠΕΣ, το οποίο θα χαράσσει πολιτική και θα την εφαρμόζει με τη συνδρομή και των συναρμόδιων υπουργείων Υγείας, Απασχόλησης, Προστασίας του Πολίτη και ΥΠΕΞ. Υπενθυμίζουμε ότι υπό το πρίσμα αυτής της λογικής το ΠΑΣΟΚ είχε δεσμευτεί προεκλογικά για δημιουργία γενικής γραμματείας μετανάστευσης. Έχασε όμως την ευκαιρία να τη δημιουργήσει κατά τη φάση του σχηματισμού κυβέρνησης και αλλαγής της δομής των υπουργείων. β) ένα ενιαίο επιχειρησιακό κέντρο με τη διακλαδική συνεργασία Λιμενικού Σώματος και ΕΛΑΣ υπό το Προστασίας του Πολίτη. Αυτό βρίσκεται ήδη σε εξέλιξη.

Δεν ανακαλύπτουμε εδώ την πυρίτιδα. Υπενθυμίζουμε απλώς στην κυβέρνηση ότι έτσι όπως χειρίζεται το ζήτημα, αποσπασματικά και χωρίς σχέδιο, μπορεί μεν να ανακουφίζει προσωρινά κάποιους ανθρώπους, ωστόσο δε λύνει το πρόβλημα μακροπρόθεσμα. Έτσι το μεταναστευτικό θα συνεχίσει να αποτελεί μια καθημερινή κρίση. Κρίση ασφάλειας, κρίση ανθρωπιστική. Το μεταναστευτικό ως ορφανό πολιτικής. Αυτό θέλουμε;