Saturday, November 28, 2009

Νέα αρχή στο ασφαλιστικό με μικτό σύστημα μέχρι το 2015

Στις 24 Νοεμβρίου 2009 ο Πρόεδρος του ΕΒΕΑ κ. Μίχαλος παρουσίασε Μελέτη του επίκουρου καθηγητή στατιστικής και ασφαλιστικής επιστήμης του Πανεπιστημίου Πειραιώς κ. Πλάτωνα Τήνιου για το ασφαλιστικό.

Η μελέτη αυτή αποτελεί την πλέον ουσιαστική συμβολή στο διάλογο που ξεκίνησε την περασμένη βδομάδα για την αναμόρφωση του συστήματος συντάξεων και ίσως τη μόνη πρόταση που υπάρχει αυτή τη στιγμή στο τραπέζι για ένα κοινωνικά και γενεακά δίκαιο, βιώσιμο και αποτελεσματικό ασφαλιστικό σύστημα, προσαρμοσμένο στις συνθήκες ραγδαίας γήρανσης του πληθυσμού.

Δε χρειάζεται εδώ να αναλύσουμε τις παθογένειες του υπάρχοντος ασφαλιστικού συστήματος. Πέρα από τις εγγενείς πιέσεις του δημογραφικού, τον μικρό εργασιακό βίο και τα λίγα έτη εργασίας στα οποία αντιστοιχεί κάθε σύνταξη, τις διάσπαρτες εξαιρέσεις και ως εκ τούτου τις μεγάλες ανισότητες ηλικιακές και κλαδικές ανάμεσα στους ασφαλισμένους, την αναπλήρωση που σε πολλές περιπτώσεις ξεπερνάει το 100% του μισθού, το υψηλό μη μισθολογικό κόστος, ιδιαίτερα στους νέους εργαζόμενους, το υψηλό κόστος συμμόρφωσης λόγω της πολυπλοκότητας της νομοθεσίας στους εργοδότες.

Στη μελέτη αυτή βλέπουμε με χαρά να εξειδικεύονται και να αναλύονται οι πτυχές του μικτού συστήματος ασφάλισης, ένα μοντέλο που εδώ και τρία χρόνια προτείνουμε και προωθούμε σαν G700 ως λύση στο ασφαλιστικό.

Το νέο μοντέλο ασφάλισης που προτείνεται θα έχει τους εξής πυλώνες και κανόνες:

1. Ένα νέο διανεμητικό σύστημα για τους νέους εργαζόμενους. Το νέο σύστημα βασίζεται σε ατομικούς λογαριασμούς "οιονεί καθορισμένης εισφοράς" (Notional Defined Contribution System). H συμμετοχή στην ασφάλιση έχει ορατό αντίκρισμα και στο νεότερο ασφαλισμένο. Το ακανθώδες θέμα των ορίων ηλικίας παρακάμπτεται τελείως, αφού αποφασίζει ο ίδιος ο ασφαλισμένος πότε (και κατά ποιο ποσοστό) θα αποσυρθεί από την αγορά εργασίας.

2. Έναν υποχρεωτικό δεύτερο πυλώνα επαγγελματικής ασφάλισης, χρηματοδοτούμενο με το κεφαλαιοποιητικό σύστημα. Τμήματα της παλαιάς αναπλήρωσης (3-4 μονάδες από το ασφάλιστρο) διοχετεύονται στο νέο σύστημα.

3. Το νέο σύστημα είναι υποχρεωτικό για τους νέους. Οι συνταξιούχοι παραμένουν στο παλαιό (το οποίο χρηματοδοτείται από το Κράτος), ενώ οι ενδιάμεσες ηλικίες επιλέγουν. Προϋπάρχοντα συμπληρωματικά ταμεία ή λογαριασμοί εφάπαξ παροχών, μπορούν να ενσωματωθούν στο νέο σύστημα.

4. Δεδομένου ότι το παλαιό σύστημα θα παραμείνει (έστω και απολιθωμένο) εν ζωή για τριάντα και πλέον έτη, προβλέπεται και νοικοκύρεμα του παλαιού συστήματος.

Ως προς το χρόνο και τη διαδικασία προώθησης των αλλαγών, υιοθετείται η στρατηγική των διαδοχικών και παράλληλων φάσεων. Δηλαδή:

- η άμεση λήψη μέτρων τα οποία θα αναδεικνύουν τη σοβαρότητα του προβλήματος και θα έχουν απτό δημοσιονομικό αποτέλεσμα

- η ταυτόχρονη έναρξη ενός ουσιαστικού κοινωνικού διαλόγου, που θα τοποθετήσει το θέμα στις πραγματικές, κοινωνικές και όχι ταμειακές του διαστάσεις.

- η μελέτη των εναλλακτικών λύσεων για μακροπρόθεσμη διευθέτηση του προβλήματος.

- Και τέλος, σε μεσοπρόθεσμο επίπεδο, η τελική νομοθέτηση, από την οποία θα προκύψει ένα νέο ασφαλιστικό σύστημα.

Το νέο μικτό ασφαλιστικό σύστημα, το οποίο είναι αρκετά κοντά στο Σουηδικό και Ιταλικό σύστημα ασφάλισης, πρέπει σύμφωνα με τη μελέτη να βρίσκεται εγκατεστημένο στη χώρα μας το αργότερο έως το 2015.

Συμφωνούμε απόλυτα. Τεχνικά, κάτι τέτοιο είναι παραπάνω από εφικτό να συμβεί. Πολιτικά βέβαια κρατάμε μικρό καλάθι. Τα βαμπίρ, κυβερνητικά, αντιπολιτευτικά, μιντιακά, όπως άλλαωστε είδαμε να συμβαίνει την περασμένη βδομάδα, καρακοδούν στη γωνία για να σκοτώσουν στη γέννησή της οποιαδήποτε κίνηση αλλαγής του υπάρχοντος status quo. Έτσι όμως κινδυνεύουμε να ΠΑΜΕ όλοι μαζί για φούντο.

Thursday, November 26, 2009

Ειλικρινής Διάλογος για το Ασφαλιστικό

Tου Βασιλη Zηρα*
Καθημερινή, 24-11-2009

Το υπουργείο Εργασίας αποφάσισε να αναστείλει για ένα χρόνο την εφαρμογή της διάταξης της «μεταρρύθμισης» Πετραλιά που προβλέπει τη σταδιακή αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης των μητέρων με ανήλικα παιδιά. Η διάταξη επρόκειτο να τεθεί σε εφαρμογή από την 1-1-2010. Τώρα το μέλλον της θα εξαρτηθεί από τα αποτελέσματα του διαλόγου για το ασφαλιστικό.

Το δικαίωμα της πρόωρης συνταξιοδότησης στην ηλικία των 50 ή των 55 ετών δίνεται στις μητέρες με ανήλικο παιδί ως αναγνώριση -υποτίθεται- από το κράτος των δυσκολιών που αντιμετωπίζει να μεγαλώσει παιδιά όντας ταυτόχρονα και εργαζόμενη.

Η σταδιακή κατάργηση της ρύθμισης είχε προκαλέσει κύματα αντιδράσεων από τα κόμματα της -τότε- αντιπολίτευσης και τα συνδικάτα. Αντί να διεκδικήσουν από το κράτος ένα θεσμικό πλαίσιο που θα επιτρέπει στις μητέρες να βρίσκονται κοντά στα παιδιά τους στα πρώτα χρόνια της ζωής τους, αντί να διεκδικήσουν τη δημιουργία παιδικών σταθμών που θα επιτρέπουν σε όλες τις γυναίκες να συνεχίσουν την εργασία τους, ζητούν να διατηρηθεί μια παρωχημένη μορφή κράτους πρόνοιας, που δίνει το «δικαίωμα» στις εργαζόμενες να βγαίνουν από την αγορά εργασίας όταν τα παιδιά τους βρίσκονται λίγο πριν από την ενηλικίωση.

Επισης, τις καταδικάζει να ζήσουν το υπόλοιπο του βίου τους με τις χαμηλές συντάξεις που αντιστοιχούν στις εισφορές των λίγων ετών που εργάστηκαν.

Αυτός είναι άλλωστε ο λόγος που η πλειονότητα των γυναικών που κάνει χρήση του «προνομίου» έχουν είτε υψηλό οικογενειακό εισόδημα είτε προσωπικά εισοδήματα από άλλες πηγές, με αποτέλεσμα να μην τις απασχολεί η σύνταξη που θα πάρουν, είτε, τέλος, έχουν τη δυνατότητα να εργαστούν χωρίς ασφάλιση.

Με άλλα λόγια, υπερασπιζόμενος κανείς το «δικαίωμα» των μητέρων με ανήλικα παιδιά στην πρόωρη συνταξιοδότηση υπερασπίζεται επί της ουσίας τις οικονομικά ισχυρότερες των μητέρων και τη μαύρη εργασία.

Δεν είναι η μόνη περίπτωση λαϊκιστικής προσέγγισης των συνταξιοδοτικών θεμάτων. Ενα άλλο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το Επίδομα Κοινωνικής Αλληλεγγύης Συνταξιούχων (ΕΚΑΣ). Το ΕΚΑΣ το δικαιούνται συνταξιούχοι που παίρνουν τη βασική σύνταξη ή λίγο υψηλότερη, δηλαδή όσοι συνταξιοδοτήθηκαν με 15 χρόνια ασφάλισης ή λίγο περισσότερα. Από την καθιέρωσή του στη δεκαετία του ’90, όλες οι κυβερνήσεις έδιναν μεγαλύτερες αυξήσεις στο ΕΚΑΣ απ’ ό, τι στις συντάξεις, προκειμένου να ενισχύσουν το κοινωνικό προφίλ της οικονομικής πολιτικής τους. Η δαπάνη βραχυπρόθεσμα ήταν μικρότερη απ’ ό, τι εάν έδιναν μεγαλύτερες αυξήσεις σε όλες τις συντάξεις.

Ετσι, σταδιακά το επίδομα έφτασε να αποτελεί στρέβλωση του ασφαλιστικού συστήματος, αφού οι συνολικές αποδοχές (σύνταξη συν ΕΚΑΣ) ενός συνταξιούχου που ασφαλίστηκε μόνο για 15 χρόνια είναι υψηλότερες από κάποιον συνταξιούχο που ήταν ασφαλισμένος και πλήρωνε εισφορές για 23 χρόνια. Με άλλα λόγια το ΕΚΑΣ, στα επίπεδα που έχει φτάσει σήμερα, συνιστά αντικίνητρο για ασφάλιση. Αξίζει να σημειωθεί ότι από τα 710 ευρώ των μηνιαίων αποδοχών ενός συνταξιούχου που παίρνει βασική σύνταξη και ΕΚΑΣ, λιγότερα από τα μισά ανταποκρίνονται στις εισφορές που κατέβαλαν αυτός και ο εργοδότης του στα 15 χρόνια που ήταν ασφαλισμένος. Το μεγαλύτερο μέρος των αποδοχών του πληρώνεται από τις εισφορές όσων εργάζονται σήμερα και δεν ξέρουν εάν θα πάρουν σύνταξη αύριο.

Σημαίνει αυτό ότι πρέπει να συρρικνωθεί το ΕΚΑΣ; Προφανώς όχι, γιατί κανένας δεν μπορεί να ζήσει με τα 480 ευρώ της βασικής σύνταξης. Αλλά επειδή θα αρχίσει ο διάλογος για το ασφαλιστικό -εάν το ΠΑΜΕ σταματήσει κάποια στιγμή την επαναστατική γυμναστική- καλό θα ήταν αυτή τη φορά να είναι ειλικρινής. Να καταστεί σαφές ότι πίσω από τις μικρές συντάξεις κρύβονται λίγα χρόνια ασφάλισης και μακράς διάρκειας «μαύρη» εργασία, χαμηλές αμοιβές και αντίστοιχα χαμηλές εισφορές, ένα παραγωγικό μοντέλο που παράγει χαμηλής προστιθέμενης αξίας προϊόντα και υπηρεσίες και επιβιώνει χάρη στη φοροδιαφυγή και την εισφοροδιαφυγή. Ισως έτσι έχουμε πιθανότητες να βρούμε αξιόπιστες λύσεις στο πρόβλημα.

*Ο Βασίλης Ζήρας είναι δημοσιογράφος

Sunday, November 22, 2009

Ασφαλιστικό. Ο χορός των βαμπίρ καλά κρατεί!

Ξεκινάει σήμερα ο διάλογος για το ασφαλιστικό. Οι εκπρόσωποι των "βαμπίρ" θα βρεθούν για πολλοστή φορά στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης με τελικό πάντα στόχο το πως ΔΕΝ θ' αλλάξει το σύστημα.

Κανείς δεν πρόκειται να μιλήσει για την ανάγκη μίας ριζικής αλλαγής στο εθνικό σύστημα κοινωνικής ασφάλισης. Τη μετάβαση σε ένα νέο ασφαλιστικό μοντέλο, για παράδειγμα το μικτό, με έναν πυλώνα βασικής σύνταξης αναδιανεμητικής λογικής και έναν πυλώνα προσωπικής αποταμίευσης κεφαλαιοποιητικής λογικής. Εν μέσω κρίσης και ενώ αναζητείται διέξοδος κανείς δεν πρόκειται να επιχειρήσει μια τομή, ανάλογη με τη δημιουργία του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης και συγκεκριμένα του ΙΚΑ πριν από 70 περίπου χρόνια.

Η Κυβέρνηση θα κάνει λόγο για ήπιες αλλαγές έπειτα από συναίνεση, τονίζοντας παράλληλα τη βούλησή της να μην προβεί σε αιφνιδιασμούς. Ήδη, ο Υπουργός Απασχόλησης, χωρίς να έχει πει τίποτα το σημαντικό ακόμα σχετικά με την κατεύθυνση της επικείμενης μεταρρύθμισης, προσπαθεί να καθησυχάσει τους πολίτες και συγεκριμένα τις ευνοημένες γυναίκες του Δημοσίου που ανησυχούν μια κι έχουν μάθει να εγκαταλείπουν τον εργασιακό βίο από τα 50 και τα 55.

Τα συνδικάτα θα υπογραμμίσουν για πολλοστή φορά την ανάγκη πάταξης της εισφοροδιαφυγής και θα ζητήσουν αύξηση της κρατικής χρηματοδότησης για να σωθεί το σύστημα.

Η Αριστερά, η οποία έτσι κι αλλιώς δε συμμετέχει σε "στημένες" διαδικασίες, θα καταγγείλει εκ των προτέρων την επικείμενη λαίλαπα που συνεπάγεται το άνοιγμα του διαλόγου για τα κοινωνικά δικαιώματα των εργαζομένων.

Η κεντροδοδεξιά, απορροφημένη στα του οίκου της και ύστερα από μια απόλυτα αποτυχημένη ασφαλιστική μεταρρύθμιση πριν από δύο χρόνια, θα αργήσει να βρει το βηματισμό της. Άραγε ποια είναι η άποψη των δύο υποψηφίων για το νούμερο ένα οικονομικό και κοινωνικό ζήτημα στη χώρα μας;

Τα παραδοσιακά Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης κάνουν ήδη το παιχνίδι τους, υψώνοντας στο δημόσιο διάλογο τα γνωστά σκιάχτρα. Αύξηση ορίων ηλικίας και μείωση συντάξεων.

Εδώ και χρόνια ο χορός των βαμπίρ καλά κρατεί.

Η γενιά της εισφοροδιαφυγής, των ανισοτήτων και της πρόωρης συνταξιοδότησης, ντυμένη με μπλε, πράσινο, κόκκινο κομματικό, συνδικαλιστικό ή δήθεν αμερόληπτο επαγγελματικό μανδύα, αφού έδωσε στους γονείς της μια σύνταξη φτώχειας στον ΟΓΑ, θέλει τώρα να κληροδοτήσει στα παιδιά και τα εγγόνια της ένα πλήρως χρεοκοπημένο ασφαλιστικό σύστημα. Αφού διατήρησε για τον εαυτό της το προνόμιο να φεύγει από την εργασία νωρίς, λαμβάνοντας περισσότερα από όσα έχει συνεισφέρει, θέλει τώρα να επιβάλει στους νέους και τις μελλοντικές γενιές να πληρώνουν τα σπασμένα για μια ολόκληρη ζωή, απλά και μόνο επειδή δεν έχει το θάρρος να αντιμετωπίσει με ειλικρίνεια την πραγματικότητα.

Ποια είναι αυτή;

α. Το ελληνικό ασφαλιστικό σύστημα, γνωστό και ως βισμαρκικό, χάρη στις στρεβλώσεις και τις παθογένειές του δεν έχει να πληρώσει συντάξεις με αποτέλεσμα το κράτος να δανείζεται με επαχθείς όρους για ν' αντεπεξέλθει στις βασικές του υποχρεώσεις απέναντι στους ασφαλισμένους. Ο αρμόδιος Υπουργός έδωσε στοιχεία στη δημοσιότητα σύμφωνα με τα οποία προκύπτει ότι μόλις το 66% των εσόδων των ταμείων ασφάλισης χρηματοδοτήθηκε από εισφορές, το υπόλοιπο 34% ήταν δάνεια και κρατικές ενισχύσεις.

β. Μεσοπρόθεσμα, σε μία δεκαετία από τώρα, θα έχουμε έκρηξη συντάξεων, όμως το κεφάλαιο που απαιτείται για την κρίσιμη πενταετία 2020-2025 δεν έχει συσωρευτεί ούτε κατά το ελάχιστο. Μόνο το 2025 υπολογίζεται ότι θα βγουν στη σύνταξη 120 χιλιάδες άτομα. Το ασφαλιστικό μας σύστημα είναι από τα ανεπαρκέστερα όχι μόνο ως προς τις τελικές υπηρεσίες που παράγει, αλλά και τα αποθέματα πόρων για τη χρηματοδότηση των συντάξεων λόγω των μαζικών αποχωρήσεων οι οποίες αναμένεται να εκδηλωθούν σε μια δεκαετία από σήμερα.

γ. Μακροπρόθεσμα, το 2050, το συνταξιοδοτικό μας σύστημα που σήμερα απορροφάει ήδη το 12% του ΑΕΠ ώντας ένα από τα ακριβότερα στην Ευρώπη, θα απορροφάει το 24% του ΑΕΠ.

δ. Η πληθυσμιακή γήρανση με τη χειροτέρευση του λόγου εργαζομένων προς συνταξιούχους και τη ραγδαία αύξηση των δαπανών για περίθαλψη και υγεία, είναι η βασική αιτία επιδείνωσης του ασφαλιστικού προβλήματος. Το σύστημα γερνάει και δεν μπορεί να αυτοχρηματοδοτηθεί. Όπως έχουν δείξει όλες ανεξαιρέτως οι αναλογιστικές μελέτες, ακόμα και του ΙΝΕ της ΓΣΕΕ, η καλύτερη διαχείριση και η πάταξη της εισφοροδιαφυγής, ακόμα κι αν επιτευχθούν στον απόλυτο βαθμό, δεν ισοσκελίζουν το σύστημα. Μάλιστα, ακόμα και με μηδενική εισφοροδιαφυγή γνωρίζουμε ότι μόνο το ΙΚΑ τρέχει ελλείμματα άνω του 1% ανά έτος με προοπτική αυτά να ξεπεράσουν το 2% μεσοπρόθεσμα και το 7% μακροπρόθεσμα.

ε. Η εισφοροδιαφυγή είναι εγγενές χαρακτηριστικό του ασφαλιστικού μας συστήματος. Έχουμε το χαμηλότερο μέσο εργασιακό βίο στην ΕΕ με μόλις 20 έτη εργασίας καθ' όλη τη διάρκεια της εργασιακής ζωής. Γιατί να αποκαλύψει και αντίστοιχα να πληρώσει κάποιος τα τα πλήρη χρόνια εργασίας από τη στιγμή που δεν έχει σημασία για τον τελικό υπολογισμό της σύνταξης;

στ. Η ανισότητα είναι κι αυτή εδώ και χρόνια μια εδραιωμένη κατάσταση. Έχουμε συνταξιούχους πολλών ταχυτήτων. Δημοσίου, ελεύερων επαγγελματιών, αγροτών και ειδικών ομάδων, όπως οι τραπεζικοί και οι υπάλληλοι των ΔΕΚΟ. Οι συντάξεις δεν υπολογίζονται ανάλογα με το τι δίνει ο καθένας, αλλά ανάλογα με την ισχύ του συνδικάτου ή της επαγγελματικής ομάδας στην οποία ανήκει. Έτσι έχουμε συντάξεις που κυμαίνονται από το 10% ποσοστό αναπλήρωσης έως και 143%. Αντίστοιχη είναι η κατάσταση με τα όρια ηλικίας και τις πάσης φύσεως παροχές. Έχουμε συνταξιούχους με καλές συντάξεις στα 45 και τα 50 και άλλους με πενιχρές σε ηλικία άνω των 65.

ζ. Οι όποιες μεταρρυθμίσεις επιχειρούνται αφορούν σε παραμετρικές αλλαγές εντός του υπάρχοντους συστήματος ασφάλισης, μερεμέτια δηλαδή, τα οποία είθισται να αφορούν σε χειροτέρευση των όρων ασφάλισης για τους νέους.

Τα βαμπίρ σκόπιμα αγνοούν την παραπάνω πραγματικότητα.

Είναι τέτοιος ο εθισμός τους στο σκοτάδι που δεν μπορούν να κοιτάξουν έστω και το πιο αμιδρό φως. Το ασφαλιστικό, το οποίο έχει τα κακά του χάλια, αποτελεί κυρίαρχο παράγοντα καθορισμού των μεσοπρόθεσμων δημοσιονομικών και κατ' επέκταση οικονομικών εξελίξεων στη χώρα μας. Παράγοντα ο οποίος επισκιάζει όλες τις άλλες προσπάθειες βελτίωσης της καθαρής θέσης του Δημοσίου, και ο οποίος θέτει σε αμφισβήτηση ακόμα και βασικά δικαιώματα της χρυσής γενιάς των μεσηλίκων που προηγουμένως θεωρούνταν κεκτημένα.

Το συμπέρασμα λοιπόν είναι ένα. Προκύπτει αβίαστα από την πραγματικότητα που αντιμετωπίζουμε. Ας μην ανοίξει η κυβέρνηση απλά το ασφαλιστικό, ας επιχειρήσει να το αλλάξει ριζικά και αμετάκλητα.

Thursday, November 19, 2009

Εκπαίδευση: το «παλαιό καθεστώς» ζει και βασιλεύει

Πριν λίγες μέρες η νέα υπουργός Παιδείας ανακοίνωσε μια σειρά μέτρων για την εξυγίανση του χώρου της εκπαίδευσης. Οι προτάσεις της ακούγονταν πολύ λογικές: κωδικοποίηση της σχετικής νομοθεσίας, όχι στις προσλήψεις εκτός ΑΣΕΠ, εξορθολογισμός του καθεστώτος μοριοδότησης, προτεραιότητα στις ανάγκες του σχολείου, περιορισμός των αποσπάσεων και των μεταθέσεων, αξιολόγηση των εκπαιδευτικών, αξιοκρατικές διαδικασίες για την επιλογή στελεχών της εκπαίδευσης, ορθότερη αξιοποίηση του εκπαιδευτικού δυναμικού που ήδη υπάρχει στα σχολεία κ.α.

Σχεδόν αστραπιαία ωστόσο η υπουργός δέχθηκε μπαράζ επιθέσεων. Οι συνδικαλιστές της εκπαίδευσης δήλωσαν ότι μέχρι σήμερα οι προσλήψεις «γίνονται με απολύτως αντικειμενικά, μετρήσιμα και διαφανή κριτήρια. Γι’ αυτό το λόγο οποιαδήποτε σκέψη αλλαγής του συστήματος όχι μόνο μας βρίσκει κατηγορηματικά αντίθετους, αλλά θα μας βρει στην πρώτη γραμμή των αγώνων για την υπεράσπισή του». Καταδίκασαν επίσης το θεσμό της αξιολόγησης χαρακτηρίζοντάς τον «κερκόπορτα» για την αμφισβήτηση της νομιμότητας, ενώ απέδωσαν τις κραυγαλέες αδικίες και τα τεράστια «παράθυρα» του ισχύοντος συστήματος μεταθέσεων και αποσπάσεων στις διαχρονικές αδυναμίες της πολιτικής ηγεσίας.

Σε αντίστοιχο μήκος κύματος κινήθηκαν και οι αντιδράσεις των ωρομίσθιων και λοιπών αδιόριστων εκπαιδευτικών. Η ηγεσία του υπουργείου κατηγορήθηκε για εμπαιγμό των δεκάδων χιλιάδων «ομήρων» που, αφού τους εκμεταλλεύτηκε επί σειρά ετών, τώρα τους καταδικάζει στο περιθώριο.

Οι αντίδραση και των δύο πλευρών, συνδικαλιστών και αδιόριστων εκπαιδευτικών, έχει πολλά κοινά σημεία: χαρακτηρίζεται από καθολική απόρριψη, από άρνηση διαλόγου, από τη βεβαιότητα ότι για τα όποια κακώς κείμενα η ευθύνη ανήκει εξ’ολοκλήρου αλλού, από διάθεση για άμεση και δυναμική κινητοποίηση η οποία θα καταπνίξει την όποια προσπάθεια εν τη γενέσει της.

Είναι ενδιαφέρον να παρατηρήσει κανείς πως η κοινή αυτή αντίδραση εκφράζει ταυτόχρονα δύο πλευρές με φαινομενικά αντικρουόμενα συμφέροντα. Από τη μία έχουμε τους συνδικαλιστές, οι οποίοι πολύ λογικά υπερασπίζονται το ισχύον ανορθολογικό και διάτρητο καθεστώς. Η λογική τους είναι απλή: όσο πιο θολό είναι το τοπίο, τα περιθώρια για ευνοιοκρατία και ρουσφέτι πολλαπλασιάζονται. Και οι άμεσα ωφελημένοι είναι εκείνοι που κρατούν τα κατάλληλα πόστα και αποφασίζουν για όλα τα κρίσιμα υπηρεσιακά ζητήματα όπως τους βολεύει. Κανένας έλεγχος, καμία λογική, κανένας περιορισμός στις μεταθέσεις και τις αποσπάσεις σημαίνει απόλυτη ελευθερία και δύναμη στους «εργατοπατέρες» της εκπαίδευσης. Τόσα χρόνια άλλωστε αυτοί, με την ανοχή και τη συνεργασία των πολιτικών μπαμπάδων τους, κόβουν και ράβουν στην εκπαίδευση.

Οι αδιόριστοι εκπαιδευτικοί αντιμετωπίζουν το όλο ζήτημα από εντελώς διαφορετική σκοπιά. Αυτοί είναι τα μεγάλα θύματα. Όχι μόνο του συστήματος γενικώς και αορίστως, αλλά και των συνδικαλιστών της εκπαίδευσης. Γιατί όχι μόνο εργάζονται υπό απαράδεκτες συνθήκες και αμείβονται με ψίχουλα, αλλά αναγκάζονται να προστρέξουν στα μεγάλα αφεντικά για να μπουν και κυρίως για να εξασφαλίσουν όσο το δυνατόν πιο βιώσιμες συνθήκες υπό το υπάρχον καθεστώς. Τα βουλευτικά γραφεία και οι διευθύνσεις εκπαίδευσης είναι οι κατεξοχήν χώροι στους οποίους είναι κανείς υποχρεωμένος να καταφύγει εάν θέλει να πετύχει αξιοπρεπείς συνθήκες εργασίας ή διορισμό σε εύλογο διάστημα. Είναι πραγματικά μεγάλη η θυσία. Και δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι την έχουν κάνει. Και είναι αυτοί που τώρα διαμαρτύρονται. Γιατί δεν ανέχονται να μην ανταμειφθούν για όσα έχουν υποστεί. Προκρίνουν λοιπόν τη διαιώνιση του στρεβλού συστήματος που και οι ίδιοι καταγγέλλουν αλλά ταυτόχρονα υπηρετούν.

Η στάση αυτή θυμίζει τη νοοτροπία της παλιοσειράς στο στρατό: το σύστημα είναι απαράδεκτο και φτύνεις αίμα όταν εισέρχεσαι σε αυτό. Όλοι σε εκμεταλλεύονται, σε χρησιμοποιούν και σε ταπεινώνουν. Έρχεται όμως κάποτε η ώρα που κατακτάς κι εσύ μια θέση και κάποια δικαιώματα στο σύστημα. Έχεις πια το δικαίωμα να ορίζεις πώς θα φερθείς στους «νέους». Και τι κάνεις; Βγάζεις τα απωθημένα σου βάζοντάς τους να υποστούν όσα είχες περάσει εσύ κι ακόμα χειρότερα.

Εμείς δε συμφωνούμε με αυτή τη νοοτροπία. Πιστεύουμε ότι όποιο βήμα γίνεται στην κατεύθυνση της ανατροπής ενός απαράδεκτου κατεστημένου πρέπει να αντιμετωπίζεται με εποικοδομητική κριτική και σε κάθε περίπτωση καταρχήν θετικά. Στη συγκεκριμένη αντιπαράθεση λοιπόν δε μπορούμε παρά να είμαστε με τον τρίτο πόλο: τους αφανείς εκπαιδευτικούς. Εκείνους που είτε δε δέχθηκαν να υπηρετήσουν το ισχύον σύστημα, προσπαθούν να διοριστούν μόνο μέσω ΑΣΕΠ, και αυτή τη στιγμή σταδιοδρομούν στον ιδιωτικό τομέα ή οπουδήποτε αλλού, καθώς και όλους εκείνους που παρόλο που δοκίμασαν το πικρό ποτήρι της ωρομισθίας και της αναπλήρωσης βλέπουν με ανακούφιση το όλο πρόβλημα να έρχεται επιτέλους στην επιφάνεια και εύχονται να γυρίσουμε σελίδα. Λέμε όχι στα φοβικά σύνδρομα απέναντι στην αξιολόγηση και συμφωνούμε με την καθιέρωση της βάσης του ΑΣΕΠ ως απαραίτητου κριτηρίου για το διορισμό οποιουδήποτε εκπαιδευτικού. Οποιοδήποτε αξιοκρατικό και απελευθερωμένο από τα κομματικά δεσμά σύστημα δε μπορεί παρά να είναι καλύτερο από το υπάρχον.

Πιστεύουμε πως οι προτάσεις της υπουργού Παιδείας έχουν αρκετά σημεία στα οποία απαιτούνται διευκρινίσεις. Είναι άλλωστε φανερό πως δεν έγιναν μετά από συστηματική προετοιμασία, αλλά μάλλον υπό το μεταρρυθμιστικό οίστρο του νεοφώτιστου. Σε κάθε περίπτωση όμως φέρνουν στο επίκεντρο της συζήτησης ορισμένα από τα κακώς κείμενα του εκπαιδευτικού μας συστήματος. Και δυστυχώς οι άμεσα ενδιαφερόμενοι αντί να διευρύνουν, να εμπλουτίσουν ή ακόμη και να κατευθύνουν την κουβέντα με τις προτάσεις και τις θέσεις τους, απλώς αρνούνται να συζητήσουν επιτρέποντας την επιβίωση ενός απαξιωμένου και αντιπαραγωγικού συστήματος.

Monday, November 16, 2009

Είναι ωραίο ό,τι είναι μοιραίο; Η Ελλάδα σε επιτήρηση...

Του Σταύρου Κούρταλη*
ΕΚΕΜ, 16-11-2009

Μπορεί η Ελλάδα να βγει από την κρίση; Μπορεί η Ελλάδα να εξυγιανθεί; Ναι μπορεί. Αυτή είναι η πρώτη απάντηση, η οποία εδόθη από τον αρμόδιο Επίτροπο (και όχι «υπάλληλο» των Βρυξελλών, όπως είχε λεχθεί στο παρελθόν) Χοακίν Αλμούνια. Μπορεί υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις και αρχές είναι η δεύτερη απάντηση, την οποία έδωσε ο επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Ζαν Κλοντ Γιούνκερ.

Την εξυγίανση βεβαίως των οικονομικών και δημοσιονομικών μεγεθών μας δεν θα την σχεδιάσουμε, ούτε θα την υλοποιήσουμε μόνοι μας. Θα τη συναποφασίσουμε, θα τη συνυπογράψουμε και θα την εφαρμόσουμε σε συγκεκριμένο και αυστηρό χρονοδιάγραμμα. Κοινώς, ότι δεν καταφέραμε μόνοι μας, όταν είχαμε την ευκαιρία, θα το πραγματοποιήσουμε τώρα, υπό την ευγενή και καλοπροαίρετη επιτήρηση των εταίρων μας.

Η εξέλιξη αυτή, βεβαίως, ήταν αναμενόμενη στους παροικούντες την Ιερουσαλήμ εδώ και αρκετό χρονικό διάστημα. Κατ’ αυτό τον τρόπο, όμως…ό,τι είναι μοιραίο, μπορεί να μην είναι ωραίο, αλλά είναι σαφώς χρήσιμο… Άλλωστε, πολλές φορές στο παρελθόν, δώσαμε υποσχέσεις τόσο στον αρμόδιο Επίτροπο, όσο και στους ευρωπαίους εταίρους μας. Ποτέ όμως, μέχρι σήμερα, οι πολιτικές που εφαρμόσθηκαν δεν είχαν τα αναμενόμενα αποτελέσματα. Μπροστά στο πρόσκαιρο πολιτικό όφελος οι αρμόδιοι στις περισσότερες των περιπτώσεων θυσίαζαν τις ευκαιρίες για την εφαρμογή πραγματικών και ουσιαστικών μεταρρυθμίσεων. Μεταρρυθμίσεων που θα μπορούσαν να απελευθερώσουν τη χώρα από τα βαρίδια του παρελθόντος.

Το πρώτο βήμα πραγματοποιήθηκε στις 11 Νοεμβρίου 2009 με την ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στο Συμβούλιο, όπου και επισήμως πλέον η Ελλάδα βρίσκεται σε αυστηρή επιτήρηση. Χαρακτηριστικά, η Επιτροπή στο κείμενό της αναφέρει ότι «…Προτείνει στο Συμβούλιο να συμπεράνει ότι η Ελλάδα δεν ανέλαβε αποτελεσματική δράση». Με την φράση αυτή ουσιαστικά η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ανακοινώνει την απόφασή της για υπαγωγή της Ελλάδας στα όσα προβλέπει το άρθρο 104, παράγραφος 8, της Συνθήκης του Μάαστριχτ, για τις χώρες με υπερβολικά ελλείμματα, που αποτελεί τον προθάλαμο για την υπαγωγή της στο ακόμη αυστηρότερο καθεστώς της παραγράφου 9. Στο άρθρο 104, παράγραφος 8, αναφέρεται ότι: «Εάν το Συμβούλιο διαπιστώσει ότι δεν ανελήφθη αποτελεσματική δράση για την εφαρμογή των συστάσεων μείωσης του ελλείμματος, εντός καθορισμένου χρονικού διαστήματος, τότε μπορεί να τις ανακοινώσει δημοσίως».

Το αμέσως επόμενο στάδιο, είναι η εφαρμογή της παραγράφου 9, το οποίο προβλέπει ότι «Εάν ένα κράτος μέλος επιμένει να μην εφαρμόζει τις συστάσεις του Συμβουλίου, τότε το Συμβούλιο μπορεί να αποφασίσει να ειδοποιήσει το κράτος μέλος να λάβει, εντός συγκεκριμένης προθεσμίας, μέτρα για τη μείωση του ελλείμματος την οποία το Συμβούλιο κρίνει αναγκαία για να αντιμετωπιστεί η κατάσταση αυτή. Σε αυτή την περίπτωση, το Συμβούλιο μπορεί να ζητήσει από το κράτος μέλος αυτό, να υποβάλλει εκθέσεις σύμφωνα με συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα, για να εξετάσει τις προσπάθειες προσαρμογής που καταβάλλει αυτό το κράτος μέλος».

Σύμφωνα με τις προαναφερόμενες διατάξεις και δεδομένου του πρόσφατου παρελθόντος σε ό,τι αφορά στα δημοσιονομικά στοιχεία της χώρας, η πρόταση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο για να τεθεί η Ελλάδα σε αυστηρή επιτήρηση κρίνεται όχι μόνο φυσιολογική αλλά και άκρως αναγκαία. Ο αντιπρόεδρος της ΕΚΤ Ζαν Κλοντ Τρισέ αυτό υπονοούσε όταν δήλωνε ότι: «…Δεν γίνεται να έχουμε νούμερα που να μη μπορούμε να τα εμπιστευθούμε. Αυτό θέτει σε κίνδυνο την καλή λειτουργία του Συμφώνου Σταθερότητας και της αμοιβαίας επιτήρησης μεταξύ των χωρών μελών του Εurogroup, και τις δεσμεύσεις που έχει αναλάβει η κάθε χώρα», και προσέθεσε ότι «υπάρχει πρόβλημα αξιοπιστίας…Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή είναι απολύτως σύμφωνη ότι πρέπει να αποκτήσετε μια πλήρως ανεξάρτητη Στατιστική Υπηρεσία, ώστε να έχουμε αξιόπιστα στοιχεία».

Δεν είναι τυχαία στο κείμενο της Επιτροπής η φράση «Για τις υπόλοιπες τέσσερις χώρες, είναι δυνατό να εξαχθεί το συμπέρασμα ότι ανέλαβαν δράση, αλλά η επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης συγκρινόμενη με τις προβλέψεις της Επιτροπής του Ιανουαρίου δικαιολογεί την αναθεώρηση των υφιστάμενων συστάσεων και κατά συνέπεια την παράταση των προθεσμιών κατά ένα έτος όπως προβλέπεται στο Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης, δηλαδή 2013 για τη Γαλλία και την Ισπανία, 2014 για την Ιρλανδία και 2014/15 για το Ηνωμένο Βασίλειο», όπου σαφώς εξαιρείται η Ελλάδα.

Η «Ελληνική Εξαίρεση» είναι αιτιολογημένη καθώς στο κείμενό της η Επιτροπή ρητά αναφέρει ότι: «…δεν αναλήφθηκε αποτελεσματική δράση δεδομένου ότι η έντονη επιδείνωση της δημοσιονομικής κατάστασης το 2009 (-12,7% σύμφωνα με τις φθινοπωρινές προβλέψεις, έναντι της δέσμευσης της προηγούμενης κυβέρνησης για -3,7%) οφείλεται κυρίως σε ανεπαρκή ανταπόκριση των ελληνικών αρχών. Όσον αφορά το σκέλος των δαπανών, από την εκτέλεση του προϋπολογισμού του 2009 προκύπτουν μεγάλες υπερβάσεις δαπανών (2½ εκατοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ) το 2009, περισσότερο από το ήμισυ των οποίων οφείλεται σε υψηλότερες των προϋπολογισθεισών αμοιβές εργαζομένων και σε αυξημένες δαπάνες κεφαλαίου. Συνεπώς η Επιτροπή προτείνει στο Συμβούλιο να συμπεράνει ότι η Ελλάδα δεν ανέλαβε αποτελεσματική δράση σύμφωνα με το άρθρο 104 παράγραφος 108 της Συνθήκης».

Η λύση στο «πρόβλημα» είναι γνωστή εδώ και πολλά χρόνια. Αυτό που χρειάζεται είναι πολιτική βούληση για τα μέτρα και τις δράσεις που είναι απαραίτητο να εφαρμοσθούν προκειμένου η χώρα να μπορέσει να ανταποκριθεί στο νέο οικονομικό περιβάλλον. Ειδικότερα:

1. Μείωση των κρατικών δαπανών,
2. Αλλαγή του τρόπου κατάρτισης κρατικών προϋπολογισμών,
3. Εξίσωση ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης,
4. Εφαρμογή του «δύο συνταξιοδοτούνται ένας προσλαμβάνεται» στο Δημόσιο.
5. Αναμόρφωση του φορολογικού συστήματος,
6. Διεύρυνση της φορολογικής βάσης,
7. Κατάργηση της αυτοτελούς φορολόγησης,
8. Ενιαίο κέντρο για τις πληρωμές των δημοσίων υπαλλήλων,
9. Άνοιγμα κλειστών επαγγελμάτων.

Η λύση υπάρχει, όπως και οι δράσεις για την επιτυχή υλοποίηση της. Η εφαρμογή των μέτρων όμως που θα δώσουν τη λύση στο πρόβλημα κοστίζουν… Τελικά μπορεί να είναι ωραίο ό,τι είναι μοιραίο; Η αλήθεια, σε αυτήν την περίπτωση είναι ότι μπορεί να μην είναι ωραίο, αλλά είναι σαφώς χρήσιμο…


*Ο Σταύρος Κούρταλης είναι Επιστημονικός Συνεργάτης του Ελληνικού Κέντρου Ευρωπαϊκών Μελετών (ΕΚΕΜ) και μέλος του Επιστημονικού Συμβουλίου της G700
.

Thursday, November 12, 2009

Θετικό βήμα το νέο νομοσχέδιο για τις προσλήψεις, αλλά απαιτείται συνολική αλλαγή φιλοσοφίας

Τo νομοσχέδιο «Αναμόρφωση συστήματος προσλήψεων και καθολική υπαγωγή τους στον πλήρη έλεγχο του ΑΣΕΠ» που τέθηκε σε δημόσια διαβούλευση κρίνεται ιδιαίτερα θετικό καθώς α) το περιεχόμενό του βρίσκεται σε απόλυτη συμφωνία με τις προεκλογικές δεσμεύσεις της σημερινής κυβέρνησης, β) έχει καταρτιστεί όχι απλώς με τη σύμφωνη γνώμη αλλά με την ενεργό συμμετοχή και την καθοριστική συμβολή του ΑΣΕΠ, γ) κατατίθεται πολύ γρήγορα και αναμένεται να ψηφιστεί στη Βουλή μέσα στο χρονοδιάγραμμα που έχει ανακοινωθεί και –το κυριότερο- δ) αποτελεί μια σημαντική και γενναία τομή στην κατεύθυνση της ενίσχυσης της αξιοκρατίας, της διαφάνειας και των ίσων ευκαιριών.

Δεν υπάρχει λόγος να αναφερθούμε σε όλες τις ρυθμίσεις του νομοσχεδίου αναλυτικά. Κάθε παράγραφος αποτελεί ένα βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση. Και την ίδια βέβαια στιγμή υποδηλώνει πόσα πράγματα δε γίνονταν σωστά μέχρι τώρα. Με την ψήφισή του δε θα ισχυροποιηθεί απλώς το ΑΣΕΠ και οι αντικειμενικές διαδικασίες· θα αναιρεθούν μια σειρά από ανορθολογικές ρυθμίσεις οι οποίες αποτελούσαν θεσμοθετημένες κοινωνικές αδικίες.

Πώς αλλιώς μπορεί κανείς να χαρακτηρίσει, για παράδειγμα, την εύνοια του ισχύοντος νόμου για τους εργαζόμενους στο δημόσιο τομέα, οι οποίοι πριμοδοτούνται για την εμπειρία τους με 50% περισσότερες μονάδες από εκείνους που απασχολούνται στον ιδιωτικό τομέα; Είχαμε φτάσει στο σημείο όσοι διέθεταν μέσο για να «καπαρώσουν» κάποιες από τις δεκάδες χιλιάδες θέσεις των stage ή κάποιες από τις αναρίθμητες και εντελώς ανεξέλεγκτες και φωτογραφικές συμβάσεις έργου των διάφορων δήμων να διορίζονται κατά προτεραιότητα· σε βάρος όσων απασχολούνται στον ιδιωτικό τομέα και άρα εργάζονται υπό τις πλέον απαιτητικές συνθήκες αποκομίζοντας πραγματική εργασιακή εμπειρία και προϋπηρεσία. Επιτέλους αυτή η απαράδεκτη διάκριση καταργείται.

Και μαζί της περιορίζεται σημαντικά και η εμμονή του προηγούμενου νομοθετικού πλαισίου στο κριτήριο της εμπειρίας, γεγονός που κατά τη γνώμη μας είναι ιδιαίτερα θετικό. Διότι η εμπειρία μπορεί και πρέπει να είναι ένα από τα κριτήρια που προσμετρώνται στις διαδικασίες προσλήψεων, αλλά δεν είναι δυνατό να έχει τόση βαρύτητα που ουσιαστικά να αποκλείει από τις διαδικασίες όσους δεν είχαν την ευκαιρία να την αποκτήσουν.

Συμφωνούμε επομένως με την επιλογή της περαιτέρω ενίσχυσης της μοριοδότησης των τυπικών προσόντων η οποία, σε συνδυασμό με τη μείωση της μοριοδότησης της εμπειρίας, μεταβάλλει το συσχετισμό των κριτηρίων προσληψης προς τη σωστή κατεύθυνση. Και ασφαλώς επικροτούμε την αύξηση του ποσοστού των θέσεων για την πλήρωση των οποίων δεν προσμετράται η εμπειρία από το 35% στο 50% των θέσεων σε κάθε προκήρυξη. Με το νέο πλαίσιο οι νέοι θα έχουν περισσότερες ευκαιρίες για ταχύτερη αποκατάσταση, ιδιαίτερα εκείνοι που επιλέγουν να ακολουθήσουν το δρόμο των μεταπτυχιακών και διδακτορικών σπουδών.

Η μόνη ένστασή μας έχει να κάνει με τη διατήρηση της γενικής φιλοσοφίας η οποία αντιμετωπίζει το διορισμό στο δημόσιο σαν μια μορφή κοινωνικής πρόνοιας, σαν ένα μόνιμο επίδομα για κάθε άτομο ή κατηγορία που χρειάζεται στήριξη, ανεξαρτήτως των προσόντων και των δυνατοτήτων που διαθέτει.

Βλέπουμε λοιπόν τη ρητή διατήρηση των ειδικών ρυθμίσεων για πρόσληψη χωρίς κανένα κριτήριο καταλληλότητας και επάρκειας που αφορούν τους συγγενείς των θυμάτων των πυρκαγιών του 2007, τους συγγενείς των θανόντων στο βωμό του καθήκοντος στρατιωτικών, αστυνομικών και πυροσβεστών, το διορισμό των πρωταθλητών.

Και την ίδια στιγμή δε γίνεται καμία προσπάθεια να εξορθολογιστεί το καθεστώς των υπόλοιπων ειδικών θέσεων που έχει λάβει πλέον υπερβολικά μεγάλες διαστάσεις. Επισημαίνουμε χαρακτηριστικά πως πλέον η μία στις τρεις θέσεις που προκηρύσσεται από το ΑΣΕΠ απευθύνεται αποκλειστικά σε «ευαίσθητες» κοινωνικές ομάδες μέσα από ειδικούς πίνακες. Οι θέσεις αυτές είναι απρόσιτες για τους υπόλοιπους υποψήφιους. Αν δε βρεθούν άτομα των συγκεκριμένων κατηγοριών (κατά κύριο λόγο πολύτεκνοι και τρίτεκνοι) οι θέσεις παραμένουν κενές, πράγμα το οποίο συμβαίνει πολύ συχνά.

Για τους πολύτεκνους και τρίτεκνους μάλιστα, καθώς και για τα άτομα με ειδικές ανάγκες, προβλέπεται και άλλη μία διαδικασία «τακτοποίησης» στο δημόσιο μέσω του «αμαρτωλού» ΟΑΕΔ, χωρίς καμία ανάμειξη του ΑΣΕΠ, χωρίς σαφή κριτήρια και διαφανείς διαδικασίες. Το 7% των θέσεων όλων των φορέων του δημοσίου καλύπτεται με τη συγκεκριμένη διαδικασία.

Την ίδια στιγμή άλλος νόμος ορίζει ότι σε ποσοστό τουλάχιστον 5% οι θέσεις των φορέων του δημοσίου οφείλουν να καλύπτονται από τροφίμους βρεφονηπιοκομείων και ορφανοτροφείων. Στη συγκεκριμένη μάλιστα περίπτωση οι ίδιοι οι ενδιαφερόμενοι δηλώνουν το φορέα που επιθυμούν να διοριστούν και, εφόσον υπάρξει κενή θέση, τοποθετούνται στο δημόσιο. Μοναδική προϋπόθεση η θέση να βρίσκεται στον ίδιο τόπο με το ίδρυμα στο οποίο πέρασαν τα παιδικά τους χρόνια!

Η κορωνίδα όμως των κάθε λογής διατάξεων που, με απολύτως τριτοκοσμική αντίληψη, ταυτίζουν τη στελέχωση του δημόσιου τομέα με την πολιτική όχι της αποτελεσματικότητας αλλά της κοινωνικής πρόνοιας είναι αυτή που ισχύει στον ευαίσθητο χώρο της εκπαίδευσης. Σήμερα οποιοσδήποτε διαθέτει το κατάλληλο πτυχίο και την ιδιότητα του πολυτέκνου μπορεί να διοριστεί ως εκπαιδευτικός. Δεν απαιτούνται ούτε εξετάσεις, ούτε ΑΣΕΠ, ούτε προϋπηρεσία. Αρκεί να έχει κάνει τουλάχιστον 4 παιδιά. Αυτό είναι το κριτήριο που η ελληνική πολιτεία θέτει, ώστε να πιστοποιηθεί η παιδαγωγική επάρκεια και καταλληλότητα οποιουδήποτε συμπολίτη μας.

Εδώ δεν υπάρχει κανένας απολύτως περιορισμός. Οι πολύτεκνοι διορίζονται κατά απόλυτη προτεραιότητα. Πέρα και πάνω από τις θέσεις του ΑΣΕΠ. Χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι ανάγκες και οι προτεραιότητες της Παιδείας, χωρίς να εξετάζεται ο χρόνος απομάκρυνσής τους από το χώρο της εκπαίδευσης, η μέχρι εκείνη τη στιγμή απασχόλησή τους ή οτιδήποτε άλλο. Στη σύγχρονη Ελλάδα ένας απόφοιτος μαθηματικός της δεκαετίας του ’90, ο οποίος μπορεί τα τελευταία 15 χρόνια να εργαζόταν για βιοποριστικούς λόγους ως ελαιοχρωματιστής δικαιούται, αμέσως μετά τη γέννηση του τέταρτου παιδιού του, να βρεθεί σε μία σχολική τάξη και να διδάσκει τα μαθηματικά που πια δε θυμάται.

Θεωρούμε πως οποιαδήποτε προσπάθεια αλλαγής και βελτίωσης του δημόσιου τομέα προϋποθέτει την ανατροπή αυτής της νοοτροπίας. Και η μεταρρύθμιση του συστήματος προσλήψεων δε μπορεί παρά να περιλαμβάνει και την αλλαγή των στοιχείων εκείνων που καλλιεργούν ακόμη και σήμερα την αντίληψη πως το δημόσιο δεν οφείλει να είναι πρωτίστως ένας αποδοτικός και παραγωγικός μηχανισμός στην υπηρεσία της κοινωνίας, αλλά ένας θεσμός προνοιακού χαρακτήρα και ελάχιστων απαιτήσεων για την τακτοποίηση των πολιτών με ειδικές ανάγκες.

Προτείνουμε συνεπώς την άμεση κατάργηση των ειδικών πινάκων και των ειδικών διαδικασιών πρόσληψης για όλες τις «ευπαθείς» και «ειδικές» κοινωνικές ομάδες και την αντικατάσταση των σχετικών διατάξεων είτε με ειδική μοριοδότηση στους διαγωνισμούς του ΑΣΕΠ είτε με μια εντελώς ανεξάρτητη πολιτική πρόνοιας, η οποία ουδεμία σχέση θα έχει με την «τακτοποίηση» στο δημόσιο. Για τις ευπαθείς ομάδες μέρος των οποίων αποτελούν και οι νέοι της γενιάς των 700 ευρώ πρέπει ουσιαστικά να αναπτυχθεί ένα σοβαρό και αποτελεσματικό κοινωνικό κράτος.

Monday, November 9, 2009

Το δημόσιο χρέος και η περιουσία του Δημοσίου

Του Γιαννη Στουρναρα*
Καθημερινή, 8-11-2009

H Ελλάδα είναι χώρα με συγκριτικά υψηλό δημόσιο χρέος, το οποίο, μετά τον δημοσιονομικό εκτροχιασμό των τελευταίων ετών, ανέρχεται σε περίπου 110% του ΑΕΠ. Ουδείς όμως έχει ασχοληθεί με την άλλη πλευρά του ισολογισμού, δηλαδή με την περιουσία του ελληνικού Δημοσίου.

Η Ελλάδα είναι μια από τις λίγες χώρες του ΟΟΣΑ, ίσως η μοναδική, όπου δεν έχει καταγραφεί η περιουσία του Δημοσίου στο σύνολό της. Και όταν λέμε Δημόσιο εννοούμε όχι μόνο την Κεντρική Διοίκηση, αλλά και όλους τους οργανισμούς όπου μαζί απαρτίζουν την Γενική Κυβέρνηση, σύμφωνα με τον ορισμό της Συνθήκης.

Στην τελευταία του έκθεση (φέτος το καλοκαίρι) για την Ελλάδα, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) έκανε μια πρώτη απόπειρα έμμεσης εκτίμησης της περιουσίας του ελληνικού Δημοσίου. Αν και ατελής και ελλιπής είναι μια πρώτη εκτίμηση της «καθαρής θέσης» του, δηλαδή της διαφοράς μεταξύ ενεργητικού και παθητικού. Το αποτέλεσμα είναι εντυπωσιακό: το ελληνικό Δημόσιο το 2008 διέθετε ρευστά περιουσιακά στοιχεία (π.χ. μετοχές, καταθέσεις κ.λπ.) της τάξης του 30% του ΑΕΠ και απόθεμα κεφαλαίου 51% του ΑΕΠ. Εφόσον το δημόσιο χρέος το 2008 ήταν 102,6% του ΑΕΠ, η καθαρή θέση του Δημοσίου ήταν αρνητική και ίση με -22% του ΑΕΠ περίπου.

Σύμφωνα με τη μεθοδολογία που χρησιμοποιήθηκε, δεν περιλαμβάνεται η αξία της γης, ενώ η αξία του αποθέματος του κεφαλαίου υπολογίστηκε εμμέσως, ως το συσσωρευμένο αποτέλεσμα επενδύσεων από το 1960 μέχρι σήμερα.

Μια πρώτη διαπίστωση που προκύπτει λαμβάνοντας υπόψη και αντίστοιχες μελέτες για άλλες χώρες, είναι ότι η εκτίμηση της αξίας της δημόσιας περιουσίας στην Ελλάδα είναι, συγκριτικά με τις λοιπές χώρες του ΟΟΣΑ, υψηλή. Αν μάλιστα η αποτίμηση της περιουσίας γίνει με άμεσο τρόπο και συμπεριλάβει και την αξία της γης (η οποία περιλαμβάνει τουλάχιστον 60 εκατ. στρέμματα), ενδεχομένως να καταλήξει σε αρκετά υψηλότερη εκτίμηση. Με άλλα λόγια, η κατάταξη με βάση την καθαρή θέση του Δημοσίου ως ποσοστό του ΑΕΠ, θα ήταν πολύ πιο ευνοϊκή για την Ελλάδα απ’ ό,τι η κατάταξη με βάση το δημόσιο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ. Αυτή η μεθοδολογία, αν και πιο ορθή, δεν έχει επισήμως υιοθετηθεί ακόμα από τους διεθνείς οργανισμούς και τους παράγοντες της διεθνούς αγοράς χρεογράφων, κερδίζει όμως συνεχώς έδαφος και ενδεχομένως θα υιοθετηθεί σε σύντομο χρονικό διάστημα.

Είναι απαραίτητο λοιπόν να αρχίσει η καταγραφή της περιουσίας της Γενικής Κυβέρνησης το συντομότερο δυνατόν.

Μια δεύτερη διαπίστωση που προκύπτει από τα παραπάνω σε συνδυασμό με τα στοιχεία του Γενικού Κρατικού Προϋπολογισμού του 2009, καθώς και του Κοινωνικού Προϋπολογισμού του 2009 είναι ότι οι πρόσοδοι από ακίνητη περιουσία της Κεντρικής Διοίκησης και των φορέων Κύριας και Επικουρικής Ασφάλισης (δηλαδή του μεγαλύτερου μέρους της Γενικής Κυβέρνησης) δεν ξεπερνούν τα 50 εκατ. ευρώ. (Κεντρική Διοίκηση: 20 εκατ. ευρώ περίπου, Ταμεία: 30 εκατ. ευρώ περίπου). Με δεδομένο το απόθεμα κεφαλαίου των φορέων αυτών, απόδοση αυτής της τάξης μεγέθους θέτει άμεσα και επιτακτικά το θέμα της αξιοποίησης της περιουσίας της Γενικής Κυβέρνησης.

Αυτό το ζήτημα ξεπερνά βέβαια το απλό θέμα της προσόδου των υπαρχόντων ακινήτων (η οποία παραμένει, χωρίς αμφιβολία, πολύ χαμηλή αν συγκριθεί με την αντίστοιχη πρόσοδο του ιδιωτικού τομέα) και θέτει επί τάπητος την κατάλληλη στρατηγική αξιοποίησης της δημόσιας περιουσίας και της δημόσιας γης. Αυτή η στρατηγική αφορά, μεταξύ άλλων, τον τουρισμό και την «πράσινη» ανάπτυξη.

Η σημαντικότερη όμως διαπίστωση που προκύπτει, είναι η ταχύτατη χειροτέρευση της καθαρής θέσης της Γενικής Κυβέρνησης από το 2015 και μετά εξαιτίας της αύξησης του δημοσίου χρέους από ένα και μόνο λόγο: την εξέλιξη του ασφαλιστικού. Αυτό θέτει άμεσα και επιτακτικά το ζήτημα:

α) της αναλογιστικής αποτίμησης των ασφαλιστικών εξελίξεων στη χώρα μας μετά την τελευταία νομοθετική ρύθμιση και

β) το είδος των παρεμβάσεων που απαιτούνται σε περίπτωση που οι αναλογιστικές μελέτες επιβεβαιώσουν αυτή τη ραγδαία χειροτέρευση.

Το ασφαλιστικό φαίνεται ότι αναδεικνύεται στον κυρίαρχο παράγοντα καθορισμού των μεσοπρόθεσμων δημοσιονομικών εξελίξεων στη χώρα μας, ο οποίος επισκιάζει όλες τις άλλες προσπάθειες βελτίωσης της καθαρής θέσης του Δημοσίου, όσο επιτυχημένες και αν είναι αυτές. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να αρχίσουμε να συζητούμε το θέμα αυτό, με νηφαλιότητα και χωρίς προκαταλήψεις. Λύσεις υπάρχουν. Οσο πιο νωρίς εφαρμοστούν, τόσο λιγότερο επώδυνες θα είναι.

* Ο κ. Γ. Στουρνάρας είναι καθηγητής Οικονομικών του Πανεπιστημίου Αθηνών και επιστημονικός διευθυντής του ΙΟΒΕ.

Friday, November 6, 2009

Από την έκτακτη αλληλεγγύη στην εδραίωση της διαγενεακής δικαιοσύνης

Δεν χωράει αμφιβολία ότι η πρωτοβουλία της Κυβέρνησης για έκτακτη εισοδηματική ενίσχυση των λιγότερο εύπορων κοινωνικών ομάδων είναι θετική. Θεωρούμε ότι είναι απαραίτητη η συμπερίληψη της «γενιάς των 700 ευρώ» στους δικαιούχους του εκτάκτου επιδόματος αλληλεγγύης.

Οι νέοι εργαζόμενοι του ιδιωτικού τομέα με ετήσιο εισόδημα στο όριο της φτώχειας, οι απασχολούμενοι σε προγράμματα μαθητείας, οι ενοικιαζόμενοι εργαζόμενοι, οι νέοι εργαζόμενοι με συμβάσεις έργου, έχουν υποστεί αφόρητες πιέσεις την τελευταία περίοδο, ενώ παραδοσιακά βρίσκονται εκτός των τειχών του κοινωνικού κράτους.

Προτείνουμε το επίδομα αλληλεγγύης να δοθεί στους νέους εργαζομένους με ετήσιο εισόδημα κάτω από το όριο της φτώχειας και ένσημα από ένα έτος (το ελάχιστο) έως πέντε έτη (το μέγιστο). Δικαιούχοι θα πρέπει να είναι όσοι επιπρόσθετα επιβαρύνονται με δαπάνες ενοικίου καθ’ όλη τη διάρκεια του εργασιακού τους βίου -να μη διαμένουν δηλαδή στο σπίτι του μπαμπά και της μαμάς-. Η επέκταση του επιδόματος αλληλεγγύης σ’ αυτούς τους ανθρώπους, θα ήταν μια κίνηση αλληλεγγύης προς όλους όσους αγωνίζονται καθημερινά για την οικονομική τους ανεξαρτησία και δεν έχουν την πολυτέλεια να είναι χλιδάνεργοι.

Η διαδικασία της ανοιχτής δημόσιας διαβούλευσης που εγκαινίασε η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ δίνει τη δυνατότητα για βελτιωτικές κινήσεις και ο εκπρόσωπος της κυβέρνησης άφησε ανοιχτό αυτό το ενδεχόμενο. Άλλωστε, στη διαδικασία της διαβούλευσης η συμμετοχή νέων της γενιάς των 700 ευρώ είναι πολύ μεγάλη και υπάρχει μεγάλη πίεση για την επέκταση της λίστας των δικαιούχων. Έχουμε καταθέσει τη συγκεκριμένη πρόταση και θα περιμένουμε να δούμε το τελικό αποτέλεσμα.

Σε κάθε περίπτωση, όμως, θεωρούμε ότι οι έκτακτες επιδοματικές πολιτικές που προσφέρουν απλώς μία μικρή και συγκυριακή ανακούφιση των μη εχόντων δεν επιλύουν κανένα ουσιαστικό πρόβλημα της «Γενιάς των 700ευρώ» μακροπρόθεσμα.

Άποψή μας είναι ότι από την έκτακτη αλληλεγγύη πρέπει να περάσουμε γρήγορα στην εδραίωση της διαγενεακής δικαιοσύνης.

Πώς; Προωθώντας ένα ουσιαστικό πακέτο αναδιανομής ευκαιριών και πόρων προς τη νέα γενιά σε συνδυασμό με μέτρα μόνιμου και διαρθρωτικού χαρακτήρα. Απαιτείται μια ριζική αναμόρφωση του κράτους, της αγοράς εργασίας, του συστήματος κοινωνικής προστασίας και του συστήματος συντάξεων, καθώς και του παραγωγικού μοντέλου, με βασικό κριτήριο την ουσιαστική υποστήριξη των νέων εργαζομένων, οι οποίοι σε συνθήκες οικονομικής, οικολογικής και δημογραφικής κρίσης δεν αποτελούν απλώς μια ευπαθή κοινωνική ομάδα, καλούνται να καταστούν γενιά Ιφιγένεια που θα θυσιαστεί για τη σταθερότητα του συστήματος.

Υπ’ αυτό το πρίσμα έχουμε μιλήσει κατά το παρελθόν για ένα ολοκληρωμένο «Σύμφωνο Αυτονόμησης» των νέων με στόχο την ενθάρρυνση της εισόδου τους στην αγορά εργασίας και την εισοδηματική και κοινωνική στήριξη στα πρώτα χρόνια του εργασιακού τους βίου.

Βασικοί πυλώνες αυτού του new deal για τη νέα γενιά είναι:

α) το πριμ απασχόλησης υπό τη μορφή ενός αρνητικού φόρου εισοδήματος της τάξης των 30 λεπτών για ατομικά εισοδήματα μεταξύ 300 και 700 ευρώ

β) η παροχή κινήτρων για αγορά ή ενοικίαση κατοικίας

γ) τα φορολογικά κίνητρα

Ταυτόχρονα, έχουμε πει ότι το Σύμφωνο Αυτονόμησης θα μείνει κενό γράμμα, αν δεν συνοδευτεί από μια ατζέντα μεταρρύθμισης σε μια σειρά εξαιρετικά κρίσιμων τομέων (κράτος, αγορά κοκ) και ειδικά στο ασφαλιστικό έτσι ώστε τουλάχιστον να μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε ή έστω αν μπορούμε να αξιοποιήσουμε την πλέον ύπουλη διαδικασία που ροκανίζει την κοινωνική συνοχή, την πληθυσμιακή γήρανση.

Σημείωνουμε σ’ αυτό το σημείο ότι παρότι καλοδεχούμενη και επιτακτική η επιδότηση των ασφαλιστικών εισφορών των νέων που προτείνει η κυβέρνηση, δεν αρκεί για να διευκολύνει την είσοδό τους στην αγορά εργασίας και να αυξήσει το διαθέσιμο εισόδημά τους, μειώνοντας τη φορολόγηση της εργασίας.

Απαιτείται η πλήρης μεταρρύθμιση του συστήματος ασφάλισης και συγκεκριμένα η μετάβαση σε ένα μικτό ασφαλιστικό σύστημα με έναν πυλώνα βασικής σύνταξης αναδιανεμητικής λογικής και έναν προσωπικής αποταμίευσης κεφαλαιοποιητικής λογικής. Φυσικά, τέτοιες αλλαγές, οι οποίες θα βελτίωναν τη μακροπρόθεσμη δημοσιονομική θέση της χώρας αυξάνοντας ταυτόχρονα τη χρηματοδότηση του συστήματος, δεν φαίνεται να είναι στις προθέσεις ΚΑΙ αυτής της κυβέρνησης. Μια τέτοια δομική αλλαγή, όμως, θα ήταν κίνηση όχι απλά έμπρακτης αλληλεγγύης προς τη νέα γενιά, αλλά εδραίωσης της διαγενεακής δικαιοσύνης στη χώρα.

Tuesday, November 3, 2009

Το μεταναστευτικό (ως ορφανό πολιτικής) και μία διέξοδος

Εδώ και ένα μήνα παρακολουθούμε με ενδιαφέρον τις κινήσεις του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη στο μεταναστευτικό.

Πρώτα δόθηκε εντολή να μην απελαύνονται οι μετανάστες δεύτερης γενιάς, παιδιά δηλαδή που έχουν γεννηθεί ή μεγαλώσει και ενηλικιωθεί στην Ελλάδα υπό το καθεστώς του προστατευόμενου μέλους, και εκπίπτουν από τη νομιμότητα για τυπικούς μόνο λόγους.

Δεύτερον, απελευθερώθηκαν 1800 κρατούμενοι μη ποινικοί παράνομοι μετανάστες από τα αστυνομικά κρατητήρια.

Τρίτον, εξαγγέλθηκε η τοποθέτηση πολιτισμικών διαμεσολαβητών στα αστυνομικά τμήματα και μελλοντικά διατυπώθηκε η πρόθεση για συμμετοχή και μεταναστών στην αστυνομία.

Τέταρτον, εξαγγέλθηκε η «αποαστυνομικοποίηση» της διαδικασίας του Ασύλου στο ΥΠΕΣ, όπου φυσιολογικά ανήκει η φάση αξιολόγησης των αιτήσεων και η τελική απόφαση.

Πέμπτον, προσκλήθηκε εισαγγελέας για τη διερεύνηση του θανάτου του Πακιστανού υπηκόου κ. Καμράν και δεν περιορίστηκε η έρευνα μόνο στην κλασσική ΕΔΕ και την άφεση αμαρτιών που είθισται αυτή να προσφέρει.

Έκτον, όχι μόνο επετράπη αλλά προστατεύτηκε και από ισχυρές αστυνομικές δυνάμεις η χτεσινή αντιρατσιστική συναυλία στον Άγιο Παντελεήμονα.

Έβδομον, έκλεισε το κολαστήριο της Παγανής, αυτού του κατάπτυστου για τα ανθρώπινα δικαιώματα και την αξιοπρέπεια του ανθρώπου Χώρου Υποδοχής Μεταναστών στη Μυτιλήνη.

Παρά τις σημαντικές αυτές πρωτοβουλίες, όμως, το Παγκόσμιο Φόρουμ για τη Μετανάστευση και την Ανάπτυξη που διοργανώνεται αυτές τις μέρες στην Ελλάδα, παρουσία σημαντικών πολιτικών προσωπικοτήτων, ακαδημαϊκών και μη κυβερνητικών οργανώσεων απ’ όλο τον πλανήτη, βρίσκει τη χώρα μας χωρίς συγκροτημένη πολιτική στο μεταναστευτικό.

Καταρχάς, το καθ’ ύλην αρμόδιο Υπουργείο για τη μεταναστατευτική πολιτική, το Εσωτερικών, φαίνεται να αντιλαμβάνεται το ρόλο του αποκλειστικά ως διοργανωτή και μόνο του Global Forum. Μέχρι στιγμής δεν έχει προβεί σε ένα στοιχειώδες follow up των αυτονόητων πρωτοβουλιών του Προστασίας του Πολίτη με αποτέλεσμα τα θέματα να μένουν στον αέρα.

Τι σημασία έχει μια απόφαση μη απέλασης των μεταναστών δεύτερης γενιάς μακροπρόθεσμα, όταν δε λύνεται μια και καλή το θέμα της νομιμότητας των παιδιών αυτών, όπως επίμονα ζητάει και ο Συνήγορος του Πολίτη.

Τι σημασία έχει η εξαγγελία για μεταφορά του Ασύλου, όπου σημειωτέον μας κατακρίνει ολόκληρη η διεθνής κοινότητα για την πρακτική μας να παρεμποδίζουμε την πρόσβαση στις αιτήσεις, όταν ο βασικός πρωταγωνιστής της νέας διαδικασίας τηρεί σιγή ιχθύος;

Τι σημασία έχει το κλείσιμο της Παγανής, όταν το καθ’ ύλην αρμόδιο Υπουργείο δεν αναλαμβάνει να φτιάξει το στοιχειώδες, δηλαδή εσωτερικό κανονισμό λειτουργίας των ΕΧΠΑ, πόσο μάλλον να αναβαθμίσει τους υπάρχοντες χώρους υποδοχής και να δημιουργήσει νέους ακολουθώντας τα καλύτερα πρότυπα του εξωτερικού;

Εάν σκεφτεί κανείς ότι στο Αιγαίο υπάρχει ένα μικρό Σάμινα κάθε βδομάδα και στα νησιά λειτουργούν πολλά μικρά οιωνεί γκουαντάναμο. Εάν αναλογιστεί κανείς τις εντάσσεις που δημιουργούνται στον αστικό ιστό από την γκετοποίηση, προϊόν τόσο της παράνομης μετανάστευσης, όσο επίσης και της ατελούς ένταξης των νόμιμων μεταναστών στην κοινωνία και την ομαλή οικονομική ζωή, τότε γρήγορα θα αντιληφθεί ότι απαιτείται άμεση δράση, χωρίς χρονοτριβές.

Η διέξοδος σε στρατηγικό επίπεδο είναι μία. Να δημιουργηθεί μια νέα αρχιτεκτονική στο μεταναστευτικό με δύο κεντρικούς βραχίονες: α) έναν ενιαίο πολιτικό και διοικητικό κέντρο υπό το ΥΠΕΣ, το οποίο θα χαράσσει πολιτική και θα την εφαρμόζει με τη συνδρομή και των συναρμόδιων υπουργείων Υγείας, Απασχόλησης, Προστασίας του Πολίτη και ΥΠΕΞ. Υπενθυμίζουμε ότι υπό το πρίσμα αυτής της λογικής το ΠΑΣΟΚ είχε δεσμευτεί προεκλογικά για δημιουργία γενικής γραμματείας μετανάστευσης. Έχασε όμως την ευκαιρία να τη δημιουργήσει κατά τη φάση του σχηματισμού κυβέρνησης και αλλαγής της δομής των υπουργείων. β) ένα ενιαίο επιχειρησιακό κέντρο με τη διακλαδική συνεργασία Λιμενικού Σώματος και ΕΛΑΣ υπό το Προστασίας του Πολίτη. Αυτό βρίσκεται ήδη σε εξέλιξη.

Δεν ανακαλύπτουμε εδώ την πυρίτιδα. Υπενθυμίζουμε απλώς στην κυβέρνηση ότι έτσι όπως χειρίζεται το ζήτημα, αποσπασματικά και χωρίς σχέδιο, μπορεί μεν να ανακουφίζει προσωρινά κάποιους ανθρώπους, ωστόσο δε λύνει το πρόβλημα μακροπρόθεσμα. Έτσι το μεταναστευτικό θα συνεχίσει να αποτελεί μια καθημερινή κρίση. Κρίση ασφάλειας, κρίση ανθρωπιστική. Το μεταναστευτικό ως ορφανό πολιτικής. Αυτό θέλουμε;