Thursday, May 31, 2007

Ανακοίνωση G700: Μείωση μισθών; No thanks

Στην ετήσια του Έκθεση για την ελληνική οικονομία ο ΟΟΣΑ προτείνει να μειωθεί ο μισθός για τους νεοεισερχομένους στην αγορά εργασίας. Θεωρεί ότι έτσι θα καταπολεμηθεί η ανεργία.

Στην Ελλάδα η Κυβέρνηση αρκείται στο να εκφράζει τη δυσφορία της. Το ΠΑΣΟΚ μιλάει για ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα. Και τα κόμματα της Αριστεράς προτείνουν τη θεσμοθέτηση βασικού μισθού στα 1000 ή 1200 ευρώ.

Κοινώς όλοι κάνουν την πάπια σε σχέση με τα πραγματικά προβλήματα της ελληνικής αγοράς εργασίας.

Η σκέψη τους στοιχειώνεται από το φάντασμα των παλιών ιδεών της παραδοσιακής σοσιαλδημοκρατίας και του νεοφιλελευθερισμού. Όλοι προτείνουν λύσεις σε απευθείας σύνδεση με το παρελθόν.

«Αφήστε τους νέους να πληρώσουν το μάρμαρο», μας λένε εμμέσως πλην σαφώς.

Οι μεν, προτείνοντας τη μείωση του βασικού μισθού ως κίνητρο που θα τονώσει τις προσλήψεις, καθιστούν τους νέους σε net losers της νέας οικονομικής εποχής. Φορτώνουν σε μας το κύριο βάρος της όποιας οικονομικής μεταρρύθμισης και προσαρμογής. Και αγνοούν ότι στην Ελλάδα το σημαντικότερο αντικίνητρο στην απασχόληση είναι το ασφαλιστικό και γενικότερα το μη μισθολογικό κόστος της εργασίας.

Οι δε, προτείνοντας μη ρεαλιστικές λύσεις, καθιστούν τους νέους σε μόνιμους outsiders της αγοράς εργασίας. Δεν μας λένε όμως ότι αν αύριο θεσμοθετήσουμε τα 1200 ευρώ ως βασικό μισθό η ανεργία και η μαύρη απασχόληση των νέων θα διπλασιαστεί .

Δεν τραβάμε κάποιο ζόρι με τους θεσμούς (ΟΟΣΑ , κόμματα , συνδικάτα κλπ). Όμως οι εμμονές των κυρίαρχων ελίτ ένθεν κακείθεν πλήττουν τα συμφέροντα της νέας γενιάς.

Εμείς ως G700 απευθύνουμε μια διπλή προτροπή προς όλες τις μεριές:

1) Η ανεργία δεν καταπολεμείται αυξάνοντας μαζικά τη φτώχεια.

2) Συνδέστε τις αμοιβές με την παραγωγικότητα και αποδώστε επιτέλους δικαιοσύνη στη νέα γενιά των υπερεργαζόμενων, υποαμοιβόμενων και ανασφαλών Ελλήνων.

Παρεμπιπτόντως, αυτό ισχύει και για το δημόσιο …

Tuesday, May 29, 2007

Είμαστε η γενιά των 1000 ευρώ

Δεν αναφέρομαι μόνο στους Έλληνες. Αλλά σε όλους εμάς που ζούμε στην Ευρώπη του 21ου αιώνα. Η θεωρία μου έχει ως εξής…

Από την Ειρήνη Χειρδάρη

Ε ναι, λοιπόν, το διαπίστωσα και εγώ! Η πόλη όπου ζω και η οποία ονομάζεται Αθήνα είναι η πιο ακριβή πρωτεύουσα της Ευρώπης. Έχω μόλις παραγγείλει το ποτό μου σε κλαμπ και αναρωτιέμαι δυνατά: «έχω φουσκωμένο τραπεζικό λογαριασμό; Όχι! Έχω πλούσιο γκόμενο; Όχι! Τότε πώς να πληρώσω ένα κοκτέιλ Cosmopolitan 12 ευρώ; Παρ’ το πίσω το ποτό!»

Ο μπάρμαν με κοιτάζει περίεργα. Το άκρον άωτο του μικροαστισμού όμως είναι να ντρέπεσαι να πεις ότι βρίσκεις κάτι ακριβό. Να ντρέπονται καλύτερα μερικοί εργοδότες για τα χρήματα που δίνουν και ορισμένοι επιχειρηματίες για την αισχροκέρδεια. Σε όλα τα ταξίδια μου δεν συνάντησα άλλον λαό να παίρνει 600 ευρώ βασικό και να πληρώνει με χαμόγελο τον καφέ 5 ευρώ και το ποτό 10 ευρώ. «Μα το κλαμπ μας είναι ευρωπαϊκών προδιαγραφών!» πετάγεται το αφεντικό, ως γνήσιος βλάχος. Στο Matrix στο Άμστερνταμ του λέω που είναι κλάσεις ανώτερο και βρίσκεται σε μια πόλη όπου ο βασικός μισθός είναι 1500 ευρώ, αγοράζω ένα Cosmopolitan και ένα ποτήρι λευκό κρασί μαζί. Άρα, είστε ακριβοί».

Πολύ ακριβοί για τη γενιά του 1000. Είναι η γενιά που ακολουθεί την Generation X. Ό,τι σπουδές κι αν έκαναν, όσες υπερωρίες κι αν δουλεύουν, το καλύτερο που μπορούν να πάρουν είναι 1000 ευρώ. Πώς γίνεται να ζήσεις με 1000 ευρώ;

Τηλεφωνώ στους φίλους μου στο εξωτερικό για να μάθω τι γίνεται στον κόσμο. Εκεί λοιπόν ο καφές έχει 2 ευρώ και η μπίρα άλλα 2 ευρώ. Πρέπει να τους κόψω την επικοινωνία για να μη με φρικάρουν. Αλλά με έψησε μια ιδιωτική εταιρεία τηλεφωνίας να πάρω ένα πρόγραμμα για φτηνά τηλεφωνήματα στο εξωτερικό. Τελικά πλήρωσα όσα ακριβώς και στον ΟΤΕ, συν 200 ευρώ plus στην ιδιωτική εταιρεία!

Την ίδια στιγμή η φίλη μου η Λ. μου έλεγε ότι έκανε παράπονα στον ολλανδικό οργανισμό συγκοινωνιών επειδή το λεωφορείο άργησε 10ν λεπτά! Την αποζημίωσαν με αρκετά χρήματα – υπολογίστηκε και η ψυχική οδύνη από το στρες που τις προκάλεσαν που δεν έφτασε στην ώρα της στη δουλειά. Η Λ. παράτησε την καριέρα της εδώ για να γίνει σερβιτόρα στο Άμστερνταμ. Δουλεύοντας τρεις φορές την εβδομάδα πλήρωνε τα μεταπτυχιακά, το σπίτι και τα ταξίδια της.

Η ασφάλεια που είχε εκεί ήταν real ασφάλεια. Δεν χρειαζόταν να ξεπαραδιάζεται στον οδοντίατρο κάθε τρεις και λίγο. Η σύνταξη που θα μου δίνει εμένα το Δημόσιο Ταμείο μου δεν θα φτάνει ούτε για ντομάτες, παρ’ όλο που ο εργοδότης μου τους έχει δώσει ένα κάρο λεφτά. Πώς γίνεται να επιβιώσω εδώ υπό αυτές τις συνθήκες; Πρέπει να μεταναστέψω;

ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟ, PLEEZ

Με αυτά τα δεδομένα κατέληξα στα εξής βασικά συμπεράσματα:

  1. Να ζητήσω από τον εργοδότη μου να μη μου πληρώνει ασφάλιση. Με αυτά τα χρήματα καλύτερα να πληρώνω εγώ μία ιδιωτική ασφάλεια.]
  2. Να μην ξαναψωνίσω ρούχα εδώ. Να ταξιδεύω μία φορά το χρόνο στο εξωτερικό και να κάνω έτσι πιο οικονομικές αγορές.
  3. Να κόψω τους καφέδες και τα ποτά σε ακριβά μέρη. Καλύτερα να μαζευόμαστε όλοι οι φίλοι σε κάποιο σπίτι, βεράντα, ταράτσα, παραλία…
  4. Ποτέ ξανά διακοπές στις Κυκλάδες. Τα χρήματα που μου μένουν αν δεν πληρώσω ξαπλώστρες ένα καλοκαίρι θα τα κάνω διακοπές σε Ασία και Λατινική Αμερική.
  5. Να κόψω τις ιδιωτικές εταιρείες τηλεφώνου και να κατεβάσω το Skype. Με αυτό το πρόγραμμα στο pc και πληρώνοντας μόνο το πάγιο του ΟΤΕ μπορώ να τηλεφωνώ στους φίλους μου στον κόσμο και στην Ελλάδα, και να μιλάμε δωρεάν!
  6. Να μην ντρέπομαι να μποϊκοτάρω όταν νιώθω πως με κλέβουν. Ας ντρέπονται καλύτερα οι πολιτικοί, που αδυνατούν να ελέγξουν την αισχροκέρδεια και μπουρδολογούν τόσα χρόνια. Enough is enough!

Το παραπάνω άρθρο της δημοσιογράφου Ειρήνης Χειρδάρη δημοσίευτηκε στο νεανικό περιοδικό Free Magazine πριν από ένα περίπου χρόνο.

Monday, May 28, 2007

Το blogging θα σας βοηθήσει να βρείτε δουλειά (?)

Η νέα τάση θέλει τους προϊσταμένους να σερφάρουν στο Ιντερνετ αναζητώντας ιδιαίτερα χαρακτηριστικά για τους υποψηφίους

Από την Ιφιγένεια Διαμαντή

Δεν είναι μόνον η συνέντευξη το εργαλείο που χρησιμοποιούν οι υπεύθυνοι αναζήτησης προσωπικού στις εταιρείες για να προσλάβουν υποψηφίους. Ούτε μια απλή αναζήτηση στο Google. Η νέα τάση –προς το παρόν στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού– θέλει τους προϊσταμένους να σερφάρουν με τις ώρες στο Ιντερνετ αναζητώντας σε blogs (ιστολόγια) κάποια χαρακτηριστικά που δεν μπορούν να διακρίνουν ούτε στο βιογραφικό ούτε στην προσωπική συνέντευξη με τον εκάστοτε υποψήφιο για δουλειά.

Αυτό τουλάχιστον υποστηρίζει πρόσφατο ρεπορτάζ της Wall Street Journal, με τίτλο «Πώς το blogging μπορεί να σας βοηθήσει να βρείτε καινούργια δουλειά».

Το ακόλουθο παράδειγμα είναι χαρακτηριστικό. Ο υπεύθυνος μιας εταιρείας προσέλαβε έναν άνθρωπο, επειδή είχε εντυπωσιαστεί από όσα διάβασε στο μπλογκ του. «Τα θέματα και ο τρόπος με τον οποίο τα έθιγε με εντυπωσίασαν», λέει ο κ. Ράσελ Γκλας, αντιπρόεδρος μάρκετινγκ σε εταιρεία νέων τεχνολογιών, που άντλησε χρήσιμες πληροφορίες για την εργασιακή εμπειρία και τις σπουδές ενός υποψηφίου. Χωρίς να χάσει στιγμή, του τηλεφώνησε και τον προσέλαβε. Τα μπλογκς δίνουν στους εργοδότες επιπλέον δυνατότητες να εξακριβώσουν το πραγματικό επίπεδο των γνώσεων ενός πιθανού υποψηφίου.

Υπερβολές; Υπάρχουν αρνητικές πλευρές στο νέο αυτό φαινόμενο και ποια η κατάσταση στην Ελλάδα σήμερα;

Διαβάστε το πλήρες άρθρο της Ιφιγένειας Διαμαντή όπως δημοσιεύτηκε στην Καθημερινή της Κυριακής στις 27 - 5 - 2007. Διαβάστε το αυθεντικό άρθρο της Sarah E. Needleman, όπως δημοσιεύτηκε στη Wall Street Journal στις 10 - 4 - 2007. Ρίξτε μια ματιά και σε μερικά recruiting blogs.

Tuesday, May 22, 2007

The Goal Rush

By Adam Smith

Right now, in sports, the English Premier League is just about the definition of a great thing. Backed by wealthy investors like Hicks, and tapping into a huge fan base all over the world, Premier League clubs have struck gold. Teams in English football's top flight notched up around $2.5 billion in revenue last season, almost triple the level of a decade ago, making it the world's richest football league by a country mile.

New owners are piling in: foreign investors have snapped up four clubs in the past year — Liverpool, Portsmouth, Aston Villa and West Ham United — to add to the three which already had non-British owners. The rush isn't over; in April, Stan Kroenke, owner of the Denver Nuggets basketball team and ice hockey's Colorado Avalanche, increased his stake in Arsenal, of London, to more than 12%. The flood of money is paying dividends; three of the four semifinalists in this year's Champions League are Premier League clubs. With interest swelling among faraway fans in Asia and beyond, backers of the Premier League can look forward to "a much brighter future of growth," says Hicks.

If so, that would be one of the business world's more improbable turnarounds. Less than 20 years ago, English football was known more for rabid fans and decrepit stadiums than for the sort of classy crowd that fills the suites at the stadiums of Chelsea and Manchester United. How did the local game of the English working class become a global business? And can it stay on top?

Διαβάστε το πλήρες άρθρο όπως δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Time στις 26 Απριλίου 2007.

Friday, May 18, 2007

Meet the Freeters!

Who are they?

By Wikipedia

Freeter (Japanese: フリーター furītā) is a Japanese expression for people between the age of 15 and 34 who lack full time employment or are unemployed, excluding housewives and students. They may also be described as underemployed or freelance workers.

These people do not start a career after high school or university but instead usually live as parasite singles with their parents and earn some money with low skilled and low paid jobs. The low income makes it difficult for freeters to start a family, and the lack of qualifications make it difficult to start a career at a later point in life.

Freeters are a relatively new phenomenon in Japan. The word freeter was used first around 1987 during the bubble economy, referring to young people that deliberately chose not to work despite a large number of jobs available at that time.

During this time, freeters were also somewhat glamorized as people pursuing their dreams and trying to live life to the fullest. In the first years of the 21st century, the number of freeters began rising rapidly. In 1982 there were an estimated 0.5 million freeters in Japan, 0.8 million in 1987, 1.01 million in 1992 and 1.5 million in 1997. The official number for 2001 is 4.17 million freeters according to one count, or 2 million in 2002 according to another estimate, approximately three percent of the working population.

According to some estimates there will be ten million freeters in Japan in 2014. The rapid increase in the number of freeters has many Japanese people worried about their future impact on the society. Freeters often work at convenience stores, supermarkets, fast food outlets, restaurants, and other low paying, low skill jobs (assuming they work at all). According to a survey of the Japan Institute of Labor in 2000, the average freeter works 4.9 days per week and earns ¥139,000 per month (ca. $1,300 U.S.). Two thirds of freeters have never had a regular, full time job.

Freeters, freeloaders, and the political opposition

By ampontan

WITH NOTHING TO LOSE but their chains, the “freeters”, Japan’s term for temporary workers that hop from job to job, have formed a labor union. They held a demonstration last week that was covered by the Japan Times:

Temporary workers known as “freeters” and other dissatisfied laborers gathered Monday in Tokyo to demand a better work environment and higher wages, arguing government policies have caused many of them to settle for low-paying jobs and an unsteady life.

What do you think of freeters?

Extracts from an Online Survey

Of the freeter group, 42% replied, "I'm a freeter because I'm comfortable with the life." Another 36% said, "If a freeter is comfortable with being a freeter, that's fine." The remaining 22% were less enthusiastic: "Although I'm a freeter, I'm not really happy about it," was their response. [See graph 1]

Among full-time employees, the majority were well disposed to freeters, with 48% replying, "I can understand people becoming freeters." Another 24% answered, "As long as they're comfortable about it, that's fine." That left only 28% who said they could not understand people becoming freeters. [See graph 2]

The top three answers given by freeters for why they were happy with that lifestyle were "It leaves me plenty of time for myself" (36%); "If there's something you dream of doing, you should give that priority" (24%); and "Even if you get a regular job, there's no guarantee of a stable livelihood" (17%). Presumably drawing on their experience of employment, the full-time workers who expressed understanding of the freeter lifestyle answered, "You should give priority to your dreams" (31%); "If you're not sure what you want to do, it's a way of marking time until you know" (26%); and "You can avoid the complicated personal relationships involved in working as a regular company employee" (17%). On the other hand, those freeters who were unhappy with their situation gave very practical reasons: "It's an unstable livelihood" (26%); "The wages are bad" (19%); and "The employer usually makes no social security provision" (19%). The two main reasons given by full-time employees for thinking that working as a freeter was unsatisfactory were similar: "Unstable livelihood" (41%) and "Unstable social security" (32%).

Tuesday, May 15, 2007

Ασφαλής Ασφάλιση: Ατζέντα G700

Δεν υπάρχει μεγαλύτερη αδικία σε βάρος της νέας γενιάς από την άρνηση της Κυβέρνησης, των κομμάτων της αντιπολίτευσης και των συνδικάτων να προωθήσουν μια ουσιαστική και σε βάθος μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού μας συστήματος.

Δεν υπάρχει μεγαλύτερο έγκλημα σε βάρος της νέας γενιάς από τη διαχρονική και κατά συρροή καταλήστευση των χρημάτων των ασφαλιστικών ταμείων από την ίδια τη διοίκησή τους εν γνώσει της εκάστοτε Κυβέρνησης και εν αγνοία των ασφαλισμένων.

Οι νέοι έχοντας μόλις μπει στην αγορά εργασίας καλούνται να πληρώσουν τα σπασμένα ενός προβληματικού συστήματος κοινωνικής ασφάλισης, είτε καταβάλλοντας υψηλότερες εισφορές είτε αποδεχόμενοι για τον εαυτό τους χειρότερους ασφαλιστικούς όρους σε σχέση με τους γονείς τους.

Το παιχνίδι που παίζεται στις πλάτες των νέων εδώ και αρκετά χρόνια δε μπορεί να συνεχιστεί στο διηνεκές. Απαιτούμε επιτέλους δικαιοσύνη και ουσιαστική αλληλεγγύη εκ μέρους της γενιάς των μεσηλίκων που σήμερα συγκροτεί την πολιτική, οικονομική και συνδικαλιστική ελίτ της χώρας.

Τους καλούμε όλους να αναλογιστούν το εξής απλό: πόσο θ’ αντέξει να πληρώνει τα σπασμένα μια γενιά η οποία φθίνει αριθμητικά ενώ ταυτόχρονα υποαπασχολείται συστηματικά;

Είναι κατά την άποψή μας επιτακτική ανάγκη να προβούμε επιτέλους σε μια ουσιαστική και σε βάθος μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού μας συστήματος με πυξίδα την κοινή λογική.

Ποια είναι αυτή η μεταρρύθμιση και τι περιλαμβάνει;

1. Ένα ΣΥΝΤΑΞΙΟΔΟΤΙΚΟ ταμείο για όλους τους Έλληνες

Προτείνουμε τη σταδιακή συγχώνευση όλων των ταμείων κοινωνικών ασφαλίσεων σε ένα συνταξιοδοτικό ταμείο για όλους τους Έλληνες, με ενιαία νομοθεσία, πράγμα το οποίο σημαίνει ότι όλοι οι ασφαλισμένοι θα έχουν τα ίδια ασφαλιστικά δικαιώματα και τις ίδιες ασφαλιστικές υποχρεώσεις.

Όλοι γνωρίζουμε, και το επιβεβαιώνουν και οι Εκθέσεις του ΟΟΣΑ και της ΕΕ, ότι το ελληνικό σύστημα κοινωνικής ασφάλισης εμπεριέχει τις περισσότερες και μεγαλύτερες ανισότητες τόσο μεταξύ των ταμείων per se όσο και μεταξύ των ασφαλισμένων.

Η πραγματικότητα αυτή αντανακλάται στις τεράστιες διαφορές που υπάρχουν μεταξύ κορυφαίων κοινωνικών ταμείων, όπως το ΙΚΑ, τα συνταξιοδοτικά ταμεία των ΔΕΚΟ, των Τραπεζών και του Δημοσίου, και οφείλεται στη διαχρονική συσσώρευση επιμέρους ρυθμίσεων καθώς και την ενσωμάτωση κανόνων ειδικής συνταξιοδοτικής μεταχείρισης για ορισμένες κατηγορίες εργαζομένων.

Η πρόταση για ένα συνταξιοδοτικό ταμείο για όλους τους Έλληνες, εκτός από δίκαιη, είναι και οικονομικά ορθολογική, διότι απορροφά το σύνολο των κοινωνικών πόρων που διαθέτουν τα ασφαλιστικά ταμεία και δημιουργεί έναν ενιαίο «εθνικό κουμπαρά» για τη χρηματοδοτική στήριξη των συντάξεων.

Η πρόταση για ένα συνταξιοδοτικό ταμείο για όλους τους Έλληνες, αν και αρχικά φαντάζει ριζοσπαστική και ανέφικτη, παρόλα αυτά διαθέτει κοινό έδαφος τόσο με τη λογική του νόμου Ρέππα, σύμφωνα με τον οποίο ενθαρρύνεται η συγχώνευση ομοειδών ασφαλιστικών φορέων, όσο και με την ιδέα που διέρρευσε πρόσφατα από πλευράς Κυβέρνησης για κοινή διοίκηση σε όλα τα ταμεία.

2. ΕΛΕΥΘΕΡΗ έξοδος από την εργασία με ΑΝΤΑΠΟΔΟΤΙΚΟΥΣ όρους.

Είναι ευρέως γνωστό, αν και όχι ευρέως αποδεκτό, ότι η αύξηση του ορίου ηλικίας συνταξιοδότησης έχει οριακή επίδραση ως προς την επίλυση του ασφαλιστικού προβλήματος. Συνεπώς δεν αποτελεί λύση.

Αυτό δεν αποτελεί δική μας αυθαίρετη διαπίστωση. Το λένε δύο εκ διαμέτρου αντίθετοι στις απόψεις και το μέγεθος τους οργανισμοί, όπως χαρακτηριστικά είναι ο ΟΟΣΑ από τη μία και η ΓΣΕΕ με την ΠΟ.ΠΟ.Κ.Π. από την άλλη.

Κατά την άποψή μας, άποψη την οποία διατυπώνουν τόσο τα συνδικάτα όσο και οι εγχώριοι ασφαλιστικοί οργανισμοί, στην Ελλάδα σήμερα δεν υπάρχει πρόβλημα χαμηλού ορίου συνταξιοδότησης, αλλά χαμηλού χρόνου ασφάλισης.

Σύμφωνα με στοιχεία της ΠΟ.ΠΟ.Κ.Π. το 48% όσων συνταξιοδοτήθηκαν το 2003 έχουν ασφαλιστικό χρόνο μικρότερο από 20 έτη. Ταυτόχρονα συνεχίζει να αυξάνεται ο αριθμός των συνταξιοδοτήσεων με μειωμένη σύνταξη, με αποτέλεσμα την περαιτέρω επιδείνωση της σχέσης ασφαλισμένων – συνταξιούχων. Για το 2005 ο αριθμός αυτής της κατηγορίας των συνταξιοδοτηθέντων από κάθε Ταμείο φαίνεται να αυξάνεται σημαντικά σε σχέση με το 2004. Μάλιστα σε ορισμένα Ταμεία του ευρύτερου Δημόσιου τομέα φθάνει και το 70%.

Είναι η τρίτη φορά που ζούμε αυτό το φαινόμενο μέσα στα τελευταία 15 χρόνια. Οι δυο προηγούμενοι περίοδοι με μεγάλη αύξηση του αριθμού συνταξιοδοτήσεων ήταν μεταξύ 1990-1992 και 1997-1998.

Παράλληλα πρέπει να επισημανθεί ότι εάν οι συντάξεις όσων φεύγουν νωρίς είχαν υπολογιστεί με ανταποδοτικό τρόπο ή με όρους κεφαλαιοποίησης, θα έπρεπε το ποσό της σύνταξης να είναι στο 60% περίπου των σημερινών καταβαλλόμενων συντάξεων.

Η άποψή μας είναι σαφής.

Όταν καυτηριάζουμε τη γενιά των μεσηλίκων, και λέμε ότι είναι άδικη ως προς τη διαχείριση του ασφαλιστικού απέναντι στις επόμενες γενιές, καυτηριάζουμε ακριβώς αυτό το φαινόμενο της αποσύνδεσης του εργασιακού βίου από τον ασφαλιστικό βίο, αποσύνδεση η οποία συμβαίνει είτε μέσω της εκτεταμένης εισφοροδιαφυγής είτε μέσω της μαύρης εργασίας.

Ταυτόχρονα καυτηριάζουμε τη συμπεριφορά πολλών συμπολιτών μας οι οποίοι παρά το γεγονός ότι διαθέτουν μικρό χρόνο ασφάλισης, επειδή για χρόνια δούλευαν μαύροι ή δεν πλήρωναν εισφορές, σήμερα θέλουν και απαιτούν να λάβουν δυσανάλογα μεγάλη σύνταξη από το κοινωνικό σύνολο: από το 60% που θα τους αναλογούσε με βάση τις εισφορές που έχουν καταβάλει θέλουν τώρα να αμείβονται με το 80%.

Προτείνουμε συνεπώς να ταυτιστεί ο ασφαλιστικός βίος με τον εργασιακό βίο του κάθε εργαζόμενου γεγονός το οποίο προϋποθέτει πολιτικές πάταξης της εκτεταμένης διαφυγής εισφορών, που την περίπτωση του ΙΚΑ φτάνει το 12% των ετήσιων καταβαλλόμενων εισφορών, και αποδόμηση της βιομηχανίας των μειωμένων συντάξεων.

Επιπρόσθετα κι εδώ βρίσκεται όλο το ζουμί προτείνουμε να θεσπιστεί η δυνατότητα ελεύθερης εξόδου από την εργασία με πλήρως ανταποδοτικές συντάξεις. Φεύγεις νωρίς; Παίρνεις αυτά που σου αναλογούν. Μένεις; Πριμοδοτείσαι γι’ αυτό.

Τι θα γίνει όμως με όσους για λόγους οικονομικής ή βιολογικής αδυναμίας δεν κατάφεραν να ενταχθούν στον βασικό κορμό του συνταξιοδοτικού συστήματος;

3. ΑΠΟΣΥΝΔΕΣΗ της Πολιτικής Πρόνοιας από την Κοινωνική Ασφάλιση

Η κάλυψη των αναγκών ευαίσθητων ομάδων του πληθυσμού όπως είναι οι ομογενείς, οι επαναπατρισθέντες, οι άνεργοι, οι χαμηλοσυνταξιούχοι κοκ, είναι μια υποχρέωση της Πολιτείας, η οποία σε ένα πολύ μεγάλο βαθμό μεταφέρθηκε στα Ταμεία, χωρίς την ανάλογη χρηματοδότηση από την πλευρά του κράτους.

Εάν επιχειρήσουμε μια ανάλυση των στοιχείων του Κοινωνικού και του Κρατικού Προϋπολογισμού θα διαπιστώσουμε ότι το ασφαλιστικό μας σύστημα επιβαρύνεται σημαντικά με παροχές καθαρά προνοιακού χαρακτήρα. Τέτοιες παροχές είναι οι βασικές συντάξεις του Ο.Γ.Α., το προνοιακό μέρος των κατώτατων ορίων συντάξεων και πολλά επιδόματα, τα οποία δεν είναι ανταποδοτικές παροχές ασφάλισης.

Ο συνυπολογισμός στις δαπάνες της Κοινωνικής Ασφάλισης των δαπανών προνοιακού χαρακτήρα, οι οποίες στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης χρηματοδοτούνται από τον Κρατικό Προϋπολογισμό, δημιουργεί παράλληλα μια πλασματική εικόνα για τις συνολικές δαπάνες του συστήματος προς τα Ταμεία, αλλά και για την επιβάρυνση του Κράτους. Από το ύψος των 9-10 περίπου δις ευρώ με τα οποία επιχορηγούνται τα Ταμεία τα μισά και παραπάνω αντιστοιχούν σε παροχές προνοιακού χαρακτήρα.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΤΑΙ κατά την άποψή μας ο σαφής ουσιαστικός και λογιστικός διαχωρισμός Προνοιακών και Ασφαλιστικών παροχών προκειμένου να μην υπάρχει η μεγάλη αυτή σύγχυση με τις υποχρεώσεις του Κράτους, αλλά και τις δημοσιονομικές επιβαρύνσεις για το Ασφαλιστικό.

4. ΔΗΜΟΣΙΟΠΟΙΗΣΗ του τομέα της Υγείας

Στα πλαίσια της παραπάνω λογικής, δηλαδή του διαχωρισμού Προνοιακών και Ασφαλιστικών δαπανών, θεωρούμε ότι πρέπει να πάμε κι ένα βήμα παραπέρα.

Πρέπει να διαχωριστεί η ασφάλιση υγείας από την ασφάλιση γήρατος. Η διαχείριση των δαπανών υγείας στα πλαίσια του κλάδου υγείας των κοινωνικών ταμείων δεν επαρκεί.

Η χρηματοδότηση της υγείας από την Κοινωνική Ασφάλιση (Ταμεία) είναι:

  • Αναποτελεσματική με χαμηλή ανταπόδοση
  • Άνιση – επιβαρύνει την εργασία χωρίς όφελος
  • Κακή για την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας – αυξάνει το κόστος της εργασίας

Τα Ταμεία Υγείας είναι παρωχημένα απομεινάρια μίας κοινωνίας και οικονομίας που δεν υπάρχει πια.

Ταυτόχρονα αδυνατούν να ελέγξουν τις δαπάνες της υγείας οι οποίες αυξήθηκαν κατά 78,5% από το 2000 στο 2005. Σημειωτέον η αύξηση των κατώτατων ορίων συντάξεων ήταν μόλις 21,5%.

Τι πρέπει να κάνουμε λοιπόν; Τι σημαίνει αποσύνδεση στην περίπτωση της υγείας;

Ως προς το σκέλος των ταμείων και του ασφαλιστικού, το οποίο συζητάμε, σημαίνει

  • σταδιακή μείωση των ασφαλιστικών εισφορών που αναλογούν στην περίθαλψη και ανάληψη της κάλυψης από το δημόσιο μέσω του κρατικού προϋπολογισμού.
  • Ενσωμάτωση των νοσηλευτικών και νοσοκομειακών υποδομών των Ταμείων στο ΕΣΥ.

Η άποψή μας είναι σαφής. Η δημόσια υγεία πρέπει να «δημοσιοποιηθεί» πλήρως γεγονός το οποίο συνεπάγεται ότι χρηματοδοτείται από τον κρατικό προϋπολογισμό και εγγυάται ότι οι πολίτες καλύπτονται ισότιμα με βάση τη λογική ότι είναι άνθρωποι οι οποίοι κατοικούν στην Ελλάδα και όχι στη βάση του ασφαλιστικού ταμείου στο οποίο ανήκουν.

5. ΑΥΤΟΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ – όχι κυβερνητικά παιχνίδια με το σύστημα ασφάλισης

Κατά το παρελθόν τα ασφαλιστικά ταμεία χρησιμοποιήθηκαν από την εκάστοτε Κυβέρνηση ως προέκταση του κρατικού κουμπαρά. Ουσιαστικά λειτούργησαν ως εναλλακτικές πηγές χρηματοδότησης του ελληνικού μεταπολιτευτικού αναπτυξιακού μοντέλου και ως πηγές άντλησης χρήματος για την εξυπηρέτηση του δημόσιου χρέους.

Τα Ταμεία και το ασφαλιστικό σύστημα γενικότερα κλήθηκαν σε μια σειρά από περιπτώσεις να πληρώσουν

  • προγράμματα «εξυγίανσης» των ΔΕΚΟ και των τραπεζών,
  • την διεύρυνση της απασχόλησης σε άτομα ηλικίας 50 ετών και άνω
  • την πριμοδότηση με πλασματικά χρόνια για διάφορες ομάδες, όπως στρατιωτικούς, αστυνομικούς κ.λ.π. προκειμένου να συνταξιοδοτηθούν σε ηλικίες 45 ή 50 ετών.

Το ίδιο γίνεται με τις εισφοροαπαλλαγές και τις διάφορες αναδρομικές εκπτώσεις που αποφασίζονται κεντρικά σε σχέση με υποχρεώσεις πολλών ομάδων επιχειρήσεων.

Πρόσφατα, αγοράζοντας με μαζικό τρόπο «δομημένα ομόλογα», τα χρήματα των ταμείων χρησιμοποιήθηκαν με διπλό σκοπό: πρώτον ως πηγές χρηματοδότησης του δημοσίου χρέους και δεύτερον ως μέσα νομότυπου πλουτισμού διάφορων παραγόντων της αγοράς και του κράτους.

Σήμερα όλοι οι Έλληνες είναι παρόντες, φυσικά ή νοητά, στη μεγάλη κοινωνική διαμαρτυρία για το σκάνδαλο των ομολόγων. Είμαστε κι εμείς εκεί. Το σύνθημα που κυριαρχεί είναι «φέρτε πίσω τα λεφτά μας». Αυτό όμως δεν αρκεί. Σήμερα με δεδομένες τις έντονες εσωτερικές ανισότητες του ασφαλιστικού συστήματος, και τις πιέσεις που τίθενται λόγω της όξυνσης του δημογραφικού προβλήματος, τίθεται επιτακτικά η ανάγκη για μια ουσιαστική ασφαλιστική μεταρρύθμιση προς όφελος της νέας γενιάς. Ασφαλιστική μεταρρύθμιση τώρα. Σιγουριά για το μέλλον!






Sunday, May 13, 2007

Μεσοστρώματα εν διασπάσει

Από τον Γιάννη Βούλγαρη

Είμαι ένας από τους χιλιάδες που βαριούνται να παρακολουθούν τις λεπτομέρειες του σκανδάλου των ομολόγων, τα swaps, τις off shores, τα euribor και τα λοιπά δομημένα.

Έχοντας αντιληφθεί το βασικό, την οργανωμένη απόπειρα της κυβέρνησης να «μαγειρέψει» τα δημοσιονομικά δεδομένα φορτώνοντας το ενδεχόμενο κόστος στα ταμεία, αρκούμαι απλώς να θαυμάζω την πρόοδο που έχει σημειώσει η χώρα μου σε αυτόν τον τομέα (των σκανδάλων εννοώ) και να παρατηρώ τις κοινωνικές αλλαγές λόγω επαγγελματικής διαστροφής.

Μια ολόκληρη εποχή χωρίζει πράγματι το σκάνδαλο Κοσκωτά από εκείνο των ομολόγων.

Το πρώτο ανήκε στην εποχή της εθνικής βιομηχανικής κοινωνίας, στην ελληνική, ολίγον βιοτεχνική εκδοχή της.

Χειρωνακτικό και σπιρτόζικο, είχε σαν μόνες διεθνείς πινελιές το πλαστό διπλότυπο της Μέριλ Λιντς και το αεροπλάνο του Σαλιαρέλη, αν και για να μην αδικούμε ούτε τον ίδιο ούτε το σκάνδαλό του, ο Κοσκωτάς είχε διαισθανθεί τη μετάβαση στη νέα εποχή.

Αντιθέτως, το σκάνδαλο των ομολόγων ανήκει πλήρως στη μεταβιομηχανική κοινωνία του παγκοσμιοποιημένου ψηφιακού καπιταλισμού.

Στην ελληνική και πάλι εκδοχή: η εγχώρια «μικρολαμογιά» τίναξε στον αέρα τα κοσμοπολίτικα δημοσιονομικά κόλπα των Αλογοσκούφη-Δούκα & Σία (ή καλύτερα & City).

Η εθνική ιδιοπροσωπία μας ήταν ανέκαθεν αντιφατική.

Αντιφατικές δυναμικές

Μία από τις ενδιαφέρουσες όψεις της υπόθεσης είναι η ποικιλία των κοινωνικών ομάδων και κυρίως η διαφορετικότητα των «κόσμων» μέσα στον οποίο ζουν οι αθέλητα ή ηθελημένα αναμεμειγμένοι εγχώριοι παράγοντες.

Κινούνται σχεδόν όλοι στον κοινωνικό χώρο που ονομάζαμε και συνεχίζουμε να ονομάζουμε μεσοστρώματα.

Από τους παθητικούς πρωταγωνιστές του σκανδάλου, τους ασφαλισμένους δημόσιους υπάλληλους, τους αναρμόδιους αντιπροσώπους τους στα ταμεία, στον «κόσμο» των «εταιρειών λήψης και διαβίβασης εντολών» (ΕΛΔΕ), των ειδικών, των συνδεδεμένων με τους «έξω» ισχυρούς χρηματιστικούς κύκλους και τους μικροδιαπλεκόμενους με τους «μέσα» ιθαγενείς κομματικούς.

Η ποικιλία μάς υπενθυμίζει ένα μείζον κοινωνικό φαινόμενο με βαρύνουσες πολιτικές επιπτώσεις: τις διαφορετικές και αποκλίνουσες δυναμικές που αναπτύσσονται στον χώρο των «μεσοστρωμάτων» (με την έννοια που έχει η «middle class» στις θεωρίες της κοινωνικής διαστρωμάτωσης παρά στη μαρξική, η οποία παραπέμπει στους τρόπους παραγωγής).

Ουσιαστικά, ανακόπτεται το φαινόμενο της κοινωνικής-πολιτισμικής «ομογενοποίησης» της ελληνικής κοινωνίας που πραγματοποιήθηκε μέσα σε συνθήκες γενικευμένης κοινωνικής ανόδου.

Εννοώ το μεγάλο «κύμα» κοινωνικής μεταβολής που εκδηλώθηκε με τη ραγδαία οικονομική ανάπτυξη των δεκαετιών 1960 και 1970, τα κοινωνικοπολιτικά αποτελέσματα της οποίας συνεχίστηκαν στη δεκαετία του 1980 παρά το μπλοκάρισμα των ρυθμών ανάπτυξης.

Σημασία είχε ο συλλογικός και γενικευμένος χαρακτήρας της ανόδου, η δημιουργία μιας ομοιογενούς καταναλωτικής κουλτούρας που πραγματώθηκε με:
τη γενικευμένη πλέον κατοχή των διαρκών καταναλωτικών αγαθών που συμβόλισαν σε όλες τις ανεπτυγμένες χώρες το αντίστοιχο φαινόμενο (ηλεκτρικές οικιακές συσκευές, αυτοκίνητο, τηλεόραση, κ.λπ),
την αξιοποίηση των δυνατοτήτων που έδινε το διευρυνόμενο κράτος και οι δημόσιες κοινωνικές υπηρεσίες (με πρώτο το εκπαιδευτικό σύστημα) για την επίτευξη της ανόδου,
την ικανότητα να μεταφράσει τη βούληση κοινωνικής ανόδου σε ενιαία πολιτική απαίτηση και (άρρητη) προγραμματική κατεύθυνση, δηλαδή στο εθνικό κοινωνικό κράτος.
Το ΠΑΣΟΚ της πρώτης μεταπολιτευτικής έγινε ο βασικός αποδέκτης και εκφραστής αυτής της κοινωνικής μεταβολής.

Όπως ξέρουμε, το ίδιο φαινόμενο είχε εκδηλωθεί σε όλες τις αναπτυγμένες δυτικές χώρες, εδώ όμως ήταν χρονικά συμπυκνωμένο και κυρίως έφτασε στην ακμή του όταν ήδη είχαν αρχίσει να υπονομεύονται οι προϋποθέσεις που το είχαν προκαλέσει.

Το συγκεκριμένο εθνικό μοντέλο ανάπτυξης και το εθνικό κοινωνικό κράτος που ήταν το πλαίσιο της διόγκωσης-ομογενοποίησης των «μεσαίων στρωμάτων» άρχισε να μετασχηματίζεται υπό την πίεση της παγκοσμιοποίησης, των τεχνολογικών-παραγωγικών εξελίξεων και των γενικότερων καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων.

Σαν τα «μεσοστρώματα» να ήταν έκφραση και ταυτόχρονα δρων κοινωνικό υποκείμενο του μετασχηματισμού της μεταπολεμικής αγροτικής-μικροβιομηχανικής Ελλάδας στη σημερινή εξευρωπαϊσμένη «μεταβιομηχανική» κοινωνία.

Για να υποστούν τα ίδια τις συνέπειες.

Εξατομίκευση της τύχης

Πράγματι, η Ελλάδα διανύει τη δωδέκατη συνεχή χρονιά οικονομικής ανάπτυξης, από το 1998 μάλιστα με ρυθμούς περίπου 4%, οι σχετικές μελέτες δεν δείχνουν επιδείνωση των ανισοτήτων, παρά ταύτα όμως το κοινωνικό κλίμα ιδίως τα τελευταία χρόνια, δεν προδίδει ασφαλώς ανάλογη ευφορία.

Υπάρχει κάτι περισσότερο από την παραδοσιακή νεοελληνική γκρίνια και την εκθετική μεγέθυνσή της από τους άθλιους της ιδιωτικής τηλεόρασης;

Φαίνεται ότι υπάρχει.

Με βάση την εμπειρία, τις διεθνείς τάσεις και διάσπαρτα στατιστικά στοιχεία (αφού το ελληνικό κράτος έχει αποφασίσει ότι δεν χρειάζεται τη συστηματική κοινωνική έρευνα) μπορούμε να υποθέσουμε ότι ένας από τους λόγους της κοινωνικής δυσανεξίας είναι και η διαφορετική δυναμική που αναπτύσσεται στο εσωτερικό των μεσοστρωμάτων.

Τα χρόνια της γενικευμένης κοινωνικής ανόδου και των σταθερά αυξουσών προσδοκιών έχουν παρέλθει.

Η άνοδος έχει πάψει να αποτελεί το μέλλον όλων, ούτε καν της πλειονοψηφίας, αντιθέτως έχουν γίνει ορατοί οι κίνδυνοι κοινωνικής καθόδου και συμπίεσης στη γκρίζα εκείνη ζώνη που μόλις διακρίνει τους «μικρομεσαίους» από τους «κάτω».

Ούτε ο τομέας ούτε ο κλάδος απασχόλησης εγγυάται τη διάκριση των μεν από τους δε.

Αρκεί να δει κανείς στον τομέα των «υπηρεσιών» που κατ' εξοχήν ενσάρκωσε το όνειρο της κοινωνικής ανόδου, τη διαφορά που χωρίζει τον «κόσμο» των μοντέρνων υψηλής ειδίκευσης εργαζομένων από τις παραδοσιακότερες απασχολήσεις των εκπαιδευτικών, των μεταφορών, κ.λπ.

Δεν σημειώνεται μαζική χειροτέρευση του βιοτικού επιπέδου, το οποίο άλλωστε συνεχίζει να βελτιώνεται.

Διαχέεται όμως η ανασφάλεια και η ανησυχία για το μέλλον.
Γιατί έχουν γίνει αβέβαιοι οι μηχανισμοί ανόδου και επιτυχίας, καθώς η απρόβλεπτη αγορά έχει αντικαταστήσει κατά μεγάλο μέρος το κράτος και τις δημόσιες υπηρεσίες.
Γιατί έχουν εξατομικευτεί οι πιθανότητες κοινωνικής ανόδου καθώς οι θεσμοί συλλογικής διαπραγμάτευσης του κοινωνικού status και τα συστήματα κοινωνικής εξασφάλισης έχουν εξασθενήσει και η περίφημη «ελληνική οικογένεια» μετά δυσκολίας πλέον μπορεί να αναπληρώνει τα πάντα.
Τα «μεσοστρώματα» έπαψαν να είναι υπόδειγμα μιας συλλογικής γενικής κοινωνικής επιτυχίας.

Αντιθέτως, γίνονται μια επισφαλής και αυξανόμενα διαφοροποιημένη πραγματικότητα που αμφιβάλει για τα «κεκτημένα» της, καθόσον η ανοδική ή η καθοδική κινητικότητα έχει ένα στοιχείο αυξανόμενης τυχαιότητας.

Σαν τις φυσαλίδες που ανεβοκατεβαίνουν στο νερό που βράζει.

Γι' αυτό ανησυχούν και αισθάνονται περισσότερη ανασφάλεια από όση η πραγματική τους κατάσταση δικαιολογεί.

Ο Γιάννης Βούλγαρης είναι καθηγητής στο τμήμα πολιτικής επιστήμης και ιστορίας του Παντείου πανεπιστημίου. Το παραπάνω άρθρο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Τα Νέα το Σάββατο 12 Μαΐου 2007 και αναδημοσιεύτηκε στην ηλεκτρονική ιστοσελίδα του ppol.

Wednesday, May 9, 2007

Μια ιστορία εργασιακής τρέλας

Σας παραθέτουμε αυτούσια την επιστολή που μας έστειλε στο email ένας νέος εργαζόμενος, ο Δημήτρης, σχετικά με την εργασιακή του περιπέτεια τον τελευταίο ενάμισι χρόνο.

Ξεκίνησα «δοκιμαστικά», ήτοι χωρίς πρόσληψη, ένσημα και δυνατότητα αποζημίωσης, στις 15 Δεκεμβρίου του 2005. Η εργασιακή σχέση, κατά το εταιρικό εγχειρίδιο λειτουργίας του καταστήματος, περιγράφεται συνοπτικά ως διαχείριση ανθρώπινων και λοιπών πόρων. Αυτό που δεν αναφέρεται είναι η πανεταιρική απαίτηση για παραμονή του εργαζόμενου στο κατάστημα όσο το δυνατόν περισσότερες ώρες. Όπως μας υπενθυμίζει ο γενικός διευθυντής: «Οι οχτώ ώρες είναι λίγες».

Απαραίτητο εδώ είναι να επισημανθεί ότι η υπερωριακή απασχόληση θεωρείτο προαπαιτούμενο τη στιγμή που η αποζημίωση για υπερωριακή απασχόληση είναι ανύπαρκτη, κι αυτό σε μια εταιρεία που διαθέτει καταστήματα 24ωρης λειτουργίας.

Η πρόσληψη μου έγινε τελικά κατά τις αρχές του 2006, για την ακρίβεια στις 15 Ιανουαρίου, με τρίμηνη σύμβαση. Στη σύμβαση η εργασία μου περιγράφεται ως εξής: υπάλληλος γραφείου 6ωρης και 4ήμερης απασχόλησης, κάτι που αντανακλάται και στα επικολλώμενα ένσημα τα οποία είναι μερικής απασχόλησης για μια απασχόληση που κάθε άλλο παρά μερική είναι.

Επιπλέον, και ενδεικτικό της παραβατικότητας του εργοδότη, είναι σκόπιμο να αναφερθεί ότι κατά τη μισθοδοσία δεν δίνεται αντίγραφο κανενός αποδεικτικού εγγράφου από τα δύο που υπογράφονται, ήτοι της επίσημης μισθοδοσίας για υπάλληλο γραφείου 6ωρης και 4ήμερης απασχόλησης και της ανεπίσημης ουσιαστικής μισθοδοσίας των 800 ευρώ, αν και έχουν ζητηθεί.

Στις αρχές Δεκεμβρίου του 2006, σύμφωνα με υπόδειξη της διοίκησης, μου ανατέθηκε η θέση του «Υπεύθυνου Δικτύου Καταστημάτων και Εταιρικής Ανάπτυξης», με πολλές ευθύνες αλλά καμία μισθολογική εξέλιξη. Αυτό αντικατοπτρίστηκε και στην εργασιακή μου σχέση, η οποία στο μεταξύ είχε μεταβληθεί σιωπηρά σε αορίστου χρόνου χωρίς να υπογραφεί κάποια άλλη στο ενδιάμεσο, με την εξαναγκασμένη υπογραφή μιας νέας τρίμηνης σύμβασης στην οποία το 4ήμερο μεταβλήθηκε σε 5ήμερο.

Εκτός του σαφώς προσδιορισθέντος εργασιακού αντικειμένου, αυτό που πρέπει να τονιστεί εδώ είναι η πληθώρα καθηκόντων που δεν αναφέρονται ρητά, όπως για παράδειγμα η απαίτηση για διαρκή έλεγχο των καταστημάτων Αθηνών με αυτοψία στο χώρο τους.

Η κατοχή διπλώματος οδήγησης δικύκλου με έκανε και τον πλέον κατάλληλο υποψήφιο για ανάθεση εξωτερικών εργασιών, τελείως ξένων προς το αντικείμενο μου, ενώ ταυτόχρονα υπήρχε και η απαίτηση για ταξίδια στην περιφέρεια, χωρίς καμία αποζημίωση για την εκτός έδρας εργασία, η οποία μάλιστα γινόταν σε μη εργάσιμες ημέρες και ώρες. Τέλος φυσικά, η εργασία μου υπερέβαινε κατά πολύ το συμβατικό οχτάωρο.

Η διαρκής και έντονη δυσφορία μου για την εργασιακή μου κατάσταση, σε συνδυασμό με το αίτημα μου να αναβαθμιστώ μισθολογικά και να αποκτήσω ιδιαίτερο γραφείο που να μην συστεγάζεται με το λογιστήριο, έγινε αιτία για σημαντικότατη αντίδραση από την πλευρά της διοίκησης.

Κατά την επιστροφή μου από τις διακοπές του Πάσχα , πριν από ένα μήνα , μου ανακοινώθηκε η πρόθεση της εταιρείας να λήξει τη συνεργασία μας, αφού όμως πρώτα έπαιρνα το υπόλοιπο της αδείας μου για το 2007, έτσι ώστε να μην αποζημιωθώ για το συγκεκριμένο διάστημα . Φυσικά από τη στιγμή που επισήμως ήμουν υπό το καθεστώς τρίμηνης σύμβασης η εταιρεία θεώρησε ότι δεν έχει υποχρέωση καταβολής καμίας αποζημίωσης ούτως ή άλλως.

Τέλος σχετικά με την παραβατικότητα του εργοδότη μου θέλω να παραθέσω ακόμα το εξής: μιλάμε για μια εταιρεία που δεν έχει πληρώσει ποτέ υπερωρίες, όπως είπα, καταβάλει τα δώρα Πάσχα και Χριστουγέννων μόνο σε εργαζόμενους που συνεχίζουν να δουλεύουν σε αυτήν και όχι σε προς αποχώρηση εργαζόμενους, και έχει το 95% του προσωπικού της με 3μηνες συμβάσεις μερικής απασχόλησης.

Ευελπιστώ ότι η περίπτωσή μου είναι σπάνια περίπτωση…

Δημήτρης

Sunday, May 6, 2007

Ναρκωτικά: Σκοτώνουμε τους χρήστες - Ταϊζουμε τους εμπόρους

Οι φυλακές μας είναι γεμάτες από ανθρώπους καταδικασμένους για υποθέσεις ναρκωτικών. Το 40% των φυλακισμένων, περίπου 3500 άνθρωποι, ανήκουν σ’ αυτήν την κατηγορία. Κάθε χρόνο οι χρήστες αυξάνονται. Η Ελλάδα είναι πρώτη στη θλιβερή λίστα της ΕΕ για τους θανάτους από ναρκωτικά. Οι θάνατοι το 2003 ήταν 30 φορές περισσότεροι από το 1985. Από το 1984 μέχρι το 1999 υπερτριπλασιάστηκε ο αριθμός εκείνων που δοκίμασαν παράνομες ουσίες. Η λίστα αναμονής του ΟΚΑΝΑ έχει φτάσει τα τρία χρόνια…

Κι όμως η ελληνική κοινωνία πιστεύει ακράδαντα πως στο ζήτημα των ναρκωτικών ακολουθεί το σωστό δρόμο: αυτόν της αδιαπραγμάτευτης ποινικοποίησης.

Δε χρειάζεται όμως φαντασία ή μαντικές ικανότητες. Η ίδια η πραγματικότητα, μέσα από τη διεθνή εμπειρία, μας διαψεύδει παταγωδώς. Όχι, δεν είναι μόνο η Ολλανδία και το Άμστερνταμ. Εννιά είναι πλέον οι ευρωπαϊκές χώρες που έχουν αποποινικοποιήσει τη χρήση κάνναβης. Και η επιτυχία αυτών των εγχειρημάτων (η Ολλανδία έχει το μικρότερο ποσοστό χρηστών ανάμεσα στους εφήβους σε σύγκριση με τις υπόλοιπες χώρες της ΕΕ και ταυτόχρονα το μεγαλύτερο μέσο όρο ηλικίας ηρωινομανών) έχει οδηγήσει σε ακόμη τολμηρότερες πρωτοβουλίες.

Είναι τώρα περισσότερο από μια δεκαετία που στη Ζυρίχη αποποινικοποιήθηκε η χρήση ηρωίνης. Τα αποτελέσματα της «αμαρτωλής» αυτής πολιτικής; Οι νέοι τοξικομανείς μειώθηκαν κατά 82% και το συνολικό προφίλ των χρηστών (βιοτικό επίπεδο, κατάσταση υγείας κλπ) παρουσίασε εξίσου θεαματική άνοδο.

Δεν έχει νόημα να επεκταθούμε περισσότερο. Τα πράγματα είναι απολύτως απλά και εξηγήσιμα. Ποιόν βολεύει η ποινικοποίηση; Αποκλειστικά τους εμπόρους και ολόκληρο το κύκλωμα που τους διευκολύνει και τους προστατεύει. Η παραχώρηση μιας τόσο δυναμικής και προσοδοφόρας αγοράς στον υπόκοσμο δεν μπορεί παρά να οδηγεί σε γιγάντωση της παρανομίας, στη διαμόρφωση οργανωμένης μαφίας, σε διαφθορά των αρχών ασφαλείας, σε άνθηση της παραοικονομίας και των κυκλωμάτων ξεπλύματος βρώμικου χρήματος, σε παράλογη εκμετάλλευση των «πελατών» είτε με τη μορφή της κακής ποιότητας, είτε με τη μορφή της νοθείας, είτε με τη μορφή της τιμολογιακής καταλήστευσης, είτε με ωμό εκβιασμό και απαίτηση ανταλλαγμάτων κάθε είδους από τους εξαρτημένους χρήστες προκειμένου να τους παραχωρηθεί η παράνομη ουσία.

Για τους χρήστες βέβαια ισχύει το ακριβώς αντίθετο. Οικονομική καταστροφή, εξευτελισμός κάθε είδους, συλλήψεις και γνωριμίες με τον υπέροχο κόσμο των «σωφρονιστικών καταστημάτων», κίνδυνοι για την υγεία είτε από τις ίδιες τις ανεξέλεγκτες ουσίες είτε από τον τρόπο και τα μέσα χορήγησής τους, κοινωνική περιθωριοποίηση, αδυναμία για εργασία, διαρκής αγωνία για την ανεύρεση της δόσης, με δυο λόγια υποβάθμιση της ποιότητας ζωής με κάθε τρόπο.

Το κόστος για την κοινωνία είναι τεράστιο. Δεν είναι μόνο η γιγάντωση του υποκόσμου και της διαφθοράς. Είναι η άδικη καταδίκη δεκάδων χιλιάδων πολιτών σε αδράνεια και περιθωριοποίηση, το κόστος των δικαστηρίων και του εγκλεισμού, η παράλογη χρεοκοπία πολλών για να θησαυρίζουν ανεξέλεγκτα και αφορολόγητα λίγοι.

Από όλη αυτή την ιστορία η κοινωνία μας μόνο χάνει. Πληρώνει συνέχεια λογαριασμούς και δεν εισπράττει ούτε ένα ευρώ.

Είναι καιρός να το συνειδητοποιήσουμε. Το μεγαλύτερο πρόβλημα δεν είναι τα ναρκωτικά αλλά η καταστολή. Η παρανομία τρέφεται με απαγορεύσεις και οι πολίτες πληρώνουν το κόστος. Και η ελληνική κοινωνία δεν έχει πια την πολυτέλεια να βαυκαλίζεται με αυταπάτες. Το ταμπού της καταστολής και της απαγόρευσης έχει αποδεδειγμένα καταρρεύσει. Όσοι συνεχίζουν να το υπερασπίζονται βάζουν τις ιδεοληψίες τους πάνω από το δικαίωμα στη ζωή και την αξιοπρέπεια χιλιάδων συμπολιτών μας, και κατανέμουν σε όλους μας το τεράστιο κόστος της ανορθολογικής εμμονής τους.

Friday, May 4, 2007

Legalize it and defamize it!

By Errico Malatesta

Είναι παλιό το σφάλμα των νομοθετών ότι οι νόμοι, όσο πιο σκληροί είναι, τόσο περισσότερο χρησιμεύουν στο να παταχθεί η αμαρτία και να αποθαρυνθεί η εγκληματικότητα. Ωστόσο, όσο πιο σκληρές είναι οι τιμωρίες που επιβάλλονται στους καταναλωτές και τους εμπόρους της κοκαΐνης , τόσο μεγαλύτερη είναι η έλξη των απαγορευμένων καρπών και η μαγεία του κινδύνου που υφίσταται ο καταναλωτής , και τόσο μεγαλύτερα θα είναι τα κέρδη των κερδοσκόπων.

Είναι άσκοπο, λοιπόν, να ελπίζουμε σε οτιδήποτε από το νόμο. Πρέπει να προτείνουμε μία άλλη λύση. Κάντε τη χρήση και την πώληση της κοκαΐνης ελεύθερη από περιορισμούς και ανοίξτε κιόσκια όπου αυτή θα πωλείται σε τιμή κόστους ή και κάτω του κόστους. Και τότε ξεκινήστε μία μεγάλη εκστρατεία προπαγάνδας για να εξηγήσετε στο κοινό, και αφήστε τους ανθρώπους να δουν μόνοι τους τα κακά της κοκαΐνης. Ουδείς θα εμπλεκόταν σε μία αντιπροπαγάνδα, γιατί κανείς δεν θα μπορούσε να εκμεταλευτεί την κακοτυχία των εξαρτημένων.

Βέβαια, η βλαβερή χρήση της κοκαΐνης δεν θα εξαφανιζόταν εντελώς, επειδή οι κοινωνικές αιτίες που δημιουργούν και κατευθύνουν αυτούς τους κακομοίρηδες θα συνεχίσουν να υπάρχουν. Αλλά σε κάθε περίπτωση το κακό θα ελαττωνόταν, αφού κανείς δεν θα έβγαζε κέρδος από την πώληση της κοκαΐνης και κανείς δεν θα κερδοσκοπούσε από το κυνήγι των κερδοσκόπων. Και γι’ αυτόν το λόγο, η πρότασή μας δεν θα ληφθεί υπόψη ή θα θεωρηθεί μη εφαρμόσιμη και τρελή. Όμως , οι ευφυείς και όσοι δεν έχουν συμφέρον μπορεί να αναρωτηθούν: αφού οι ποινικοί νόμοι έχουν αποδειχτεί ανίσχυροι, δεν θα ήταν καλό, να δοκιμάσουμε την αναρχική μέθοδο;

Έν όψει του 3ου Legalize Cannabis Protestival, το οποίο διεξάγεται στις 4 και 5 ΜΑΪΟΥ στην Αθήνα με αφορμή την παγκόσμια ημέρα υπέρ της Αποποινικοποίησης της κάνναβης, αναρτήσαμε το κείμενο του Ιταλού αναρχικού, Errico Malatesta στο blog της G700. Το κείμενο έχει καταχωρυθεί στο βιβλίο του V. Richards, Errico Malatesta, His Life and Ideas. Ο τίτλος είναι δικός μας .-

Wednesday, May 2, 2007

Το "στίγμα" της εργασίας στο δημόσιο

Ανοιχτή επιστολή προς G700 από pronoia@in.gr

Συχνά γράφονται πολλά αρνητικά για την επιδίωξη των νέων πτυχιούχων να βρουν απασχόληση στο δημόσιο τομέα. Πολλοί κάνουν λόγο για "κατάντια", "προσφυγή στην εύκολη λύση", "έλλειψη οράματος και δημιουργικότητας" κ.ά.

Τείνει μάλιστα να προσλάβει το χαρακτήρα "στίγματος" σε επιχειρηματολογίες πολλών δημοσιογράφων, δημοσιολόγων, στελεχών επιχειρήσεων κ.ά. Ωστόσο, οι περισσότερες απόψεις διατυπώνονται στη βάση κάποιων εμπειρικών παρατηρήσεων, στερεοτύπων, γνωστικών διαστρεβλώσεων και άγνοιας για την αγορά εργασίας.

Αδυνατώντας να συνδέσουν τις προσωπικές στρατηγικές απασχόλησης με τις γενικότερες κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες. Επίσης, απουσιάζει από τις σχετικές συζητήσεις ένα πλαίσιο ανάλυσης βασικών παραδοχών.Το πλαίσιο ανάλυσης μπορεί να στηριχτεί σε ορισμένες και εμπειρικά τεκμηριωμένες προτάσεις και παραδοχές:

1. Η έλξη του Δημοσίου δεν είναι μόνο ελληνικό φαινόμενο. Σε όλα τα κράτη με διευρυμένο δημόσιο τομέα είναι ορθολογικό οι εργαζόμενοι να προσανατολίζονται προς το Δημόσιο. Η Ελλάδα μάλιστα σύμφωνα με συγκριτικά στοιχεία του ΟΟΣΑ για το 1997/1998 έχει ένα από τα μικρότερα ποσοστά απασχολούμενων στο δημόσιο τομέα στο σύνολο του εργατικού δυναμικού (www.oecd.org ).

2. Οι πτυχιούχοι των ΑΕΙ/ΤΕΙ δεν σκέφτονται αμέσως το δημόσιο τομέα. Αρχικά δοκιμάζουν την τύχη τους στον ιδιωτικό τομέα. Όμως ο ιδιωτικός τομέας στην Ελλάδα είναι σε μεγάλο βαθμό "αεριτζίδικος¨, "κλεπτοκρατικός". Βλέπε σχετική έρευνα για αποφοίτους φιλοσοφικών σχολών στο: http://www.kepe.gr/Perspectives/Issue%2011/Article_4(11).pdf).

3) Πολλά επαγγέλματα και λειτουργήματα (πχ., κοινωνικός λειτουργός) αναφέρονται εκ των πραγμάτων σε δημόσια απασχόληση. Αν βέβαια η Πολιτεία αποφασίσει ότι θέλει ιδιωτικές φυλακές, ιδιωτικά δικαστήρια κ.ά. τότε βλέπουμε. Εκεί που πραγματικά υπάρχει δραστηριοποίηση παραγωγική του ιδιωτικού τομέα (π.χ. κατασκευές), η πλειοψηφία των πτυχιούχων (π.χ. πολιτικοί μηχανικοί) στρέφονται στον ιδιωτικό τομέα.

4) Ο δημόσιος τομέας, με όλα τα "στραβά" του, προσφέρει ακόμα ευκαιρίες κοινωνικοοικονομικής κινητικότητας και αξιοπρέπειας. Με μια δημοσιοϋπαλληλική θέση μπορείς να τελειώσεις ακόμα και διδακτορικό, και να λαμβάνεις και επίδομα για αυτό! Μπορείς να ενισχύσεις τις δεξιότητες και την ποιότητά σου μέσω εκπαιδευτικών ευκαιριών. Σε αντίθεση, ο ελληνικός ιδιωτικός τομέας δεν ενδιαφέρεται για καταρτισμένους και μορφωμένους εργαζόμενους, οι δε προσφερόμενες θέσεις εργασίας είναι σχεδόν αποκλειστικά για εργασίες χαμηλής και μέτριας εξειδίκευσης
(βλ. και πρόσφατη έρευνα ΣΕΒ:http://www.fgi.org.gr/Uploads/largefiles/Anages_Eidikotiton_Aixmis_Teliko.pdf

5) Το πρόβλημα δεν είναι η τάση για το Δημόσιο, αλλά η διάθεση για καταστρατήγηση των κανόνων. Με τη βοήθεια Δημάρχων και Νομαρχών, χιλιάδες συμπολίτες μας "κερδίζουν" μια σύμβαση, αυριανό εισιτήριο για μόνιμη θέση (βλ. Εκθέσεις ΑΣΕΠ και Συνηγόρου Πολίτη).Αποτελεί δε πρόβλημα αυτό διότι: α). εμπεδώνονται πρακτικές αναξιοκρατίας, β) ενισχύεται το αναποτελεσματικό Δημόσιο και γ) διαστρεβλώνονται τα κίνητρα.

6) Ας μην ξεχνάμε τον κοινωνικό ρόλο του Δημοσίου. Η "άσχημη" Μαρία, ο ανάπηρος Δημήτρης, ο πολύτεκνος Παναγιώτης και η γυναίκα του, και άλλοι φίλοι μας, δεν είναι επιθυμητοί στον ιδιωτικό τομέα. Ο Δημόσιος τομέας θα τους προσφέρει αξιοπρέπεια και πεδίο ανάδειξης της ηθικής υπόστασής τους.

7) Η "ποιότητα" της κουλτούρας μας καθορίζει και την αντίληψή μας για τον ιδιωτικό και δημόσιο τομέα. Το "λαμόγιο" δημόσιος υπάλληλος, πιθανότατα "λαμόγιο" θα ήταν και ως ελεύθερος επαγγελματίας ή ιδιωτικός υπάλληλος.

Η ανωτέρω επιστολή μας εστάλη μέσω email από τον-την pronoia@in.gr