Tuesday, September 29, 2009

Η λύση είναι πράσινη

Της G700
Δημοσιεύτηκε στο Newstime

Το Δεκέμβριο του 2009 οι ηγέτες όλου του κόσμου θα συναντηθούν στην Κοπεγχάγη, σε ειδική σύνοδο του ΟΗΕ για την κλιματική αλλαγή. Φυσική κατάληξη των προπαρασκευαστικών συνόδων του ΟΗΕ στη Νέα Υόρκη και της G20 στο Πίτσμπουργκ, η Σύνοδος της Κοπεγχάγης φιλοδοξεί να θέσει τη βάση για μια κοινή μετάβαση σε μια παγκόσμια οικονομία με χαμηλές εκπομπές άνθρακα. Οι πάντες ευελπιστούν ότι στην Κοπεγχάγη θα υπάρξει τελικά συμφωνία που θα δεσμεύει τους υπογράφοντες σε συγκεκριμένους στόχους μείωσης των εκπομπών των αερίων του θερμοκηπίου, τόσο ισχυρή ώστε να εκπέμψει παράλληλα και την εμπιστοσύνη της παγκόσμιας κοινότητας στο όραμα της πράσινης οικονομίας, αλλά και να παράσχει την ασφάλεια που χρειάζονται οι νέες πράσινες επενδύσεις.

Διαμορφώνεται σταδιακά μπροστά μας ένα νέο αναπτυξιακό τοπίο. Δίπλα στην ατζέντα της συνετής δημοσιονομικής διαχείρισης, της παραγωγικότητας, της διαφάνειας, της εμβάθυνσης της δημοκρατίας, της αντιμετώπισης της πληθυσμιακής γήρανσης και της ρύθμισης του χρηματοπιστωτικού συστήματος, προστίθεται πλέον και η ατζέντα της πράσινης οικονομίας. Όχι επειδή ξαφνικά, πολίτες και ηγέτες απόκτησαν οξυμένη οικολογική ευαισθησία, παρά ως απάντηση στη μεγαλύτερη παγκόσμια οικονομική κρίση από το κραχ του 1929.

Σε αντίθεση με όσους σνομπάρουν την κουβέντα, ισχυριζόμενοι ότι εν μέσω επιδείνωσης της οικονομικής κρίσης αποτελεί πολυτέλεια να μιλάμε για το περιβάλλον μια και το κόστος αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής είναι υπερβολικό, η αλήθεια είναι ότι ισχύει το ακριβώς αντίθετο. Δεν είναι μόνο ότι κάθε δαπάνη της τάξης του 1% του ΑΕΠ για την προληπτική αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής θα γίνει 4%-6%, όταν αναγκαστούμε να αντιμετωπίσουμε τις συνέπειές της (Έκθεση Stern).

Η αναθέρμανση της παγκόσμιας οικονομικής δραστηριότητας περνάει μέσα από την πράσινη ανάπτυξη. Πράσινη ανάπτυξη σημαίνει νέες δημόσιες και ιδιωτικές επενδύσεις, νέες θέσεις εργασίας, νέο κύμα καινοτομίας, νέες βιομηχανίες αιχμής, δημιουργία νέας προστιθέμενης αξίας και ώθηση της οικονομίας. Σύμφωνα με τη Διεθνή Υπηρεσία Ενέργειας η ανάγκη για μείωση των αερίων του θερμοκηπίου θα απαιτήσουν επενδύσεις ύψους 22 τρις ευρώ έως το 2030. Έως το 2015 ο πράσινος τομέας θα έχει τζίρο 4,7 τρις ευρώ και θα απασχολεί εκατομμύρια ανθρώπους.

Ταυτόχρονα, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η πράσινη ανάπτυξη είναι ένα βασικό εργαλείο αποκατάστασης της διαγενεακής δικαιοσύνης που σήμερα έχει διαταραχτεί από το συνδυασμό οικολογικού ελλείμματος και πληθυσμιακής γήρανσης.

Η μείωση της εξάρτησης από το πετρέλαιο, η ανάπτυξη της περιβαλλοντικής βιομηχανίας και των ΑΠΕ, η ανάπτυξη καθαρών τεχνολογιών για τη βιομηχανία καθώς και δικτύων επεξεργασίας και παροχέτευσης αποβλήτων, η ανακύκλωση και η επίλυση του ζητήματος των σκουπιδιών στις πόλεις, η μείωση των αιωρούμενων σωματιδίων στα αστικά κέντρα, η αύξηση της αποδοτικότητας των ενεργειακών δικτύων, η εξοικονόμηση ενέργειας και η βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης των κτιρίων, η εξασφάλιση της ενεργειακής επάρκειας, η αντιμετώπιση της ενεργειακής φτώχειας, ο περιορισμός της ηχορύπανσης σε κάθε πόλη, η επένδυση στις μαζικές μεταφορές, η ανάπτυξη της επιστημονικής έρευνας και καινοτομίας για να αναπτυχθούν οι απαραίτητες τεχνολογίες, όλα αποτελούν υποδομές και σημαντικά projects που συνθέτουν το λεγόμενο και πράσινο New Deal.

Υπό το πρίσμα αυτής της πραγματικότητας καλούμαστε να αξιολογήσουμε και τις εγχώριες πολιτικές εξελίξεις. Στις 4 Οκτωβρίου έχουμε εκλογές. Ποια η θέση των κομμάτων σχετικά με την πράσινη ανάπτυξη;

Από τη μία μεριά έχουμε την πολυκατοικία της Δεξιάς. Με κάτοικους την υποκριτικά δημοσιονομικόπληκτη ΝΔ, που έχει ως πρώτη προτεραιότητα τη «χωματουργική» ανάπτυξη τύπου δεκαετίας ‘50, και το ΛΑΟΣ που εμμέσως πλην σαφώς θεωρεί την πράσινη οικονομία πράσινα άλογα. Είναι χαρακτηριστική η αποστροφή του κ. Καρατζαφέρη ότι όταν δεν έχεις να φας δεν ασχολείσαι με τα δέντρα. Δυστυχώς, εντός της πολυκατοικίας της Δεξιάς, οι απόψεις της φιλελεύθερης κεντροδεξιάς διαμένουν αμπαροκλειδωμένες στο υπόγειο, ενώ τα περισσότερα ιστορικά στελέχη της, πολλά εξ’ αυτών με καινοτόμες ιδέες για το περιβάλλον, όπως ο κ. Σ. Μάνος, έχουν φάει προ πολλού έξωση. Κάποιοι νέοι που προσπαθούν να τσαλαβουτίξουν στα εχθρικά νερά της ελληνικής πολιτικής σκηνής με τη σημαία του Φιλελευθερισμού, βλέπουν το κύμα να τους πετάει στις ξέρες.

Στους αρνητές της πράσινης οικονομίας συγκαταλέγεται και το ΚΚΕ, δεδομένου ότι εντάσσει το Πράσινο New Deal στα εργαλεία εξομάλυνσης των εσωτερικών αντιφάσεων και συγκρούσεων του καπιταλισμού.

Από την άλλη μεριά υπάρχουν οι υποστηρικτές της πράσινης λύσης. Καταρχάς, υπάρχει ο ΓΑΠ ο οποίος αποτελεί έναν αυθεντικό εκπρόσωπο της άποψης να μπολιαστεί η παραδοσιακή σοσιαλδημοκρατία με τις ιδέες της πράσινης οικονομίας. Η άποψη αυτή σε συνδυασμό με την αξιοποίηση της θέσης του ως Προέδρου της Σοσιαλιστικής Διεθνούς για την προώθηση της ατζέντας της πράσινης οικονομίας σε παγκόσμιο επίπεδο έχει οδηγήσει σε θετικά σχόλια ακόμα και από κατά παράδοση σκεπτικιστικά απέναντι στο πρόσωπό του έγκυρα διεθνή περιοδικά όπως ο Economist. Δεύτερον, υπάρχουν οι δυνάμεις της Οικολογίας εντός της Αριστεράς και συγκεκριμένα του ΣΥΡΙΖΑ, με αγώνες που ξεκινάνε από τον Παπαγιαννάκη και φτάνουν μέχρι την Ανοιχτή Πόλη του Αλέξη Τσίπρα. Τέλος, υπάρχουν οι Οικολόγοι Πράσινοι, ένα κόμμα franchise των Ευρωπαίων Πράσινων, ικανό να παίξει το ρόλο μιας πράσινης συνείδησης τόσο εντός των θεσμών όσο και έξω σε επίπεδο κοινωνίας.

Προφανώς, στο βαθμό που η λύση στην οικονομική κρίση είναι πράσινη, πριμοδοτούμε τις πράσινες δυνάμεις στις επικείμενες εκλογές. Ιδανικά, με στόχο μια ισχυρή κυβέρνηση και μία Βουλή με ανεπτυγμένη Πράσινη συνείδηση και ισχυρή φωνή στα θέματα της οικολογίας.

Ωστόσο, δεν ξεγελιόμαστε. Γνωρίζουμε πολύ καλά ότι το πέρασμα στην πράσινη οικονομία προϋποθέτει επίπονες οικονομικές και πολιτικές αλλαγές. H ανακατανομή των εθνικών πόρων, η διαμόρφωση νέων κινήτρων, η στροφή της «εθνικής προσπάθειας» στην πράσινη ανάπτυξη και η αλλαγή του παραγωγικού status quo προϋποθέτουν σημαντικό βραχυπρόθεσμο κόστος και κοινωνική θυσία, εφόσον προβλέπεται μεταφορά πόρων και κινήτρων από μη παραγωγικούς - μη ανταγωνιστικούς τομείς σε νέες οικονομικές δραστηριότητες.

Η επιτυχία της μετάβασης σε ένα νέο αναπτυξιακό μοντέλο προϋποθέτει ριζοσπαστικές αλλαγές στο τρίγωνο «κράτος - πανεπιστήμια - επιχειρηματικότητα»: α) ευέλικτη και αποτελεσματική δημόσια διοίκηση που κατανέμει τους εθνικούς πόρους στη βάση της αξιολόγησης δαπάνης - αποτελέσματος β) υψηλής ποιότητας πανεπιστήμια που αξιοποιούν αποτελεσματικά τους εθνικούς πόρους και «επικοινωνούν» δημιουργικά με την αγορά εργασίας και τις νέες παραγωγικές ανάγκες, γ) επιχειρηματικότητα ευκαιρίας που επιδιώκει την κερδοφορία όχι στη σκιά του πελατειακού κράτους (στημένες δουλειές με το δημόσιο) και στη διαρκή συμπίεση του εργατικού κόστους, αλλά στην επένδυση στους νέους «εργάτες γνώσης» και στην καινοτομία.

Τα παραπάνω προϋποθέτουν στην κυριολεξία τη γενοκτονία των ραντιέρηδων του συστήματος: διάλυση του πελατειακού κράτους και της προσοδοθηρίας, αλλαγή του τρόπου διαχείρισης του δημοσίου χρήματος, σύγκρουση με τη μετριοκρατία και τις δυνάμεις του status quo στα πανεπιστήμια, κατάρρευση του παρεοκρατικού καπιταλισμού και σύγκρουση με την επιχειρηματική κουλτούρα «της αρπαχτής».

Η αλλαγή παραγωγικού μοντέλου σε μία σύγχρονη δημοκρατία είναι μία εξαιρετικά δύσκολη υπόθεση. Απαιτεί θυσίες, συγκρούσεις και δημιουργικές καταστροφές, καθώς θίγει ολόκληρο το πολιτικό, θεσμικό και οικονομικό σύστημα, κοινωνικό κράτος, δημόσια διοίκηση, πανεπιστήμια, επιχειρήσεις. Αναμφίβολα το project της πράσινης ανάπτυξης πλαισιώνεται από ένα ευρύτερο μεταρρυθμιστικό πλαίσιο. Οι πράσινες δυνάμεις το έχουν καταλάβει; Πράσινη λύση. Δύσκολη λύση.

Saturday, September 26, 2009

Η εποχή της ματαιοδοξίας τελείωσε

Του Νικολά Ιλό*

Il faut retrouver le sens des limites

© Nouvel Observateur

Μετάφραση από την ομάδα του PPOL

Νουβέλ Ομπσερβατέρ (NO): Τελικά ο Νικολά Σαρκοζί (Nicolas Sarkozy) σας ακολούθησε σε ότι αφορά τη φορολόγηση των εκπομπών CO2. Προφανώς πρόκειται για επιτυχία του ιδρύματός σας, που προωθεί αυτή την υπόθεση από την ίδρυσή του. Πώς όμως βιώνει το δημόσιο πρόσωπο Ιλό (Hulot) ο συνηθισμένος στην εύνοια της κοινής γνώμης, την αποδοκιμασία της πολιτικής του από τους πολίτες;

Νικολά Ιλό (Nicolas Hulot. ΝΗ): Δεν είναι πάντα εύκολο. Επισκέπτομαι τα «μπλογκ» που με περιγράφουν σαν ένα «κουλτουριάρη» που φορολογεί τον πλησίον του αδιαφορώντας για την κοινωνική αδικία. Η αλήθεια είναι πως η βιαιότητα των αντιδράσεων δε με εκπλήσσει. Από τη στιγμή που η φορολογία των εκπομπών CO2 παρουσιάστηκε σαν ένας ακόμα επιπρόσθετος φόρος, ήταν μάλλον μαθηματικά βέβαιο τι θα συνέβαινε. Ακόμα κι εγώ θα είχα θεωρήσει απαράδεκτο το φόρο αν συνέβαινε κάτι τέτοιο! Μόνο που ο «φόρος κλίματος-ενέργειας» είναι ακριβώς το αντίθετο! Αλλά πώς να εξηγήσει κανείς τις παραμέτρους της φορολόγησης των εκπομπών CO2 και την μέριμνά του υπέρ της κοινωνικής δικαιοσύνης στα τρία λεπτά με το χρονόμετρο των δελτίων ειδήσεων; Είναι αδύνατο! Σε ότι με αφορά, τα έχω παρατήσει. Η παιδαγωγική χρειάζεται χρόνο.

NO: Ορίστε, έχετε όσο χρόνο θέλετε!

NH: Οι πάντες το γνωρίζουν: η εξάντληση των ορυκτών καυσίμων βρίσκεται επί θύραις. Από τη στιγμή που η προσφορά πετρελαίου θα υπολείπεται της ζήτησης, οι τιμές θα εκτοξευθούν. Και θα πληγούν οι πλέον ευάλωτοι οικονομικά συμπολίτες μας. Ο φόρος κλίματος-ενέργειας στοχεύει ακριβώς να προλάβει και να μειώσει τους κραδασμούς από το γεγονός αυτό. Ακριβαίνοντας σήμερα την τιμή της βενζίνης, των καυσίμων, του φυσικού αερίου, δίνουμε κίνητρα στις επιχειρήσεις να αναπτύξουν μαζικά υπηρεσίες και αγαθά που όχι μόνο θα μειώσουν την εξάρτησή μας από τα ορυκτά καύσιμα, αλλά θα εκδημοκρατίσουν την πρόσβαση στα «πράσινα» προϊόντα.

Τα νοικοκυριά επίσης θα μπορούν να συμμετάσχουν στην αλλαγή, δανειζόμενοι με μηδενικό επιτόκιο και επωφελούμενοι από φορολογικές ελαφρύνσεις για να βελτιώσουν τη θέρμανση ή τη μόνωση του σπιτιού τους. Η φορολόγηση των εκπομπών CO2, είναι ένα μέσο για να αποφευχθεί ένα προαναγγελθέν κοινωνικό κραχ. Γιατί νομίζετε πως ένα συνδικάτο σαν τη «δημοκρατική συνομοσπονδία εργατών» (CFDT) υποστηρίζει το μέτρο; Εξάλλου όλοι συμφωνούν πως η απεξάρτηση από το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο θα βελτιώσει το ισοζύγιο εμπορικών συναλλαγών και πως θα επηρεάσει αυτομάτως θετικά την απασχόληση.

NO: Η Σεγκολέν Ρουαγιάλ (Ségolène Royal) απαρνήθηκε ολοκληρωτικά τη σύλληψη του νέου φόρου, θεωρώντας τον «κοινωνικά άδικο» και «αναποτελεσματικό»...

ΝΗ: Το πνεύμα του «οικολογικού συμφώνου» που είχε υπογράψει ήταν ακριβώς να πάψουν αυτού του είδους οι μικρότητες. Της απαντώ λοιπόν, όσο πιο ευγενικά μπορώ, πως οι υποτιθέμενες ιδέες της ενάντια στην υπερθέρμανση του πλανήτη μάλλον ανήκουν στη σφαίρα της μαγείας, παρά της οικονομικής πραγματικότητας.

NO: Δεν παύει πως η κυβέρνηση δήλωσε ρητά πως σκοπός της είναι να αναπληρώσει τα έσοδα που έχασε από τους φόρους επιτηδεύματος. Οπότε η δυσπιστία πως η κυβέρνηση χρησιμοποίησε το φόρο κλίματος-ενέργειας ως μέσο φορολογικής εξαπάτησης, είναι απολύτως δικαιολογημένη...

NH: Είχα πάντα πλήρη συνείδηση αυτού του κινδύνου... Και δεν αδράνησα.

NO: Για πείτε μας...

NH: Γνωστοποιήσαμε αμέσως στην κυβέρνηση πως θα ήταν αδιανόητο να αντιληφθεί αυτό το φόρο ως ένα ακόμα εισπρακτικό μέτρο. Στόχος του είναι η αλλαγή των συμπεριφορών. Αυτός ακριβώς ήταν ο λόγος που επαναλάβαμε σε όλους τους τόνους πως τα έσοδα που θα προκύψουν από αυτόν τον φόρο θα έπρεπε να αποδοθούν ισότιμα σε όλους, εκτός ίσως -κατά την άποψή μου- από τους ευπορότερους. Τα μέλη της επιτροπής Ροκάρ (Rocard) συμφώνησαν με αυτήν την άποψη. Αλλά κι αυτό δεν ήταν αρκετό. Η διελκυστίνδα συνεχίστηκε το καλοκαίρι. Θυμάμαι πολύ καλά τη 16η Ιουλίου. Σε πολύ υψηλό κρατικό επίπεδο υπερασπιστήκαμε για άλλη μια φορά με νύχια και με δόντια την ανάγκη της ανταποδοτικότητας και των «πράσινων τσεκ». Η ετυμηγορία μας ήρθε ξαφνικά και απότομα: «αυτά είναι χοντρομαλ...»! Σημειώστε μόνο πως το μέτρο των «πράσινων τσεκ» επανήρθε πριν μια εβδομάδα από τα προεδρικά χείλη, τουλάχιστο για όσους έχουν εισόδημα κατώτερο από το φορολογικό όριο.

NO: Συναντηθήκατε πολλές φορές με το Νικολά Σαρκοζί για να συζητήσετε για τη φορολογία των εκπομπών CO2. Πότε νιώσατε πως άρχισε να μετακινείται προς τις απόψεις σας;

NH: Δύσκολο να πω. Νομίζω πως ένας αποφασιστικός σταθμός ήταν όταν ασκούσε την προεδρία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) οπότε επιστράτευσε όλη του την επιρροή προκειμένου να υιοθετηθούν επί της αρχής οι φόροι κλίματος-ενέργειας. 'Απαξ και αυτό έγινε, ήταν πολύ δύσκολο για τη Γαλλία να αφήσει στο απυρόβλητο τις δικές της εκπομπές θερμοκηπικών αερίων. Εξάλλου υπήρχε ήδη το σύστημα ποινών και κινήτρων του Ζαν-Λουι Μπορλού (Jean-Louis Borloo) για την απόκτηση αυτοκινήτων με χαμηλές εκπομπές CO2. Το μέτρο αυτό είχε σχεδιαστεί ως φορολογική παρέμβαση μικρού βεληνεκούς, κι όμως η επιτυχία του υπερέβη κάθε προσδοκία και άλλαξε το τοπίο της αγοράς των αυτοκινήτων...


NO: Πιστεύετε στην ειλικρίνεια όλων όσοι έξαφνα ορκίζονται στην οικολογία;

NH: Όταν πρόκειται για την οικολογία, η ειλικρίνεια των προθέσεων μικρή σημασία έχει. Το κίνητρο μπορεί να είναι ο πραγματισμός ή ο καιροσκοπισμός... Καμιά φορά μάλιστα, όταν επαναλαμβάνουμε πολύ κάτι, φτάνουμε στο σημείο να το πιστεύουμε πραγματικά. Δυσκολεύομαι π.χ. Να αναγνωρίσω στο σημερινό Φρανσουά Φιγιόν (François Fillon) τον ίδιο άνθρωπο που είχα γνωρίσει κάποτε στο πρωθυπουργικό μέγαρο. Τότε υπερασπιζόταν την κατασκευή μίας πίστας αγώνων «φόρμουλας 1» καταμεσής στην παρισινή ύπαιθρο, τώρα μοιάζει με ζηλωτή υπέρ της καθιέρωσης της φορολογίας των εκπομπών CO2. Έφτασε μάλιστα στο σημείο να χαρακτηρίσει «ιστορική» τη μετάβαση του φορολογικού μας συστήματος προς την προστασία του περιβάλλοντος. Δεν έχω λόγους να παραπονιέμαι γι' αυτό.

NO: Φαίνεται πως η οικονομική κρίση άφησε το ίχνος της σε αυτήν την εξέλιξη...

NH: Γνωρίζετε ασφαλώς την ανάλυση του Νίκολας Στερν (Nicholas Stern) σύμφωνα με την οποία κάθε δαπάνη της τάξης του 1% του ΑΕΠ για την προληπτική αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής θα γίνει 4%-6% όταν αναγκαστούμε να αντιμετωπίσουμε τις συνέπειές της. Ε λοιπόν, πιστεύω πως αυτή η εκτίμηση αρχίζει να συνειδητοποιείται από πολλούς. Όποιος δε θέλει να βουτήξει με το κεφάλι κάτω στον άκρατο νεοφιλελευθερισμό, θα εξαναγκασθεί να κινητοποιηθεί για νέες ρυθμίσεις της οικονομίας. Θα χρειαστεί να επιβάλλουμε αυστηρούς κανόνες. Δεν είναι πλέον δυνατό να προσβλέπουμε σε μια ξέφρενη ανάπτυξη σε έναν κόσμο που δε διαθέτει τους υλικούς όρους για κάτι τέτοιο. Θα χρειαστεί να θυμηθούμε το νόημα της ύπαρξης ορίων. Δε διστάζω λοιπόν να πω πως η ανάπτυξη δεν είναι πια η λύση, αλλά το πρόβλημα. Η ώρα είναι στη διάκριση μεταξύ επιλεκτικής ανάπτυξης και επιλεγμένης απο-ανάπτυξης.

NO: Σε ό,τι αφορά τις νέες ρυθμίσεις σας, όπως φαίνεται έχετε βρει ένα θερμό υποστηρικτή στο πρόσωπο του προεδρικού συμβούλου Ανρί Γκουενό (Henri Guaino), που στο παρελθόν δε σας είχε χαριστεί...

NH: Είναι αλήθεια πως στην προεκλογική περίοδο των προεδρικών του 2007 ώρες-ώρες οι σχέσεις μας ήταν τεταμένες. Αλλά με τον Ανρί, όπως και με άλλους, βλέπουμε πως σήμερα υπάρχει δυνατότητα για συνεργασίες μεταξύ όσων, δεξιών και αριστερών, πρεσβεύουν την ορμητική επιστροφή του δημόσιου χώρου. Θα πρόσθετα μάλιστα τόσο το καλύτερο, καθώς έχουμε μεγάλες προσδοκίες από το επικείμενο «μεγάλο εθνικό δάνειο». Ήδη π.χ. εργαζόμαστε για την επανίδρυση της γεωργίας μας, που βρίσκεται σε κατάσταση προϊούσας αποδιοργάνωσης. Θα πρέπει η αγροτική μας παραγωγή να αποκτήσει νέους προσανατολισμούς, να εξαρτήσουμε τις όποιες επιδοτήσεις με σοβαρά περιβαλλοντικά κριτήρια, να στραφούμε προς τις βιολογικές καλλιέργειες. Θα ήθελα δε να τονίσω κάτι επ' αυτού: συχνά οι αγρότες θεωρούνται οι κυρίως ένοχοι για τη σημερινή κατάσταση, ενώ είναι μάλλον τα πρώτα της θύματα. Δεν είναι δυνατό τη μια να τους λέμε να τα δώσουν όλα στην καλλιέργεια βιοκαυσίμων και την επόμενη να τους υποδεικνύουμε να σταματήσουν αμέσως.

NO: Συνηθίζετε να επαναλαμβάνετε πως ό,τι συμβαίνει σήμερα σχετίζεται με τη σοβαρότητα της κλιματικής αλλαγής. Να περιμένουμε μήπως κι άλλους φόρους τους επόμενους μήνες;

NH: Μα όχι! Ας επανεκτιμήσουμε μολοταύτα το δρόμο που ήδη διανύσαμε. Μιλώντας για τη Γαλλία, οφείλουμε να παραδεχτούμε πως από την άποψη της λήψης των οικολογικών μέτρων, τα δύο τελευταία χρόνια δεν είχαν προηγούμενο! Τις παραμονές της συνόδου της Κοπεγχάγης η αξιοπιστία της Γαλλίας στην Ευρώπη έχει ενισχυθεί. Και δε θα εκπλαγώ αν δω πολύ σύντομα τέσσερις-πέντε γειτονικές μας χώρες να υιοθετούν φορολογήσεις των εκπομπών CO2 ανάλογες με τη δική μας. Από εδώ και πέρα, οφείλουμε να παρέμβουμε στο κοινοτικό επίπεδο. Πόσο μάλλον που μέχρι σήμερα ο περιβαλλοντικός απολογισμός του Αμερικανού προέδρου Μπάρακ Ομπάμα (Barack Obama) προς το παρόν είναι πολύ λιγότερο εντυπωσιακός του αναμενομένου.

NO: Στην ταινία σας «το σύνδρομο του Τιτανικού» κρούετε τον κώδωνα του κινδύνου για το συνδυασμό δύο κρίσεων: της οικολογικής και της κοινωνικής...

NH: Πράγματι, μαζί με τον Ζαν-Αλμπέρ Λιεβρ (Jean-Albert Lièvre) θελήσαμε να δείξουμε πως σε πλανητικό επίπεδο η κατάσταση είναι ήδη εκρηκτική. Όχι μόνο διότι η ανισότητα μεταξύ του 30% των πλουσιότερων του κόσμου και του 30% των φτωχότερων έχει τριπλασιασθεί. Αλλά και διότι σε αυτόν τον ενοποιημένο κόσμο, το συνδεδεμένο με δορυφορικές κεραίες και το διαδίκτυο, τα πάντα γνωστοποιούνται, όλα είναι ορατά. Αυτομάτως, η θέαση της χλιδής προκαλεί συναισθήματα ταπείνωσης, υποδαυλίζει την πικρία και πυροδοτεί το ριζοσπαστισμό. Οπότε θα πρέπει να αναδιανείμουμε, και γρήγορα. Αν όμως λείψουν οι φυσικοί πόροι -τα κοιτάσματα πετρελαίου και πολλών μετάλλων θα έχουν εξαντληθεί έως το τέλος αυτού του αιώνα, ενώ οι γαίες στειρώνονται ταχύτατα- τι θα απομείνει προς αναδιανομή; Εκεί είναι που οι δύο κρίσεις, η κοινωνική και η οικολογική, που μέχρι τώρα εξελίσσονταν παράλληλα, σήμερα συγκλίνουν. Πράγμα που απειλεί με γενική ανάφλεξη.

NO: Πράγμα που ίσως να επηρεάζει και σας προσωπικά. Στα σχόλια και τις εικόνες του «συνδρόμου του Τιτανικού» βλέπουμε να υιοθετείτε πιο μεταφυσικούς τόνους, πιο αγωνιώδεις, μάλλον ερωτηματικούς παρά καταφατικούς...

NH: Ξέρετε, αρχικά το ίδρυμα που φέρει το όνομά μου είχε ως σκοπό την προστασία του περιβάλλοντος. Κι ύστερα, είδαμε πως ήμαστε αναγκασμένοι να ασχοληθούμε και με τους ανθρώπους. Είναι όλα αλληλένδετα. Πράγμα που σημαίνει δυστυχώς πως όλα καταρρέουν ταυτόχρονα. Αυτή η ταινία πιθανότατα εκδηλώνει μια πλευρά μου που το κοινό δεν τη γνωρίζει καλά. Θέλω κυρίως να υπενθυμίσω πως όταν όσοι ήδη ανήκουν στους μη έχοντες δεν θα μπορούν πλέον να καλύψουν ούτε καν τις βιοτικές τους ανάγκες, στις σπαρασσόμενες χώρες του νότου, τότε θα εγκαταλείψουν τις πατρίδες τους. Η «ύπατη αρμοστεία για τους πρόσφυγες» (UNHCR) προβλέπει ήδη ένα δισεκατομμύριο πρόσφυγες. Είναι σαν να αποφάσιζαν μια ωραία πρωία όλοι οι Κινέζοι να φτιάξουν τις βαλίτσες τους. Για να πάνε πού;

Ειλικρινά δε βλέπω πώς θα υπάρξει αίσιο τέλος σε κάτι παρόμοιο. Και δε σας κρύβω πως ώρες-ώρες με καταλαμβάνει έντονο άγχος. Μετεωρίζομαι μεταξύ του απόλυτου τρόμου και της απόλυτης ελπίδας. Έχω μια μόνο βεβαιότητα: πως ήρθε η ώρα να μεταβούμε από μια εποχή ματαιοδοξίας σε μια εποχή ταπεινοφροσύνης.

*Ο Nicolas Hulot είναι πρόεδρος του «ιδρύματος για τη φύση και τον άνθρωπο»

Thursday, September 24, 2009

Εργαζόμενοι σε προγράμματα stage: οι σύγχρονοι «άθλιοι» του ελληνικού Δημοσίου

Ακούσαμε αυτές τις μέρες κατά τη διάρκεια των τηλεοπτικών debate, τον κ. Καραμανλή να υπερασπίζεται δις σαν κοινός δεξιός κομματάρχης το καθεστώς ομηρίας που συντηρεί η κυβέρνησή του στα προγράμματα Stage. Πρέπει να ντρέπεται. Όχι γιατί τα stage δεν πρέπει να υπάρχουν, όπως πολλοί λανθασμένα ισχυρίζονται. Πρέπει να ντρέπεται γιατί κατά τη διακυβέρνησή του, από το 2004 και μετά τα stage εξελίχθηκαν σε έναν ρουσφετολογικό μηχανισμό, μέσω του οποίου οι πολιτικοί «διορίζουν» προσωρινά κάποια άτομα στο Δημόσιο, καλλιεργώντας ταυτόχρονα την ψευδή προσδοκία ότι κάποτε θα μονιμοποιηθούν.

Δυστυχώς, αυτά που ο ίδιος κατέκρινε με βροντερή φωνή το 2004, τα έκανε και με το παραπάνω κατά τη διάρκεια της κυβερνητικής του θητείας. Η κυβέρνηση της ΝΔ δημιούργησε μια άλλη εκδοχή των συμβασιούχων του Δημοσίου του ΠΑΣΟΚ, μια στρατιά εργαζόμενων Β κατηγορίας, νέων ηλικιακά ανθρώπων, οι οποίοι παρότι καλύπτουν πάγιες και διαρκείς ανάγκες δεν έχουν πλήρη εργασιακά δικαιώματα: δεν πληρώνονται κανονικά, δεν έχουν άδειες κανονικά και δεν ασφαλίζονται κανονικά. Είναι μια γενιά όμηρος της εργασιακής επισφάλειας. Μια γενιά που κινείται στις παρυφές της γενιάς των 700 ευρώ.

Κι ενώ έχουν συμβεί όλα αυτά, λίγες μέρες πριν από τις εκλογές της 4ης Οκτωβρίου, ο Πρωθυπουργός ο οποίος αυτοπαρουσιάζεται ως υπεύθυνος πολιτικός διατεθειμένος να λάβει δύσκολες αποφάσεις στο δημοσιονομικό, έρχεται και ανακοινώνει προσλήψεις 8000 ατόμων σε προγράμματα stage, κόστους 150 εκ. ευρώ. Με χρήματα μάλιστα των φορολογούμενων και των εργαζόμενων οι οποίοι πληρώνουν εισφορές στον ΟΑΕΔ, και όχι με ευρωπαϊκά κονδύλια, όπως ψευδώς ισχυρίστηκε ο Κ. Καραμανλής στην πρόσφατη τηλεμαχία. Εξ’ όσον μπορούμε να γνωρίζουμε τα προγράμματα Stage στην Ευρωπαϊκή Ένωση έχουν σταματήσει από το 2004 και φυσικά έχει σταματήσει και η αντίστοιχη χρηματοδότηση από τις Βρυξέλλες.

Για να τελειώνουμε λοιπόν με το απαράδεκτο καθεστώς που υπάρχει στα προγράμματα stage: την εκμετάλλευση, τον εκμαυλισμό και τα ρουσφέτια του κάθε «Δημαρχαίου», καθώς και κάθε τοπικού, νομαρχιακού ή περιφερειακού παραγοντίσκου, αλλά και τις αβάσιες προσδοκίες για δημόσιο απ' την πίσω πόρτα πολλών πονηρών, πρέπει να γίνουν δύο πράγματα.

Καταρχάς, πρέπει να βρεθεί λύση σε όσους έχουν δουλέψει καταχρηστικά δύο και τρία και μερικές φορές και πέντε χρόνια σε κάποια Υπηρεσία. Η λύση μπορεί να λάβει τη μορφή είτε μοριοδότησης της προϋπηρεσίας τους, όπως γίνεται με τους συμβασιούχους, ή εναλλακτικά να πληρώσει ο εργοδότης, δηλαδή το κράτος, τις δεδουλευμένες ασφαλιστικές εισφορές και να πάψει οποιαδήποτε αξίωσή τους έναντι του ελληνικού Δημοσίου.

Δεύτερον, πρέπει να φτιάξουμε και να λειτουργήσουμε ένα σωστό πλαίσιο για το θεσμό πρακτικής άσκησης και απόκτησης προϋπηρεσίας. Πριν από δύο χρόνια είχε κατατεθεί από το ευρωπαϊκό δίκτυο ομπρέλα Generation P, και είχε συζητηθεί στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, Ψήφισμα σχετικά με τους όρους που πρέπει να διέπουν τα προγράμματα stage. Ποιοι είναι αυτοί;

Πρώτον, περιορισμένη διάρκεια και απαγόρευση των αυτόματων ανανεώσεων.

Δεύτερον, υποχρεωτική ασφάλιση.

Τρίτον, υπαγωγή στις διατάξεις-συλλογικές συμβάσεις περί κατώτατων αμοιβών.

Και φυσικά πλήρης αποκλεισμός του Δημοσίου από τα προγράμματα αυτά. Επιτέλους τέλος.

Tuesday, September 22, 2009

Τράπεζες και Ασφαλιστικό όλα τα λεφτά

Στις 5 Οκτωβρίου 2009 η κυβέρνηση που θα προκύψει από τις εκλογές θα βρεθεί εγκλωβισμένη στις μυλόπετρες ενός μεγάλου δημοσιονομικού προβλήματος και μιας ύφεσης, που όσο περνάει ο καιρός θα οξύνεται.

Καταρχάς χρωστάμε. Ήδη από τέλη του 2008, παρότι είχε προηγηθεί μια δωδεκαετής περίοδος ισχυρής ανάπτυξης, κράτος, νοικοκυριά και επιχειρήσεις χρωστούσαμε περί τα 512 δις ευρώ ή 211% του ΑΕΠ. Μια πραγματική δουλοπαροικία του χρέους. Η ύφεση επιδείνωσε περαιτέρω τα δημοσιονομικά μας μεγέθη. Το έλλειμμα του κρατικού προϋπολογισμού που σε συνθήκες ισχυρής ανάπτυξης είχε ξεπεράσει ήδη το 3% που ορίζει ως όριο η ΕΕ, σήμερα προσεγγίζει το 8%. Το δε δημόσιο χρέος έχει βάλει πλώρη για το 109% του ΑΕΠ, ενώ το συνολικό χρέος κράτους και ιδιωτών αναμένεται να υπερβεί τα 600 δις ευρώ. Σημειωτέον, στα μεγέθη αυτά δεν μετρώνται οι συνολικές ακάλυπτες μεσοπρόθεσμες υποχρεώσεις του κράτους στο ασφαλιστικό, λόγω της διαδικασίας πληθυσμιακής γήρανσης. Μόνο για τον κλάδο κύριας σύνταξης, εκτιμάται αναλογιστικό έλλειμμα του Συστήματος Κοινωνικής Ασφάλισης της τάξης των 337 δις ευρώ, ποσό που αντιστοιχεί περίπου στο 153% του ελληνικού ΑΕΠ.

Δεύτερον, η οικονομία συρρικνώνεται. Η ανάπτυξη, έπειτα από 15 χρόνια αυξητικής πορείας με μέσο όρο ανόδου το 3,5% έως 4%, έχει πλέον αρνητικό πρόσημο, με τους διεθνείς οργανισμούς να εκτιμούν ότι θα κλείσει στο -1%. Η δε ιδιωτική κατανάλωση, παραδοσιακή ατμομηχανή της ανάπτυξης έχει παγώσει, από ρυθμό αύξησης 4% ετησίως που ανέρχονταν το διάστημα 1997 με 2007. Ταυτόχρονα, οι ιδιωτικές επενδύσεις βρίσκονται σε ραγδαία υποχώρηση, ήδη από το 2007, ενώ η αγορά βρίσκεται στα πρόθυρα πιστωτικής ασφυξίας.

Υπ’ αυτές τις συνθήκες, εάν το μελλοντικό οικονομικό επιτελείο επιχειρήσει να αντιμετωπίσει μονόπαντα και με λογιστικό τρόπο το ένα πρόβλημα (πχ το δημοσιονομικό), αφήνοντας στην τύχη του το άλλο (πχ την ύφεση), όπως για παράδειγμα προτείνει η Κυβέρνηση Καραμανλή, η κατάληξη θα είναι αυτή της Αργεντινής τη δεκαετία του ‘90 και των αρχών του 2000. Οξεία ύφεση με ταυτόχρονη υπερχρέωση και πλήρη αναξιοπιστία στο εξωτερικό.

Από την άλλη, είναι σαφές ότι όποιος έχει στο μυαλό του πακέτα διάσωσης τύπου Ομπάμα, σύντομα θα βρεθεί αντιμέτωπος με ένα πιθανό αδιέξοδο. Λεφτά χρειάζονται και βεβαίως πρέπει να εισρεύσουν στην αγορά, όμως λεφτά δεν υπάρχουν. Όχι μόνο χρωστάμε, αλλά έχοντας απολέσει το όπλο της νομισματικής πολιτικής εντός της ΟΝΕ, δεν είμαστε καν σε θέση να κάνουμε σοβαρό παιχνίδι με τη ρευστότητα. Που θα βρεθούν λοιπόν τα λεφτά;

Σίγουρα πρέπει να αυξηθούν τα έσοδα. Ο στρατηγικός στόχος είναι η σταδιακή αύξηση των εσόδων του κράτους από φόρους στο 40% του ΑΕΠ (όσο είναι και στην ΟΝΕ), από 32% που είναι σήμερα. Ο στόχος αυτός προϋποθέτει μια εκστρατεία είσπραξης των ανείσπρακτων οφειλών που δεν ανήκουν σε εταιρείες μαϊμού ή πτωχευμένες εταιρείες και άρα είναι δυνατόν να εισπραχθούν, κατάργηση της αυτοτελούς φορολόγησης, φορολόγηση των κερδών του κεφαλαίου από συναλλαγές στο χρηματιστήριο, θεσμοθέτηση Capital Gains Tax, μείωση του αφορολόγητου ορίου –δεν μπορεί να έχουμε μεγαλύτερο αφορολόγητο από τη Γερμανία , αναδιάρθρωση του ΥΠΟΙΟ και των ελεγκτικών μηχανισμών του κράτους, έτσι ώστε οι συναλλαγές να γίνονται ηλεκτρονικά, οι Υπηρεσίες να οργανωθούν βάσει λειτουργίας και όχι βάσει φόρων όπως είναι σήμερα, και οι έλεγχοι να διεξάγονται βάσει μοντέλων ανάλυσης κινδύνου και όχι να έγκεινται στη διακριτική ευχέρεια των ελεγκτών.

Σίγουρα επίσης πρέπει να περιοριστούν οι δαπάνες. Ανάμεσα σε άλλα αυτό σημαίνει: πάγωμα του ρυθμού αύξησης των λειτουργικών και καταναλωτικών δαπανών κάτω από τον πληθωρισμό, περικοπές σε μισθούς και εισοδήματα στελεχών από Επιτροπές και ΔΣ, προσλήψεις μόνο στην υγεία, πάγωμα σε όλους τους υπόλοιπους τομείς ή εφαρμογή του συστήματος πέντε φεύγουν ένας μπαίνει, ενοποίηση λογιστικών και πληροφορικών συστημάτων - πρέπει να απαγορευτούν όλες οι χειρόγραφες συναλλαγές και να ενοποιηθούν τα λογιστικά συστήματα.

Σίγουρα, όμως, όσο καλά και να το κάνει κανείς, το ανακάτεμα της δημοσιονομικής σούπας με συμβατικούς όρους δεν είναι σε θέση πρώτον, να δημιουργήσει το απαραίτητο κεφάλαιο που απαιτείται για να αναθερμανθεί η οικονομία και δεύτερον, να καταστήσει τη δημοσιονομική θέση της χώρας βιώσιμη σε βάθος χρόνου.

Απαιτούνται πιο δραστικά μέτρα.

Την επόμενη κιόλας των εκλογών η κυβέρνηση που θα προκύψει θα αναγκαστεί να δανειστεί για να καλύψει το έλλειμμα του προϋπολογισμού που πλέον βρίσκεται στο 8% του ΑΕΠ, αλλά και για να χρηματοδοτήσει την εθνική συμμετοχή στο Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων, το ΕΣΠΑ και τον Αναπτυξιακό Νόμο, εργαλεία μέσω των οποίων θα τονωθεί η πραγματική οικονομία. Είναι βέβαιο ότι οι διεθνείς πιστωτές (ξένες τράπεζες, χρηματοπιστωτικοί οίκοι κοκ) θα κοιτάξουν να εκτοξεύσουν πάνω τα spreads. Ήδη ξεκίνησε ο χορός της υποβάθμισης της πιστοληπτικής ικανότητας του ελληνικού δημοσίου με τη Standard & Poors να ρίχνει τις πρώτες προειδοποιητικές βολές.

Ο δανεισμός του κράτους, όμως, δεν πρέπει να συνεχιστεί με τους επαχθείς όρους που έγινε καθ’ όλη τη διάρκεια του περασμένου έτους. Με επιτόκια δηλαδή στα ύψη, κοντά στο 6%. Δεδομένου, όμως, ότι οι ξένες τράπεζες δεν πρόκειται να πειστούν να δανείσουν την Ελλάδα με χαμηλά επιτόκια, και δεδομένου επίσης ότι ούτε η Τράπεζα της Ελλάδος, ούτε η ΕΚΤ μπορούν να δανείσουν το ελληνικό κράτος άμεσα, ένα τέτοιο εγχείρημα θα είναι εξαιρετικά δύσκολο.

Θα μπορούσαν εδώ να αξιοποιηθούν δύο ή τρεις κρατικές ελληνικές τράπεζες. Αφού δανειστούν οι ίδιες με χαμηλά επιτόκια από την ΕΚΤ ή τη διατραπεζική αγορά, όπου δε φαίνεται σε σύντομο χρονικό διάστημα να κλείνει ο κρουνός ρευστότητας, να δανείσουν με ελάχιστο κέρδος το ελληνικό δημόσιο (+1% πάνω από το επιτόκιο που τους δανείζει η ΕΚΤ και όχι 6% και 4,5% που κάνουν τώρα), παρέχοντας έτσι άμεσα φτηνά κεφάλαια με στόχο την αναθέρμανση της εγχώριας οικονομικής δραστηριότητας. Ταυτόχρονα θα πρέπει να δεσμευτούν επίσης ότι δεν θα μεταπωλήσουν τους τίτλους σε ξένους επενδυτές γεγονός που θα οδηγήσει και πάλι σε αύξηση επιτοκίων. Οι τράπεζες που τίναξαν την μπάνκα στον αέρα τα τελευταία χρόνια, καλούνται ουσιαστικά να επιδείξουν γενναιοδωρία.

Αν όλα αυτά ακούγονται ολίγον τι σοσιαλιστικά η αλήθεια είναι ότι είναι. Πως αλλιώς, όμως, θα εξασφαλίσουμε κεφάλαια σε χαμηλό κόστος, χωρίς να επιβαρύνουμε δραματικά το χρέος; Εκτός και αν κάποιος πιστεύει ότι ξαφνικά το έλλειμμα θα γίνει πλεόνασμα και το πρόγραμμα δανεισμού του δημοσίου θα σταματήσει;

Από εκεί και πέρα το πολύ χρήμα είναι στο ασφαλιστικό. Τη βασική δηλαδή πηγή ραγδαίας αύξησης των δαπανών στο μέλλον. Λίγη σημασία έχει αν το χρέος είναι στο 100% και ξάφνου πάει στο 110% σήμερα τη στιγμή που έχουμε μεσοπρόθεσμες ακάλυπτες υποχρεώσεις ύψους 337 δις μόνο στα ταμεία κύριας σύνταξης στο μέλλον.

Στο πλαίσιο αυτό έχουμε προτείνει ένα μικτό κοινωνικό σύστημα ασφάλισης με:

1. Έναν πυλώνα βασικής σύνταξης, στη λογική της αναδιανομής και της αλληλεγγύης των γενεών, με προκαθορισμένες τελικές παροχές βάσει ενιαίων και σταθερών κανόνων για όλους τους ασφαλισμένους, ΕΝΑ ταμείο-«εθνικό κορβανά» για όλους τους Έλληνες με κρατική διοίκηση, απαγόρευση επενδύσεων σε σύνθετα προϊόντα καθώς και απαγόρευση χρησιμοποίησης των εισφορών των ασφαλισμένων για άλλους λόγους πλην της πληρωμής συντάξεων.

2. Έναν πυλώνα προσωπικής αποταμίευσης, με κεφαλαιοποιητική λογική, χωρίς προμήθειες, με προκαθορισμένες υποχρεωτικές εισφορές εργαζόμενου και εργοδότη, αλλά όχι προκαθορισμένες παροχές, εποπτευόμενο από την Τράπεζα της Ελλάδος και με εγγυημένο το αρχικό κεφάλαιο του ασφαλισμένου. Εδώ ο κάθε ασφαλισμένος είναι κυρίαρχος και διαχειριστής των χρημάτων του. Έχει ατομική μερίδα ασφάλισης στην οποία έχει πρόσβαση ανά πάσα στιγμή ακόμα και από το διαδίκτυο. Επιλέγει από μία γκάμα βασικών και απλών επενδυτικών προϊόντων ανάλογα με την αντοχή του στο ρίσκο, ενώ σημειωτέον τα σύνθετα και δομημένα απαγορεύονται και εδώ δια νόμου.

Το μικτό ασφαλιστικό σύστημα, είναι η απαραίτητη προϋπόθεση για να υπερβούμε το βισμαρκικό συνταξιοδοτικό σύστημα μπάχαλο, που δεν έχει να πληρώσει, και ταυτόχρονα να μη ρίξουμε την κοινωνία στην αγκαλιά των αρπακτικών τύπου Παύλου Ψωμιάδη και λοιπών ασφαλιστικών εταιρειών ζόμπι, που από χτες τις παρατηρούμε να καταρρέουν οδηγώντας ασφαλισμένους και εργαζόμενους στην αβεβαιότητα. Εάν επιτέλους αποφασίσουμε να λύσουμε το θέμα του ασφαλιστικού, χωρίς να μας πιάνει υστερία κάθε φορά που ακουμπάμε την ιερή αυτή αγελάδα, θα καταφέρουμε και το δημοσιονομικό να επιλύσουμε και τα θεμελιώδη προβλήματα του συνταξιοδοτικού μας συστήματος να αντιμετωπίσουμε. Και φυσικά με λυμένο ασφαλιστικό κανείς κερατάς ξένος οίκος δεν μπορεί να υποβαθμίσει την πιστοληπτική σου ικανότητα.

Friday, September 18, 2009

Ελληνικές Τράπεζες: ο Δεκάλογος του καλού κλέφτη

Της G700
Δημοσιεύτηκε στο Newstime

1. Κερδίζεις από την κατάργηση της φορολογίας των αποθεματικών σου

2. Κερδίζεις από τη μείωση του συντελεστή στο 25%, από 35% που ήταν προηγουμένως

3. Κερδίζεις από τη διαχρονική ανυπαρξία φόρου στα κέρδη κεφαλαίου από χρηματιστηριακές συναλλαγές (Capital Gains Tax)

4. Λαμβάνεις 13 δις σε ρευστό, 8 δις πουλώντας 5ετής προνομιούχες μετοχές στο δημόσιο, και 5 δις λαμβάνοντας τριετή ειδικά ομολόγα (zero coupon bonds) με μηδενικό επιτόκιο.

5. Λαμβάνεις άλλα 15 δις αυτή τη φορά σε εγγυήσεις του δημοσίου

6. Έχοντας βελτιώσει την κεφαλαιακή σου επάρκεια δανείζεσαι προνομιακά με 1% από την ΕΚΤ και τη διατραπεζική αγορά (euribor 1%) και μετά δανείζεις με 6% το δημόσιο για να μπορέσει να σου πληρώσει αυτά που σου έδωσε

7. Μειώνεις το ρυθμό αύξησης της πιστωτικής επέκτασης 50% σε ένα χρόνο σε επιχειρήσεις και νοικοκυριά

8. Διατηρείς εξαιρετικά υψηλά σε σχέση με την ΕΕ επιτόκια δανεισμού σε καταναλωτικά και επιχειρηματικά δάνεια

9. Αγοράζεις ίδιες μετοχές χαμηλά και κερδίζεις στο χρηματιστήριο από το μίνι ράλι του καλοκαιριού

10. Σε περίοδο οικονομικής κρίσης παρουσιάζεις αυξημένα κέρδη. Ταυτόχρονα, βγάζεις ανακοινώσεις και δημοσιεύεις οικονομικά δελτία με τα οποία παροτρύνεις το κράτος να επιλύσει το δημοσιονομικό περιορίζοντας τα κόστη από μισθούς και συντάξεις.

Πλούτη θέλω να έχω, αλλά δεν θέλω να τα έχω αποκτήσει άδικα, γιατί οπωσδήποτε μετά έρχεται η δίκαιη τιμωρία. (Σόλων, Πλουτάρχου Βίοι, Τόμος Α’)

Thursday, September 17, 2009

Το κράτος αγοράζει ιδιωτικά χρέη

Του Θοδωρή Πελαγίδη*
Ελευθεροτυπία, 13-9-2009

Λογικό είναι, με το ΑΕΠ σε στασιμότητα και με την αγοραστική δύναμη λαϊκών και μικρομεσαίων στρωμάτων να συρρικνώνεται, ο προεκλογικός πυρετός να επικεντρώνεται σε ζητήματα οικονομικής πολιτικής. Συχνά λέγεται ότι ο μεγάλος ασθενής της ελληνικής οικονομίας είναι το κράτος. Ποιος μπορεί, άλλωστε, να υποστηρίξει το αντίθετο. Ομως πολλές φορές δίδεται η εντύπωση ότι αρκεί να περιοριστεί η σπατάλη του και τα πράγματα θα πάνε πολύ καλύτερα, αφού ο ιδιωτικός τομέας ανθεί ή έστω θα μπορούσε να ανθήσει με ένα διαφορετικό κράτος.

Δεν είναι έτσι ακριβώς τα πράγματα. Υπάρχει μια σειρά από ζητήματα για τα οποία η διαφαινόμενη κρατική αδυναμία και υπερχρέωση -αν όχι σπατάλη- στηρίζει (δυστυχώς) τον ιδιωτικό τομέα της οικονομίας. Συνιστά την αιμοδοσία του. Να μερικά κρίσιμα σημεία:

1. Το κράτος ενέτεινε τις καταναλωτικές του δαπάνες το πρώτο μισό του 2009 ώστε να κρατηθεί η ζήτηση σε επίπεδα που επιτρέπουν επιχειρήσεις και δραστηριότητες είτε να επιζήσουν είτε να λάβουν χρόνο χάριτος μέσα σε ένα δυσμενές και αρνητικό διεθνές περιβάλλον. Στην ουσία, αγόρασε ιδιωτικό χρέος λοιπόν.

2. Το κράτος όχι μόνο εγγυήθηκε για τον φτηνό δανεισμό των τραπεζών από την ΕΚΤ, αλλά μετά οι τελευταίες δάνεισαν το κράτος με υψηλότερο επιτόκιο με αποτέλεσμα την ενίσχυση των κερδών του τραπεζικού τομέα. Αυτό, ασχέτως του γεγονότος ότι και οι τράπεζες πλέον καθίστανται συνυπεύθυνες για το μέλλον του υπέρογκου αυτού δανεισμού, συνιστά και πάλι ενίσχυση κερδών ιδιωτικού τομέα με κόστος την επιδείνωση του δημοσίου χρέους. Στην περίπτωση που ο τραπεζικός τομέας παρουσίαζε προβλήματα επιβίωσης, το σύστημα όλο θα κινδύνευε με κατάρρευση. Δεν πρέπει δηλαδή να δίδεται η εντύπωση, από μερικούς πολιτικούς ιδιαιτέρως, ότι οι τράπεζες είναι αντίπαλος της οικονομίας. Είναι ο πιο κρίσιμος κλάδος της οικονομίας και γι' αυτό πρέπει να επιτηρείται στενά από τις εθνικές αρχές στην κατεύθυνση της ομαλής λειτουργίας της τραπεζικής αγοράς και της προστασίας του καταναλωτή.

3. Το κράτος προστατεύει με ρυθμίσεις την κερδοφορία τομέων της οικονομίας όπως αγορά των «κλειστών» επαγγελμάτων και επομένως, καθώς τα πράγματα δεν «ανοίγουν», οι αγορές δεν αναπτύσσονται με αποτέλεσμα τα φορολογικά έσοδα να μην αυξάνονται και το κράτος να αναγκάζεται να ενισχύει χαμηλόμισθους και συνταξιούχους επιβαρύνοντας τα ελλείμματα.

4. Το κράτος «ανέχεται» την παραοικονομία και με αυτόν τον τρόπο αφαιρεί φορολογικά έσοδα από τον εαυτό του. Συγκεντρώνει 30% περίπου έσοδα ως ποσοστό του ΑΕΠ, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό για την ευρωζώνη είναι 40%! Ερωτώ: Πώς να μην υπάρχουν υψηλά ελλείμματα και χρέη όταν το σκέλος των εσόδων υστερεί τόσο, μα τόσο πολύ; Αντί να χρεώνονται οι ιδιώτες, χρεώνεται το κράτος λοιπόν.

5. Σε συνέχεια των παραπάνω, αποφεύγεται με συστηματικότητα η διατύπωση της αλήθειας, όσον αφορά το φορολογικό σύστημα. Στην Ελλάδα υπάρχουν 3 εκατ. που δεν πληρώνουν φόρο. Ερώτηση: Είναι όλοι αυτοί φτωχοί; Οχι φυσικά. Η τακτική αυτή συνεχίζεται και όσο ανεβαίνουν τα εισοδήματα στην φορολογική κλίμακα, με αποτέλεσμα το σύστημα να «υποτιμά» τα ατομικά εισοδήματα, να χαρίζει φόρους, να χρεώνεται το ίδιο. Η αλήθεια είναι ότι το αφορολόγητο ποσό στη Γερμανία είναι 8.500 ευρώ και στην Ελλάδα 12.000. Η αλήθεια είναι ότι χρειάζεται διεύρυνση της φορολογικής βάσης. Και φυσικά, τεκμήρια. Εστω μέχρι να μπορέσει το κράτος να πείσει ή να υποχρεώσει τους φορολογούμενους να είναι σχετικά ειλικρινείς. Μέχρι τότε, το δημόσιο χρέος θα αυξάνεται.

6. Το κράτος ενισχύει τα ταμεία, ενώ οι ιδιώτες - αποφεύγουν να πληρώσουν ασφαλιστικές εισφορές με αποτέλεσμα το κράτος συνεχώς να χρηματοδοτεί τα ταμεία.

7. Ρωτώ: Οι λίγοι παιδικοί σταθμοί, τα λιγοστά κρατικά μαιευτήρια, τα υποβαθμισμένα, υποχρηματοδοτούμενα δημόσια σχολεία, το περιορισμένο δίκτυο δημόσιων συγκοινωνιών, ποιον ευνοούν; Πού στρέφουν αναγκαστικά τους πολίτες; Μα στην αγκαλιά των ιδιωτών, τροφοδοτώντας τα κέρδη τους, μειώνοντας τις ζημιές τους.

Λαμβάνοντας υπ' όψιν τα παραπάνω, παρατηρούμε ότι τόσο στη χώρα μας όσο και στις χώρες της ευρωζώνης δημόσιο και ιδιωτικό χρέος μαζί μοιάζουν σαν δύο όμοια γεμάτα ποτήρια. Στο βαθμό που ο ιδιωτικός τομέας παίρνει τα ρίσκα και τις ευθύνες του, αναπτύσσει τον δανεισμό του και περιορίζει τελικά την εξάρτησή του από τον κρατικό δανεισμό.

Στην Ελλάδα, το χρέος του κράτους αντικατοπτρίζει και- τις αδυναμίες του ιδιωτικού τομέα της οικονομίας που δεν μπορεί να είναι ανταγωνιστικός με διεθνείς όρους. Το κράτος έτσι παίρνει πάνω του και μέρος του ιδιωτικού χρέους, γεγονός το οποίο αντικατοπτρίζει και την αδυναμία του ιδιωτικού τομέα να πάρει τις ευθύνες του, να είναι διεθνώς ανταγωνιστικός χωρίς την κρατική προστασία και χρέωση.

Αυτό δεν σημαίνει βέβαια ότι η σπατάλη, η πελατεία, η ανορθολογικότητα δεν χαρακτηρίζουν την περίπτωση του ελληνικού κράτους. Ομως η βελτίωση της κατάστασης δεν γίνεται με την πολιτική απόφαση μερικών περικοπών ή και την καθήλωση των μισθών του δημόσιου τομέα. Χρειάζεται πια όλοι να πέσουμε σε βαθιά νερά και να μάθουμε κολύμπι.

Κουτσά-στραβά το πετύχαμε αυτό μέσα στην Ευρώπη. Από τις σημερινές κινήσεις μας, όμως, θα εξαρτηθεί εάν είναι βιώσιμη η παρουσία της χώρας τόσο στην ευρωζώνη όσο και στις διεθνείς αγορές, κυρίως για τις γενιές που έρχονται.

*Καθηγητής Οικονομικής Ανάλυσης στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς. Το άρθρο δημοσιεύεται ύστερα από άδεια του συγγραφέα.

Wednesday, September 16, 2009

Οι εκλογές και η ανεργία των νέων

Του Μάνου Ματσαγγάνη*
Δημοσιεύτηκε στο Newstime

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι στο επίπεδο των δηλώσεων, τόσο τα κόμματα όσο και οι διάφοροι υποψήφιοι, δείχνουν μεγάλο ενδιαφέρον για την υψηλή ανεργία των νέων στη χώρα μας, την οποία άλλωστε επιβεβαίωσαν τα τελευταία στοιχεία της Eurostat. Ομως, πολλές φορές σχηματίζει κανείς την εντύπωση ακούγοντας αυτές τις δηλώσεις, ότι η γνώση τους για το φαινόμενο είναι καθαρά επιφανειακή. Κι όμως, κάτω από την επιφάνεια υπάρχουν πολλά και ενδιαφέροντα. Ας τα πάρουμε με τη σειρά.Η ανεργία των νέων είναι, πράγματι, πάρα πολύ υψηλή στη χώρα μας: το 2007 (για τις συνέπειες της κρίσης θα πρέπει να περιμένουμε ένα-δύο χρόνια) στην ηλικιακή ομάδα 15-24 (δηλ. στα πρώτα δέκα χρόνια μετά το τέλος της υποχρεωτικής εκπαίδευσης), ήταν 23% έναντι 15,5% στην ΕΕ27. Μόνο η Ιταλία και τρεις ανατολικές χώρες είχαν ποσοστά πάνω από 20%, αλλά και πάλι, χαμηλότερα από το δικό μας. «Θλιβερή πρωτιά», όπως λένε μερικοί. Και δεν είναι η μόνη στο θέμα αυτό, όπως θα δούμε σε λίγο.

Ως γνωστόν, η ανεργία ορίζεται ως ποσοστό του «ενεργού πληθυσμού», δηλ. όσων είναι διαθέσιμοι για εργασία. Οι υπόλοιποι είναι μαθητές, φοιτητές, μητέρες που δεν εργάζονται ούτε ψάχνουν για δουλειά, υπηρετούν στο στρατό ή έχουν αποσυρθεί λόγω ασθένειας ή αναπηρίας. Επειδή εάν υπήρχαν ελκυστικές δουλειές, κάποιοι από αυτούς θα εργάζονταν, τμήμα του μη ενεργού πληθυσμού βρίσκεται, στην πραγματικότητα, σε κατάσταση «κρυφής ανεργίας». Γι’ αυτό είναι σημαντικό να κοιτάμε και τα ποσοστά απασχόλησης, τα οποία υπολογίζονται στο σύνολο του πληθυσμού, ενεργού ή μη. Ούτε εκεί πάμε καλά: μόνο 24 στους 100 νέους ηλικίας 15-24 εργάζονταν το 2007, έναντι 37 στην ΕΕ27 (και 41 στην ΕΕ15). Μόνο η Ουγγαρία και το Λουξεμβούργο είχαν χαμηλότερα ποσοστά απ’ ό,τι η Ελλάδα.

Μήπως αυτό σημαίνει ότι όσοι περισσότεροι νέοι εργάζονται, τόσο καλύτερα; Όχι αναγκαστικά. Ένα εκπαιδευτικό σύστημα που κρατάει πολλά παιδιά στα θρανία πολύ μετά από την ηλικία των 15, μπορεί να είναι καλύτερη επένδυση για το μέλλον (αρκεί, βέβαια, να λειτουργεί σωστά). Ομως, το ένα δεν αποκλείει το άλλο: σε χώρες με μαζικά πανεπιστήμια και υψηλό μορφωτικό επίπεδο, η απασχόληση των νέων είναι πολύ υψηλότερη απ’ ό,τι εδώ. Το σχετικό ρεκόρ το κατέχει η Ολλανδία, όπου 68 στους 100 νέους ηλικίας 15-24 εργάζονται, με δεύτερη τη Δανία (65). Πολλοί από αυτούς είναι μαθητές ή φοιτητές που δουλεύουν παράλληλα με τις σπουδές τους (part-time) ή στις διακοπές (με προσωρινή απασχόληση). Αντίθετα, στην Ελλάδα οι λεγόμενες «ευέλικτες μορφές απασχόλησης» είναι ελάχιστα διαδεδομένες: το 2005, στους 100 νέους (ηλικίας 15-29 αυτή τη φορά) μόνο οι 12 εργάζονταν με σύμβαση ορισμένου χρόνου ή/και με μερική απασχόληση.

Το πρόβλημά μας δεν είναι, απλώς, ότι υπερβολικά λίγοι νέοι εργάζονται, αλλά και ότι οι λίγες δουλειές που υπάρχουν είναι κακοπληρωμένες. Σύμφωνα με στοιχεία του ΙΝΕ/ΓΣΕΕ-ΑΔΕΔΥ, τα οποία δεν είναι διαθέσιμα ανά ηλικία (ούτε κατά φύλο), 26% του συνόλου των μισθωτών αμείβονταν το 2007 με μηνιαίες καθαρές αποδοχές έως €750. Η αναλογία των χαμηλόμισθων ήταν υψηλότερη μεταξύ των εργαζομένων με προσωρινή απασχόληση (56%) και, φυσικά, μεταξύ όσων εργάζονται part-time (86%). Όμως, η βασική διάκριση είναι άλλη: από τους 641 χιλιάδες μισθωτούς με καθαρές αποδοχές έως €750 το μήνα, οι 564 χιλιάδες εργάζονταν στον ιδιωτικό τομέα. Μάλιστα, οι περισσότεροι από αυτούς είχαν «κανονικές» συμβάσεις: μόνο 81 χιλιάδες ήταν σε θέσεις εργασίας part-time και μόνο 113 χιλιάδες με συμβάσεις ορισμένου χρόνου, ενώ αρκετοί ανήκαν και στις δύο κατηγορίες ταυτόχρονα. Στους χαμηλά αμειβόμενους θα πρέπει να προστεθεί και ο άγνωστος αριθμός των μισθωτών που (όχι από επιλογή τους), μεταμφιέζονται σε αυτοαπασχολούμενους και πληρώνονται με δελτίο παροχής υπηρεσιών ή επαγγελματικής δαπάνης, παρότι παρέχουν εργασία σε έναν εργοδότη. Εννοείται ότι η πλειονότητα των χαμηλά αμειβόμενων είναι νέοι.

Χαμηλά ποσοστά απασχόλησης + χαμηλές αποδοχές = παρατεταμένη εξάρτηση των νέων από τους γονείς τους. Εδώ το πρόβλημα έχει πάρει διαστάσεις, πραγματικά, ανησυχητικές. Το 2005, το ποσοστό των ανδρών που ζουν στο πατρικό τους -ακόμη και στην (όχι πια τρυφερή) ηλικία των 30-34 ετών, ήταν 43%. Από τις άλλες νοτιοανατολικές χώρες, μόνο η Ιταλία με 38% πλησιάζει την αρνητική επίδοση της χώρας μας. Αξίζει να σημειωθεί ότι το 1985 το αντίστοιχο ποσοστό ήταν 30% στην Ελλάδα (και 18% στην Ιταλία). Τουλάχιστον στη γειτονική χώρα, τα πράγματα λέγονται με το όνομά τους: «είμαστε μια μπλοκαρισμένη κοινωνία», είχε δηλώσει πριν λίγα χρόνια ο (πρωθυπουργός τότε) Massimo D’Alema. Η Ελλάδα είναι ακόμη πιο μπλοκαρισμένη, απλώς εδώ δεν ασχολείται κανείς.

Στο σημείο αυτό ο αναγνώστης (μερικές φορές και ο συγγραφέας) είθισται να αναφωνεί: «ευτυχώς που υπάρχει και η οικογένεια!» Ας μου επιτραπεί να διαφωνήσω. Η αναβολή του σχηματισμού οικογένειας και η δραματική μείωση των ποσοστών γονιμότητας είναι μερικά από τα ορατότερα επακόλουθα της, εκ πρώτης όψεως, «σωτήριας» για τους νέους παρέμβασης των γονέων τους. Η οικογενειακή θαλπωρή επιτρέπει μεν στους νέους να απορρίπτουν «μη ελκυστικές» θέσεις εργασίας, αλλά ταυτόχρονα εθίζει σε μια πλασματική ευμάρεια, η οποία με τη σειρά της παρατείνει την ανωριμότητα. Είμαστε σίγουροι ότι αυτό θέλουμε;

*Ο Μάνος Ματσαγγάνης διδάσκει στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Το άρθρο αναδημοσιεύετε ύστερα από την άδεια του Newstime.

Monday, September 14, 2009

Ν’ αλλάξει το κορπορατιστικό μοντέλο διαβούλευσης. Η κοινωνία των πολιτών στο προσκήνιο

Μία από τις προτάσεις που διέρρευσαν στον Τύπο το σαββατοκύριακο, και η οποία φέρεται ν' ανήκει στον ΓΑΠ ωστόσο δεν ακούστηκε ποτέ από το βήμα της ΔΕΘ, είναι η μεταρρύθμιση του σημερινού μοντέλου δημόσιας διαβούλευσης. Ανάγκη επιτακτική, εάν θέλουμε να εκδημοκρατίσουμε το δημόσιο διάλογο στη χώρα και να εντάξουμε σ’ αυτόν την κοινωνία των πολιτών, που σήμερα συνθλίβεται στις μυλόπετρες του κορπορατιστικού μοντέλου, ανάμεσα δηλαδή στα επίσημα συμφέροντα του κράτους, των εκπροσώπων επιχειρήσεων κι επαγγελματικών ομάδων και τα συνδικάτα. Ανάγκη επιτακτική, αν θέλουμε επίσης να σπάσουμε το φαύλο κύκλο της αδράνειας και των υπεκφυγών σε ό,τι αφορά τις μεταρρυθμίσεις που πρέπει να γίνουν για να πάμε μπροστά.

Ας πάρουμε όμως τα πράγματα με τη σειρά.

Στην Ελλάδα, αν δεν είσαι συνδικάτο, επαγγελματική ένωση ή κράτος, δεν μπορείς να λάβεις μέρος στον επίσημο διάλογο που διεξάγεται πάνω σε νομοσχέδια ή προτάσεις νόμων που σε αφορούν. Η επίσημη διαδικασία αποκλείει τις ομάδες της κοινωνίας των πολιτών. Η κυβέρνηση προτείνει, η Βουλή επεξεργάζεται και ψηφίζει, η ΟΚΕ γνωμοδοτεί, τα συνδικάτα, οι ενώσεις των εργοδοτών και οι λοιποί επίσημοι φορείς καταθέτουν τις δικές τους προτάσεις. Αν είσαι ας πούμε η WWF και έχεις άποψη πχ για την κατάρτιση του Κανονισμό Ενεργειακής Αποδοτικότητας των Κτιρίων (ΚΕΝΑΚ), το μόνο στο οποίο μπορείς να ελπίζεις είναι η φασαρία που θα κάνεις στα Μέσα, η συνειδητοποίηση των πολιτών μέσα από συνέδρια και πορείες, η παρέμβαση μέσα από τη διαμόρφωση συμμαχιών off the record με κάποιους πολιτικούς χώρους ή πολιτικούς. Πουθενά δεν προβλέπεται επίσημα η συμμετοχή σου. Τον ΚΕΝΑΚ θα τον συνδιαμορφώσει επισήμως το ΤΕΕ.

Στην ΕΕ τα πράγματα είναι εντελώς διαφορετικά. Η ύπαρξη μητρώου εκπροσώπων συμφερόντων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής από το 2007, δίνει τη δυνατότητα σε ομάδες πολιτών να συμμετέχουν επίσημα σε όλες τις διαβουλεύσεις που τους ενδιαφέρουν σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Συζητιέται η καθιέρωση έτους διαγενεακής αλληλεγγύης το 2012; Μπορείς σαν G700 να καταθέσεις την άποψή σου και να δημοσιευτεί. Η ΕΕ του δημοκρατικού ελλείμματος έχει αντιληφθεί το ρόλο της κοινωνίας των πολιτών στον εκδημοκρατισμό του κοινωνικού διαλόγου, τουλάχιστον σ’ αυτό το βασικό επίπεδο.

Δεν είναι όμως μόνο η εμβάθυνση της δημοκρατίας το μείζον ζήτημα. Οι μεταρρυθμίσεις που επιχειρούνται εν απουσία της κοινωνίας των πολιτών έχουν αυξημένη πιθανότητα αποτυχίας.

Η επιτυχία της πορείας των όποιων αλλαγών απαιτεί τη διαμόρφωση προϋποθέσεων κοινωνικής συναίνεσης και συνδέεται με το βαθμό στον οποίο οι κοινωνικοί εταίροι και το εκλογικό σώμα είναι πεπεισμένοι για την αναγκαιότητα των μεταρρυθμίσεων και την καταλληλότητά τους.

Αυτό όμως για να συμβεί απαιτεί την επαρκή πολιτική και επιστημονική αιτιολόγηση για τη λογική, το περιεχόμενο και τα προσδοκώμενα αποτελέσματα των διαρθρωτικών αλλαγών. Πρέπει να υπάρχουν επαρκείς απαντήσεις σε ερωτήματα του τύπου:

α) ποια οικονομικά ζητήματα και ποιοι κοινωνικοί μετασχηματισμοί (π.χ. για αγορά εργασίας, ασφαλιστικό) υπαγορεύουν την αναγκαιότητα της μεταρρύθμισης;,

β) ποια είναι τα προβλήματα του status quo και τι κόστος έχουν σε όρους οικονομικής αποτελεσματικότητας και κοινωνικής ευημερίας;

γ) ποιοι ωφελούνται και ποιοι ζημιώνονται από το status quo (και αντιστοίχως από τη μεταρρύθμιση);

δ) ποιες κυρίαρχες αξίες υπαγορεύουν την προώθηση της μεταρρύθμισης (π.χ. κοινωνική & διαγενεακή δικαιοσύνη)

ε) πώς διανέμονται τα -συνήθως- μακροχρόνια οφέλη της μεταρρύθμισης και πώς αποζημιώνονται οι βραχυπρόθεσμα χαμένοι;

Οι απαντήσεις όμως στα παραπάνω ερωτήματα δεν μπορεί να είναι επαρκείς, ούτε πειστικές, όταν ο δημόσιος διάλογος κυριαρχείται από το παραδοσιακό σύστημα μεσολάβησης συμφερόντων, το κορπορατιστικό, με τη μισή κοινωνία να μένει στην απ’ έξω.

Τα oφέλη από ένα ανοιχτό μοντέλο διαβούλευσης έχουν απασχολήσει τη σύγχρονη θεωρητική και εμπειρική έρευνα και έχουν αποτυπωθεί σε πλείστες όσες επιστημονικές έρευνες. Το βασικό συμπέρασμα της συγκριτικής εμπειρίας διαφόρων κρατών είναι ότι ο ανοιχτός δημόσιος διάλογος για την αιτιολόγηση και τεκμηρίωση των μεταρρυθμίσεων μπορεί υπό προϋποθέσεις να μεταβάλλει ιστορικά διαμορφωμένες αντιλήψεις και προτιμήσεις, να μετασχηματίσει εδραιωμένους θεσμούς και νόρμες συμπεριφοράς και συνεπώς να λειτουργήσει ως καταλύτης των αλλαγών.

Ενδεικτικά, οι εκτεταμένες μεταρρυθμίσεις στο κοινωνικό κράτος της Δανίας, της Ολλανδίας και της Αυστρίας (αγορές εργασίας, κοινωνική πολιτική, συστήματα κοινωνικής ασφάλισης) οφείλονται σε σημαντικό βαθμό στα οφέλη της δημόσιας διαβούλευσης και στην ικανότητα των κυβερνήσεων να πείσουν το εκλογικό σώμα και τους κοινωνικούς εταίρους αφενός για την αναποτελεσματικότητα και τις ανισότητες του status quo, αφετέρου για την αναγκαιότητα και την καταλληλότητα των μεταρρυθμίσεων.

Ακόμα και σε παραδοσιακά «δυσκίνητα» κράτη με πολλούς “veto players”, η ισχύς των επιχειρημάτων και η συμβολή του δημοσίου διαλόγου οδήγησε σε κρίσιμες διαρθρωτικές αλλαγές (βλ. π.χ. την πολιτική μεταρρυθμίσεων στη Γερμανία το 2001). Επιπρόσθετα, στη «συγγενικά αρτηριοσκληρωτική» Ιταλία, η συμβολή του δημοσίου διαλόγου ως προς την ανάδειξη του προβληματικού συστήματος κοινωνικής ασφάλισης, οδήγησε σε σημαντική μεταρρύθμισή του (μεταρρύθμιση Dini).

Δυστυχώς, οι επιδόσεις του δημοσίου διαλόγου και της κοινωνικής διαβούλευσης στην Ελλάδα είναι χαμηλές, αν όχι απογοητευτικές. Οι παίκτες του κορπορατιστικού μοντέλου διαβούλευσης, κράτος, επιχειρήσεις, συνδικάτα, με τον εγγενή συντηρητισμό τους και την εμμονή τους στις παραμετρικού τύπου αλλαγές, συμβάλλουν στον ασφυκτικό περιορισμό της μεταρρυθμιστικής ατζέντας, δημιουργώντας ταυτόχρονα παραπληροφόρηση και παρανοήσεις, καλλιεργώντας επιπρόσθετα τις φοβίες των υπόλοιπων πολιτών.

Τι μπορεί να γίνει;

Είναι απλό. Προκύπτει από την πρόσφατη ευρωπαϊκή εμπειρία. Πρώτον, να δημιουργηθεί εθνικό μητρώο εκπροσώπων συμφερόντων στα πρότυπα της ΕΕ, με δυνατότητα επίσημης συμμετοχής ακόμα και πολύ μικρών άτυπων οργανώσεων πολιτών σε οποιαδήποτε ανοιχτή διαβούλευση, πάνω σε προτάσεις νόμων και νομοσχέδια, και υποχρέωση του κράτους για δημοσίευσή των προτάσεων των ομάδων αυτών στο διαδίκτυο. Δεύτερον, αν θέλουμε πραγματικά να εντάξουμε την κοινωνία των πολιτών στο παιχνίδι, πρέπει να διαμορφώσουμε τις θεσμικές προϋποθέσεις για να αναπτυχθεί ο λεγόμενος τρίτος τομέας της οικονομίας σε όλες του τις εκφάνσεις. Ν’ αλλάξουμε το κορπορατιστικό μοντέλο διαβούλευσης και συμμετοχής λοιπόν. Η κοινωνία των πολιτών στο προσκήνιο.

Friday, September 11, 2009

Φορολογικό Σύστημα. «Επισκευή και πέταμα»

Παρακολουθούμε αυτές τις μέρες να διεξάγεται σε οξείς τόνους ένας φοροπόλεμος ανάμεσα σε Νέα Δημοκρατία και ΠΑΣΟΚ. Από τη μία πλευρά είναι η μάχη κατά της φοροδιαφυγής που κήρυξε από το βήμα της ΔΕΘ ο Πρωθυπουργός. Από την άλλη έχουμε τη δέσμευση του ΠΑΣΟΚ για ένα δικαιότερο και πιο αποτελεσματικό φορολογικό σύστημα.

Στην περίπτωση της ΝΔ περισσεύει η υποκρισία. Παρά την κατάρρευση των εσόδων του κράτους λόγω των δικών της συνειδητών επιλογών και λανθασμένων χειρισμών στο φορολογικό, η κυβέρνηση Καραμανλή συνεχίζει στο ίδιο μοτίβο που ξεκίνησε το 2004. Από τη μία διατηρεί ανέπαφους τους χαμηλούς συντελεστές για τα εταιρικά κέρδη, τα εισοδήματα από κεφάλαιο και τη μεγάλη ακίνητη περιουσία. Από την άλλη συνεχίζει να επιβαρύνει τα μεσαία στρώματα με πάσης φύσεως τακτικές και έκτακτες εισφορές. Μοναδικές σοβαρές προτάσεις που όμως έπρεπε να είχαν γίνει ήδη από χτες, είναι η προτεινόμενη κατάργηση της αυτοτελούς φορολόγησης, η ηλεκτρονική διασύνδεση εφορίας, ταμειακών μηχανών και επιχειρήσεων και η υποχρεωτική ηλεκτρονική υποβολή δηλώσεων για τις επιχειρήσεις.

Στην περίπτωση του ΠΑΣΟΚ, αποσιωπάται το γεγονός ότι για να πραγματοποιηθεί το όραμα για μια πιο δίκαιη και αποτελεσματική φορολογία, το ελληνικό φορολογικό σύστημα χρειάζεται συνολική «επισκευή και πέταμα». Η G700 συμφωνεί με α) την καθιέρωση ενιαίας προοδευτικής και τιμαριθμοποιημένης φορολογικής κλίμακας εισοδήματος με μικρότερο φορολογικού συντελεστή γύρω στο 15% για τα μικρά εισοδήματα, β) την κατάργηση του ΕΤΑΚ, γ) την επαναφορά του Φόρου Μεγάλης Ακίνητης Περιουσίας, και δ) τη φορολόγηση της κληρονομιάς μεγάλου πλούτου.

Θεωρούμε ωστόσο ότι ένα δικαιότερο και πιο αποτελεσματικό φορολογικό σύστημα δεν μπορεί να υπάρξει όταν:

1. το κράτος διαχρονικά δεν φορολογεί τα κέρδη του κεφαλαίου από χρηματιστηριακές συναλλαγές, επιτρέποντας κατ’ αυτόν τον τρόπο να λειτουργεί σε πλήρη έκταση μια τεράστια παραοικονομία δισεκατομμυρίων δίπλα στην πραγματική οικονομία. Ακόμα και στις καπιταλιστικές ΗΠΑ και τη Βρετανία επιβάλλεται capital gains tax της (CGT) τάξης του 15% και 18% αντίστοιχα στα ετήσια κέρδη επί των συναλλαγών στο χρηματιστήριο. Επί Clinton το CGT υπήρξε μία από τις μεγαλύτερες πηγές εσόδων του προϋπολογισμού. Ο Ομπάμα σήμερα ζητάει την επιστροφή του CGT στο επίπεδο προ του 2003, δηλαδή στο 20%. Στην Ελλάδα αντίθετα, μια εταιρία ή ένας ιδιώτης μπορεί να κερδίζει εκατομμύρια από τις συναλλαγές του στο ΧΑΑ ετησίως, χωρίς να πληρώνει φόρο ούτε ένα ευρώ. Μόνο το ράλι που έκαναν οι ελληνικές τράπεζες τα τελευταία χρόνια, αν λάβει κανείς υπόψη, αντιλαμβάνεται ότι μιλάμε για χασούρα πολλών εκατοντάδων εκατομμυρίων για το δημόσιο.

2. η υπόσχεση για κατάργηση της αυτοτελούς φορολόγησης ορισμένων επαγγελμάτων κάθε φορά ψιθυρίζεται και στη συνέχεια, έπειτα και από τις ανάλογες πιέσεις των ειδικών ομάδων, παραπέμπεται στις καλένδες.

3. και η κουτσή Μαρία διαθέτει πλέον εταιρία offshore. Με Head Quarters στην Αθήνα, γραμμή παραγωγής στην ανατολική Ευρώπη και εταιρία holding στην Κύπρο, τον Άγιο Βενέδικτο ή τα νησιά Κέιμαν, η οποία δηλώνει ό,τι θέλει σαν ετήσιο εισόδημα φοροδιαφεύγοντας κανονικά και με το νόμο. Κατά την εκτίμησή του κ. Παναγιώτη Δουβή, πρώην διευθυντή Οικονομικών Ερευνών του ΣΔΟΕ και συγγραφέα του βιβλίου «Οffshore δραστηριότητες», αυτές που δραστηριοποιούνται στα χρηματιστηριακά και στις επενδύσεις υπερβαίνουν τις 10.000. Δεν είναι να απορεί κανείς που τα βόρεια και νότια προάστια της Αθήνας έχουν γεμίσει με σπίτια που ανήκουν σε τέτοιες εταιρίες, ενώ και τα "φακελάκια" πλέον σύμφωνα με την Έκθεση του Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης ξεπλένονται μέσα από τέτοιες εταιρίες. Δύο τα ερωτήματα. Πως θα ελεγχθούν οι υπεράκτιες ετιαρίες; Θα υπάρξει επιστροφή στο καθεστώς του 2003 που κατήργησε ο κ. Αλογοσκούφης; Η Ελλάδα πολιτικά έχει το θάρρος και τη βούληση να πιέσει τουλάχιστον την Κύπρο να συνεργαστεί;

4. το ίδιο το κράτος προσφέρει τη θεσμική βάση για την εκτεταμένη φοροδιαφυγή. Πρώτον, μέσα από τη δυνατότητα κλεισίματος της χρήσης. Σε περίπτωση ελέγχου ο επιχειρηματίας ή ελεύθερος επαγγελματίας έχει το δικαίωμα να παραιτηθεί ρητά από το δικαίωμα δικαστικής αμφισβήτησης του αποτελέσματος του ελέγχου και να προχωρήσει δια της διαδικασίας διοικητικής επίλυσης της διαφοράς του με την εφορία. Λαμβάνει έτσι αυτοματοποιημένες μειώσεις φόρου και απαλλαγή από οποιαδήποτε ποινική ευθύνη. Δεύτερον, η πρακτική των αναδρομικών χαριστικών ρυθμίσεων επιτείνει τη φοροαποφυγή. Κάθε τρεις και λίγο το κράτος θεσμοθετεί μεγάλες εκπτώσεις φόρου μαζί με τη δυνατότητα κλεισίματος της χρήσης, με αντάλλαγμα την καταβολή ενός εφάπαξ ποσού από πλευράς επιχειρηματία. Έτσι ο τάδε μεγαλοεκδότης γλιτώνει φόρους και δίνα μεγαλοεργολάβος δεν πληρώνει εισφορές. Θα καταλάβουμε επιτέλους ότι δίκαιο φορολογικό σύστημα σημαίνει όχι χάρες.

5. στο Υπουργείο Οικονομίας βρίσκεται εγκατεστημένη στην καρδιά ακριβώς του συστήματος μια βαριά βιομηχανία παραγωγής νομοθετημάτων, γνωμοδοτήσεων και διαταγμάτων, η οποία δημιουργεί πολυνομία με αποτέλεσμα να δημιουργείται αβεβαιότητα και να ενθαρρύνεται η παρανομία, η φοροδιαφυγή και εν τέλει η συναλλαγή. Εκτός και αν το κράτος επιδιώκει συνειδητά το γραφειοκρατικό κεϋνσιανισμό, να ταΐζει δηλαδή εκτός από τους ΔΥ, πλειάδα παρελκόμενων επαγγελμάτων που δημιουργούνται γύρω από τη γραφειοκρατία και την πολυνομία όπως λογιστές, εκδότες, φωτοτυπάδες, καθηγητές ειδικών σεμιναρίων και τα συναφή δεν εξηγείται γιατί το φορολογικό σύστημα δεν απλοποιείται, δεν κωδικοποιείται και δεν παγιώνεται.

6. το κράτος διαχρονικά αδιαφορεί να εισπράξει τις ληξιπρόθεσμες οφειλές, οι οποίες σημειωτέον έφτασαν τα 35 δις ευρώ το 2008 από 11,2 δις το 2003. Γιατί στοιβάζονται οι οφειλές; Γιατί δε γίνεται επιτέλους αξιολόγηση και ταξινόμησή τους με στατιστική ανάλυση και στη συνέχεια κατηγοριοποίηση ως προς την ικανότητα εξόφλησης; Να εισπραχθούν τουλάχιστον αυτά τα οποία είναι δυνατόν να εισπραχθούν.

7. οι φορολογικοί έλεγχοι γίνονται αυθαίρετα σύμφωνα με την επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος που είχε το περασμένο βράδυ ο ελεγκτής και με κριτήρια αρκετά υποκειμενικά έως πλήρως ελαστικά. Ο σχεδιασμός, ο προγραμματισμός και η υλοποίηση των ελέγχων πρέπει να γίνονται δειγματοληπτικά με βάση τα αποτελέσματα ανάλυσης κινδύνου η οποία με τη χρήση στατιστικών δεδομένων και ανάλυσης θα ομαδοποιεί τους κλάδους και θα προσδιορίζει τις περιοχές και τις δραστηριότητες που έχουν αυξημένη πιθανότητα παραοικονομίας και φοροδιαφυγής.

Οι τελευταίες τρεις παρεμβάσεις αφορούν σε μέτρα εσωτερικής αναδιάρθρωσης και αλλαγής του τρόπου με τον οποίο λειτουργούν οι υπηρεσίες του Υπουργείου Οικονομικών και είναι καίριας σημασίας για την επιτυχία οποιουδήποτε φορολογικού συστήματος. Είναι βέβαια και οι πιο δύσκολες και δυσνόητες να συμβούν διότι πρώτον, πλήττουν άμεσα τα συμφέροντα γύρω από τη γραφειοκρατία του ΥΠΟΙΟ, δεύτερον, οι υπουργοί συνήθως αδιαφορούν για οτιδήποτε δεν έχει να κάνει με την επικοινωνιακή μάχη των φορολογικών συντελεστών – εμείς λέμε 35% εσείς 25% κοκ-, και τρίτον, οι φορολογούμενοι, ειδικά οι ελεύθεροι επαγγελματίες και επιχειρηματίες μπορεί να γκρινιάζουν, αλλά τελικά αποδεικνύεται ότι τους συμφέρει φορολογικά η συναλλαγή, δεδομένου ότι κλείνουν εκ των υστέρων τις υποθέσεις τους με χαμηλότερο κόστος. Κάπως έτσι καταλήγουμε να έχουμε τα χαμηλότερα έσοδα από φόρους στην ΟΝΕ: 32% του ΑΕΠ σε σύγκριση με το 40%. Κάπως έτσι το μέσο ποσοστό φορολογικής παραβατικότητας βρίσκεται εκτοξευμένο στο 40%. Λίγο ψηλότερα από το μέγεθος της παραοικονομίας. «Επισκευή και πέταμα» λοιπόν. Ο τολμών νικά.

Tuesday, September 8, 2009

Διαρθρωτικές αλλαγές. Χαμένοι στη μετάφραση

Της G700
Δημοσιεύτηκε στο NewsTime

Στην ομιλία του στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης, ο Πρωθυπουργός δήλωσε ότι θα κάνει διαρθρωτικές αλλαγές. Ότι εκτός από τον αυστηρό έλεγχο των δημόσιων δαπανών με σκοπό τη δημοσιονομική εξυγίανση και την πάταξη της φοροδιαφυγής θα προωθήσει επίσης μεταρρυθμίσεις σε καίριους τομείς με σκοπό να δημιουργήσει ισχυρά θεμέλια στην οικονομία.

Δυστυχώς, αυτά τα έχουμε ξανακούσει ουκ ολίγες φορές στο παρελθόν. Αν οι μέχρι σήμερα επιδόσεις της κυβέρνησης στο μέτωπο των μεταρρυθμίσεων αποτελέσουν οδηγό για το μέλλον, ένα είναι βέβαιο. Ότι τίποτα δεν πρόκειται να γίνει. Σε κάθε περίπτωση και επειδή πριν ρίξουμε την ψήφο δεν καλούμαστε απλώς να αξιολογήσουμε το παρελθόν, αλλά να δούμε τι προτείνει το κάθε κόμμα για την επόμενη μέρα, καλό είναι να δούμε τι σόι αλλαγές επιδιώκει να κάνει αυτή τη φορά η ΝΔ.

Οι προτεινόμενες παρεμβάσεις, όπως τις προσδιόρισε ο Πρωθυπουργός από τη Θεσσαλονίκη, δεν αποτελούν διαρθρωτικές αλλαγές. Με την εξαίρεση του ανοίγματος των κλειστών επαγγελμάτων και το διαχωρισμό του κλάδου συντάξεων από την Υγεία, ομολογουμένως δύο πολύ σημαντικές παρεμβάσεις με τις οποίες συμφωνούμε, τα υπόλοιπα μέτρα αφορούν σε διευθετήσεις εντός του υπάρχοντος μεταπολιτευτικού οικονομικού μοντέλου.

Για παράδειγμα:

Στο χώρο της εργασίας προτείνονται περικοπές δικαιωμάτων και κατάργηση της συλλογικής σύμβασης σε περιοχές που έχουν κρίση.

Στο ασφαλιστικό προτείνεται μείωση των Βαρέων και Ανθυγιεινών και ηλεκτρονικές διασταυρώσεις για την πάταξη της εισφοροδιαφυγής.

Στην παιδεία προτείνεται αλλαγή του τρόπου εισαγωγής στα πανεπιστήμια και δωρεάν υπολογιστές Η/Υ σε όλους τους μαθητές της Α’ Γυμνασίου.

Στη δημόσια διοίκηση προτείνεται μεταφορά διοικητικών αρμοδιοτήτων προς την Περιφέρεια, ενώ μεταρρύθμιση και μάλιστα κρίσιμη φαίνεται να θεωρείται ακόμα και η θεσμοθέτηση αναπληρωτή γενικού γραμματέα στις νομαρχίες!!

Ταυτόχρονα, ορισμένες ομολογουμένως εξαιρετικά χρήσιμες, αλλά αυτονόητες βελτιώσεις σε υποδομές με τις οποίες κανείς δε διαφωνεί, όπως για παράδειγμα η εγκατάσταση ηλεκτρονικού συστήματος στο ΕΣΥ για να ελέγχεται η συνταγογράφηση, παρουσιάζονται και αυτές ως διαρθρωτικές αλλαγές.

Ο Πρωθυπουργός παρουσιάζει κάποιες τροποποιήσεις παραμετρικού τύπου, παρεμβάσεις δηλαδή εντός των ορίων του σημερινού status quo στην οικονομία και τη διοίκηση, σαν διαρθρωτικές αλλαγές.

Διαρθρωτικές αλλαγές, όμως, έτσι όπως εμείς τις κατανοούμε και υπάρχουν και στη σχετική επιστημονική βιβλιογραφία, σημαίνει μεγάλης εμβέλειας ανατροπές και παρεμβάσεις που έρχονται να αλλάξουν το τοπίο, επεμβαίνοντας καίρια στον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί ένας τομέας της οικονομίας, της κοινωνίας, της διοίκησης.

Ο Πρωθυπουργός, από το βήμα της ΔΕΘ δεν μίλησε για ένα άλλο Δημόσιο Τομέα, ένα νέο ασφαλιστικό σύστημα, μια αγορά εργασίας διαφορετικού τύπου, ένα άλλο εκπαιδευτικό σύστημα. Επιπρόσθετα δεν αναφέρθηκε καθόλου στο από πού θα προέλθει η ανάπτυξη; Πως θα διευρυνθεί η παραγωγική βάση της ελληνικής οικονομίας; Πώς θα γίνουμε μια οικονομία υψηλής προστιθέμενης αξίας. Θα συνεχίσουμε με το ίδιο μοντέλο ανάπτυξης; Με το πλαδαρό κράτος, την κρατική και ιδιωτική υπερχρέωση, τη ρηχή επιχειρηματικότητα ανάγκης, τη φεουδαλική αγορά εργασίας και την καταστροφή του περιβάλλοντος;

Σε ό,τι μας αφορά, πιστεύουμε ότι χρειάζεται να γίνουν μεγάλες τομές στην ελληνική κοινωνία σε πολλαπλά πεδία, έτσι ώστε να ενισχυθεί η ανταγωνιστικότητα και η αποτελεσματικότητα της οικονομίας μας, να προωθηθεί η κοινωνική δικαιοσύνη και να ενισχυθεί παράλληλα και η γενεακή δικαιοσύνη. Έτσι ώστε να υπάρξει επιτέλους προοπτική και για τους νέους. Όχι μόνο για να μη γίνουμε η γενιά που θα υποστεί την κοινωνική στασιμότητα ή ακόμα και κάθοδο. Αλλά για να μπορέσουμε να κληροδοτήσουμε στις επόμενες γενιές ένα αυξημένο χρηματικό, κοινωνικό και φυσικό κεφάλαιο.

Συγκεκριμένα προς την παραπάνω κατεύθυνση έχουμε προτείνει:

- την κατοχύρωση της αρχής της διαγενεακής δικαιοσύνης στο Ελληνικό Σύνταγμα.

- τη δημιουργία ενός Συνηγόρου των Γενεών με αντικείμενο τη διαρκή και συστηματική γνωμοδότηση για τις επιπτώσεις των επιλογών της σημερινής κοινωνίας και των αποφάσεων των πολιτικών στους μελλοντικούς πολίτες

- την αλλαγή του σημερινού «βισμαρκικού» μοντέλου ασφάλισης σε μικτό, όπου θα συνδυάζονται ένας ενιαίος για όλους αναδιανεμητικός πυλώνας βασικής σύνταξης με έναν κεφαλαιοποιητικό πυλώνα προσωπικής αποταμίευσης –εδώ κρίνεται τόσο η κοινωνική και διαγενακή δικαιοσύνη όσο και η βιωσιμότητα της δημοσιονομικής θέσης της χώρας μεσοπρόθεσμα-,

- τη θεσμοθέτηση χρυσού κανόνα σύμφωνα με τον οποίο το δημόσιο χρέος δεν θα μπορεί να ξεπερνάει το 60% του ΑΕΠ, εκτός από περιόδους εκτάκτου ανάγκης

- τη στήριξη των νέων στο ξεκίνημα του εργασιακού τους βίου με τη θεσμοθέτηση ενός Συμβολαίου Αυτονόμησης για τη γενιά των 700 ευρώ (New Deal για τη νέα γενιά) όπου α) θα προβλέπονται κίνητρα και διευκολύνσεις για την απόκτηση κατοικίας ή την ενοικίαση σπιτιού στα πρώτα τρία χρόνια της εργασίας καθώς και β) θα θεσμοθετειται ένα πριμ απασχόλησης 30 λεπτών για κάθε 1 ευρώ ανάμεσα στα 300 και τα 700 ευρώ μισθού για τα τρία πρώτα χρόνια εργασίας, υπό τη μορφή πιστωτικού φόρου τύπου Earned Income Tax Credit ΗΠΑ, Working Families Tax Credit UK, PPE France.

- βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος μέσα από τη δραστική περικοπή της γραφειοκρατίας σε όλα τα βασικά επίπεδα όπου αυτή εμφανίζεται. Καθεστώς έναρξης, εγκατάστασης, αδειοδότησης, επέκτασης και λειτουργίας μιας επιχείρησης. Καθεστώς έγκρισης επενδυτικών προγραμμάτων και υλοποίησης επενδύσεων. Δομές Στήριξης Επιχειρήσεων (Κέντρα Υποδοχής Επενδυτών κοκ) και
Εξαγωγές

- τη μεταρρύθμιση του λυκείου στα πρότυπα του IB με διετούς κολεγιακού χαρακτήρα φοίτηση και αυξημένη αυτονομία για τις σχολικές μονάδες

- τη δημιουργία ενιαίου εθνικού συστήματος ανώτατης εκπαίδευσης στο οποίο θα υπαχθούν όλα τα υπάρχοντα κρατικά πανεπιστήμια, τα κολέγια που είναι αναγνωρισμένα από χώρες της ΕΕ και τα ιδιωτικά εκείνα εκπαιδευτήρια που θα είναι σε θέση να τηρούν αυστηρές ακαδημαϊκές και υλικοτεχνικές προϋποθέσεις που ορίζει ο νόμος, όλα με ενιαία θεσμική μορφή, αυτή του «Νομικού Προσώπου Εκπαιδευτικού Δικαίου», με πλήρη ανεξαρτησία από το Υπουργείο Παιδείας, με καθεστώς αξιολόγησης από εθνικούς και διεθνείς αξιολογητές, και προβλέψεις για χρηματοδότηση κρατική και ιδιωτική.

- τη σύναψη ενός Οικολογικού Διαγενεακού Συμβολαίου με στόχο την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και την προώθηση της πράσινης οικονομίας

Ας λάβουμε υπόψη σ’ αυτό το σημείο ότι καμία αλλαγή δεν μπορεί να προχωρήσει, χωρίς μια σύγχρονη δημόσια διοίκηση. Μητέρα όλων των διαρθρωτικών αλλαγών είναι το πέρασμα του κράτους από τη λογική της κλασσικής γραφειοκρατίας του 20ου αιώνα με έμφαση στο τεκμήριο νομιμότητας σε μια σύγχρονη διδικτυωμένη, πελατοκεντρική και ανταποκριτική διοίκηση του 21ου με έμφαση στην αποτελεσματικότητα και την αποδοτικότητα.

Αυτό βέβαια προϋποθέτει ενσωμάτωση των αρχών του Νέου Δημόσιου Μάνατζμεντ στο κράτος: συστήματα Διοίκησης Ολικής Ποιότητας, Κοινά Πλαίσια Αυτοαξιολόγησης, Ηλεκτρονική Διακυβέρνηση και no stop shops, αλλά και εσωτερική αναδιάρθρωση των απαιτούμενων διοικητικών διαδικασιών.

Δύσκολα πράγματα. Σαφώς. Έτσι είναι όμως οι αλλαγές που ανατρέπουν το status quo στην οικονομία, την εργασία, την παιδεία, το ασφαλιστικό, τη διοίκηση. Έχουν δυσκολία, αλλά μόνο αυτές αυξάνουν τελικά την ευημερία υπέρ των πολλών, εξασφαλίζοντας ταυτόχρονα ότι οι μελλοντικές γενιές δεν θα επωμιστούν δυσβάσταχτα ελλείμματα καθώς και τις ελλείψεις των προηγούμενων.

Sunday, September 6, 2009

Κυβερνητική υποκρισία στο φορολογικό

Εάν ήμασταν κάποιοι ξένοι, εντελώς άσχετοι με την ελληνική πραγματικότητα και ακούγαμε τον Πρωθυπουργό να μιλάει από το βήμα της ΔΕΘ για την αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης, θα νομίζαμε ότι πρόκειται για τον πιο σοβαρό και υπεύθυνο άνθρωπο του κόσμου. Έναν ηγέτη έτοιμο να λάβει όλες τις απαιτούμενες σκληρές αποφάσεις που έχει ανάγκη η χώρα για να πάει μπροστά. Ούτε ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής δεν θα τα έλεγε τόσο σκληρά και υπεύθυνα όπως αυτός.

Δυστυχώς, όμως, τυγχάνει να είμαστε Έλληνες πολίτες, μέλη της γενιάς των 700 ευρώ, που έχουν ζήσει την κυβέρνηση Καραμανλή από την πρώτη κιόλας μέρα ανάληψης της εξουσίας το Μάρτιο του 2004. Από τις μεγάλες προσδοκίες για επανίδρυση του κράτους, έως την αναζήτηση μιας τρίτης νωπής λαϊκής εντολής με σκοπό να κάνει αυτά που δεν έκανε τόσα χρόνια.

Ειδικά στο φορολογικό, ζήτημα στο οποίο σύμφωνα με τα ίδια τα λόγια του Πρωθυπουργού πρέπει να γίνουν άλματα, και το οποίο συνιστά επαρκή λόγο στοιχειοθέτησης των πρόωρων εκλογών, έχουμε ειδική εμπειρία, αφού παραλίγο να καούμε ολοσχερώς με τον κεφαλικό φόρο που επιχείρησε να επιβάλει η κυβέρνηση στους ελεύθερους επαγγελματίες με εισόδημα μέχρι 10 χιλιάδες ευρώ το χρόνο.

Δεν ξεχνάμε ότι η κυβέρνηση Καραμανλή, μπροστά στο αδιέξοδο της φορολογικής της πολιτικής, είναι αυτή που επιχείρησε να φορολογήσει τη γενιά των 700 ευρώ, καταργώντας το αφορολόγητο όριο των 10500 και επιβάλλοντας ετήσιο κεφαλικό φόρο στο μισθωτό με το μπλοκάκι.

Ήταν μια απεγνωσμένη προσπάθεια συλλογής φόρων από πλευράς κυβέρνησης, η οποία στόχευσε τον πιο αδύναμο κρίκο της φοροδοτικής αλυσίδας.

Γιατί; Διότι το επέβαλαν οι τραγικές της επιδόσεις στο πεδίο της πάταξης της φοροδιαφυγής.

Τα στοιχεία μιλάνε από μόνα τους:

-Το 2008 υπήρχαν 35 δις ευρώ ανείσπρακτων βεβαιωμένων οφειλές, 14,5% του ΑΕΠ, σε αντίθεση με το 2004 που ήταν 11,2 δις ευρώ.

-Τα έσοδα του κράτους από φορολογία το 2007 ανήλθαν στο 32,1% του ΑΕΠ, από 34,5% το 2000 (-2,5% κάτω) μεγαλώνοντας την απόσταση από το μέσο όρο της ευρωζώνης που είναι 40.4%.

-Το 1ο εξάμηνο του 2009 τα έσοδα του κράτους μειώθηκαν κατά -3,3%. Οι πρωτογενείς δαπάνες αυξήθηκαν κατά 14,8%. Μ’ αυτά τα δεδομένα η εκτίμηση για τα έσοδα το 2009 είναι για αύξηση της τάξης του 6,1% και για τις πρωτογενείς δαπάνες της τάξης του 9,4%.

-Το 2004 το 45% των άμεσων φόρων προέρχονταν από νομικά πρόσωπα (εταιρείες) και το 46% από φυσικά. Με πολιτική επιλογή της κυβέρνησης σήμερα οι εταιρείες πληρώνουν το 36% των άμεσων φόρων και τα φυσικά πρόσωπα το 50%.

-Από τις επιμέρους συνιστώσες των φορολογικών εσόδων, σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα διαθέσιμα στοιχεία της ΕΕ, τη μεγαλύτερη μείωση εμφανίζουν οι φόροι επί του κεφαλαίου και των εισοδημάτων που δεν προέρχονται από εργασία, οι οποίοι περιορίσθηκαν από 19,9% του ΑΕΠ το 2000 σε 15,9% το 2006. Στο ίδιο διάστημα, πανευρωπαϊκά, τα ήδη υψηλότερα αντίστοιχα φορολογικά έσοδα αυξήθηκαν στους 27 από 25,5% σε 25,7% ενώ στη ζώνη ευρώ αν και κατεγράφη μείωση αυτή ήταν πολύ μικρή, με την επιβάρυνση να περνά από 27,3% του ΑΕΠ σε 26,9%.

- Τέλος μειωμένα στην Ελλάδα, αλλά όχι πανευρωπαϊκά είναι τα έσοδα από τους φόρους κατανάλωσης που πέρασαν από 16,5% του ΑΕΠ σε 15,4%. Στους «27» της Ένωσης αντιθέτως, η απόδοση των διαφόρων φόρων στην κατανάλωση βελτιώθηκε περνώντας από 20,9% του ΑΕΠ το 2000 σε 22,2% το 2007, στους δε «16» της ζώνης ευρώ από 20,5% σε 21,5%.

Πολλά θα μπορούσαν επίσης να ειπωθούν για την αποσάθρωση του ΣΔΟΕ, την αντικατάσταση μέχρι και του τελευταίου προϊσταμένου επαρχιακής Δ.Ο.Υ. ανεξαρτήτως επιδόσεων, τα στραβά μάτια των αξιωματούχων στην τοπική φοροδιαφυγή, και τη δημιουργία ενός χαλαρού φορολογικού κλίματος με διοίκηση, τοπικές αρχές και κυβέρνηση να καλλιεργούν συστηματικά και σκόπιμα προσδοκίες για μη καταβολή των φόρων ή για ρύθμιση χρεών σε ύστερη χρονική περίοδο. Για να μην αναφερθούμε φυσικά στο ξεχείλωμα της προσφιλούς κυβερνητικής τακτικής για την περαίωση και τακτοποίηση φορολογικών εκκρεμοτήτων, που αποτελεί τη θεσμική βάση της φοροδιαφυγής διαχρονικά και επιτρέπει στο φορολογούμενο επιχειρηματία ή ελεύθερο επαγγελματία να διακινδυνεύσει με σχετική ασφάλεια τη φοροδιαφυγή, χωρίς φόβο ποινικών κυρώσεων και με δυνατότητα ευνοϊκού διακανονισμού του πληρωτέου φόρου.

Είναι σαφές από τα παραπάνω, ότι στο φορολογικό δεν έχουμε να κάνουμε με απλά λάθη και παραλήψεις της «νέας διακυβέρνησης», όπως αρέσκεται να δηλώνει ο Πρωθυπουργός και να επαναλαμβάνουν τα στελέχη της κυβέρνησής του, αλλά για συνειδητές πολιτικές επιλογές που απέτυχαν. Καλό θα ήταν λοιπόν, δεδομένων των επιδόσεών της και αφού ανέδειξε το θέμα σε μείζον ζήτημα της προεκλογικής αναμέτρησης και βασικό εργαλείο δημοσιονομικής εξυγίανσης, να μας πει τώρα η κυβέρνηση και τι θα κάνει για να το λύσει. Είμαστε όλο αυτιά.

Thursday, September 3, 2009

Η ψήφος των πολιτών δεν είναι δεδομένη

Της G700
Δημοσιεύτηκε στο NewsTime

Στις 4 Οκτωβρίου έχουμε εκλογές. Πρόωρες, εν μέσω οικονομικής κρίσης, με μια Ελλάδα σκιά του Ολυμπιακού της εαυτού. Υπερχρεωμένη, οικονομικά λεηλατημένη και χωρίς προοπτική. Το διακύβευμα τέθηκε με περίσσια θρασύτητα από τον πρωθυπουργό στο χτεσινό του διάγγελμα (2/9/09). Είναι η αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης, η τόνωση της οικονομίας και η ανάκαμψη της ανάπτυξης σε βάθος χρόνου. Κανείς δεν αμφιβάλει ότι η Ελλάδα αντιμετωπίζει κρίσιμες οικονομικές και αναπτυξιακές προκλήσεις. Τις αντιμετώπιζε ήδη από το 2004 παρά τη θετική διαδρομή που είχε διανύσει μέχρι τότε. Σήμερα, με πρωταρχική ευθύνη του πρωθυπουργού που ανέλαβε να επανιδρύσει το κράτος και δεν το έκανε, οι προκλήσεις αυτές οι οποίες δεν αντιμετωπίστηκαν έγκαιρα, μετατρέπονται σε βραχνά που υποθηκεύει τη δυνατότητα της χώρας να αντεπεξέλθει στη δύσκολη οικονομική συγκυρία.

Στην οικονομία συνεπώς, αναζητείται διέξοδος. Για την οικονομία λοιπόν, που είναι και το βασικό πεδίο αντιπαράθεσης των φετινών εκλογών, θα έχουμε την ευκαιρία να μιλήσουμε εκτεταμένα το προσεχές διάστημα μέσα από τη στήλη του blog της G700.

Πριν πάμε όμως εκεί, υπάρχει κάτι που αξίζει να προσέξουμε ιδιαίτερα στη φετινή εκλογική αναμέτρηση. Το εκλογικό σώμα, όπως είδαμε και στις ευρωεκλογές, για πρώτη φορά μεταπολιτευτικά δεν είναι καθόλου δεδομένο. Τι θα ψηφίσει, αν θα απέχει, πως θα αντιδράσει στις σειρήνες των πολιτικών υποσχέσεων. Οι πολίτες παρότι απόλυτα απογοητευμένοι από τη σημερινή κυβέρνηση, εμφανίζονται ταυτόχρονα εξαιρετικά καχύποπτοι απέναντι σε όλα ανεξαιρέτως τα κόμματα της αντιπολίτευσης. Σε πολλές περιπτώσεις αμφισβητούν ότι αυτά διαθέτουν ήθος, συγκεκριμένες πολιτικές θέσεις και πρόγραμμα.

Υπάρχει λόγος.

Έχει να κάνει με τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζει πλέον το πολιτικό σύστημα ο Έλληνας πολίτης, λόγω των αντικειμενικών του ανεπαρκειών και ελλειμμάτων. Το πολιτικό σύστημα, διόλου άδικα, εκλαμβάνεται ως διεφθαρμένο, αναξιόπιστο, αναποτελεσματικό, με πολιτικούς αξιωματούχους φαφλατάδες, χωρίς γνώση, θάρρος και σχέδιο. Σ’ αυτή τη γενική προβληματική εικόνα έρχονται να προστεθούν οι αντικειμενικές αδυναμίες του κάθε κόμματος ξεχωριστά.

Η ΝΔ της επανίδρυσης του κράτους χρεώνεται ως επί τω πλείστον το εύρος και την ένταση της μεταολυμπιακής οικονομικής κατηφόρας, την υπερχρέωση, την επανίδρυση του κράτους σε μέγεθος extra large και χρώμα blue marine. Ταυτόχρονα, λόγω του κυκεώνα σκανδάλων διαφθοράς μέσα στον οποίο βρέθηκαν βουτηγμένα πολλά στελέχη της, έχασε όλο το συσωρευθέν πολιτικό και ηθικό κεφάλαιο που είχε το 2004 και πλέον το σύνθημα σεμνά και ταπεινά αποτελεί το συντομότερο πολιτικό ανέκδοτο.

Το ΠΑΣΟΚ παρότι έχει προβεί σε μερική ανακαίνιση, και παρά τους πόντους που ελέω ΓΑΠ έχει κερδίσει στη μάχη του ήθους και της ηθικής, επιλέγει να κινηθεί σ’ ένα αξιακό επίπεδο, παραμένοντας ως εκ τούτου γενικόλογο, τη στιγμή που η οικονομική συγκυρία επιτάσσει σαφείς προτάσεις και μέτρα για έξοδο από την οικονομική κρίση.

Τα μικρά κοινοβουλευτικά κόμματα από την άλλη, κυρίως ο ΣΥΡΙΖΑ, δέχονται πιέσεις, δεδομένου ότι χρεώνονται τόσο με εξωπραγματικές και ανεφάρμοστες απόψεις, όσο και με συνειδητή διαχρονική παρακώλυση της όποιας μεταρρυθμιστικής προσπάθειας λαμβάνει χώρα από πλευράς της εκάστοτε κυβέρνησης.

Τα δε μικρά κόμματα που βρίσκονται εκτός κοινοβουλίου, με την εξαίρεση ελάχιστων περιπτώσεων, θεωρούνται κόμματα κάποιων γραφικών ή δογματικών τύπων που μόνο για χαβαλέ θα μπορούσε να τα ψηφίσει κανείς.

Υπ’ αυτές τις συνθήκες για κάθε ένα πολιτικό φορέα, η κάλπη ενδέχεται να κρύβει μια μικρή ή μεγάλη απογοήτευση-έκπληξη.

Μια ματιά στην περίπτωση των νέων της γενιάς των 700 ευρώ και τη στάση που αυτοί κράτησαν στις ευρωεκλογές, αρκεί για να κατανοήσει κανείς την απέχθεια που υπάρχει απέναντι στο πολιτικό σύστημα. Στις ευρωεκλογές του Ιουνίου κέρδισε μαζικά η αποχή και ο φραπές σε κάποια παραλία. Με κάθε γουλιά και μία βρισιά για κόμματα και πολιτικούς.

Εμείς τότε, αντιταχθήκαμε σ’ αυτή τη στάση συνολικής απαξίωσης του πολιτικού συστήματος καθώς και επιδεικτικής αδιαφορίας απέναντι στα κοινά. Η G700 ωστόσο δεν σηματοδοτεί, ούτε μπορεί να επηρεάσει τις εξελίξεις. Απλά χτυπάμε το καμπανάκι του κινδύνου.

Σήμερα, οι συνθήκες υπό τις οποίες το εκλογικό σώμα διαμορφώνει άποψη δεν έχουν αλλάξει ούτε μία σπιθαμή. Για να μην υπάρξει λοιπόν το φαινόμενο του Ιουνίου, για να πάρουμε όλοι μια ισχυρή δόση αισιοδοξίας για το συλλογικό μας μέλλον και να δημιουργηθούν προσδοκίες ανάκαμψης της οικονομικής δραστηριότητας, τα κόμματα πρέπει πραγματικά να παλέψουν σκληρά για την ψήφο των πολιτών. Ο κούφιος ριζοσπαστισμός των μικρών, η τιποτολογία και η ξύλινη πανσυλλεκτική συνθηματολογία των μεγάλων δεν θα πείσουν, παρά θα λειτουργήσουν ως ασήμαντα υποκεφάλαια του τυπικού κάθε φορά εκλογικού φολκλόρ. Κι ο πολίτης θα γυρίσει και πάλι το κεφάλι. Απαιτούνται γι’ αυτό αιχμηρές και ειλικρινείς τοποθετήσεις και θέσεις. Το εκλογικό σώμα δεν είναι καθόλου δεδομένο. Ας ελπίσουμε ότι θα έχουμε μια παραγωγική και γόνιμη προεκλογική περίοδο.

Wednesday, September 2, 2009

«Στιγμές μαγείας!» Εξαφανίστηκε η σύγκλιση. Άδειασαν τα ταμεία

“Στιγμές μαγείας”! Όσο απίστευτο κι αν ακούγεται, έτσι τιτλοφορείται, εν μέσω της βαθύτερης οικονομικής κρίσης που έχει αντιμετωπίσει η χώρα από τις αρχές του ‘90, η πρόσκληση που στέλνει η διοίκηση της ΔΕΘ για την ομιλία του Κ. Καραμανλή στα εγκαίνια της Διεθνούς Έκθεσης Θεσσαλονίκης, το Σάββατο 5 Σεπτεμβρίου. Δύο τινά μπορούν να συμβαίνουν εδώ. Είτε ο εμπνευστής του ανεκδιήγητου αυτού σλόγκαν διαθέτει σαρδόνιο χιούμορ και φαντάζεται την κυβέρνηση σαν άλλο Ντέβιντ Κόπερφιλντ που αδειάζει ταμεία και εξαφανίζει τη σύγκλιση ως «δια μαγείας». Είτε πολύ απλά είναι εντελώς άσχετος με τη σημερινή συγκυρία και βλέπει τη ΔΕΘ σαν αυτό που πραγματικά έχει καταντήσει. Ένα τριτοκοσμικό βλαχομπαρόκ πανηγύρι με μαγικές εξορμήσεις στα «πολιτιστικά κέντρα» της συμπρωτεύουσας. Ας πάρουμε όμως τα πράγματα με τη σειρά για να δούμε πως φτάσαμε να ζούμε τέτοιες μαγικές στιγμές.

Στις αρχές του 2000, και αφού είχε κλειδώσει η ένταξη της Ελλάδας στην ΟΝΕ, διατυπώθηκε για πρώτη φορά με σαφήνεια και υιοθετήθηκε απ’ όλους ως σαφής εθνική προτεραιότητα η πραγματική σύγκλιση της ελληνικής οικονομίας με την Ευρώπη. Η βελτίωση δηλαδή του κατά κεφαλή ΑΕΠ σε όρους πραγματικής αγοραστικής δύναμης, έτσι ώστε να πλησιάσουμε τον αντίστοιχο μέσο όρο των 15 «παλαιών» ευρωπαϊκών κρατών.

Από το 2000 μέχρι το 2008, η Ελλάδα πράγματι ακολούθησε μια σταθερή πορεία πραγματικής σύγκλισης με την ΕΕ, συνεχίζοντας ουσιαστικά μια τάση που ξεκίνησε το 1995 και η οποία με οδηγό τον υψηλότερο από τις άλλες χώρες ρυθμό ανάπτυξης συνεχίστηκε αδιάλειπτα για 13 ολόκληρα συναπτά έτη.

Το 2009 επήλθε η ανακοπή. Η μεγέθυνση της ελληνικής οικονομίας σταμάτησε βίαια με το ρυθμό ανάπτυξης να υποδιπλασιάζεται, σήμερα να βρίσκεται στο -0,3% με προοπτική να κλείσει το έτος στο -1,3%. Κανείς δεν αμφιβάλει ότι η συρρίκνωση αυτή του ΑΕΠ τόσο έντονα και τόσο γρήγορα, η οποία δυνητικά οδηγεί σε απόκλιση την εθνική οικονομία, οφείλεται στην ένταση της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης και το πάγωμα στο οποίο αυτή οδήγησε την ευρωπαϊκή και κατ’ επέκταση εγχώρια οικονομική δραστηριότητα.

Η πορεία ωστόσο ανακοπής της πραγματικής σύγκλισης της ελληνικής οικονομίας ξεκίνησε πριν ακόμα εμφανιστεί στον ορίζοντα η οικονομική κρίση που έφερε την ύφεση. Συγκεκριμένα, ξεκίνησε το 2008, όταν οι καθαρές συνολικές επενδύσεις παγίου κεφαλαίου έπεσαν κατακόρυφα στο 8% του ΑΕΠ, από 12,5% το 2007 και 14% το Ολυμπιακό 2004. Αρκεί να σκεφτούμε ότι οι ιδιωτικές επενδύσεις παγίου κεφαλαίου μειώθηκαν σε τρέχουσες τιμές κατά 10% από το 1990. Γιατί είναι αυτό σημαντικό; Διότι, πολύ απλά οι επενδύσεις των επιχειρήσεων σε εξοπλισμό υπήρξαν επί μία δεκαετία η βασική πηγή της ραγδαίας αύξησης της παραγωγικότητας της εργασίας (4% και 3% ετησίως), οδηγώντας έτσι την κατά κεφαλή αγοραστική δύναμη των εργαζόμενων σε σταθερή τροχιά πραγματικής σύγκλισης με την ΕΕ. Αυτό μάλιστα συνέβη, παρά το γεγονός ότι οι εργαζόμενοι στις περισσότερες περιπτώσεις δεν καρπώθηκαν το σύνολο της αύξησης της παραγωγικότητάς τους. Είναι χαρακτηριστικό ότι στο τέλος της περιόδου 1997-2004 η μεν μέση πραγματική αμοιβή στον ιδιωτικό τομέα είχε αυξηθεί κατά 27%, ενώ η παραγωγικότητα κατά 36,5%.

Οι παραπάνω εξέλιξη λειτούργησε σαν το καναρίνι στο ορυχείο. Προειδοποίησε για το τέλος ενός επενδυτικού κύκλου, κατά τον οποίο εισήχθησαν στην παραγωγή νέες τεχνολογίες και μηχανολογικός εξοπλισμός, και κατ’ επέκταση τη σταδιακή εξάντληση του ρυθμού ανόδου της παραγωγικότητας της εργασίας. Η επενδυτική προσπάθεια η οποία ξεκίνησε το 1995 εισήλθε σε πτωτική τροχιά το 2008 για λόγους οι οποίοι προηγούνται της παγκόσμιας ύφεσης και σχετίζονται με δομικές ιδιαιτερότητες του ελληνικού κύκλου ανάπτυξης.

Ως εκ τούτου μία σοβαρή κυβέρνηση, υπεύθυνη και όχι λαϊκιστική όπως αρέσκεται να διαφημίζει στα φυλλάδιά της η ΝΔ, δεν μπορεί να αγνοεί αυτά τα δεδομένα, να στρουθοκαμηλίζει ή κατά περίπτωση να κρύβεται πίσω από την οικονομική κρίση κάνοντας πως δε βλέπει. Σήμερα με τη συρρίκνωση της διεθνούς οικονομικής δραστηριότητας να μας έχει επηρεάσει σημαντικά, την ιδιωτική κατανάλωση να έχει πέσει στα τάρταρα και την αγορά να στενάζει για πιστώσεις, είναι σίγουρο ότι βραχυπρόθεσμα θα αναβληθεί η υλοποίηση των όποιων επιχειρηματικών επενδύσεων με δυσμενείς συνέπειες για την ανάπτυξη και ακολούθως την πορεία σύγκλισης της ελληνικής οικονομίας με το μέσο όρο της ΕΕ.

Παράλληλα όμως, με την πορεία επιβράδυνσης και τελικά ανακοπής της πραγματικής σύγκλισης της ελληνικής οικονομίας με την ΕΕ, η χώρα μας βρίσκεται εδώ και χρόνια σε μια τροχιά δημόσιας υπερχρέωσης. Μόνο για φέτος υπολογίζεται ότι θα πληρώσουμε 14 δις ευρώ σε τόκους εξυπηρέτησης του δημόσιου χρέους (μόνο το χρέος της κεντρικής κυβέρνησης στην πενταετία αυξήθηκε 60 δις ευρώ). Δηλαδή 4 δις ευρώ και βάλε περισσότερα από το σύνολο του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων που με το ζόρι προσεγγίζει τα 9 δις. Αν λάβουμε δε υπόψη τη διπλή επίδραση της διαδικασίας πληθυσμιακής γήρανσης και της κρίσης στα ασφαλιστικά ταμεία τότε δεν είναι να απορεί κανείς που υπ’ αυτές τις συνθήκες το κράτος δεν έχει να πληρώσει για συντάξεις, πχ το Επικουρικό Ταμείο των Δημοσίων Υπαλλήλων, ούτε προκαλεί εντύπωση το ότι το δημόσιο αντί να πληρώσει τους προμηθευτές του με μετρητά ως οφείλει να πράξει, τους πληρώνει μεταχρονολογημένα με ομόλογα και έντοκα γραμμάτια οδηγώντας την αγορά σε ασφυξία.

Μπροστά σ’ αυτές τις δυσμενείς εξελίξεις, αποδεικνύεται τελικά ότι μόνο μια κυβέρνηση που έχει χάσει την επαφή με την πραγματικότητα θα μπορούσε έχει υιοθετήσει το σύνθημα «στιγμές μαγείας» για τη ΔΕΘ. Εκτός φυσικά και αν θεωρείται μαγεία το γεγονός ότι επιτέλους εξαφανίστηκε από τον ορίζοντα η προοπτική της πραγματικής σύγκλισης μαζί και τα λεφτά. Ε, τότε, να πούμε μπράβο στους μάγους. Καλά τα κατάφεραν.

Tuesday, September 1, 2009

Γενεακή Δικαιοσύνη

Της G700
The Economist, Καθημερινή ειδικές εκδόσεις*
27 Αυγούστου 2009

Όλοι γνωρίζουν για την «πάλη των τάξεων», τον «πόλεμο των φύλων» και τη «σύγκρουση των πολιτισμών». Εδώ και μερικά χρόνια, όμως, υποβόσκει μία άλλη μεγάλη σύγκρουση. Έστω κι αν δεν γίνεται πάντα αντιληπτή ως τέτοια, ενυπάρχει σε δημόσια ζητήματα πολύ διαφορετικά μεταξύ τους: από την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής (τι φυσικό περιβάλλον κληροδοτούμε στις επόμενες γενιές), έως τη χρηματοδότηση της ιατρικής περίθαλψης των ατόμων μεγαλύτερης ηλικίας και τις συντάξεις (ποιος θα πληρώσει). Είναι η «σύγκρουση των γενεών». Μια «διαμάχη» για τη δίκαιη διευθέτηση των σχέσεων ανάμεσα στους νέους, τα άτομα μεγαλύτερης ηλικίας και τους μελλοντικούς πολίτες, η οποία ενδέχεται να επηρεάσει την κοινωνία μας και τις πολιτικές της επιλογές με αυξανόμενη ένταση, καθώς θα προχωρά ο 21ος αιώνας.

Γιατί συμβαίνει τώρα; Πάνω απ’ όλα, επειδή γερνάμε και δε γεννάμε! Ως αποτέλεσμα επιταχύνεται η πληθυσμιακή γήρανση, η αύξηση δηλαδή του ποσοστού των ατόμων μεγαλύτερης ηλικίας στο σύνολο του πληθυσμού. Αρκεί να αναλογιστούμε ότι το 2050 2 δισεκατομμύρια άνθρωποι σε ολόκληρο τον πλανήτη θα είναι άνω των 60, ενώ στην Ευρώπη μόνο οι άνω των 65 θα φτάσουν το 30% του συνολικού πληθυσμού, διπλάσιοι από σήμερα. Για την Ελλάδα, τα δημογραφικά δεδομένα είναι ήδη εξαιρετικά ανησυχητικά. Η χώρα μας «διακρίνεται» μεταξύ των ευρωπαίων εταίρων της για έναν από τους υψηλότερους λόγους ηλικιωμένων προς νέους: 114 ηλικιωμένοι αντιστοιχούν σε 100 νέους. Και έναν από τους μεγαλύτερους λόγους εξαρτώμενων ατόμων ηλικίας άνω των 64 ετών: 28% σήμερα, με πρόβλεψη να πλησιάσει το 30% μέχρι το 2010.

Μα ποιο ακριβώς είναι το πρόβλημα; Καθώς γερνάμε με ανησυχητικούς ρυθμούς, γεννώνται ερωτηματικά σχετικά με τη δυνατότητα των οικονομικά ενεργών πολιτών να συντηρήσουν το επίπεδο ευημερίας ενός όλο και αυξανόμενου αριθμού οικονομικά εξαρτημένων ανθρώπων. Τα δημοσιονομικά, κοινωνικά και ασφαλιστικά συστήματα τίθενται υπό αφόρητη πίεση. Η στήριξη της ευημερίας των ηλικιωμένων, χωρίς να συνεπάγεται δυσβάσταχτα βάρη για τους νέους και τους εργαζόμενους ανεξαρτήτως ηλικίας, μετατρέπεται σε μεταβλητή μιας εξαιρετικά δισεπίλυτης δημοσιονομικής και κοινωνικής εξίσωσης. Ο κίνδυνος ελλοχεύει να επωμιστούν οι νέοι και οι μελλοντικές γενιές ολόκληρο το κόστος της πληθυσμιακής γήρανσης.

Στην Ελλάδα ζούμε ήδη τις πρώτες συνέπειες της γήρανσης του πληθυσμού. Από τη μία έχουμε αυξανόμενες ανάγκες για υγεία, φάρμακα και συντάξεις. Από την άλλη πολλά ασφαλιστικά ταμεία δεν έχουν επαρκείς πόρους να τις καλύψουν ακόμα και σήμερα. Μελλοντικά τα πράγματα αναμένονται πολύ χειρότερα. Το μακροπρόθεσμο αναλογιστικό έλλειμμα του Συστήματος Κοινωνικής Ασφάλισης ανέρχεται σε δύο ολόκληρα ΑΕΠ. Το πρόβλημα εδώ δεν είναι ούτε η κακοδιαχείριση, η οποία φυσικά και υπάρχει, ούτε η εισφοροδιαφυγή, η οποία ανθεί. Σύμφωνα με το Πόρισμα του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας για το ΙΚΑ (Νοέμβριος 2007), ακόμα και αν όλοι πλήρωναν κανονικά τις οφειλές τους, ο μεγαλύτερος και πιο ιστορικός ασφαλιστικός οργανισμός των Βαλκανίων θα έχει έλλειμμα το 2020 γύρω στο 1,5% του ΑΕΠ (φτάνοντας 7,5% το 2050). Όλα αυτά συμβαίνουν, παρά το γεγονός ότι οι θεσμοθετημένες εισφορές προσεγγίζουν το 44% του εργατικού κόστους, καθιστώντας το ελληνικό ασφαλιστικό σύστημα από τα ακριβότερα στην Ευρώπη. Καλώς ή κακώς σε συνθήκες σταδιακής πληθυσμιακής γήρανσης, το μέλλον του ελληνικού ασφαλιστικού συστήματος είναι η συσσώρευση μεγάλων ελλειμμάτων.

Μπροστά σ’ αυτή την κατάσταση, το κράτος παραδοσιακά επιχειρεί να ελαφρύνει το μακροπρόθεσμο οικονομικό βάρος, επιδεινώνοντας μονομερώς τους όρους ασφάλισης (ηλικιακά όρια, ποσοστά αναπλήρωσης) των νέων και νεοεισερχόμενων στην αγορά εργασίας. Είναι μια πάγια τακτική που ακολουθείται σε πολλά θέματα. Μισθούς στο δημόσιο, εργασιακές σχέσεις. Η γενιά των 700 ευρώ καλείται να παίξει το ρόλο της Ιφιγένειας, να θυσιαστεί προκειμένου να διατηρηθούν οι θεσμοθετημένες απαιτήσεις των προηγούμενων, οι οποίες διαφορετικά θα συνθλίβονταν στο πέρασμα του δημογραφικού τσουνάμι.

Είναι προφανές ότι βρισκόμαστε αντιμέτωποι με μία τεράστια πρόκληση. Να διαχειριστούμε οικονομικά και πολιτικά τα νέα δεδομένα που μας θέτει η γήρανση του πληθυσμού. Σ’ αυτή την κατεύθυνση τα παραδοσιακά εργαλεία της κοινωνικής δικαιοσύνης και της αλληλεγγύης των γενεών δεν αρκούν. Η γενεακή δικαιοσύνη, η απαίτηση για μια υποχρεωτικά δίκαιη και οικονομικά βιώσιμη διευθέτηση των σχέσεων ανάμεσα στις γενιές στο δημόσιο χώρο, αποκτά κεντρική σημασία.

Απαιτούνται γι’ αυτό ριζικές αλλαγές. Τόσο η δημοσιονομική πολιτική όσο και τα συστήματα κοινωνικής προστασίας, υγείας και ασφάλισης πρέπει να επανασχεδιαστούν πάνω στη λογική και της γενεακής δικαιοσύνης. Σ’ αυτή την κατεύθυνση η G700 έχει προτείνει πλειάδα παρεμβάσεων. Ενδεικτικά αναφέρουμε ορισμένες απ’ αυτές: α) την αλλαγή του μοντέλου ασφάλισης σε μικτό, όπου θα συνδυάζονται ένας ενιαίος για όλους αναδιανεμητικός πυλώνας βασικής σύνταξης με έναν κεφαλαιοποιητικό πυλώνα προσωπικής αποταμίευσης, β) τον πλήρη διαχωρισμό της υγείας από τα ταμεία συντάξεων, γ) το δραστικό περιορισμό του δημόσιου χρέους στο 60% του ΑΕΠ σε βάθος δεκαπενταετίας, δ) τη δημιουργία ενός Συνηγόρου των Γενεών στην ΕΕ με αντικείμενο τη διαρκή και συστηματική γνωμοδότηση για τις επιπτώσεις των επιλογών της σημερινής κοινωνίας και των αποφάσεων των πολιτικών στους μελλοντικούς πολίτες και ε) την κατοχύρωση της αρχής της γενεακής δικαιοσύνης στο Ελληνικό Σύνταγμα.

*Το παρόν άρθρο της G700 δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ Ειδικές Εκδόσεις – The Economist στο πλαίσιο αφιερώματος για την πληθυσμιακή γήρανση.