Friday, October 31, 2008

Αδιόρθωτη η πολιτική αντιμετώπισης της οικονομικής κρίσης

Σε διορθωτικές κινήσεις στο σχέδιο νόμου για την ενίσχυση των τραπεζών προέβη την Πέμπτη το Υπουργείο Οικονομίας, μετά τις έντονες αντιδράσεις πολιτών, κομμάτων και Μέσων. Τι διορθώνεται; Πρώτον, καταργούνται τα bonus στα στελέχη των τραπεζών που θα κάνουν χρήση του τραπεζικού πακέτου και ορίζεται πλαφόν για τις αμοιβές των υψηλόβαθμων στελεχών στο ύψος των αποδοχών του διοικητή της ΤτΕ, ενώ περιορίζονται τα μερίσματα στο 35% των συνολικών κερδών. Μέχρι εδώ όλα καλά. Η κοινωνική πρόκληση που συνιστούν οι αμοιβές των golden boys, έστω και στο πάρα πέντε, κάπως μετριάζεται.

Από εδώ και κάτω, όμως, αρχίζουν τα προβλήματα. Το διορθωμένο σχέδιο νόμου συνεχίζει να μην περιλαμβάνει εγγυήσεις χρηματοδότησης της πραγματικής οικονομίας από το πακέτο στήριξης και το ποσό των 28 δις. ευρώ που παρέχεται απλόχερα από το δημόσιο κουμπαρά στις τράπεζες. Το Υπουργείο Οικονομίας, αντί να αντικαταστήσει το άρθρο 5 του σχεδίου νόμου με μια ρήτρα διασφάλισης του απρόσκοπτου δανεισμού νοικοκυριών και επιχειρήσεων, αντίστοιχα με ό,τι έχουν κάνει οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες, θέτοντας συγκεκριμένους ποσοτικούς στόχους -π.χ. να δεσμευτούν οι τράπεζες να διατηρήσουν ένα ρυθμό επέκτασης του δανεισμού της τάξης του 4% με 5%-, δημιουργεί Συμβούλιο Εποπτείας Εφαρμογής του νόμου. Το τελευταίο συνεδριάζοντας μία φορά τον μήνα θα διασφαλίζει δήθεν ότι η χρηματοδότηση των τραπεζών μέσω ομολόγων (8 δισ. ευρώ) δεν θα συσσωρεύεται, αλλά θα κατευθύνεται αποκλειστικά σε στεγαστικά και δάνεια προς μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις με ανταγωνιστικούς όρους.

Με όλο το σεβασμό, αγαπητέ κύριε Υπουργέ, αυτό λέγεται «εικαστική παρέμβαση σε νεκρή φύση». Οι ρυθμίσεις αυτές προδίδουν την απεγνωσμένη προσπάθεια της κυβέρνησης να τετραγωνίσει τον κύκλο. Από τη μία παλεύει να αποδείξει στη κοινή γνώμη ότι επενδύει το δημόσιο πλούτο για να εξισορροπήσει την πτώση της ανάπτυξης και να ανακουφίσει επιχειρήσεις και νοικοκυριά από την άλλη δε θέλει να φέρει σε δύσκολη θέση τους μεγαλομετόχους των ελληνικών τραπεζών.

Ταυτόχρονα συνεχίζουν να βρίσκονται σε πλήρη ισχύ άτυπες συνεννοήσεις. Είναι ανήκουστο για μία ευρωπαϊκή δημοκρατία η διαχείριση και του τελευταίου ευρώ που προέρχεται από το δημόσιο ταμείο, πόσο μάλλον του ιλιγγιώδους ποσού των 28 δις., να γίνεται στα μιλητά και στα μουλωχτά. Η «συμφωνία κυρίων» ανάμεσα σε κυβέρνηση και τράπεζες που υποχρεώνει όλα ανεξαιρέτως τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα της χώρας να κάνουν χρήση της κρατικής οικονομικής στήριξης δεν αναιρεί απλώς το ίδιο το σχέδιο νόμου που θεσμοθετεί την προαιρετική χρήση του δημόσιου χρήματος. Έρχεται επιπλέον σε αντίθεση με τις κατευθυντήριες γραμμές που εξέδωσε η Επιτροπή στις 13 Οκτωβρίου και εγείρει προφανή ερωτηματικά ως προς το σκοπό και το πραγματικό κίνητρο αυτής της κίνησης.

Με απλά λόγια η επιβολή του πακέτου σε όλους είναι αντίθετη με την ευρωπαϊκή πρόβλεψη για μέτρα με σωστή στόχευση (well-targeted), αναλογικά ως προς το πρόβλημα (proportionate to the challenge faced), και σχεδιασμένα έτσι ώστε να μην διαταράσσουν τον ανταγωνισμό (designed in such a way as to minimize negative spill-over effects on competitors). Ταυτόχρονα εγείρεται το εξής ερώτημα: γιατί όλοι; Μήπως το ελληνικό τραπεζικό σύστημα δεν είναι τόσο υγιές όσο εμφανίζεται ή μήπως υπάρχει κάτι το οποίο η κυβέρνηση επιδιώκει να αποτρέψει;

Επιπλέον, στο σχέδιο νόμου δεν τίθεται ως προϋπόθεση για την παροχή των κρατικών εγγυήσεων η ιδιωτική συμμετοχή των τραπεζών και των μετόχων. Το γεγονός αυτό αποτελεί κατάφωρη παραβίαση του άρθρου 15 της οδηγίας που ορίζει τις κατευθυντήριες γραμμές της Επιτροπής για αντιμετώπιση της κρίσης, σύμφωνα με το οποίο τα κράτη μέλη οφείλουν να λάβουν μέτρα ώστε να εξασφαλιστεί μια σημαντική συμμετοχή των ωφελειμένων από την κρατική βοήθεια εταιρειών (ensure a significant contribution from the beneficiaries and/or sector to the cost of the guarantee).

Εάν, όμως, το τραπεζικό πακέτο μπορεί με λίγη προσπάθεια και αρκετό σπρώξιμο να διορθωθεί, η συνολική πολιτική της κυβέρνησης για την αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης και την τόνωση της οικονομίας παραμένει μοιραία και αδιόρθωτη. Δε φτάνει που η κρίση βρίσκει την Ελλάδα απροετοίμαστη, με υπερβολικό έλλειμμα και μεγάλο μεταρρυθμιστικό κενό στην πραγματική οικονομία. Ακούμε αυτές τις μέρες για πακέτο βροχής παροχών προς δημόσιους υπαλλήλους και χαμηλοσυνταξιούχους, το οποίο θα συμπληρώσει το τραπεζικό πακέτο, αποτελώντας κατ' αυτόν τον τρόπο την απάντηση της κυβέρνησης στην οικονομική κρίση. Ακόμη μία φορά εκτός τόπου και χρόνου.

Η κυβέρνηση δυστυχώς φαίνεται να έχει πάρει διαζύγιο απ' την κοινή λογική χωρίς να παρακολουθεί καν τις εξελίξεις στον άμεσο περίγυρό της, την ΕΕ και στον κόσμο. Πλέον οι περισσότεροι ηγέτες και κορυφαίοι αναλυτές κάνουν λόγο για επενδύσεις υποδομών, μεγάλα projects και ανάπτυξη νέων βιομηχανιών αιχμής στην ενέργεια και το περιβάλλον στα πλαίσια μιας νέας αρχιτεκτονικής τόσο της ΕΕ όσο και των κανόνων του ευρωπαϊκού και διεθνούς χρηματοπιστωτικού συστήματος.

Με λίγα λόγια πράσινη οικονομία, κανόνες στο σύστημα και επιστροφή στην ηθική της ανταμοιβής της πραγματικής εργασίας αντί του κοπανιστού αέρα και της απληστίας. Μόλις προχτές ο πρόεδρος της Επιτροπής κ. Μπαρόζο ανακοίνωσε τους άξονες του ευρωπαϊκού σχεδίου για την οικονομική ανάκαμψη με τίτλο «Από την κρίση στην ανάκαμψη: Το ευρωπαϊκό πλαίσιο δράσης» (From financial crisis to recovery: a European framework for action), στο οποίο τονίζεται ακριβώς αυτό. Όχι παροχές, ναι στις επενδύσεις και τη μείωση της ενεργειακής σπατάλης. Τώρα λοιπόν που μηδενίζεται το κοντέρ και μπαίνουν τα θεμέλια μιας νέας εποχής ανάπτυξης και δημιουργίας εμείς θα επιμείνουμε ως αγνοί, περήφανοι και καπάτσοι επαρχιώτες στο γνωστό τροπάρι της επιφανειακής συμμόρφωσης στις εξελίξεις; Σχεδιάζει κάτι η κυβέρνηση για την αντιμετώπιση της ενεργειακής σπατάλης στην Ελλάδα; Μόλις προχθές η έκθεση της WWF μας έδειξε ότι η Ελλάδα είναι στην 11η χειρότερη θέση ανάμεσα σε 148 χώρες που εξετάστηκαν ως προς το «οικολογικό τους αποτύπωμα». Μάλλον σκοπεύει να αντιμετωπίσει το ζήτημα με παροχές στις αρκούδες και αυξήσεις στους μισθούς των ψαριών.

Wednesday, October 29, 2008

Η φωτεινή πλευρά της κρίσης

By Fareed Zakaria*

Newsweek, 20-10-2008

Μετάφραση G700

Η κρίση υποχρεώνει τις ΗΠΑ να έρθουν αντιμέτωπες με τις «κακές συνήθειες» που καλλιέργησαν τις τελευταίες δεκαετίες. Αν μπορέσουν να κόψουν αυτές τις συνήθειες, το σημερινό άχθος θα μετατραπεί σε μελλοντικά κέρδη.

Μερικοί από εμάς, ιδιαίτερα όσοι είμαστε κάτω των 60, αναρωτιόμασταν πάντα πως θα ήταν να ζήσουμε ένα κοσμοϊστορικό γεγονός σαν αυτά που διαβάζουμε στα βιβλία ιστορίας. Η παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση του 2008 είναι ένα τέτοιο γεγονός. Μπορεί να συγκριθεί με τις μεγάλες κρίσεις του 1907 και του 1929, χωρίς ακόμα να γνωρίζουμε επακριβώς τις πραγματικές επιπτώσεις που θα έχει στο χρηματοπιστωτικό σύστημα, στην οικονομία και στην κοινωνία συνολικά.

Βάζω στοίχημα ότι στο τέλος οι κυβερνήσεις του κόσμου θα κερδίσουν τη μάχη ενάντια στο φόβο. Έχουν στη διάθεσή τους απεριόριστα εργαλεία, ιδιαίτερα αν δράσουν συντονισμένα. Μπορούν να εθνικοποιήσουν εταιρίες, να ορίσουν ημέρες αργίας, να κλείσουν τα χρηματιστήρια για ολόκληρες εβδομάδες, να εξαγοράσουν χρέη και αξίες, να επαναδιαπραγματευθούν στεγαστικά δάνεια. Πρωτίστως, όμως, η αμερικανική κυβέρνηση μπορεί να τυπώσει χρήμα.

Δεν χωράει αμφιβολία, ότι όλα αυτά τα εργαλεία έχουν σοβαρές και δισεπίλυτες μακροπρόθεσμες συνέπειες. Ακόμα κι έτσι όμως, μια πιθανή κατάρρευση του χρηματοπιστωτικού συστήματος φαντάζει μία πολύ χειρότερη εναλλακτική. Και για τη στήριξή του, τόσο η εκτελεστική όσο και η νομοθετική εξουσία στις Η.Π.Α. φαίνεται να έχουν αναγνωρίσει πως πρέπει να εξαντλήσουν όλα τα περιθώρια δράσης. Παρ’ όλα αυτά, σημαντικά ερωτήματα παραμένουν αναπάντητα. Πόσος καιρός θα περάσει μέχρι τα σχέδια διάσωσης των πολιτικών αρχίσουν να επιδρούν θετικά; Μέχρι που θα πρέπει να φτάσουν οι κυβερνήσεις για να σταματήσει η πτώση; Ποιο θα είναι το κόστος τελικά;

Είναι βέβαιο ότι σε κάποιο σημείο ο πανικός που κυρίευσε τις αγορές παγκοσμίως τις προηγούμενες εβδομάδες θα σταματήσει και η κοινή λογική θα επιστρέψει στην οικονομία. Αυτό φυσικά δε σημαίνει και την αυτόματη επιστροφή σε υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, σίγουρα όμως σημαίνει πιο υγιείς αγορές και αποκατάσταση της ψυχικής μας ισορροπίας.

Πίσω από τα μαύρα σύννεφα που έχουν μαζευτεί πάνω απ’ την παγκόσμια οικονομία βλέπω μια ηλιαχτίδα. Η κρίση υποχρεώνει τις Η.Π.Α. να έρθουν αντιμέτωπες με τις «κακές συνήθειες» που καλλιέργησαν τις τελευταίες δεκαετίες. Αν μπορέσουν να κόψουν αυτές τις συνήθειες, το σημερινό άχθος θα μετατραπεί σε μελλοντικά κέρδη.

Από το 1980 ως σήμερα ο μέσος Αμερικάνος καταναλώνει περισσότερο από όσα παράγει. Και για να καλύψει τη διαφορά δανείζεται. Δυο δεκαετίες «εύκολου χρήματος» και «ευρηματικών» χρηματοοικονομικών προϊόντων έπεισαν τους καταναλωτές ότι μπορούν να δανειστούν οποιοδήποτε ποσό για οποιοδήποτε σκοπό. Η αγορά ενός μεγαλύτερου σπιτιού, μιας καλύτερης τηλεόρασης, ενός γρήγορου αυτοκινήτου χωρίς τα απαιτούμενα χρήματα έγινε εύκολη υπόθεση. Μια πιστωτική κάρτα και μια υποθήκη ήταν αρκετά για να χρηματοδοτήσουν όλα μας τα όνειρα ακόμα και τις πιο τρελές φαντασιώσεις. Και όσο οι φαντασιώσεις αυξάνονταν και τα όνειρα γίνονταν μεγαλύτερα τόσο διογκώνονταν τα χρέη των νοικοκυριών. Από $680 δισεκατομμύρια το 1974, σε $7 τρισεκατομμύρια το 2001 και σε $14 τρισεκατομμύρια σήμερα. Μέσα σε εφτά μόλις χρόνια έχουμε διπλασιασμό του χρέους των νοικοκυριών. Είναι χαρακτηριστικό ότι το μέσο νοικοκυριό κατέχει σήμερα 13 πιστωτικές κάρτες και καθυστερεί τις πληρωμές στο 40% αυτών, ενώ το 1970 το αντίστοιχο ποσοστό ήταν 6%.

Όμως αυτή η συμπεριφορά του μέσου Αμερικανού είναι μάλλον αθώα αν συγκριθεί μ’ αυτή της κυβέρνησής του. Κάθε πόλη, κάθε κομητεία, κάθε πολιτεία επιδιώκει διαχρονικά τη συντήρηση και επέκταση των δημόσιων υποδομών, υπηρεσιών και προγραμμάτων, χωρίς όμως να αυξάνει τη φορολογία. Πώς τετραγωνίζεται λοιπόν ο κύκλος; Για να πετύχουν αυτόν τον ουσιαστικά ανέφικτο στόχο οι κυβερνώντες κατέφευγαν στο δανεισμό, χρησιμοποιώντας όλο και πιο «προηγμένα» χρηματοοικονομικά εργαλεία, όπως η εγγύηση κρατικών ομολόγων με μελλοντικά έσοδα από φορολογία και κρατικούς λαχνούς. «Έχει γίνει πλέον συνήθης τακτική η τιτλοποίηση του κόστους πολλών μελλοντικών δημόσιων έργων» λέει ο Chris Edwards του Cato Institute. Η λογική είναι ότι με αυτό τον τρόπο οι φορολογούμενοι απαλλάσσονται βραχυπρόθεσμα από το κόστος αφού το μόνο που πρέπει να πληρώσουν τώρα είναι οι τόκοι. Αυτή η τακτική όμως σύμφωνα με τον Edwards εκτοξεύει το πραγματικό κόστος των έργων γιατί ενσωματώνονται σε αυτό οι τόκοι και δημιουργούνται διάφορες προσαυξήσεις.

Το πρόβλημα όμως δεν είναι μόνο οι πολιτικές σε τοπικό επίπεδο. Υπό τον Alan Greenspan, η κεντρική τράπεζα των Η.Π.Α. πάντα απέφευγε το πολιτικό κόστος ακόμα και σε περιόδους κρίσεων. Κρίση της ρώσικης οικονομίας το 1998; Μείωση των επιτοκίων. Ανησυχία για τον «ιό της χιλιετηρίδας»; Μείωση των επιτοκίων. Πτώση του NASDAQ; Μείωση των επιτοκίων. Επιβράδυνση της οικονομίας μετά την 11/9; Μείωση των επιτοκίων. Οποιοδήποτε και να ήταν το πρόβλημα η συνταγή ήταν πάντα η ίδια. Περισσότερο χρήμα στην αγορά για να «αναζωογονηθεί» η οικονομία. Τελικά το σκάσιμο της φούσκας στη στεγαστική αγορά απέδειξε ότι αυτή η συνταγή απέτυχε παταγωδώς.

Ολόκληρη η χώρα «συνέργησε» σε μια μεγάλη απάτη. Όπως λέει και ο οικονομολόγος Jeffrey Sachs: «Θέλαμε υποδομές και κοινωνικές υπηρεσίες, χωρίς να θέλουμε να πληρώσουμε για αυτές» Έτσι, ο δανεισμός έγινε η μόνιμη διέξοδος από τα προβλήματά μας. Το 1990 το εθνικό χρέος ήταν $3 τρις. Μέχρι το 2000 είχε σχεδόν διπλασιαστεί στα 5,75 τρις και τώρα έχει φτάσει στα 10,2 τρις. Μέχρι και οι διαχειριστές του «ρολογιού του δημόσιου χρέους» στη Νέα Υόρκη αποφάσισαν να αγοράσουν καινούργιο ρολόι από το 2009 αφού το παλιό δεν χωράει τα 11 πλέον ψηφία του δημόσιου χρέους.

Η «μόχλευση» (leverage) είναι μια ευφάνταστη λέξη που χρησιμοποιούν στη Wall Street για το χρέος. Αυτή η λέξη βρίσκεται στην καρδιά της σημερινής κρίσης. Όπως εξηγεί χαρακτηριστικά ο Warren Buffett: «Η μόχλευση είναι ο μοναδικός τρόπος που μπορεί να οδηγήσει έναν έξυπνο άνθρωπο στη χρεοκοπία… Μπορεί κανείς να κάνει πολλές σωστές κινήσεις και χρησιμοποιώντας μόχλευση να γίνει πολύ πλούσιος. Αν όμως κάνει έστω και μια λάθος κίνηση η μόχλευση μπορεί να τον οδηγήσει στη πλήρη καταστροφή, διότι ό,τι και να πολλαπλασιάσεις με 0 κάνει 0. Αν όμως βλέπεις γύρω σου όλους τους άλλους να το κάνουν επιτυχημένα, όπως το κάνεις και εσύ, εφησυχάζεις και μετά λες γιατί να μη πάω λίγο παραπέρα; Είναι σαν να βρίσκεσαι στο χορό της Σταχτοπούτας. Όλα μοιάζουν ρόδινα και όσο περνάει η ώρα γίνονται καλύτερα, οι άνθρωποι, η μουσική, κανείς δε θέλει να φύγει στις 12 παρά τέταρτο. Όλοι αποφασίζουν να φύγουν στις 12 παρά δύο λεπτά. Τα πρόβλημα όμως είναι ότι στον τοίχο δεν υπάρχουν ρολόγια. Και όλοι πιστεύουν ότι μπορούν να το τραβήξουν λίγο πιο πέρα.

Τελικά, αν μάθαμε κάτι από αυτή τη κρίση, δεν είναι τίποτα άλλο από έναν απλό και παλιό κανόνα των οικονομικών: τίποτα δεν είναι δωρεάν. Για να αποκτήσεις κάτι πρέπει να το πληρώσεις. Το χρέος βέβαια δεν είναι απαραίτητα κάτι κακό. Βρίσκεται στην καρδιά του μοντέρνου καπιταλισμού αρκεί να το χρησιμοποιήσεις υπεύθυνα. Όμως η συστηματική απόκρυψη τεράστιων χρεών μέσω πολύπλοκων χρηματοοικονομικών εργαλείων είναι μια ανεύθυνη συμπεριφορά.

Κάποτε θα ερχόταν η στιγμή που η δημιουργική λογιστική θα τελείωνε, που οι καταναλωτές θα σταματούσαν να χρησιμοποιούν τα σπίτια τους ως τράπεζες για να ξοδεύουν χρήμα που στη πραγματικότητα δεν έχουν, που η κυβέρνηση θα έπρεπε να αντιμετωπίσει τα τεράστια χρέη της. Αυτή η στιγμή έφτασε και οι Η.Π.Α. (όπως και άλλες υπερδανεισμένες κοινωνίες του πλανήτη) έχουν πλέον φτάσει στο χείλος του γκρεμού. Όμως, αν όλοι αντιδράσουμε αλλάζοντας τη συμπεριφορά μας αισθητά, ίσως τελικά να έχουμε να κάνουμε με ευλογία που ήρθε με τη φορεσιά της κρίσης.

Βραχυπρόθεσμα, όλα τα μέτρα για την αντιμετώπιση της κρίσης κάνουν την ανάληψη μεγαλύτερων χρεών και υποχρεώσεων από τις κυβερνήσεις αναγκαία. Αλλά αυτό δε σημαίνει ότι πρέπει να καταφύγουμε για άλλη μια φορά στη λύση των φοροαπαλλαγών για τη τόνωση της οικονομίας. Αυτός δεν είναι παρά ένας τεχνητός τρόπος για να «συνεχιστεί το γλέντι». Είναι σαν να ζητάει κανείς από έναν αλκοολικό να ξεκινήσει αποτοξίνωση του χρόνου, αλλά εν τω μεταξύ του δίνει να πιει περισσότερο αλκοόλ. Μια πολύ καλύτερη λύση θα ήταν οι ανακοίνωση μεγάλων έργων υποδομής ή ενέργειας τα οποία αποτελούν επενδύσεις -όχι κατανάλωση- και άρα έχουν εντελώς διαφορετική επίδραση στα δημοσιονομικά μεγέθη (αντιμετωπίζονται με τον ίδιο τρόπο βέβαια στον ομοσπονδιακό προϋπολογισμό, αλλά αυτό δεν είναι τίποτε άλλο από κακή λογιστική).

Μέσο-μακροπρόθεσμα πρέπει να επιστρέψουμε ξανά στα βασικά και αυτονόητα. Η αποταμίευση των νοικοκυριών πρέπει να αυξηθεί. Οι κυβερνήσεις θα πρέπει στρέψουν τη προσοχή τους σε κίνητρα που ενθαρρύνουν την αποταμίευση. Αυτή τη στιγμή, η κυβέρνηση των Η.Π.Α. δίνει τεράστια κίνητρα για περισσότερη κατανάλωση (τα μειωμένα επιτόκια των ενυπόθηκων δανείων είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα) με τα γνωστά σε όλους αποτελέσματα. Έχουμε τα μεγαλύτερα σπίτια στο κόσμο, τις πιο λεπτές flat-screen τηλεοράσεις και τα πιο πολλά αυτοκίνητα. Αν στρέφαμε τη προσοχή μας σε μέτρα φορολόγησης της κατανάλωσης και ενθάρρυνσης της αποταμίευσης αυτά θα ήταν εξίσου αποτελεσματικά. Οι ρυθμίσεις για τις πιστωτικές κάρτες θα πρέπει να γίνουν αυστηρότερες προκειμένου να γίνει ξεκάθαρο το κόστος και το ρίσκο της αλόγιστης χρήσης. Έχει έρθει η ώρα να καταλάβουμε ότι τέτοια μέτρα θα είναι ευνοϊκά όχι μόνο για τη κυβέρνηση αλλά και για τα ίδια τα νοικοκυριά.

Αλλά και η Wall Street θα πρέπει να αλλάξει. Ο Paul Volcker έχει πει εδώ και πολύ καιρό ότι αυτή η τεράστια έξαρση του χρηματοοικονομικού συστήματος, με τα καινοτόμα κι «ευρηματικά» εργαλεία που δημιουργούν φρενήρεις ρυθμούς ανάπτυξης, δεν αποτελεί παρά μια μαγική εικόνα. Αυτό που πραγματικά γίνεται δεν είναι τίποτα άλλο από ένα συνεχές ανακάτεμα ήδη υπαρκτών αξιών. Αυτή η δραστηριότητα με την ελάχιστη προστιθέμενη αξία για την πραγματική οικονομία θα μειωθεί τώρα δραστικά.

Ο Boykin Curry, διευθύνων σύμβουλος της επενδυτικής Eagle Capital λέει: «Τα τελευταία 20 χρόνια το DNA των μεγάλων χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων έχει μεταλλαχθεί επικίνδυνα. Κάθε φορά που κάποιο στέλεχος πρότεινε περισσότερη μόχλευση και άρα περισσότερο ρίσκο, οι εξελίξεις τα επόμενα χρόνια τον/την ‘δικαίωναν’. Ως αποτέλεσμα, αυτά τα στελέχη κέρδιζαν τις προαγωγές και τον έλεγχο ακόμα μεγαλύτερων κεφαλαίων. Ταυτόχρονα, οι διστακτικοί, αυτοί που αντέτειναν μια πιο προσεκτική διαχείριση, ήταν εκείνοι που ‘εκτίθονταν’. Και φυσικά έχαναν τις προαγωγές και τον έλεγχο των κεφαλαίων, ενώ πιέζονταν αφόρητα για να αλλάξουν τη στάση τους προς τη ‘σωστή’ κατεύθυνση. Αυτό συνέβαινε κάθε μέρα σε κάθε μεγάλο χρηματοπιστωτικό σύστημα ανά τον κόσμο μέχρι που καταλήξαμε σε ένα πολύ συγκεκριμένο τύπο ανθρώπου στις διοικήσεις τους. Σήμερα όμως, τα κεφάλαια που διασώθηκαν της κρίσης, επιτέλους ανακατανέμονται στους πιο προσεκτικούς και συγκρατημένους διοικούντες και επενδυτές-τους Warren Buffets του κόσμου»

Ο Volcker έχει επίσης πει ότι το ιδιαίτερα πολύπλοκο χρηματοοικονομικό σύστημα ήταν πολύ πιο ασταθές από όσο νόμιζε η κοινή γνώμη καθώς και ότι βαθιές τομές ήταν απαραίτητες για την αυστηρότερη ρύθμιση κα τη σταθεροποίησή του. Τώρα έχει έρθει η ώρα αυτά τα θέματα να τύχουν προσοχής στο ανώτατο επίπεδο. Υπάρχει φόβος στην αγορά ότι μια Δημοκρατική διακυβέρνηση θα αυξήσει τη κρατική παρέμβαση υπερβολικά. Αλλά αν δούμε ποιοι συμβουλεύουν τον Barack Obama (Οι Buffet, Volcker και οι πρώην υπουργοί οικονομικών Robert Rubin και Larry Summers) θα καταλήξουμε στο συμπέρασμα ότι είναι μάλλον πιθανότερο ότι οι προσπάθειές τους θα οδηγήσουν σε ένα καλύτερα ρυθμιζόμενο χρηματοπιστωτικό σύστημα. Τα κέρδη ενός τέτοιου συστήματος μπορεί να μην είναι τόσο φουσκωμένα, αλλά θα είναι πιο σταθερά και πιο ασφαλή.

Υπάρχει από εδώ και στο εξής μεγάλη πιθανότητα επίσης ο χρηματοπιστωτικός τομέας να συρρικνωθεί, αλλά αυτό δεν είναι απαραίτητα κακό γιατί πολύ απλά, εδώ και χρόνια, είχε μετατραπεί σε μία φούσκα. Ο Curry σημειώνει ότι «οι εταιρίες του χρηματοπιστωτικού τομέα εισέπραξαν το 30% των κερδών των 500 μεγαλύτερων εταιριών μεγάλης κεφαλαιοποίησης. Ταυτόχρονα, οι Αμερικανοί καταναλωτές ξόδεψαν $800 δισεκατομμύρια περισσότερα από όσα κέρδισαν σε εισοδήματα. Τα καλύτερα μαθηματικά μυαλά των Η.Π.Α. αντί να ασχοληθούν με έρευνες βιοτεχνολογίας ή εναλλακτικές μορφές ενέργειας στρατολογήθηκαν στη δημιουργία όλο και πιο ευφάνταστων χρηματοοικονομικών προϊόντων με στόχο τη μηχανική συγκράτηση των υπερκερδών των Τραπεζών. Οι κεφαλαιακές δαπάνες δεν επενδύθηκαν σε στρατηγικές υποδομές αλλά σπαταλήθηκαν για την εικονική στήριξη της καταναλωτικής ζήτησης». Η κρίση θα ανατρέψει αυτή την ανισοκατανομή ανθρώπινων και χρηματικών πόρων. Αν κάποιοι από τους ιδιοφυείς ανθρώπους που δουλεύουν στη Wall Street καταλήξουν να εργάζονται για νέα μοντέλα εναλλακτικών πηγών ενέργειας αυτό θα είναι πραγματικό κέρδος για την οικονομία.

Η Αμερικανική οικονομία παραμένει ιδιαίτερα δυναμική και ευέλικτη. Ακόμη και τώρα, το πιο εκπληκτικό στοιχείο σε αυτή τη κρίση εξακολουθεί να είναι το πόσο ανθεκτική είναι η οικονομία μετά απ’ όλα αυτά τα σοκ. Αυτό δεν θα διαρκέσει, εάν ο πανικός συνεχιστεί. Ακόμα κι έτσι όμως, η ανθεκτικότητα αυτή τονίζει το γεγονός ότι η οικονομία των ΗΠΑ έχει σημαντικές αρετές, τέτοιες ώστε να ανακάμψει γρηγορότερα από ό,τι πολλοί μπορούν να φανταστούν μετά από μια βαθιά ύφεση. Ας λάβουμε επίσης υπόψη ότι η άνοδος των αναδυόμενων αγορών, που έχει συμβάλλει αποφασιστικά στη παγκόσμια ανάπτυξη, δεν πρόκειται να καμφθεί μέσα σε μία νύχτα.

Η εδραίωση ενός νέου διεθνούς πολιτικοοικονομικού consensus θα ευνοούσε επίσης τις ΗΠΑ υπό μία ευρύτερη έννοια. Μετά τη κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, οι Η.Π.Α. κυριάρχησαν παγκοσμίως χωρίς περιορισμούς. Αυτή η απεριόριστη δύναμη έβλαψε τελικά εξωτερική πολιτική. Έκανε την Washington αλαζονική, απρόσεκτη και οκνηρή. Η διαδικασία λήψης αποφάσεων έφτασε να μοιάζει με τη στρατηγική της General Motors κατά τις δεκαετίες του ‘70 και του ‘80, πλήρως εξαρτημένη από εσωτερικούς παράγοντες χωρίς να λαμβάνει υπόψη το εξωτερικό περιβάλλον. Δεν χρειαζόταν να κάνουμε στρατηγικές επιλογές. Μπορούσαμε να τα έχουμε όλα. Να κάνουμε γκάφες, να τσαντίζουμε ολόκληρο τον κόσμο, να αγνοούμε τους συμμάχους μας, να σπαταλάμε πόρους, να αποτυγχάνουμε σε πολέμους. Τίποτα δεν είχε σημασία. Είχαμε παραπάνω από αρκετό περιθώριο σφάλματος. Τεράστιο περιθώριο σφάλματος.

Σήμερα όμως ο κόσμος έχει αλλάξει. Η κατάσταση στο Ιράκ δημιούργησε αμφιβολίες για την πολιτική και στρατιωτική αξιοπιστία και η οικονομική κρίση έχει διαβρώσει την οικονομική δύναμη των Η.Π.Α. Βραχυπρόθεσμα, οι επιπτώσεις είναι σχετικά περιορισμένες: απαξίωση του δολαρίου και των Αμερικανικών ομολόγων. Μακροπρόθεσμα, όμως, ο υπόλοιπος κόσμος είναι πιθανό να επιδιώξει μεγαλύτερη ανεξαρτησία από μια ασταθή υπερδύναμη.

Οι Η.Π.Α. πρέπει πλέον να προσπαθήσουν σκληρά να διαχειριστούν τα δημοσιονομικά τους μεγέθη καλύτερα έτσι ώστε να είναι σε θέση να συνεχίσουν να προσελκύουν ξένο κεφάλαιο. Θα πρέπει να πείθουμε για να μας ακολουθούν άλλες χώρες στις διεθνείς μας περιπέτειες. Θα πρέπει να κάνουμε στρατηγικές επιλογές. Δεν μπορούμε να εγκαθιστούμε συστήματα αντιπυραυλικής προστασίας κοντά στα ρωσικά σύνορα, να προσπαθούμε να φέρουμε τη Γεωργία και την Ουκρανία στο ΝΑΤΟ και να περιμένουμε ταυτόχρονα τη συνεργασία της Ρωσίας κατά του πυρηνικού προγράμματος του Ιράν. Δεν μπορούμε να αποκηρύττουμε με στόμφο Κινέζικες και Αραβικές επενδύσεις στην Αμερική από τη μία και να ελπίζουμε ότι θα συνεχίσουν να αγοράζουν Αμερικάνικα ομόλογα αξίας $4 δισεκατομμυρίων από την άλλη. Δεν μπορούμε να συνεχίσουμε να κηρύττουμε τη δημοκρατία και το καπιταλισμό ανά τον κόσμο όταν το ίδιο μας το σπίτι έχει τόσα πολλά προβλήματα.

Είναι θεμελιώδης Αμερικανική αντίληψη ότι ο ανταγωνισμός είναι καλός, στις επιχειρήσεις, στον αθλητισμό, στη ζωή. Ο James Madison (ο 4ος πρόεδρος των Η.Π.Α.) πίστευε στην ύπαρξη μηχανισμών ελέγχου και εξισορρόπησης με στόχο την αντιμετώπιση της κατάχρησης εξουσίας και της υπεροψίας, και τη διασφάλιση της πειθαρχίας σε κανόνες. Αυτή η πειθαρχία θα είναι επώδυνη για μια χώρα που έχει συνηθίσει να τα έχει όλα. Αλλά θα μας κάνει δυνατότερους μακροπρόθεσμα. Αν το πάθημα αυτής της κρίσης μας γίνει μάθημα, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα μπορέσουν και πάλι να επανέλθουν με ευνοϊκούς όρους στο παγκόσμιο οικονομικό παιχνίδι.

*O Fareed Zakaria είναι αρχισυντάκτης του περιοδικού Newsweek και συγγραφέας του βιβλίου The Post American World.

Sunday, October 26, 2008

Απόφαση Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου: Λευτεριά στα κολέγια

Καταδικάστηκε προχθές η Ελλάδα από το Δικαστήριο Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων για παραβίαση της Οδηγίας 89/48 σχετικά με την αναγνώριση των επαγγελματικών δικαιωμάτων που απορρέουν από τα πτυχία που δίνουν τα κολέγια ως παραρτήματα ευρωπαϊκών πανεπιστημίων.

Πριν δύο μήνες σε αντίστοιχο post με αφορμή το νόμο Στυλιανίδη για τα κολέγια είχαμε επισημάνει ότι οι συγκεκριμένες ρυθμίσεις που ψηφίστηκαν μέσα στο κατακαλόκαιρο ήταν εμπαιγμός για την κοινωνία. Διότι ακριβώς έκλεινε πολιτικάντικα το μάτι στις χιλιάδες οικογένειες των φοιτητών των κολεγίων χωρίς στην ουσία να ρυθμίζει οτιδήποτε. Ο νόμος που ψηφίστηκε αρχίζει και την ίδια στιγμή τελειώνει στο εξής ένα και μόνο: στην υπαγωγή των κολεγίων στη διοικητική εποπτεία του υπουργείου Παιδείας.

Ωστόσο, ποια είναι τα βασικά στοιχεία της απόφασης του ΔΕΚ;

Πρώτον, οι απόφοιτοι των ευρωπαϊκών κολεγίων έχουν ΑΚΡΙΒΩΣ τα ίδια επαγγελματικά δικαιώματα με τους αποφοίτους των αντίστοιχων σχολών των δημόσιων πανεπιστημίων. Μπορούν, δηλ., να υποβάλλουν τα χαρτιά τους ακόμη και στους διαγωνισμούς προσλήψεων του Δημοσίου.

Δεύτερον, η ελληνική πολιτεία δεν έχει τη δυνατότητα να θέσει ακαδημαϊκά/ουσιαστικά κριτήρια λειτουργίας και ελέγχου ως προς τα ευρωπαϊκά κολέγια.

Και τρίτον, το ΔΕΚ προσπερνά αδιάφορα το άρθρο 16 του Συντάγματος.

Με το ίδιο post πριν δύο μήνες είχαμε επισημάνει ότι ο δημόσιος διάλογος σχετικά με το άρθρο 16 είναι εκτός τόπου και χρόνου με μεγάλη ευθύνη τμήματος της αριστεράς που λαϊκίζει, ψηφοθηρεί και καπηλεύεται την αγωνία της κοινωνίας. Μάλιστα είχαμε χαρακτηρίσει τα επιχειρήματα περί υπερίσχυσης του Συντάγματος και του άρθρου 16 έναντι του ευρωπαϊκού δικαίου ανοησίες. Η απόφαση του δικαστηρίου με πιο κομψές διατυπώσεις επιβεβαιώνει τα παραπάνω. Το ΔΕΚ θεωρεί αβάσιμη και ελαφρώς άσχετη την επίκληση από την Ελλάδα του άρθρου 16 και προσπερνά τόσο την ίδια τη ρύθμιση όσο και το μέχρι νεωτέρας συνταγματικά κατοχυρωμένο σοβιετικό μοντέλο οργάνωσης της ελληνικής ανώτατης εκπαίδευσης.

Αυτό που δεν θέλει να καταλάβει εμπαίζοντας χιλιάδες νέους τόσο η κυβέρνηση όσο και το πείσμων και αντιδραστικό εκείνο κομμάτι της αριστεράς, είναι ότι η αναγνώριση των ευρωπαϊκών κολεγίων δεν είναι διαπραγματεύσιμη.

Ωστόσο, η ελληνική πολιτεία έχει ακόμη περιθώρια, λιγοστά έστω, να βάλει κάποια τάξη σε αυτή τη στρεβλή πραγματικότητα. Συγκεκριμένα, να εντάξει τα ευρωπαϊκά κολέγια στην ελληνική ανώτατη εκπαίδευση.

Ταυτόχρονα οφείλει να πάει κι ένα βήμα παραπέρα. Να επιβάλει αυστηρά ακαδημαϊκά/ουσιαστικά κριτήρια λειτουργίας και ελέγχου ως προς τα υπόλοιπα ιδιωτικά εκπαιδευτικά ιδρύματα που δεν είναι παραρτήματα ευρωπαϊκών πανεπιστημίων, δεν ρυθμίζονται από το ευρωπαϊκό δίκαιο και λειτουργούν εντελώς ανεξέλεγκτα. Ακόμα και οι σκανδιναβικές χώρες, το εκπαιδευτικό σύστημα των οποίων επικαλούνται πολλοί σε μια απέλπιδα προσπάθεια να υπερασπιστούν το ανεκδιήγητο ελληνικό status quo στην ανώτατη εκπαίδευση, επιτρέπουν τη λειτουργία ιδιωτικών ιδρυμάτων τα οποία πιστοποιούνται, χρηματοδοτούνται και αξιολογούνται από ανεξάρτητες αρχές. Προτείνουμε λοιπόν την πιστοποίηση, τον έλεγχο και την αξιολόγηση των ιδιωτικών ιδρυμάτων στα πλαίσια ενός ενιαίου εθνικού συστήματος ανώτατης εκπαίδευσης.

Εάν σαν κοινωνία δε λάβουμε έγκαιρα μέτρα, δεδομένου ότι οι πολιτικές δυνάμεις έχουν στυλώσει τα πόδια πεισματικά κρύβοντας τα προβλήματα κάτω από το χαλί στη λογική του πέτα-την-καυτή-πατάτα-στον-επόμενο, είναι μαθηματικά βέβαιο ότι θα φτάσουμε στο τέλος να αναγνωρίσουμε ως de facto πανεπιστήμια ακόμα ΚΑΙ τα φροντιστηριακά δώματα της πλατείας Κάνιγγος. Χωρίς καμία δυνατότητα να θέσουμε εμείς κάποιους ελάχιστους κανόνες ποιότητας προς όφελος όλων, συμπεριλαμβανομένων και των νέων που καταφεύγουν σ΄αυτά ως μόνη εναλλακτική επιλογή.

Πιο σημαντικά ακόμα, οφείλουμε να αντιμετωπίσουμε τη νέα κατάσταση που προκύπτει από την καθυστερημένη εφαρμογή της ευρωπαϊκής νομοθεσίας ως πρόκληση, έναυσμα και αφορμή για τη μεταρρύθμιση του δημόσιου πανεπιστημίου. Τα ψέματα, τα άλλοθι και οι μάχες οπισθοφυλακής τελείωσαν.

Είτε το θέλουμε είτε όχι, πυρήνας της ανώτατης εκπαίδευσης στην Ελλάδα και την Ευρώπη είναι και θα συνεχίσει να είναι το δημόσιο πανεπιστήμιο. Η ποιότητα της ανώτατης εκπαίδευσης, η ίδια η έννοια της κοινωνικής δικαιοσύνης και των ίσων ευκαιριών, η soft power πολιτισμική επιρροή της χώρας και η οικονομική της ανάπτυξη συνδέονται κατεξοχήν με το δημόσιο πανεπιστήμιο.

Δεν είμαστε, ωστόσο, πολύ περήφανοι για το σημερινό ελληνικό δημόσιο πανεπιστήμιο.

Δεν είμαστε περήφανοι για τον σφυχτό εναγκαλισμό της διοικητικής κι ακαδημαϊκής λειτουργίας από το υπουργείο και την από κάτω παρεοκρατία που λύνει, δένει και λογαριασμό δεν δίνει.

Δεν είμαστε περήφανοι για γκρίζους καθηγητές που μοιάζουν με κουρασμένους δημόσιους υπαλλήλους.

Δεν είμαστε περήφανοι για τη γραφειοκρατία και την έλλειψη υποδομών.

Δεν είμαστε περήφανοι για πανεπιστημιακούς διδάσκοντες που έχουν ολοκληρώσει τον κύκλο σπουδών τους μέχρι και postdoc αποκλειστικά στο ίδιο κτίριο του ίδιου πανεπιστημίου της ίδιας ελληνικής πόλης.

Δεν είμαστε περήφανοι για εμάς τους ίδιους, τους Έλληνες φοιτητές και αποφοίτους που δεν ξέρουν να γράφουν, να διαβάζουν, ούτε καν να μιλούν παραπάνω από τα «αγγλικά των αεροδρομίων».

Δεν είμαστε πολύ περήφανοι ούτε για το πανεπιστήμιο, ούτε για τους δασκάλους μας, ούτε για εμάς τους ίδιους, και δυστυχώς είναι λίγα αυτά που μπορούμε να υπερασπιστούμε από τη σημερινή κατάσταση.

Πρέπει επιτέλους το ελληνικό πανεπιστήμιο να γίνει ένα πραγματικά δημόσιο πανεπιστήμιο. Να κοπεί ο ομφάλιος λώρος που το συνδέει με το κεντρικό κράτος και τις διάφορες φατρίες, ώστε να γίνει πράξη η εξαγγελία του ίδιου του άρθρου 16 για «πλήρη αυτοδιοίκηση» των πανεπιστημίων σε συνδυασμό με την αξιολόγηση και την ανάλογη χρηματοδότηση τους.

Απέναντι σε αυτούς που ανάβουν κερί στην αδράνεια και πολιτεύονται πουλώντας ανεπεξέργαστες και εύκολες κουβέντες καφενείου, πρέπει ο πήχης να τεθεί ψηλότερα για όλους μας.

Friday, October 24, 2008

There Is No Alternative. Σκότωσε την ΤΙΝΑ που έχεις μέσα σου!

Κείμενο της G700 για το επετειακό τεύχος της Athens Voice

Διεφθαρμένο σύστημα, αποκλεισμός από τις ευκαιρίες, χαμηλοί μισθοί, βύσμα και εξάρτηση. Όλα αυτά μπορεί να είναι αλήθειες για τη γενιά των 700 ευρώ αλλά δεν παύουν να είναι διαπιστώσεις. Και με τις διαπιστώσεις το μόνο που καταφέρνεις είναι να επιδεινώνεις την ψυχική σου υγεία ή να μένεις απαθής και να μετατρέπεσαι σταδιακά σε χλιδάνεργο.

Βέβαια, για να περάσεις από τις διαπιστώσεις στις πράξεις πρέπει να κάνεις επιλογές. Και αυτό είναι δύσκολο για μία γενιά φωτογενή αλλά και τυφλωμένη από το πολύ φως. Για μία γενιά αποκλεισμένη αλλά και κακομαθημένη η οποία δεν έχει μάθει να προχωρά αλλά αιώνια να περιμένει. Αρκετά όμως με την «αυτοκριτική».

Εναλλακτικές υπάρχουν αλλά είναι διαφορετικές. Δεν βρίσκονται εκεί που μας έχουν μάθει να ψάχνουμε και με τη μορφή που ίσως θα τις περιμέναμε. Εάν συνεχίσουμε να προσδοκούμε, για παράδειγμα, λύσεις σε συγκεκριμένα θέματα από τους «παραδοσιακούς παίκτες», από τα κόμματα ή πολύ λιγότερο από τους συνδικαλιστές, πιθανόν θα περιμένουμε για πάντα με ισχνά έως ανύπαρκτα ίσως αποτελέσματα. Πρέπει λοιπόν να επινοήσουμε νέους τρόπους συλλογική δράσης και παρέμβασης που θα παρακάμπτουν την παραδοσιακή ιεραρχία πολιτική, κοινωνική και μιντιακή. Όπως ακριβώς τα free press της πόλης μας τάραξαν και αναζωογόνησαν τα στάσιμα νερά της κουρασμένης ελληνικής δηοσιογραφίας πριν από πέντε περίπου χρόνια. Να κάνουμε λοιπόν επιλογές που για τους παραδοσιακούς παίκτες μοιάζουν αδύνατες.

Συγκεκριμένα παραδείγματα είναι εδώ απαραίτητα για να μην αερολογούμε. Η άτακτη υποχώρηση στην οποία εξαναγκάστηκε ο υπουργός Οικονομίας πριν από ένα μήνα παίρνοντας πίσω τον άδικο φόρο του 10% για τους νέους κάτω των 30. Η υποχώρηση αυτή δεν έγινε τυχαία. Είναι προϊόν της δημόσιας συζήτησης που έχει ξεκινήσει εδώ κι ένα χρόνο για τη γενιά των 700 ευρώ στη blogo-σφαιρα. Μια συζήτηση που μαζί καταφέραμε αρχικά να κυριαρχήσει στη blogο-σφαιρα και στη συνέχεια να επιβληθεί στη δημόσια ατζέντα κομμάτων, ΜΜΕ και λοιπών παραδοσιακών παικτών. Με το χτύπημα λοιπόν που επιχειρήθηκε μέσω της άγριας φορολόγησης των νέων στα πρώτα τους βήματα, ήρθε στην επιφάνεια αυτή η «πολιτική προετοιμασία» που επί μήνες επωαζόταν στα blogs. Υπήρξε μια έκρηξη δημόσιας συνειδητοποίησης του προβλήματος.

Συνεπώς το ότι η κυβέρνηση έκανε πίσω δεν είναι αποτέλεσμα δράσης – αντίδρασης των παραδοσιακών παικτών, όπως θα περίμενε κανείς. Δεν είναι αποτέλεσμα της παραδοσιακής αντίδρασης της αντιπολίτευσης στην παραδοσιακή δράση της κυβέρνησης. Είναι αποτέλεσμα της δράσης ομάδων πίεσης οι οποίες πλαγιοκοπούν από νέους δρόμους και με νέους τρόπους την κοινή γνώμη και τους gatekeepers της δημόσιας ενημέρωσης. Έτσι χτίζεται η συνειδητοποίηση προβλημάτων που μπορεί άνετα ο καθένας μας να βιώνει καθημερινά αλλά εξίσου άνετα τα προσπερνά.

Το ίδιο περίπου συνέβη στην υπόθεση της μεταμεσονύκτιας λειτουργίας του μετρό. Ένας παραδοσιακός παίκτης, οι συνδικαλιστές, αντέδρασε με λύσσα σε ένα μέτρο προορισμένο να διευκολύνει τους νέους, να μην ξεπαραδιάζονται στα ταξί και να επιστρέφουν με ασφάλεια σπίτι τους. Απέναντι στους συνδικαλιστές βρέθηκαν ομάδες από τα blogs και το Facebook. Το αποτέλεσμα είναι γνωστό. Οι έρευνες δείχνουν μεγάλη μετακίνηση στο μετρό μετά τα μεσάνυχτα, μεγάλη μείωση των ατυχημάτων τα βράδια των Σ/Κ ενώ η κυβέρνηση ετοιμάζεται να επεκτείνει το μέτρο και στα υπόλοιπα ΜΜΜ.

Τα αποτελέσματα μετριούνται ακόμα στα δάχτυλα του ενός χεριού, αλλά σίγουρα υπάρχουν. Και αποδεικνύουν ότι υπάρχουν επιλογές και εναλλακτικές. Δείχνουν ότι η κυρίαρχη νοοτροπία του «τίποτα δεν αλλάζει» είναι μία τεράστια φούσκα και η επιλογή της απομόνωσης στο χώρο των λίγων φίλων και της οικογένειας αυταπάτη και συνειδητή παραίτηση. Όταν τα πράγματα δείχνουν ίδια πρέπει εσύ να ψάξεις περισσότερο. Γιατί μάλλον δείχνουν ίδια επειδή κάποιοι άλλοι έχουν επιλέξει για όλους μας τη συνταγή της αιώνιας ακινησίας που δε θα διαταράξει τα όποια προνόμια έχουν κατοχυρώσει λόγω της προνομιακής τους θέσης μέσα στο πολιτικό και κοινωνικό σκηνικό. Εναλλακτικές λοιπόν υπάρχουν. Σκότωσε την ΤΙΝΑ που έχεις μέσα σου!

Wednesday, October 22, 2008

Άδοξο τέλος για απογραφή και ήπια προσαρμογή

Πριν από τεσσεράμισι χρόνια, τον Μάρτιο του 2004, η νεοεκλεγείσα κυβέρνηση της ΝΔ, μέσα σε μια ατμόσφαιρα έκδηλου ενθουσιασμού λόγω της φρέσκιας και μεγάλης σε έκταση εκλογικής νίκης, ανέλαβε την πρωτοβουλία να προβεί σε αντικειμενική απογραφή των δημόσιων οικονομικών της Ελλάδας.

Η υποψία τότε ήταν ότι τα δημοσιονομικά μεγέθη της χώρας και συγκεκριμένα το έλλειμμα των τελευταίων ετών της διακυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ ήταν προϊόντα «δημιουργικής λογιστικής» που δεν ανταποκρίνονταν στην πραγματικότητα. Δαπάνες που γίνονταν, όπως οι στρατιωτικές, μετακυλύονταν στο μέλλον, ενώ η λεγόμενη άσπρη τρύπα, το πλεόνασμα δηλαδή των Οργανισμών Κοινωνικής Ασφάλισης, των ΟΤΑ και των ΝΠΔΔ, ήταν υπερεκτιμημένη.

Η κυβέρνηση αρχικά, ωστόσο διόλου αντικειμενικά δεδομένου ότι στη διαδικασία της αναθεώρησης δεν έλαβε μέρος κανένας ανεξάρτητος ευρωπαϊκός ή εθνικός φορέας, μετέβαλλε το στόχο για το έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης για το έτος 2004, αυξάνοντάς τον αυθαίρετα πάνω από το εκτιμώμενο 1,6%, αλλά κάτω από το κρίσιμο όριο του 3%, έτσι ώστε να μην μπει η οικονομία σε επιτήρηση.

Η κουτοπονηριά δεν έπιασε. Ο ασκός του Αιόλου άνοιξε και η εκτεθειμένη Eurostat μαζί με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή ζήτησαν απογραφή όλων των ετών από το 1997 μέχρι το 2003, θέτοντας υπό συμβολική αμφισβήτηση την ένταξη της χώρας στην ΟΝΕ. Ως αποτέλεσμα μόνο για το 2004 το έλλειμμα εκτινάχθηκε στο αστρονομικό 7,4% του ΑΕΠ.

Υπό το πρίσμα αυτής της σκληρής πραγματικότητας, η κυβέρνηση είχε στη διάθεσή της μία και μόνη επιλογή. Μέτρα μόνιμου διαρθρωτικού χαρακτήρα που θα καθιστούσαν τη δημοσιονομική θέση της Ελλάδας μεσοπρόθεσμα βιώσιμη. Το επιχείρημα ήταν απλό και ακλόνητο: προετοιμάσου στις καλές μέρες (ανάπτυξη 4,5%), ώστε να μπορείς όταν χρειαστεί να αντιμετωπίσεις τα χειρότερα. Καλή ώρα σήμερα.

Ο δρόμος αυτός όμως αγνοήθηκε. Αντ’ αυτού προτιμήθηκε η πολιτική της ήπιας προσαρμογής. Έτσι, από τη δημιουργική λογιστική, η οποία όμως δεν αναιρεί την πραγματικότητα ότι το έλλειμμα έπεσε από 13% σε 3% μεταξύ 1993 και 1997, περάσαμε στην καταστροφική πρακτική της ήπιας προσαρμογής. Στη λογική του «εκθέτω τη χώρα για ένα χρόνο και στη συνέχεια για τα επόμενα τρία έτη μαγειρεύω τα νούμερα χωρίς να μεταρρυθμίζω ουσιαστικά την οικονομία».

Η συνταγή αρχικά πέτυχε. Το Μάρτιο του 2007 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφάσισε να βγάλει την Ελλάδα από την επιτήρηση, δεδομένου ότι όλες οι ενδείξεις έδειχναν ότι το έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης θα έπεφτε κάτω από το όριο του 3% (απόφαση Μαρτίου 2007). Μακάρι να ήταν έτσι τα πράγματα και σήμερα να βρισκόμασταν σε ισορροπημένη δημοσιονομική θέση.

Η αλήθεια, δυστυχώς, είναι άλλη. Με σημερινή της ανακοίνωση η Eurostat εκτιμά ότι το έλλειμμα του προϋπολογισμού ξεπέρασε το 3% του ΑΕΠ το 2007. Για την ακρίβεια το δημοσιονομικό έλλειμμα της χώρας διαμορφώθηκε στο 3,5% του ΑΕΠ, έναντι 2,8% που είχε προϋπολογίσει η κυβέρνηση.

Αναλυτικά, η Εurostat σημειώνει ότι η αύξηση του ελλείμματος από 2,8% το 2006 σε 3,5% το 2007 οφείλεται στα επικαιροποιημένα στοιχεία που αφορούν στα μικρότερα έσοδα από φόρους, τα έξοδα για νοσοκομεία, την κοινωνική ασφάλιση, τις αλλαγές στο ισοζύγιο των λογαριασμών του θησαυροφυλακίου της ΤτΕ, τις αλλαγές στην καταγραφή των συναλλαγών με τον κοινοτικό προϋπολογισμό και τη βελτίωση στην κάλυψη των εκτός προϋπολογισμού δαπανών.

Ουσιαστικά, αν συγκρίνει κανείς τον περσινό προϋπολογισμό με το φετινό προσχέδιο, θα δει ότι το μεγαλύτερο μέρος της απόκλισης οφείλεται σε δύο λόγους: α) στην υπερεκτίμηση της άσπρης τρύπας των ΟΚΑ, ΟΤΑ και ΝΠΔΔ κατά 1,1 δις ευρώ και β) στην υπερεκτίμηση του μεγέθους των εθνικολογιστικών προσαρμογών κατά 700 εκ. ευρώ.

Ως αποτέλεσμα το 2007 από ένδοξο έτος εξόδου της εθνικής οικονομίας από την επιτήρηση, μετατρέπεται, σύμφωνα και με τις απειλές της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, σε έτος επανένταξης της Ελλάδας υπό ευρωπαϊκή δημοσιονομική κηδεμονία σηματοδοτώντας το άδοξο τέλος της πολιτικής της απογραφής και της ήπιας προσαρμογής. Η Ελλάδα είναι πλέον η μόνη χώρα της ευρωζώνης με υπερβολικό έλλειμμα το οποίο δεν οφείλεται στην οικονομική κρίση, αλλά στην υιοθέτηση μιας προ-κυκλικής πολιτικής σε περίοδο ισχυρής ανάπτυξης.

Δεν χωρά αμφιβολία ότι η Ελλάδα πρέπει επιτέλους να λάβει μέτρα μόνιμου διαρθρωτικού χαρακτήρα στην οικονομία. Αυτό δε σημαίνει μπακαλίστικες μειώσεις δαπανών ως είθισται να πιστεύουν οι περισσότεροι. Σημαίνει υιοθέτηση μιας ριζικά διαφορετικής φιλοσοφίας στο μέτωπο της κατανομής και καταγραφής των δημόσιων πόρων.

Είναι δυνατόν για παράδειγμα να μην εγγράφονται οι δαπάνες των νοσοκομείων στον προϋπολογισμό; Είναι δυνατόν ο προϋπολογισμός να μην καταρτίζεται σε βάθος τριετίας και με τρία διαφορετικά σενάρια; Είναι δυνατόν να μη γίνεται ποτέ απολογισμός και να μη λογοδοτεί κανείς για την εκτέλεση του προϋπολογισμού που πάντα πέφτει έξω; Είναι δυνατόν η χρηματοδότηση να μη συνδέεται με την επίτευξη αποτελεσμάτων; Είναι δυνατόν να δίνουμε χρήμα αθροιστικά κάθε χρονιά σε υπουργεία και όχι σε δημόσια προγράμματα απ’ τα οποία περιμένουμε να αυξήσουν τη δημόσια και κοινωνική αξία που παράγει η πολιτεία; Είναι δυνατόν να μην υπάρχει ούτε έστω για τα μάτια του κόσμου μια διαγενεακή διάσταση στον προϋπολογισμό έτσι ώστε να ξέρουμε που βαδίζουμε στο μέλλον;

Αυτή τη στιγμή ζούμε μια τεράστια δημοσιονομική ψευδαίσθηση. Ξοδεύουμε πολλά για κατανάλωση και μάλιστα δεν τα μετράμε κι επαρκώς. Συνήθως τα κρύβουμε. Έλα όμως που τ΄άτιμα όλο και βγαίνουν στη φόρα και διαμαρτύρονται. Απαιτούνται λοιπόν αλλαγές. Διαφορετικά εν μέσω κρίσης βαδίζουμε ολοταχώς προς το "δημοσιονομικόν 1993".

Και πριν τελειώσουμε κάτι ακόμα. Για όλο αυτό το πανηγύρι με τα δημοσιονομικά που στιγματίζει τόσο την ελληνική οικονομία όσο και την ΕΕ, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή με τη Eurostat φέρουν τεράστιες ευθύνες. Το δις εξαμαρτείν ουκ ανδρός σοφού. Shame on you.

Monday, October 20, 2008

Γενιά 700: διέξοδος στην επιχειρηματικότητα υψηλών δυνατοτήτων

Εισήγηση εκπροσώπου G700 σε πάνελ συζήτησης με θέμα την επιχειρηματικότητα στα πλαίσια του Συνεδρίου της Φιλελεύθερης Συμμαχίας. Σάββατο 18 Οκτωβρίου 2007.

Κυρίες και Κύριοι,

Χαίρομαι που βρίσκομαι σήμερα εδώ μαζί σας και ευχαριστώ, εκ μέρους όλων στη G700, τους διοργανωτές της σημερινής εκδήλωσης για την ευγενική τους πρόσκληση. Μας δίνεται σήμερα η ευκαιρία να συζητήσουμε για ένα πολύ σημαντικό θέμα.

Οι πάντες αναγνωρίζουν ότι το επίπεδο επιχειρηματικότητας μιας χώρας αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους παράγοντες που καθορίζουν την οικονομική ανάπτυξη, την ανταγωνιστικότητα, την απασχόληση και την κοινωνική της ευημερία.

Πως όμως διαμορφώνεται το τοπίο της επιχειρηματικότητας στην Ελλάδα σήμερα;

Με μια πρώτη μάτια η κατάσταση δεν φαίνεται να είναι ιδιαίτερα απογοητευτική. Κάθε άλλο μάλιστα.

Όσον αφορά τη νέα επιχειρηματικότητα και σύμφωνα με τα αποτελέσματα έρευνας του Παγκόσμιου Παρατηρητηρίου για την Επιχειρηματικότητα (GEM), στην Ελλάδα κατά τη διάρκεια του 2007 ένα 5,7% του πληθυσμού ηλικίας 18-64 ετών (περίπου 388 χιλιάδες άτομα) βρισκόταν στα αρχικά σταδία επιχειρηματικής δραστηριότητας, συμπεριλαμβανομένης και της αυτοαπασχολησης.

Πρόκειται δηλαδή είτε για άτομα που άρχισαν την επιχειρηματική τους δραστηριότητα μέσα στην χρονιά, είτε δραστηριοποιούνται ήδη σε μια επιχείρηση για λιγότερο από 42 μήνες.

Ταυτόχρονα ένα 13,7% του πληθυσμού 18-64 ετών δηλώνει ότι έχει σκοπό να ξεκινήσει μια επιχείρηση τα επόμενα τρία χρόνια ενώ ένα 29% πιστεύει ότι υπάρχουν επιχειρηματικές ευκαιρίες στην περιοχή όπου ζει και οι οποίες θα μπορούσαν να τύχουν επιχειρηματικής αξιοποίησης.

Σε ότι αφορά την καθιερωμένη επιχειρηματικότητα, το ποσοστό δηλαδή του πληθυσμού που είναι ιδιοκτήτες μιας επιχείρησης που λειτουργεί τουλάχιστον επί 3,5 χρόνια έχουμε την Ευρωπαϊκή πρωτιά! Σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat, η Ελλάδα είναι η χώρα με την μεγαλύτερη αναλογία επιχειρήσεων σε σχέση με τον πληθυσμό της (694,4 επιχειρήσεις ανά 10.000 κατοίκους) στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Συνολικά, και στις δυο κατηγορίες, η Ελλάδα εμφανίζει το μεγαλύτερο ποσοστό επιχειρηματιών από όλες τις Ευρωπαϊκές χώρες, ένα 19% του πληθυσμού ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα, όταν ο μέσος όρος στην ΕΕ είναι μόλις 11,7%.

Οι αριθμοί ευημερούν λοιπόν.
Και πολλούς επίδοξους επιχειρηματίες έχουμε αλλά και αρκετούς που έχουν ήδη καθιερωθεί επαγγελματικά.

Το ερώτημα βέβαια είναι τι είδους επιχειρήσεις έχουμε;

Δυστυχώς, σε ένα πολύ μεγάλο ποσοστό πρόκειται για επιχειρηματικότητα ανάγκης. Δηλαδή, επιχειρηματική δραστηριότητα που εκδηλώνεται επειδή ο επιχειρηματίας δεν έχει άλλη δυνατότητα βιοπορισμού. Η Ελληνική επιχειρηματική δραστηριότητα δεν έχει να κάνει με την εκμετάλλευση ευκαιριών που εντοπίζει το άτομο στο ευρύτερο οικονομικό του περιβάλλον αλλά με την έλλειψη καλύτερων επιλογών εργασίας.

Ο έλληνας επιχειρηματίας είναι πρώτα από όλα ένας εργαζόμενος που θέλει να εξασφαλίσει ένα ελάχιστο επίπεδο εργασιακής ασφάλειας.

Το συγκριτικό του πλεονέκτημα δεν είναι η καινοτομία αλλά η άμισθη προσωπική εργασία, συνήθως του ιδίου, αλλά πολύ συχνά, και των μελών της οικογένειας του.

Οι Μικρομεσαίες και ιδίως οι Μικρές Επιχειρήσεις αποτελούν την συντριπτική πλειονότητα των εν ενεργεία επιχειρήσεων, φθάνοντας περίπου τις 770.000. Στις Πολύ Μικρές Επιχειρήσεις συγκεντρώνεται το 64% της συνολικής απασχόλησης, το 90% των εργοδοτών, το 99% των αυτοαπασχολούμενων, το 50% των μισθωτών και το 90% των βοηθών του ιδιωτικού δευτερογενή τομέα. Μέσος αριθμός απασχολούμενου προσωπικού ανά επιχείρηση: δύο άτομα.

Κατά συνέπεια δεν πρέπει να προκαλεί έκπληξη και το γεγονός ότι ο σημαντικότερος ανασταλτικός παράγοντας για την έναρξη επιχειρηματικής δραστηριότητας δεν είναι η έλλειψη γνώσεων ή ο ανταγωνισμός της αγοράς αλλά ο φόβος της αποτυχίας και της απώλειας του σχετικού κεφαλαίου επένδυσης. Το σχετικό ποσοστό του 59% για τη χώρα μας, είναι όχι μόνο το μεγαλύτερο στην Ευρώπη αλλά και το μεγαλύτερο στο κόσμο!

Ταυτόχρονα, η ελληνική επιχειρηματική δραστηριότητα χαρακτηρίζεται από την έλλειψη καινοτομίας.

Δυστυχώς η Ελλάδα σήμερα δεν μπορεί να είναι ικανοποιημένη όσον αφορά τις επιδόσεις της στο συγκεκριμένο τομέα.

Σύμφωνα με το European Innovation Scoreboard 2007, η χώρα μας περιλαμβάνεται στην ομάδα των κρατών που υστερούν αρκετά του μέσου όρου της Ε.Ε.-27. Η καινοτομική της επίδοση βρίσκεται σε πολύ χαμηλά επίπεδα συγκρινόμενη με τους λοιπούς εταίρους, καθώς καταλαμβάνει μόλις την 20η θέση στην ευρωπαϊκή κατάταξη. Η Ελλάδα εμφανίζει χαμηλές επιδόσεις σε τεχνολογικές καινοτομίες, με εξαίρεση κυρίως τις οργανωτικού τύπου καινοτομίες.

Καλές σχετικά επιδόσεις – περί το μέσο κοινοτικό όρο – σημειώνουμε κυρίως σε δείκτες εισροών (απόφοιτοι τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, εκπαιδευτικό επίπεδο νέων, δημόσια, ποσοστό μικρομεσαίων επιχειρήσεων με οργανωτικές καινοτομίες).

Αντίθετα, αρνητικές είναι οι επιδόσεις στην κατηγορία της πνευματικής ιδιοκτησίας, της δια βίου μάθησης και των επιχειρηματικών δαπανών για Έρευνα και Ανάπτυξη (Ε&Α).

Ειδικά στον κεφαλαιώδους σημασίας τομέα της έρευνας δεν πάμε καθόλου καλά. Αφιερώνουμε μόλις το 0,7% του Α.Ε.Π. στην έρευνα, τη στιγμή που χώρες όπως η Δανία αφιερώνει το 2,6% και η Φιλανδία το 4,8%.

Είμαστε τελευταίοι στην Ευρώπη στη διάθεση κονδυλίων για την έρευνα. Η έρευνα στον ιδιωτικό τομέα είναι σχεδόν ανύπαρκτη. Η σύνδεση δε των αποτελεσμάτων της έρευνας με την αγορά και τη βιομηχανία είναι, επίσης, εξαιρετικά προβληματική.

Επίσης σημαντικό πρόβλημα αποτελεί και το βάθος της Ελληνικής επιχειρηματικότητας. Η ελληνική επιχειρηματική δραστηριότητα εμφανίζεται εξαιρετικά «ρηχή», με την έννοια ότι είναι σε πολύ μεγάλο βαθμό προσανατολισμένη σε προϊόντα και υπηρεσίες που απευθύνονται στον τελικό καταναλωτή, παρά σε άλλες επιχειρήσεις.

Πάνω από τα μισά εγχειρήματα επιχειρηματικής δραστηριότητας εκδηλώνονται σε δραστηριότητες που έχουν ως τελικό πελάτη τον καταναλωτή, τη στιγμή που ο Ευρωπαϊκός μέσος όρος είναι 35%.

Η εικόνα μιλάει από μόνη της. Από το σύνολο των επιχειρηματικών εγχειρημάτων που πραγματοποιούνται στη χώρα μόλις ένα πολύ μικρό ποσοστό μπορεί να χαρακτηριστεί ως Υψηλών Δυνατοτήτων, ότι δηλαδή:

α) συμβάλλει στην επέκταση των αγορών,
β) δημιουργεί νέα απασχόληση, και
γ) εντείνει τον εξαγωγικό προσανατολισμό της οικονομίας.

Η εκτεταμένη επιχειρηματικότητα ανάγκης, η χαμηλή τεχνολογική καινοτομικότητα, η ρηχή επιχειρηματικότητα, η κυριαρχία της πολύ μικρής και μικρής επιχείρησης έντασης εργασίας (η λογική του μικρού γωνιακού μαγαζιού) ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΟΥΝ τους μισθωτούς σε φαινόμενα γενιάς των 700 ευρώ ενώ δημιουργεί ψευτοεπιχειρηματίες.

Παρεμποδίζουμε σταθερά και με εγκληματικό τρόπο τη νέα επιχειρηματικότητα, με τη χώρα μας να υποχωρεί στην 100η θέση στον σχετικό δείκτη της Παγκόσμιας Τράπεζας και ταυτόχρονα να καταλαμβάνει την ταπεινωτική 152η θέση μεταξύ 178 χωρών στην παροχή κινήτρων στους νέους επιχειρηματίες για τη δημιουργία νέας επιχείρησης.

Κυρίες και Κύριοι,

Είναι το μέλλον δυσοίωνο λοιπόν; Όχι απαραίτητα.

Η άποψη μας είναι ότι η πραγματικότητα της εκτεταμένης Επιχειρηματικότητας Ανάγκης, ρηχής και με χαμηλό επίπεδο καινοτομικότητας, συνιστά μείζον κοινωνικό και οικονομικό πρόβλημα.

Η εκτεταμένη μικροεπιχειρηματικότητα ανάγκης αδυνατεί να δημιουργήσει πολλές και ποιοτικές θέσεις εργασίας υποσκάπτει το μέλλον και την προοπτική ευημερίας της νέας γενιάς, και καταδικάζει τους νέους και όχι μόνο στην εισοδηματική κατηγορία πέριξ του βασικού μισθού, την πολυαπασχόληση και την υπερεργασία.

Για να ξεφύγουμε από αυτή τη κατάσταση, πρέπει πρώτα από όλα να αντιμετωπίσουμε δύο σχετικές προκλήσεις.

Η πρώτη έχει να κάνει με την ανάγκη υπέρβασης του σημερινού μοντέλου επιχειρηματικής δραστηριοποίησης. Πρωταρχικός στόχος και στρατηγική προτεραιότητα των νέων, αλλά και γενικότερα της εθνικής οικονομικής πολιτικής, πρέπει να είναι η βελτίωση της ποιότητας της επιχειρηματικής δραστηριότητας.

Μόνο δίνοντας έμφαση στην ποιοτική ενίσχυση της επιχειρηματικότητας μπορούμε να οδηγηθούμε από μια Επιχειρηματικότητα Ανάγκης σε μια Επιχειρηματικότητα Υψηλών Δυνατοτήτων ικανής να δημιουργήσει πολλές και καλές θέσεις εργασίας.

Η δεύτερη σημαντική πρόκληση, κατά τη γνώμη μου πάντα, έχει να κάνει με το συχνά παραμελημένο κόστος της καινοτομίας.

Μια αλλαγή, εκ των πραγμάτων, δεν είναι προς όφελος όλων. Δημιουργεί κερδισμένους και χαμένους. Η καινοτόμα επιχειρηματική δραστηριότητα δημιουργεί υπεραξίες για τους καινοτόμους και τιμωρεί όσους δεν μπορούν να προσαρμοσθούν στα νέα δεδομένα.

Η Ελληνική οικονομία με τις παραδοσιακές και συχνά μη ανταγωνιστικές δομές της είναι συχνά δύσκολο να προσαρμοσθεί. Εάν η καινοτομική επιχειρηματική δραστηριότητα καταλήγει να επαληθεύει το Σουμπετεριανο μοντέλο της δημιουργικής καταστροφής τότε πρέπει να είμαστε έτοιμοι να αντιμετωπίσουμε και τις συνέπειες του. Δηλαδή τη σταδιακή "δημιουργική καταστροφή" παραγωγικών μονάδων και επιχειρήσεων με κάλυψη και του ανάλογου κοινωνικού κόστους που αυτή συνεπάγεται.

Μπορούμε να το κάνουμε αυτό;

Το βασικό κριτήριο είναι απλό: ναι εάν το όφελος για τον πολίτη είναι μεγάλο κι εφόσον μπορούμε ως κοινωνία να αναλάβουμε το κόστος μετάβασης από τη μία στην άλλη κατάσταση.

Μιλάμε συχνά για καινοτομία και ανταγωνιστικότητα σε βαθμό που να νομίζουμε ότι αποτελούν αυτοσκοπό. Δεν είναι όμως. Ο στόχος μας πρέπει να είναι η επίτευξη της επιθυμητής οικονομικής μεγέθυνσης σε συνδυασμό με συνθήκες κοινωνικής συνοχής.

Πρέπει ως κοινωνία να στοχεύουμε σε μια ισχυρή οικονομία με ανταγωνιστικές επιχειρήσεις, γιατί όσα περισσότερα έσοδα έχει η χώρα μας, τόσα περισσότερα μπορεί να ξοδέψει για αγαθά που απολαμβάνουμε όλοι μας.

Όπως επίσης πρέπει να στοχεύουμε στην επίτευξη συνθηκών κοινωνικής συνοχής, γιατί όσο λιγότερες είναι οι ανισότητες και οι κακώς εννοούμενες κοινωνικές διαφοροποιήσεις, τόσο λιγότερες είναι οι συγκρούσεις και καλύτερη η ζωή μας.

Κατά συνέπεια για τη δημιουργία ενός περιβάλλοντος που ενθαρρύνει την υγιή επιχειρηματικότητα υψηλών δυνατοτήτων, εν αντιθέσει με το σημερινό περιβάλλον ασύδοτης μικροεπιχειρηματικότητας ανάγκης και χαμηλής καινοτομικότητας, πρέπει να θέσουμε πριν απ' όλα τους εξής δύο στόχους.

Πρώτος στόχος μας πρέπει να γίνει η απενεχοποίηση της επιχειρηματικότητας και του επιχειρείν στην Ελλάδα.

Να πούμε καταρχάς ΝΑΙ στη δημιουργικότητα.

Το πρώτο και θεμελιώδες θέμα που πρέπει να αντιμετωπίσουμε είναι η γενική αρνητική στάση της ελληνικής κοινωνίας προς την επιχειρηματική δραστηριότητα και ιδιαίτερα η συλλογική υποτίμηση της δημιουργικότητας.

Η βαθμιαία μεταστροφή αυτής της στάσης αποτελεί κυρίαρχο στόχο μιας πολιτικής που επιδιώκει να επηρεάσει το πολιτισμικό και κοινωνικό πρότυπο του επιχειρηματία. Η εν λόγω μεταστροφή πρέπει να επιδιωχθεί μέσω παρεμβάσεων σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης. Αυτό με τη σειρά του προϋποθέτει ότι υπερβαίνουμε τη γενικά αρνητική εκτίμηση για τον ρόλο του εκπαιδευτικού συστήματος στην προετοιμασία των νέων για το ενδεχόμενο επιχειρηματικής σταδιοδρομίας.

Στην ίδια λογική απενοχοποίησης της επιχειρηματικότητας πρέπει να μάθουμε να αναλαμβάνουμε περισσότερα ρίσκα και να υπερβαίνουμε το φόβο της αποτυχίας, αντιμετωπίζοντας ουσιαστικά και με επιτυχία ζητήματα όπως το κοινωνικό και επιχειρηματικό στίγμα που συνοδεύει μια αποτυχία καθώς και την επαγγελματική ανασφάλεια που χαρακτηρίζει τον επιχειρηματία ο οποίος βρίσκεται στη φάση της υλοποίησης ενός επιχειρηματικού σχεδίου που δεν είναι βέβαιο ότι θα επιτύχει.

Ο δεύτερος στόχος δεν είναι άλλος από τη βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος

Απαιτείται μια Χάρτα για την επιχειρηματικότητα στην Ελλάδα που θα περιλαμβάνει ένα πακέτο μέτρων-δεσμεύσεων της πολιτείας προς μελλοντικούς αλλά και ήδη καθιερωμένους επιχειρηματίες.

Ενδεικτικά και στο πλαίσιο αυτής της λογικής προτείνουμε:

την δραστική απλούστευση της διαδικασίας έναρξης μιας επιχείρησης: μείωση διαδικασιών αλλά και συγχώνευσή τους σε ένα επίπεδο διοίκησης (Νομαρχία ή Περιφέρεια)

τη δημιουργία μίας πολύ-λειτουργικής υπηρεσίας μίας στάσης για επιχειρήσεις (multifunction one stop shops τύπου ΚΕΠ), έτσι ώστε να διευκολυνθούν οι επιχειρήσεις στις συναλλαγές τους με τη δημόσια διοίκηση και να εξυπηρετούνται οι πιθανοί επενδυτές

τη δημιουργία συστημάτων επιχειρήσεων (clusters) έτσι ώστε να είναι σε θέση να αξιοποιείται μια καλή ή πρωτοποριακή ιδέα σε συνδυασμό με τη δημιουργία υποδομών υψηλής τεχνολογίας όπως Τεχνολογικά Πάρκα.

τη δημιουργία νέων χρηματοδοτικών εργαλείω,ν όπως κεφάλαια χρηματοδότησης υψηλής τεχνολογίας, δράσεις Business Angels κοκ, και φυσικά τη συνέχιση και επέκταση της λειτουργίας των υπαρχόντων περιφερειακών κεφαλαίων συμμετοχών τύπου ΤΑΝΕΟ.

κίνητρα για μεγαλύτερη ένταση του ερευνητικού έργου και των πανεπιστημιακών εργαστηρίων προς τις ανάγκες των επιχειρήσεων

τη στοχευμένη στήριξη των πολύ μικρών και μικρών επιχειρήσεων μέσα από τη Δημιουργία Χάρτας Μικρών και Πολύ Μικρών Επιχειρήσεων για την Ελλάδα σε συμφωνία τo European Small Business Act όπου θα προβλέπονται μέτρα διακριτής στήριξης όπως - ενδεικτικά αναφέρω μερικά: η συμμετοχή των εκπροσώπων των ΜΜΕ στις διαδικασίες αξιολόγησης και έγκρισης των κοινοτικών πόρων, η δημιουργία ενός ειδικού φορολογικού καθεστώτος όπως ορίζεται στην Ευρωπαϊκή Χάρτα για τις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις, η επαναφορά του μέτρου για το αφορολόγητο αποθεματικό για επενδύσεις.

Κυρίες και Κύριοι,

Δε θέλω να σας κουράσω άλλο. Άλλωστε θα ακολουθήσει και σχετική συζήτηση. Θέλω μόνο να υπογραμμίσω, και μ' αυτό τελειώνω, ότι το στοίχημα της ποιοτικής επιχειρηματικότητας είναι ένα στοίχημα που πρέπει να κερδίσει η Ελλάδα.

Με το κατάλληλο σχεδιασμό και με συστηματική δουλειά είναι εφικτό να συνδυαστούν αρμονικά η υγιής επιχειρηματικότητα με την οικονομική ανάπτυξη, και να αποκτήσουμε έτσι μια ισχυρή πραγματική οικονομία όπου πολλές αταγωνιστικές επιχειρήσεις είναι σε θέση να δημιουργούν πολλές και καλές δουλειές για όλους. Η εξέλιξη αυτή, αν και δεν είναι η μόνη που απαιτείται, είναι εντελώς απαραίτητη για τη μελλοντική προοπτική των νέων και ειδικά για την αντιμετώπιση του φαινομένου της γενιάς των 700 ευρώ.

Σας ευχαριστώ για τη προσοχή σας.

Wednesday, October 15, 2008

Η οικονομική κρίση και η ξαφνική δημοσιονομική ακράτεια της κυβέρνησης

Εάν ακόμη αναρωτιέστε που θα πάνε τα 7,4 δις ευρώ επιπρόσθετων φόρων που μας υποσχέθηκε ότι θα πάρει φέτος από την τσέπη μας ο κύριος Αλογοσκούφης, μην ανησυχείτε. Μόλις το ανακοίνωσε. Ποσό μέχρι 6 δισ. ευρώ θα δοθεί στις τράπεζες ως άμεση ρευστότητα, χωρίς εγγύηση, στα πλαίσια ενός συνολικού πακέτου εγγυήσεων του ελληνικού δημοσίου προς το τραπεζικό σύστημα της τάξης των 28 δις ευρώ.

Φυσικά κι αστειευόμαστε. Όχι, γιατί δεν υποσχέθηκε να δώσει το παραπάνω ποσό στα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα της χώρας. Αλλά γιατί τα 7,4 δις ευρώ, που το Υπουργείο Οικονομίας φιλοδοξεί να μαζέψει από φόρους το 2009, είναι ήδη δεσμευμένα. Μαζί με όλα τα έσοδα του κράτους δε φτάνουν ούτε για να ισοσκελίσουν τον προϋπολογισμό. Κι αναρωτιόμαστε. Άραγε τα 6 δις ευρώ ρευστό από πού θα τα βρει; Μήπως από τα ταμειακά διαθέσιμα του ελληνικού κράτους που δε φτάνουν ούτε 1 δις, τα οποία υπάρχουν για να καλύπτουν άμεσες ανάγκες πληρωμής μισθών και δαπανών του δημόσιου τομέα; Μήπως από τα συναλλαγματικά αποθέματα σε ξένο νόμισμα ή χρυσό; Μήπως θα εκδώσει κανένα έκτακτο κρατικό ομόλογο υπέρ της σωτηρίας των τραπεζών; Ή μήπως θα θεσμοθετηθεί έκτακτος φόρος υπέρ τραπεζικού συστήματος;

Ό,τι και να κάνει τελικά, η ουσία είναι μία! Στη Σύνοδο Κορυφής στο Παρίσι την περασμένη Κυριακή οι Ευρωπαίοι ηγέτες των κρατών μελών της ευρωζώνης συμπεριλαμβανομένης και της Βρετανίας αποφάσισαν να πάρουν μέτρα ώστε να αναχαιτιστεί ο πανικός στο ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα και ειδικά τα χρηματιστήρια. Κράτη, όπως η Βρετανία και η Γερμανία, στα οποία εντοπίστηκαν σοβαρά προβλήματα ορθώς παρενέβησαν με μεγάλα πακέτα εγγυήσεων.

Η Ελλάδα απ’ ότι φαίνεται μάλλον το παράκανε. Μας θυμίζει τη γνωστή ελληνική παροιμία που λέει «είπαν στη γριά να χέσει κι αυτή ξεκωλώθηκε». Οι ελληνικές τράπεζες, για τις οποίες πριν από δυο βδομάδες τόσο η κυβέρνηση όσο και οι ίδιοι οι τραπεζίτες λέγανε ότι δεν υπάρχει πρόβλημα, επειδή α) έχουν τον καλύτερο λόγο καταθέσεων προς δάνεια στην ΕΕ, β) δεν είναι εκτεθειμένες σε «τοξικά» κεφάλαια και γ) έχουν υψηλή κερδοφορία και περιορισμένες επισφάλειες, τώρα ξαφνικά απέκτησαν μέγα κίνδυνο. Ξάφνου, απ’ το πουθενά βρίσκονται αντιμέτωπες με την ίδια την κατάρρευση.

Τον κίνδυνο εντόπισε άλλωστε κι ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος κος Προβόπουλος: «σύμφωνα με χονδροειδείς (sic!!) υπολογισμούς, φέτος, έως τα τέλη του έτους, ίσως και στις αρχές του επόμενου, μπορεί να υπάρξει μια κάποια μείωση του δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας των τραπεζών λόγω της κρίσης». Μα, ναι, φυσικά κύριε Διοικητά. Πρόκειται για έναν εξαιρετικά στιβαρό, solid που θα λέγανε και στο LSE, συλλογισμό, βάσει του οποίου η χώρα θα ανοίξει το σεντούκι με το χρήμα.

Σαν να μην έφτανε αυτό, σε μια περίοδο που η κυβέρνηση έχει de facto το πάνω χέρι στη σχέση της με τις τράπεζες, αντί να θέσει την εξυγίανση του τραπεζικού συστήματος, τον τερματισμό της ασυσοδίας και των ολιγοπωλιακών πρακτικών ως προϋπόθεση για την εγγύηση της κεφαλαιακής επάρκειας των τραπεζών, προσφέρει χρήμα άνευ όρων.

Εμείς ένα πράγμα έχουμε να πούμε. Δεν είμαστε αφελείς, ούτε εκτός τόπου και χρόνου. Εάν το πρόβλημα των ελληνικών τραπεζών είναι τόσο μεγάλο, που χρειάζεται να προικοδοτηθούν άμεσα με ζεστό χρήμα της τάξης των 6 δις ευρώ, και με συνολικές εγγυήσεις 28 δις ευρώ, ποσό που ανέρχεται στο 1/3 των δαπανών του ελληνικού προϋπολογισμού για φέτος, ας βγει η κυβέρνηση να το πει σοβαρά, στοιχειοθετημένα, με υπευθυνότητα. Ότι πχ: «Ξέρετε κάτι; Εκεί κι εκεί υπάρχει πρόβλημα. Αυτές είναι οι διαστάσεις του. Πρέπει όλοι να βοηθήσουμε, γιατί αλλιώς πάπαλα. Καταρρέει το σύστημα». Διαφορετικά, όλα αυτά τα περί «χονδροειδών υπολογισμών», τα «ως τα τέλη του έτους», «ίσως και στις αρχές του επόμενου», με τα «μπορεί να», και τη «μια-κάποια μείωση» ακούγονται σαν χονδροειδείς μπαρούφες που έρχονται να δικαιολογήσουν την ξαφνική δημοσιονομική ακράτεια της κυβέρνησης.

Monday, October 13, 2008

Δημοσιονομική ομοσπονδία στην ευρωζώνη. Μήπως να το ξανασκεφτούμε;

Στην έκτακτη Σύνοδο Κορυφής της ευρωζώνης, που διεξήχθη την Κυριακή στο Παρίσι με τη συμμετοχή και της Βρετανίας, η Ευρώπη απέδειξε ότι είναι σε θέση εφόσον το επιθυμεί να ανταποκριθεί αποτελεσματικά στην παγκόσμια οικονομική κρίση. Το σχέδιο Μπράουν για κρατικές εγγυήσεις πενταετίας στον διατραπεζικό δανεισμό με στόχο την ενίσχυση της ρευστότητας και την ανάκτηση της εμπιστοσύνης των πολιτών στο χρηματοπιστωτικό σύστημα, καθώς και ισχυρή πολιτική δέσμευση για αποφυγή της χρεοκοπίας των ευρωπαϊκών τραπεζών, υιοθετήθηκε απ’ όλα τα κράτη του eurogroup μέσα σ’ ένα κλίμα διάχυτης ομοψυχίας και αποφασιστικότητας.

Η θετική αντίδραση των ευρωπαϊκών χρηματιστηρίων τη Δευτέρα σε καμία περίπτωση δεν ήταν αναμενόμενη, ούτε ήταν εξασφαλισμένη εκ των προτέρων η θετική αποδοχή των μέτρων από τα Μέσα και τους πολίτες. Όμως συνέβη. Πράγμα που αποδεικνύει ότι η συντονισμένη και αποφασιστική συνεργασία των ευρωπαϊκών κρατών είναι αναγκαία για την αντιμετώπιση οικονομικών κρίσεων, είτε αυτές εμφανίζονται με τη μορφή ασυμμετρικών σοκ (γεωγραφικά και κλαδικά επικεντρωμένων κρίσεων), όπως για παράδειγμα συνέβη με τις τράπεζες αρχικά, είτε με τη μορφή μιας γενικευμένης ύφεσης, όπως κινδυνεύει να εξελιχτεί η κατάσταση στην οικονομία σε βάθος χρόνου.

Εάν μάθαμε κάτι από την έκτακτη Σύνοδο Κορυφής την Κυριακή είναι ότι η παγκόσμια οικονομική κρίση, όπως και η οποιαδήποτε γενικευμένη οικονομική αναταραχή αντίστοιχου μεγέθους, απαιτεί γρήγορα αντανακλαστικά και διάθεση υπέρβασης της πεπατημένης οδού από ένα ενιαίο πολιτικό κέντρο. Το υπάρχον θεσμικό πλαίσιο που διέπει την ΟΝΕ με το γνωστό μίγμα νομισματικής και δημοσιονομικής πολιτικής, είναι αμφίβολο κατά πόσο λύνει τα προβλήματα που προκαλούνται από μεγάλες οικονομικές κρίσεις. Το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης, που δίνει περισσότερο έμφαση στον περιορισμό των ελλειμμάτων και λιγότερο στην ευελιξία των εθνικών δημοσιονομικών πολιτικών, σε συνδυασμό με την ανοιχτή μέθοδο συντονισμού των οικονομικών πολιτικών στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο εν απουσία ενός ισχυρού κέντρου λήψης καθημερινών αποφάσεων, εμποδίζει τη λειτουργία των αυτόματων σταθεροποιητών που απαιτούνται σε συνθήκες έντονων οικονομικών διαταράξεων.

Η Ευρώπη την Κυριακή, αν και έδρασε με καθυστέρηση ενός και πλέον μήνα, κέρδισε τελικά μια μάχη. Ανέτρεψε το κλίμα πανικού και πέτυχε τη σταθεροποίηση -πόσο πρόσκαιρης ή όχι θα δείξει- των προσδοκιών των πολιτών και των επενδυτών απέναντι στο τραπεζικό σύστημα. Δεν κέρδισε όμως τον πόλεμο, που δεν είναι άλλος από την επερχόμενη οικονομική ύφεση η οποία τώρα μας χτυπάει την πόρτα.

Η ύφεση έρχεται και θα χρειαστεί ενδεχομένως να την αντιμετωπίσουμε με πολλά περισσότερα και πολλαπλά ισχυρότερα εργαλεία από μια έκτακτη Σύνοδο Κορυφής που εγγυάται απλώς τον διατραπεζικό δανεισμό. Πόσο μάλλον που στο μέλλον οι Ευρωπαίοι ίσως να μην έχουμε στη διάθεσή μας τους άσους του «μάγου» της οικονομίας, όπως τον χαρακτήρισαν τα γαλλικά μέσα ενημέρωσης, Γκόρντον Μπράουν.

Υπ’ αυτές τις συνθήκες, το ερώτημα που ξαναέρχεται στο προσκήνιο για πολλοστή φορά τα τελευταία 30 χρόνια, από την έκθεση McDougall το 1977 μέχρι σήμερα, είναι εάν σε συνθήκες νομισματικής ένωσης επιβάλλεται ένας μεγαλύτερος βαθμός κεντρικοποίησης της δημοσιονομικής πολιτικής έτσι ώστε να αντιμετωπίζονται πιο γρήγορα και πιο αποτελεσματικά ασυμμετρικά σοκ και γενικευμένες υφέσεις στην ευρωπαϊκή οικονομία;

Πολλοί είναι αυτοί που ισχυρίζονται ότι η οικονομική σταθεροποίηση μιας έντονα αλληλοεξαρτώμενης οικονομίας, ιδιαίτερα μιας νομισματικής ένωσης που μάλιστα δε συνιστά άριστη νομισματική περιοχή, υπό την έννοια ότι χαρακτηρίζεται από ανόμοιες παραγωγικές συνθήκες από περιοχή σε περιοχή και χαμηλή ευελιξία αγορών και παραγωγικών συντελεστών, πρέπει να ασκείται από κεντρικά όργανα. Με τη συνδρομή ενός κεντρικού προϋπολογισμού και υπό τις αποφάσεις ενός ομοσπονδιακού, στην προκειμένη περίπτωση υπερεθνικού πολιτικού κέντρου, όπως συμβαίνει σε όλες τις ομόσπονδες οικονομίες. Μόνο έτσι είναι δυνατόν να υπάρξουν γρήγορα αντανακλαστικά, αποφασιστικότητα και επαρκείς πόροι για να αντιμετωπιστεί μια οικονομική κρίση, χωρίς παράλληλα να υπάρχει ο «ηθικός κίνδυνος» μιας προδιαγεργαμμένης διάσωσης που συνεπάγεται η παρουσία ενός ευρωπαϊκού ταμείου σταθεροποίησης (πρόταση Μπερλουσκόνι) ή τα προβλήματα που δημιουργεί η ασυντόνιστη δράση πολλών επιμέρους δημοσιονομικών πολιτικών.

Διαχρονικά, οι αντιστάσεις των Ευρωπαίων απέναντι σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο υπήρξαν εξαιρετικά ισχυρές. Η ολοκλήρωση της ΟΝΕ, μέσα από τη δημιουργία μιας δημοσιονομικής ομοσπονδίας δίπλα στην ήδη υπάρχουσα νομισματική ένωση, συνεπάγεται παραχώρηση εθνικής κυριαρχίας των κρατών μελών σε ένα ακόμη κρίσιμο πεδίο πολιτικής και μπορεί να νομιμοποιηθεί μόνο από την παρουσία ενός δημοκρατικού συστήματος αποκάλυψης των προτιμήσεων των ευρωπαίων ψηφοφόρων σε ένα κεντρικό επίπεδο. Δηλαδή από μία δημοκρατικά εκλεγμένη ευρωπαϊκή οικονομική εξουσία. Διαχρονικά τόσο η απροθυμία των εθνικών κρατών να προχωρήσουν σε τέτοιες ριζοσπαστικές κινήσεις ενοποίησης όσο και η έλλειψη ενός πραγματικού ευρωπαϊκού δήμου σε κοινοτικό επίπεδο καθιστούσαν και συνεχίζουν να καθιστούν και τώρα μια τέτοια εξέλιξη εξαιρετικά απίθανη.

Όμως, ας αναρωτηθούμε πόσο πιθανό ήταν να κυκλοφορήσει το ευρώ πριν από είκοσι χρόνια; Μήπως, ρωτάμε μήπως, με δεδομένη την επερχόμενη παγκόσμια οικονομική ύφεση το κλίμα αλλάξει; Μήπως οι τεχνητές συνθήκες συνταγματοποίησης από τα κάτω που προσπάθησε να πετύχει ο διάλογος για το ευρωσύνταγμα, τώρα δημιουργηθούν από την ίδια την οικονομική και πολιτική πραγματικότητα η οποία κυοφορεί μέσα της το νέο; Μήπως τελικά αναζητηθούν νέοι δρόμοι διαφυγής από την κρίση πέρα και έξω από το άθροισμα επιμέρους εθνικών πολιτικών;

Δε μας βγαίνει απ’ το μυαλό ότι εδώ και 50 χρόνια η Ευρώπη προχωράει μπροστά, ενοποιείται και διευρύνεται σχεδόν πάντα με αφορμή μια μεγάλη διεθνή κρίση. Από την αναγκαστική συμφιλίωση Γαλλίας και Γερμανίας μετά το Δεύτερο Παγκόσμιο σε συνθήκες Ψυχρού Πολέμου που δημιούργησε την ΕΟΚ, έως την πετρελαϊκή κρίση της δεκαετίας του ‘70 που οδήγησε στην Ενιαία Ευρωπαϊκή Πράξη μέχρι και την πτώση του Υπαρκτού Σοσιαλισμού που οδήγησε στο Μάαστριχτ και τις διαδοχικές διευρύνσεις προς ανατολάς, η Ευρώπη αποδεικνύει ότι κάνει άλματα προς την «ever closer union» μόνο έπειτα από σοβαρές συστημικές πολιτικές ή οικονομικές κρίσεις. Δημοσιονομική ομοσπονδία στην ευρωζώνη λοιπόν. Μήπως να το ξανασκεφτούμε;

Sunday, October 12, 2008

Κρίση και ευκαιρία έχουν το ίδιο ιδεόγραμμα

Του Γιάννη Βούλγαρη*
Τα Νέα, 11 Οκτωβρίου 2008

Στα κινέζικα κρίση και ευκαιρία έχουν το ίδιο ιδεόγραμμα. Αισιόδοξη εκδοχή και ενίοτε πραγματική. Χρήσιμη πάντως σήμερα που όλοι αναρωτιόμαστε πως θα βγει ο κόσμος μας από την κρίση. Το ερώτημα είναι αν ζούμε το τέλος μιας εποχής: του νεοφιλελεύθερου κύκλου που άνοιξε τη δεκαετία του 80.

Το πραγματικό στοίχημα είναι αν η κρίση θα γίνει ευκαιρία ώστε η κοινωνία και η οικολογία να αναπλαισιώσουν την οικονομία επιβάλλοντας τις δικές τους προτεραιότητες και συμβατότητες; Τέλος εποχής δεν σημαίνει επιστροφή στα προηγούμενα (Κέινς, εθνικά εργαλεία ρύθμισης, εθνική σοσιαλδημοκρατία ή Αριστερά). Όπου ακούτε πολλές «επιστροφές», κρατάτε μικρό καλάθι. Η ιστορική εμπειρία είναι σπουδαίος δάσκαλος, όχι όμως για επαναλήψεις.

Ο κόσμος προχωράει, προς το καλό ή το κακό. Η κρίση δημιουργεί συνθήκες για την ανάκαμψη των προοδευτικών δυνάμεων μεσοπρόθεσμα. Κατ΄ αρχάς, γιατί εξέπεμψε κραυγαλέα μηνύματα με παρατεταμένες ιδεολογικές επιπτώσεις.

Μήνυμα ταξικό. Το κράτος της αμερικανικής Νέας Δεξιάς βρήκε σε μια μέρα 700 δισ. για να σώσει την οικονομία από τους κερδοσκόπους, ενώ θεωρεί «κομμουνιστικό» το κοινωνικό πρόγραμμα υγείας που κοστίζει 50 δισ. Ο Μαρξ με το κεφάλι κάτω και τα πόδια επάνω. Σοσιαλισμός για τους πλούσιους, καπιταλισμός για τους φτωχούς.

Μήνυμα παγκόσμιο. Το 1997 όταν εκδηλώθηκε η «κρίση των ασιατικών αγορών», οι δυτικοί με πρώτους τους Αμερικανούς, κατακεραύνωναν τον crony capitalism των «υπανάπτυκτων» και τις κερδοσκοπικές - πελατειακές πρακτικές του. Οι χθεσινοί επικριτές αποδεικνύονται σήμερα θιασώτες του rogue capitalism, κατά τον σαρκαστικό χαρακτηρισμό του Κρούγκμαν, με πρακτικές ακόμα πιο εγκληματικές. Μετά τη σημερινή κρίση, δύσκολα θα μπορούν να κουνάνε επιτιμητικά το δάκτυλο στους «υπανάπτυκτους».

Μήνυμα ευρωπαϊκό. Η κρίση έδειξε πόσο αναγκαία είναι η Ευρώπη αλλά και πόσο παρούσες είναι οι ενδογενείς τάσεις διάλυσης. Μετά την κρίση, η ευρωπαϊκή υπόθεση μπορεί να πάρει νέα τροπή.

Μήνυμα ηθικο-κοινωνικό. Η αίσθηση του μέτρου που εδράζεται στην εργασία και στην πραγματική παραγωγή (υλική ή άυλη) κερδίζει έναντι του κερδοσκοπικού πλουτισμού και της αεριτζίδικης αήθειας. Οι συμβολισμοί και τα μηνύματα είναι όμως έπεα πτερόεντα, αν δεν συναρθρωθούν με συνολικότερες αλλαγές συσχετισμών ισχύος. Ποιες αλλαγές προμηνύονται;

Η κρίση θα επισφραγίσει τον πολυκεντρικό χαρακτήρα του παγκόσμιου συστήματος προκαλώντας σημαντική μετατόπιση ισχύος προς τις χώρες της Άπω Ανατολής. Λίγα μόλις χρόνια πριν, ακούγαμε συνεχώς την άποψη «παγκοσμιοποίηση ίσον εξαμερικανισμός». Ψευδέστατο. Η παγκοσμιοποίηση συμπαρέσυρε την ήδη από τότε τρικλίζουσα αμερικανική ηγεμονία. Ό,τι δεν θα κατάφερνε από μόνη της η παγκοσμιοποίηση, το συμπλήρωσε η στρατηγικά μυωπική, ακραία ταξική και ηλιθίως εθνικιστική πολιτική της Νέας Δεξιάς του Μπους.

Η προαγγελία της εκθρόνισης των ΗΠΑ είχε δοθεί όταν η «ριγκανική επανάσταση» μετέτρεψε τη χώρα σε παγκόσμιο οφειλέτη που αποφάσισε να ζει υπερπολυτελώς, δανειζόμενος από τον υπόλοιπο κόσμο. Πρόσκαιρα ο ρόλος αυτός έμοιαζε λειτουργικός αφενός για την Αμερική που εξασφάλιζε επίπεδα ευημερίας πολύ πάνω από τις πραγματικές της δυνάμεις, αφετέρου για τον υπόλοιπο κόσμο, ο οποίος κέρδιζε δανείζοντας την Αμερική που απορροφούσε τις εξαγωγές του.

Η λειτουργία των ΗΠΑ σαν «κεϊνσιανού πνεύμονα» της παγκόσμιας οικονομίας όπως λεγόταν, ενίσχυσε τη ροπή στη χρηματιστική υπερβολή, στον ιδιωτικό υπερδανεισμό των Αμερικανών. Η έλευση Μπους αύξησε εκθετικά τις αρνητικές ροπές καταργώντας ελέγχους, αφήνοντας αχαλίνωτη την κερδοσκοπική φαντασία των χρηματιστικών κέντρων και επιβαρύνοντας από την άλλη τα δημόσια οικονομικά με τη μείωση της φορολογίας των πλούσιων και το τεράστιο κόστος του πολέμου στο Ιράκ. Εξάλλου, όπως συνέβη και σε άλλες χώρες, η παγκοσμιοποίηση προκάλεσε εσωτερικές διαφοροποιήσεις και πολώσεις στην αμερικανική κοινωνία, με πολιτικό αποτέλεσμα να φέρει στην επιφάνεια και στην εξουσία το πρόσωπο μιας επαρχιώτικης, αλαζονικής και άξεστης Αμερικής, ανάξιας να ανταποκριθεί στον ρόλο του παγκόσμιου ηγεμόνα ή ρυθμιστή.

Συμπέρασμα: οι ΗΠΑ μετά την κρίση θα αναγκαστούν να προσαρμοστούν σε έναν πολυκεντρικό κόσμο στον οποίο θα έχουν κερδίσει πολλούς πόντους οι «πραγματικοί» παραγωγοί της Ασίας (Κίνα, Ινδία, ΝΑ Ασία). Αυτοί μπορεί να περάσουν πιο μαλακά την παγκόσμια ύφεση, εκμεταλλευόμενοι τα τεράστια περιθώρια ανάπτυξης της εσωτερικής τους αγοράς στην οποία καθημερινά προστίθενται μερικά εκατομμύρια καταναλωτών επιπέδου μεσαίας τάξης.

Ωφελημένοι θα είναι επίσης οι Άραβες πετρελαιάδες και δευτερευόντως η Ρωσία. Ως συνήθως η Ευρώπη συνοδεύεται από ερωτηματικό. Οι πρώτες αντιδράσεις των Ευρωπαίων ηγετών εικονογραφούν το πρόβλημά της, καθώς κινούνται παραζαλισμένα μεταξύ της ανάγκης υπερεθνικού συντονισμού και του προβαδίσματος της εθνικής διαχείρισης.

Μεταβολές θα εκδηλωθούν πιθανότατα και στο κοινωνικο-ταξικό επίπεδο. Η αποδυνάμωση και η δυσφήμηση του «καπιταλισμού- καζίνο» θα οδηγήσει σε αλλαγές ισχύος στο εσωτερικό των κυρίαρχων εθνικών και υπερεθνικών κοινωνικών συνασπισμών. Θα αποδυναμωθούν οι έως χθες πανίσχυρες κερδοσκοπικές- χρηματιστικές μερίδες και θα ενισχυθούν οι συνδεδεμένες με την «πραγματική» παραγωγή. Η αλλαγή μπορεί να μην έχει θεαματικές διαστάσεις, αλλά δεν είναι καθόλου αδιάφορη από πολιτική άποψη. Θα δημιουργήσει καλύτερους κοινωνικούς συσχετισμούς για την αναδιάταξη των σχέσεων κράτους- αγοράς, δημόσιουιδιωτικού τόσο σε εθνικό όσο και σε υπερεθνικό επίπεδο.

*O Γιάννης Βούλγαρης είναι καθηγητής στο τμήμα πολιτικής επιστήμης και ιστορίας του Παντείου πανεπιστημίου. Το άρθρο του δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Τα Νέα στις 11 Οκτωβρίου 2008.

Thursday, October 9, 2008

The Greek fiscal child abuse*

Μικρές αλήθειες για ένα μεγάλο δημόσιο χρέος

The second vice is lying, the first is running in debt...
Lying rides upon debt’s back.

Benjamin Franklin, The Way to Wealth


Όταν ακούσαμε τον Υπουργό Οικονομίας να εκτιμά ότι το δημόσιο χρέος της Ελλάδας θα αποκλιμακωθεί στο 88,4% του ΑΕΠ το 2009, μείναμε με το στόμα ανοιχτό. Μα τι ψέμα! Δεν είναι μόνο ότι κανείς από τους σοβαρούς διεθνείς αναλυτές δεν προσδοκά κάτι τέτοιο. Έτσι κι αλλιώς ποιος τους πιστεύει αυτούς τώρα; Μήπως προέβλεψαν το παγκόσμιο οικονομικό χάος που ζούμε αυτές τις μέρες; Το ψέμα έγκειται στο γεγονός ότι τα διαχρονικά δημοσιονομικά δεδομένα της χώρας φωνάζουν από μόνα τους. Υπάρχει πρόβλημα!

Η μεταπολιτευτική Ελλάδα, με εξαίρεση την περίοδο 1993-2001, ουδέποτε σταμάτησε να κακοποιεί δημοσιονομικώς τα παιδιά της, φορτώνοντάς τα με όλο και μεγαλύτερα χρέη.

Την παράδοση αυτή τη συνέχισε και η ΝΔ μετά το 2004, παρά το γεγονός ότι υποσχέθηκε απογραφή και αποκατάσταση της δημοσιονομικής ισορροπίας μέσα από τον περιορισμό της σπατάλης και την επανίδρυση του κράτους. Τι έγινε τελικά, όλοι ξέρουμε.

Το δημόσιο χρέος μειώθηκε ως ποσοστό του ΑΕΠ, από το 97,9% που ήταν το 2003 σε 94,5% το 2007, κυρίως γιατί αυξήθηκε το μέγεθος του εγχώριου προϊόντος μετά την αναθεώρησή του ΑΕΠ κατά 9,6%. Σε απόλυτα νούμερα, όμως, το δημόσιο χρέος αυξήθηκε κατά 40 περίπου ποσοστιαίες μονάδες μέσα σε πέντε χρόνια. Από τα 167,7 δισ. ευρώ το 2003 έφτασε στα 251,9 δισ. ευρώ τον Αύγουστο του 2008. Ουσιαστικά, για φέτος το δημόσιο χρέος έχει υπερκαλύψει από το πρώτο κιόλας εξάμηνο τον ετήσιο στόχο του προϋπολογισμού. Ταυτόχρονα, τρεις μήνες πριν ολοκληρωθεί το 2008, το υπουργείο οικονομικών έχει ήδη υπερβεί τον στόχο του ετήσιου προγράμματος δανεισμού κατά 1,5 δις ευρώ, ξεπερνώντας κατά πολύ την πρόβλεψη για 37 δις ευρώ, ενώ και οι προβλεπόμενες ετήσιες δαπάνες για τόκους, ύψους 10,5 δις ευρώ, έχουν ξεπεραστεί κατά 800 εκ ευρώ.

Αναμφισβήτητα, πολλές από αυτές τις υπερβάσεις στις εκτιμήσεις του Υπουργείου Οικονομίας για το δημόσιο χρέος οφείλονται στο κόστος δανεισμού το οποίο παραμένει υψηλό και το οποίο σε μεγάλο βαθμό επιδεινώνεται από τη διεθνή κρίση και τα υψηλά επιτόκια.

Όμως, όσο κι αν προσπαθήσουμε να κάνουμε αντικειμενική και καλοπροαίρετη κριτική λαμβάνοντας υπόψη τις δυσκολίες που υπάρχουν στην παγκόσμια οικονομία, η παγκόσμια κρίση δεν αποτελεί το λόγο για τον οποίο συνεχίζεται η δημοσιονομική κακοποίηση των σημερινών νέων και των μελλοντικών γενεών της Ελλάδας.

Το χρέος συσσωρεύεται, γιατί οι δαπάνες του κράτους αυξάνονται συνεχώς. Μέσα σε έξι μόνο χρόνια οι ετήσιες καταναλωτικές δαπάνες του κράτους αυξήθηκαν κατά € 21,2 δις (ή κατά 75,1%). Από 18% του ΑΕΠ το 2002, στο 20,2% του ΑΕΠ το 2008 (μέση ετήσια αύξηση στην 6ετία: 10,9%). Συνολικά, μόνο το 2008, οι πρωτογενείς δαπάνες του κράτους ξεπέρασαν κατά 3 ποσοστιαίες μονάδες τις εκτιμήσεις του προϋπολογισμού. Για την επόμενη χρονιά υπολογίζεται ότι συνολικά οι δαπάνες εκτός των χρεολυσίων θα φτάσουν τα 65,5 δις ευρώ, αυξημένες κατά 8,6%.

Υπ’ αυτές τις συνθήκες δεν είναι να απορεί κανείς που τα ταμειακά διαθέσιμα του κράτους στις 30-6-2008 είχαν πέσει στα 961,2 εκ ευρώ από 4.963,0 εκ ευρώ στις 31-3-2008 (Δελτίο Δημόσιου Χρέους). Ούτε ότι το έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης υπολογίζεται ότι θα κλείσει φέτος στο 3,4%. με αποτέλεσμα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή να προαναγγέλλει ότι θα κινήσει ξανά τη διαδικασία επιτήρησης της ελληνικής οικονομίας.

Γιατί όμως προκαλούνται αυτές οι πιέσεις στις δαπάνες; Οι δαπάνες δεν συγκρατιούνται διότι:

α) το μέγεθος του δημόσιου τομέα στην Ελλάδα, με ορισμένες εξαιρέσεις πραγματικές νησίδες αριστείας, είναι μεγάλο και αντιπαραγωγικό, ενώ η κατανομή του προσωπικού και η διάρθρωση των μισθών ανορθολογική.

β) οι φορολογικοί μηχανισμοί είτε είναι αναποτελεσματικοί είτε με την ευλογία του κομματικού κράτους δεν μαζεύουν έσοδα για να μην πιέζονται οι ημέτεροι.

γ) ένα μεγάλο κομμάτι της αγοράς είναι κρατικοδίαιτο κι αεριτζίδικο, ζει δηλαδή με κρατικές προμήθειες, προγράμματα κι επιδοτήσεις χωρίς να παράγει πραγματική αξία στην αγορά, ενώ ένα άλλο έχει εθιστεί σε μια λογική εξυπηρετήσεων από το κομματικό κράτος μέσα από αναδρομικές χαριστικές ρυθμίσεις χρεών, φόρων και εισφορών.

δ) η παραοικονομία παραμένει ευμεγέθης (το 2003 ο F.Schneider την υπολόγιζε στο 28,3% του ΑΕΠ στην εργασία του Shadow Economies around the world: what do we really know?, όμως πλέον ένα κομμάτι της έχει ενσωματωθεί στο ΑΕΠ μετά την αναθεώρηση) με αποτέλεσμα ένα μεγάλο τμήμα εργαζομένων και επιχειρήσεων λειτουργούν ως free riders του συστήματος με μηδενική συνεισφορά σε φόρους και εισφορές, αλλά καθολική πρόσβαση σε όλα τα διαθέσιμα δημόσια αγαθά για τα οποία πληρώνουν όλοι οι άλλοι.

ε) οι δαπάνες του προϋπολογισμού είναι αθροιστική και υπουργειοκεντρική, δηλαδή κάθε χρόνο αυξάνονται οι πόροι του κάθε υπουργείου ανεξάρτητα από τα αν αυτό έχει φέρει εις πέρας την αποστολή του με αποτελεσματικό τρόπο, έχοντας δημιουργήσει την απαραίτητη κοινωνική και δημόσια αξία.

στ) η γήρανση του πληθυσμού σε συνδυασμό με ένα ασφαλιστικό σύστημα που έχει φάει πλέον τα ψωμιά του οδηγεί σε ραγδαία αύξηση των δαπανών για συντάξεις και υγεία, διερύνοντας το δημοσιονομικό χάσμα ανάμεσα στις γενιές.

Φυσικά όλα αυτά δεν πρόκειται να τα ακούσετε από τους εκλεγμένους ηγέτες και εκπροσώπους μας στη Βουλή, από όποιο κόμμα κι αν αυτοί προέρχονται. Συνεχίζουν κι αυτοί όπως και οι προηγούμενοι τη δημοσιονομική κακοποίηση των παιδιών τους, και ξοδεύουν μεγάλο μέρος της ημέρας τους προσπαθώντας να μας πείσουν ότι συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο. Όμως, το ίδιο δεν κάνουμε όλοι; Στρουθοκαμηλίζουμε μπροστά σε μια εξαιρετικά δυσάρεστη πραγματικότητα. Ας αναλογιστούμε όμως ότι οι δαπάνες μόνο για την εξυπηρέτηση τόκων και χρεολυσίων του δημόσιου χρέους φέτος θα αγγίξουν τα 41 δις ευρώ. Είναι διπλάσιες δηλαδή από τις δαπάνες για μισθούς και συντάξεις και τριπλάσιες από τα χρήματα που δαπανώνται για την ασφάλιση και την κοινωνική προστασία. Το δημόσιο χρέος είναι εδώ και μας τρώει καθημερινά.

*Η έννοια του Fiscal Child Abuse πρωτοχρησιμοποιήθηκε από τον Αμερικανό Οικονομολόγο L.J.Kotlikoff

Tuesday, October 7, 2008

Η διεθνής κρίση και η εθνική πραγματικότητα

Εδώ και αρκετό καιρό η κυβέρνηση προβάλει το άλλοθι της διεθνούς οικονομικής κρίσης για να εξηγήσει αδυναμίες και ελλείμματα της δικής της οικονομικής πολιτικής. Χτες, ακούσαμε ξανά, αυτή τη φορά δια στόματος πρωθυπουργού και υπουργού οικονομίας, να περιγράφονται οι παράμετροι της βαθιάς και με απρόβλεπτη διάρκεια κρίσης που περνάει η παγκόσμια οικονομία και η οποία έρχεται πλέον προς τα εδώ. Ακούσαμε ξανά για την έκρηξη των διεθνών τιμών του πετρελαίου, των πρώτων υλών και των τροφίμων. Για τη διάψευση των προβλέψεων των διεθνών οικονομικών οργανισμών σε ό,τι αφορά στην άνοδο του πληθωρισμού, την αναπτυξιακή υποχώρηση σε μεγάλες ευρωπαϊκές οικονομίες και τα επιτόκια που ανεβαίνουν προκαλώντας σοβαρά προβλήματα στα κράτη μέλη, στις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά. Σε όλα αυτά προστέθηκαν κι «οι κραδασμοί της χρηματοοικονομικής κρίσης που πλήττει τις ΗΠΑ και έφτασε και στην Ευρώπη».

Ουδέποτε ισχυριστήκαμε ότι δεν υπάρχει πολυεπίπεδη κρίση στην παγκόσμια οικονομία, η οποία επηρεάζει και την Ελλάδα. Η ελληνική οικονομία δέχτηκε ισχυρές πιέσεις καθ’ όλη τη διάρκεια του περασμένου έτους από την άνοδο των διεθνών τιμών του πετρελαίου, των τροφίμων και των πρώτων υλών, και σήμερα δέχεται πιέσεις λόγω της επιβράδυνσης της ανάπτυξης στην ευρωζώνη, των υψηλών επιτοκίων και της έλλειψης ρευστότητας στη διατραπεζική αγορά.

Όμως, η αλήθεια είναι ότι η Ελλάδα, για μία σειρά από λόγους, όπως η περιορισμένη εξωστρέφεια της οικονομίας, η έλλειψη εξαγωγικού προσανατολισμού, η «ανώριμη» τραπεζική αγορά που δεν έχει εκτεθεί σε τοξικά επενδυτικά προϊόντα, ο χαμηλός λόγος δανείων προς καταθέσεις, η εγχώρια παραγωγή διατροφικών προϊόντων (ναι ακόμα κάτι παράγουμε), ειδικά οπωροκηπευτικών, που κράτησε τον πληθωρισμό το καλοκαίρι, κ.α., ΔΕΝ επηρεάζεται καίρια από τη παγκόσμια κρίση.

Εκτός και αν με το λέγε - λέγε της κυβέρνησης και την καταστροφολογία των Μέσων, τελικά το πιστέψουμε και πάμε όλοι μαζί μια ωραία πρωία να αποσύρουμε τα χρήματά μας απ’ τις τράπεζες. Αυτό όμως δε συνιστά ρεαλιστικό σενάριο και όποιος το διακινεί μάλλον αποσκοπεί στο να επενδύσει πολιτικά πάνω σ’ αυτό. Όπως για παράδειγμα η κυβέρνηση που μόνο πολιτικά εγγυάται τις καταθέσεις των πολιτών και δεν έχει το θάρρος να τις εγγυηθεί και νομικά, αν θεωρεί ότι το πρόβλημα είναι τόσο μεγάλο.

Το όποιο πρόβλημα της Ελλάδας, όμως, το οποίο επιδεινώνεται από το δυσμενές εξωτερικό περιβάλλον, είναι κυρίως εσωτερικό. Υπάρχει εδώ και αρκετά χρόνια. Αφορά στις «εσωτερικές παθογένειες που δυσχεραίνουν τα πράγματα», στις οποίες πολύ εύστοχα αναφέρθηκε ο πρωθυπουργός στην χτεσινή του ομιλία, αποφεύγοντας, όμως, να εξηγήσει το λόγο για τον οποίο εδώ και πέντε χρόνια οι παθογένειες αυτές συνεχίζουν να υφίστανται. Γιατί, θεωρείται παθογένεια το να πληρώνει ο Έλληνας φορολογούμενος 1 εκ ευρώ ημερησίως για την Ολυμπιακή, όπως είπε και έτσι είναι, και δε θεωρείται παθογένεια η κατάρτιση προγράμματος εξυγίανσης που συμπεριλαμβάνει χρυσές εθελούσιες εξόδους νέων ηλικιακά εργαζομένων με εφάπαξ που φτάνουν από 60 μέχρι 200 χιλιάδες ευρώ; Ή πως εξηγείται το γεγονός ότι επειδή δε λύσαμε βασικά ζητήματα ομαλής κι ελεύθερης λειτουργίας των αγορών όλα αυτά τα χρόνια, η βενζίνη αυξάνεται πολλαπλάσια, όταν η διεθνής τιμή του πετρελαίου ανεβαίνει, και μειώνεται υποπολλαπλάσια όταν κατεβαίνει; Πώς είναι δυνατόν οι διεθνείς τιμές των πρώτων υλών και των τροφίμων να βρίσκονται σε ελεύθερη πτώση εδώ και τέσσερις μήνες και στα σούπερ μάρκετ να πληρώνουμε τιμές Χάροντς του Λονδίνου;

Ας αφήσουμε όμως τα «ραπανάκια» κι ας πιάσουμε τα πιο «σοβαρά» δημοσιονομικά θέματα. Πώς ισχυρίζεται η κυβέρνηση ότι περιορίστηκε το δημόσιο χρέος, όταν ο ετήσιος στόχος του Τακτικού Προϋπολογισμού 2008 (ΤΠ08) έχει υπερκαλυφθεί ήδη από το πρώτο κιόλας εξάμηνο, φτάνοντας στα 251,9 δις ευρώ, και όταν φέτος θα πληρώσουμε 700 εκ παραπάνω για τόκους εξυπηρέτησης του χρέους, από τα 10,5 δις που έχουν προϋπολογιστεί; Πώς εξοικονομούνται πόροι από τη μείωση της σπατάλης του κράτους, τη στιγμή που τα λειτουργικά έξοδα του ΤΠ08 αυξήθηκαν κατά 11% μόνο το πρώτο εξάμηνο; Με βάση ποια λογική εκτιμάται ότι το έλλειμμα θα πέσει στο 1,8% το 2009, όταν φέτος θα κλείσει πάνω από το τρία; Μήπως πριν πάμε να συζητήσουμε για τον προϋπολογισμό της επόμενης χρονιάς και τις αισιόδοξες προβλέψεις του θα έπρεπε να κάνουμε έναν σοβαρό δημοσιονομικό απολογισμό της προηγούμενης;

Η αλήθεια για την εγχώρια πραγματικότητα, δυστυχώς, είναι απλή και πονάει τόσο την κυβέρνηση όσο και το εγχώριο πολιτικό σύστημα γενικώς. Η Ελλάδα, που συνεχίζει να κρύβει κάτω απ΄ το χαλί τις δημοσιονομικές της ανισορροπίες, βρίσκεται σήμερα σε μια διαδικασία επιβράδυνσης της ανάπτυξης, σταθεροποίησης του πληθωρισμού σε υψηλά επίπεδα, μείωσης της ιδιωτικής κατανάλωσης, και αύξησης των επιτοκίων, διότι δεν φρόντισε να πάρει μέτρα μόνιμου και διαρθρωτικού χαρακτήρα στην οικονομία όταν οι συνθήκες ήταν ευνοϊκές, δηλαδή από την είσοδό μας στο ευρώ και μετά. Η ήπια προσαρμογή, ως φιλοσοφία οικονομικής μεταρρύθμισης , δεν ξεριζώνει τις «εσωτερικές παθογένειες που δυσχεραίνουν τα πράγματα», αντίθετα τις συντηρεί και τις πολλαπλασιάζει. Με την ήπια προσαρμογή, που τελικά δεν είναι τίποτα άλλο από μια επικοινωνιακή αναδιατύπωση της θεωρίας του αυτόματου πιλότου, η πρακτική της αδράνειας και της ακινησίας συνέχισε να κυριαρχεί. Σήμερα λοιπόν η κυβέρνηση μας λέει ότι για όλα φταίει η διεθνής κρίση. Έτσι είναι, αν έτσι νομίζετε.

Sunday, October 5, 2008

Τελώνες και Φαρισαίοι

Ένα ex-post με αφορμή την απεργία των τελωνειακών

Πριν άπό δέκα μέρες η ελληνική κοινωνία ταλαιπωρήθηκε για άλλη μία φορά από μια μεγάλη απεργία. Επί 5 ημέρες όλοι επιβαρυνθήκαμε με ένα βαρύτατο κοινωνικό και οικονομικό κόστος προκειμένου η δημοσιοϋπαλληλική αριστοκρατία να υπερασπιστεί τα κεκτημένα της.

Ποια ήταν όμως τα αιτήματα των απεργούντων τελωνειακών; Για ποια «δίκαια αιτήματα» αγωνίστηκαν; Όσο κι αν ακούγεται απίστευτο, ο λόγος για τον οποίο οι τελωνειακοί αποφάσισαν να οδηγήσουν τη χώρα σε παράλυση ήταν η απαίτησή τους να συνεχίσουν να εισπράττουν χωρίς πολιτικό και κοινωνικό έλεγχο, χωρίς καμία διαφάνεια, ένα δεύτερο μισθό.

Σε μια δύσκολη οικονομική συγκυρία όπως η σημερινή, με την αγορά και τις επιχειρήσεις να ασφυκτιούν και τα δημόσια οικονομικά σε αδιέξοδο, οι καλοπληρωμένοι τελωνειακοί καθήλωσαν τις εμπορικές συναλλαγές της χώρας υπερασπιζόμενοι το μέχρι πρότινος δικαίωμά τους να παίρνουν κάτω απ’ το τραπέζι τον παχυλό δεύτερο μισθό τους. Αγωνίστηκαν δηλαδή για τη διατήρηση του στρεβλού και αντιδημοκρατικού θεσμού του «ειδικού λογαριασμού».

Πέρασε άραγε ποτέ από το μυαλό των τελωνειακών πώς μπορεί να αισθάνεται ένας νέος της γενιάς των 700 Ευρώ, όταν βρίσκεται αντιμέτωπος με αυτήν την κατάσταση; Ποια είναι άραγε η απάντηση που δίνουν σ’ έναν χαμηλά αμειβόμενο συνάδελφό τους που δουλεύει σε μια νομαρχία ή μια περιφέρεια ή στον επισφαλή εργαζόμενο του ιδιωτικού τομέα που τρέχει όλη μέρα και δε φτάνει; Η καραμέλα του ενιαίου μισθολογίου που δήθεν θα αποκαταστήσει τη μισθολογική δικαιοσύνη στο δημόσιο για τους μεν; Ή το βολικό ψέμα, που όσο περνάει ο καιρός παχαίνει, ότι αν παλέψουμε μπορούμε να φτάσουμε όλοι στα ίδια επίπεδα μισθών για τους δε;

Η γενιά των 700 ευρώ, οι επισφαλείς εργαζόμενοι του ιδιωτικού τομέα κι οι χαμηλόμισθοι του δημοσίου, έχουμε κουραστεί να δουλεύουμε για ψίχουλα τη στιγμή που άλλοι παίρνουν εκατοντάδες χιλιάδες Ευρώ για να βγουν στη σύνταξη (βλέπε τα εφάπαξ της Ολυμπιακής). Είναι προσβολή στη νοημοσύνη μας αλλά και κάθε έννοια κοινωνικής δικαιοσύνης να βλέπουμε και να ακούμε τους τελωνειακούς να διαμαρτύρονται επί μία ολόκληρη βδομάδα για τη στοιχειώδη υποχρέωσή τους να εισπράττουν με όρους διαφάνειας και ελέγχου τους εξοργιστικά παχυλούς μισθούς τους.

Εδώ και χρόνια μια ολόκληρη κοινωνία κάνει πάρτι σε βάρος των μικρών και των αδύνατων. Οι μόνιμοι κάτοικοι της «εύφορης επικράτειας» των δημοσιοϋπαλληλικών ρετιρέ, τρωγοπίνουν επιφυλάσσοντας για τους άλλους το ρόλο του υπηρέτη, του bottom of the food chain υπαλλήλου γραφείου, του παιδιού για όλες τις δουλειές. Και σα να μην έφτανε αυτό έχουν και την απαίτηση να πληρώσουν οι άλλοι το λογαριασμό, καθώς στους άλλους θα πέσει το βάρος της αποπληρωμής των χρεών που συσσωρεύονται από τη δική τους σπατάλη.

Η απεργία των τελωνειακών κατέδειξε πως έχουμε φτάσει σε οριακό σημείο. Το «παλαιό καθεστώς» δηλώνει απροσχημάτιστα πως δε θέλει απλώς περισσότερα από όσα πραγματικά του αναλογούν. Θέλει την απόλυτη ασυδοσία.

Το μόνο που μας παρηγόρησε στην προκειμένη περίπτωση ήταν η διάχυτη αίσθηση αγανάκτησης που αναδίδεται πια από παντού. Η μεγάλη ανεκπροσώπητη πλειοψηφία των θυμάτων αυτού του ανεύθυνου και ληστρικού συντεχνιασμού στέλνει πια σαφή μηνύματα αντίδρασης και οργής.

Αυτά για τους «τελώνες» όμως. Γιατί στην άλλη πλευρά αυτού του παιχνιδιού μηδενικού αθροίσματος, βρίσκονται και οι «φαρισαίοι» του Υπουργείο Οικονομικών. Με πρώτον απ’ όλους τον υπουργό οικονομίας, κ. Αλογοσκούφη, που με τις ήξεις αφίξεις και τα μπρος-πίσω σχετικά με τη διασφάλιση του επιδόματος ΔΕΤΕ από τον προϋπολογισμό, τη στιγμή μάλιστα που το είχε υποσχεθεί και που στην περίπτωση των εφοριακών το έκανε άμεσα πράξη, κατάφερε να προκαλέσει για μία ακόμη φορά υπέρμετρη και άνευ λόγου κοινωνική αναστάτωση. Άλλωστε ο Υπουργός Οικονομίας έχει πλέον δώσει ουκ ολίγα δείγματα γραφής ότι οι κινήσεις του δεν στοχεύουν στον εξορθολογισμό του μισθολογίου του δημοσίου, αλλά σε μια απλή διαχείριση της συγκυρίας. Τελικά ποιο είναι το πρόβλημα του Υπουργού: δεν έχει πόρους ή μήπως επενδύει πολιτικά στον κοινωνικό διχασμό και τον κοινωνικό αυτοματισμό;

Ας γνωρίζει λοιπόν ότι μια πολιτική που συνεχίζει την παράδοση του κόψε – ράψε – μπάλωσε για να βγει η σούμα κι όποιον πάρει ο χάρος, όπως έγινε πρόσφατα με την επιβολή κεφαλικού φόρου στους ελεύθερους επαγγελματίες κι όπως γίνεται σήμερα με τα «είπα –ξείπα» στους τελωνειακούς, δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή. Κι ας τη δικαιολογεί ως απαραίτητη και δίκαιη προβάλλοντας την απωθητική εικόνα ενός χορτάτου υπαλλήλου που διαμαρτύρεται…Αν κάτι έδειξε η ιστορία της απεργίας των τελωνιακών, αυτό ήταν ΚΑΙ ο πολιτικός φαρισαϊσμός που χαρακτηρίζει αυτή την κυβέρνηση και πηγάζει από την απουσία κυβερνητικού σχεδίου και βούλησης για αλλαγές με κοινωνική δικαιοσύνη.

Friday, October 3, 2008

Μόνο οι μισοί πτυχιούχοι ΑΕΙ εργάζονται

Και αυτό χάρη σε φίλους και συγγενείς
Το 61,4% διαβιοί για χρόνια στο πατρικό του


Του Απόστολου Λακασά,
Καθημερινή 3 - 10 - 2008

Οι σημερινοί 24χρονοι απόφοιτοι πανεπιστημίων ανήκουν σε μία γενιά που δίνει πολλά για το μέλλον της, αλλά στην πράξη διαπιστώνει ότι θα πρέπει να περιμένει πολύ για να δικαιωθούν οι κόποι της. Η προσπάθεια μετά την εισαγωγή στο πανεπιστήμιο συνεχίζεται εντατικά και στα φοιτητικά χρόνια. Στόχος των νέων, να τελειώσουν γρήγορα και είτε να βρουν σύντομα δουλειά είτε να συνεχίσουν σε μεταπτυχιακές σπουδές που τους δίνουν συγκριτικό πλεονέκτημα για μια καλύτερη καριέρα.

Όμως, όπως δείχνει έρευνα του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου, παρά τα πτυχία και τα πλούσια βιογραφικά, μόνο οι μισοί απασχολούνται (χάρη σε συγγενείς, φίλους και γνωστούς που τους βρήκαν δουλειά) και από αυτούς οι περισσότεροι σε προσωρινή εργασία. Λόγω οικονομικών δυσκολιών, το 61,4%, για αρκετά χρόνια μετά την αποφοίτηση από το ΑΕΙ, αναγκάζεται να ζει στο πατρικό σπίτι.


Το άγχος δεν σταματά ποτέ για τους σημερινούς νέους, ενώ η επιτυχία μοιάζει με Τζόκερ που έρχεται σε λίγους και τυχερούς. Η προσπάθεια των 18χρονων στο λύκειο να εισαχθούν σε κάποια καλή πανεπιστημιακή σχολή, συνεχίζεται με εντατικούς ρυθμούς στο πανεπιστήμιο. Όλο και περισσότεροι βιάζονται να ολοκληρώσουν τις σπουδές ώστε ή να βγουν γρήγορα στην αγορά εργασίας ή να συνεχίσουν σε μεταπτυχιακά. Και μετά, όταν πλέον ολοκληρώσουν τις σπουδές τους, νέο άγχος αρχίζει μπροστά στις δύσκολες συνθήκες της αγοράς εργασίας. Πού καταφεύγουν;

Παρά τα πτυχία και τα πλούσια βιογραφικά, για τους δύο στους πέντε (38,8%) νέους οι συγγενείς, οι φίλοι και οι γνωστοί είναι η βασική οδός για την εξεύρεση εργασίας. Άλλωστε, οι περισσότεροι (το 61,4%) για αρκετά χρόνια μετά την αποφοίτησή τους από το ΑΕΙ αναγκάζονται να ζουν στο πατρικό τους. Και αυτό διότι τα οικονομικά τους δεν τους επιτρέπουν να φύγουν από την οικογενειακή εστία.

Το προφίλ του σημερινού 24χρονου σκιαγραφεί μεγάλη έρευνα του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου (Π.Ι.) σε αποφοίτους Ενιαίων Λυκείων και Τεχνικών Επαγγελματικών Εκπαιδευτηρίων (την ομάδα έργου της έρευνας αποτέλεσαν τα στελέχη του Π. Ι. Σωτήρης Γκλαβάς, Χρήστος Ραγιαδάκος, Ιωάννης Καρβέλης, Παναγιώτης Ρουσέας και Βασιλεία Βρετάκου). Η έρευνα πραγματοποιήθηκε σε δύο φάσεις στους ίδιους νέους (το 2001 και το 2007), καταδεικνύοντας τις επιβεβαιώσεις και τις διαψεύσεις τους σε μία περίοδο κρίσιμων αποφάσεων για τη ζωή τους. Ειδικότερα, οι σημερινοί νέοι έχουν πλέον χάσει τη «χαλάρωση» - άκρως απαραίτητη για κοινωνικοποίηση βασισμένη στις δικές τους δυνάμεις - των φοιτητικών χρόνων, που είχαν οι προηγούμενες γενιές.

Οι σημερινοί νέοι εντατικοποιούν τις σπουδές ώστε να αδράξουν τις όποιες εργασιακές ευκαιρίες ή να αποκτήσουν περισσότερα πτυχία, που θα τους δώσουν συγκριτικό πλεονέκτημα έναντι των συνομηλίκων τους. Είναι ενδεικτικό ότι μέσα στην εξαετία της έρευνας το 22,7% των 18χρονων του 2001 είχε ολοκληρώσει και μεταπτυχιακό πρόγραμμα το 2007. Ο λόγος; «Το έκανα για την απόκτηση περισσότερων επαγγελματικών προσόντων», δήλωσε το 57,9%.

Ο ένας στους δύο 24χρονους ανέφερε το 2007 ότι δεν θα εργαστεί στο επάγγελμα που είχε επιλέξει γιατί άλλαξε επαγγελματικά σχέδια. Κάτι που αποτυπώνει είτε την απογοήτευση των νέων από τις σπουδές είτε - και το βασικότερο - ότι ήταν πρώιμη και ίσως ανώριμη η αρχική απόφαση για την κατεύθυνση σπουδών. Αντίστροφα το 23,1% εργάζονται στο επάγγελμα που είχαν επιλέξει και το 19,9% παρότι δεν εργάζονται εκτιμούν ότι θα τα καταφέρουν στο μέλλον.

Βέβαια, η εργασιακή ανασφάλεια είναι μεγάλη, αφού το 45,6% είναι προσωρινά απασχολούμενοι, δηλαδή υπό το καθεστώς του συμβασιούχου. Όσο για τις αποδοχές, οι δύο στους τρεις (64,4% το ακριβές ποσοστό) δήλωσαν ότι έχουν καθαρές μηνιαίες αποδοχές έως 750 ευρώ. Το 29,2% δήλωσαν αποδοχές από 750 έως 1.000 ευρώ, ενώ το 16,5% ξεπερνά το όριο των 1.000 ευρώ.

Πρόκειται για μια γενιά που παρότι δίνει πολλά για ένα καλύτερο μέλλον, στο τέλος διαπιστώνει ότι θα πρέπει να περιμένει πολύ για να δει να δικαιώνονται οι κόποι της.

Απορροφούνται οι απόφοιτοι ΤΕΕ

*Ο Απόστολος Λακασάς είναι δημοσιογράφος. Το άρθρο του δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Καθημερινή στις 3 - 10 - 2008. Το αναδημοσιεύουμε ύστερα από άδεια του συγγραφέα.