Monday, December 31, 2007

Blogging 2007 - Εκτιμήσεις για το 2008

Από την G700 (Γενιά των 700 ευρώ)*

Το 2007 συντελέστηκε μια πραγματική κοσμογονία στην ελληνική μπλογκόσφαιρα. Tα επίσημα καταχωρημένα blogs στο SYNC, το βασικό δηλαδή ελληνικό aggregator, τριπλασιάστηκαν : από 8 χιλιάδες περίπου που αριθμούσαν στις αρχές του 2007 έφτασαν τις 25 χιλιάδες στα τέλη του ίδιου έτους.

Ωστόσο η «μεγάλη έκρηξη» της ελληνικής μπλογκόσφαιρας δεν αφορά αποκλειστικά, ούτε πρωτίστως στην ποσοτική αύξηση των ιστολογίων και των ιστολόγων .

Το 2007 τα ιστολόγια μπήκαν για τα καλά στη ζωή μας. Έγιναν νεανική μόδα, πρωτοσέλιδα σε εφημερίδες, άρθρα σε περιοδικά, αφιερώματα και θέματα σε ραδιοφωνικές και τηλεοπτικές εκπομπές (ΣΚΑΙ YouTube Debate), αντικείμενα δικαστικών διενέξεων (δίκη του blogme), αλλά και αντικείμενα συνεδρίων (Save the Date) καθώς επίσης και βιβλίων (Ψιλικατζού).

Το 2007, τα blogs έγιναν πολιτική μόδα. Οι πολιτικοί ασχολήθηκαν εντατικά με το blogging. Αν δεν απέκτησαν άπαντες δικό τους ιστολόγιο , οι περισσότεροι εξ αυτών έγιναν τακτικοί αναγνώστες των ειδησεογραφικών, κοινωνικών και πολιτικών ιστολογίων ώστε να πιάνουν καθημερινά το «κλίμα» της κοινωνίας. Ορισμένοι εξ αυτών πρωτοτύπησαν : ο ΓΑΠ απέκτησε τον δικό του blogger σύμβουλο κι ο Ευάγγελος Βενιζέλος οργάνωσε την πρώτη συνάντηση πολιτικού με bloggers.

Το 2007, για πρώτη φορά στην πενταετή ιστορία του μέσου, τα blogs και οι bloggers κατάφεραν να επηρεάσουν τη δημόσια ατζέντα θέτοντας προς συζήτηση και προβληματισμό κρίσιμα κοινωνικά ζητήματα: την προστασία του περιβάλλοντος μέσα από τη διαδικτυακή κινητοποίηση και την οργάνωση δύο μαζικών διαδηλώσεων στο Σύνταγμα , τη βελτίωση και τον εξανθρωπισμό του νοσοκομειακού συστήματος μέσα από το blog της Αμαλίας Καλβίνου , την ανάδειξη του κοινωνικού ζητήματος της γενιάς των 700 ευρώ μέσα από το blog της G700.

Το 2007 λοιπόν, τα ελληνικά ιστολόγια άνοιξαν ένα εναλλακτικό μονοπάτι έκφρασης και δραστηριοποίησης για την κοινωνία των πολιτών.

Αλήθεια, μετά από μια τέτοια ξέφρενη πορεία τι μπορεί να περιμένει κανείς για τα ελληνικά blogs το 2008; Η απάντηση είναι αρκετά προφανής : πολλά περισσότερα!

Το 2008 τα blogs θα συνεχίσουν να αποτελούν μια ισχυρή κοινωνική, πολιτική και μιντιακή τάση. Ο αριθμός τους θα αυξηθεί με γοργούς ρυθμούς, τα παραδοσιακά μέσα θα συνεχίσουν να παρακολουθούν από κοντά την εξέλιξη του εναλλακτικού αυτού κοινωνικού Μέσου με άρθρα και εκπομπές, οι περισσότεροι πολιτικοί θα αποκτήσουν δικό τους ιστολόγιο, η Ειδική Γραμματεία Ψηφιακού Σχεδιασμού θα συνεχίσει να παρακολουθεί από κοντά τα τεκταινόμενα, νέα βιβλία και έρευνες θα κυκλοφορήσουν.

Το 2008 αναμένεται να υπάρξει μια ποσοτική διόγκωση της διαδικτυωμένης δημόσιας σφαίρας στην Ελλάδα, κινητήριος μοχλός της οποίας θα είναι χωρίς αμφιβολία ΚΑΙ τα ιστολόγια.

Το στοίχημα του 2008, όμως , εντοπίζεται αλλού : το μονοπάτι που άνοιξαν τα blogs για την κοινωνία των πολιτών πρέπει να μετατραπεί σε δρόμο. Να περάσουμε από την εφηβεία στην ενηλικίωση. Από την ακατάπαυστη κριτική και την περιορισμένη δράση στην εντονότερη κινητοποίηση και την αυτοοργάνωση. Από τα netroots στα grassroots. Από την online συνεύρεση στην offline δικτύωση.

Εμείς στη G700 θεωρούμε ότι τα blogs είναι κάτι παραπάνω από ένας εύκολος και φτηνός τρόπος δημοσίευσης προσωπικών απόψεων. Είναι πρωτίστως ένα εργαλείο που ενδυναμώνει την κοινωνία των πολιτών και θέτει στο τραπέζι της δημόσιας συζήτησης μια ατζέντα για αλλαγές.

Οι κομματικές και επιχειρηματικές ελίτ χάνουν ένα μικρό μέρος της εξουσίας που διαθέτουν να διαμορφώνουν την ημερήσια διάταξη της δημόσιας συζήτησης, ενώ τα παραδοσιακά μέσα χάνουν το αποκλειστικό προνόμιο στην ενημέρωση.

Χωρίς μεσάζοντες, χωρίς φίλτρα, χωρίς αρχισυντάκτες και άνωθεν προσδιορισμένες γραμμές, χωρίς σημεία ελέγχου, κοκαλωμένες ιεραρχίες και εξουσιαστικές δομές.

Βέβαια η οποιαδήποτε απόπειρα εκτίμησης για το αν τα ιστολόγια θα κινηθούν προς την παραπάνω κατεύθυνση είναι δύσκολο να γίνει.

Θα αποκτήσει η Ελλάδα το δικό της MyDD, το δικό της DailyKos, τη δική της Huffington Post; Θα ξεπηδήσει ένα μαζικό περιβαλλοντικό ελληνικό κίνημα έξω από τα στενά όρια παραδοσιακών περιβαλλοντικών οργανώσεων; Κανείς δεν μπορεί να προβλέψει με ακρίβεια, αν και θα επιχειρηθεί από αρκετούς.

Αυτό που σίγουρα υποψιαζόμαστε ότι θα συμβεί, είναι ότι το 2008 δίπλα στην όποια ποσοτική και ποιοτική διεύρυνση της μπλογκόσφαιρας, θα προκύψουν και σημαντικοί κίνδυνοι .

Τα ιστολόγια έχουν ήδη αρχίσει να χειραγωγούνται από τον κόσμο των επιχειρήσεων και των ομάδων πιέσεων, κυρίως για συγκεκαλυμένη διαφημιστική χρήση ή για προώθηση συγκεκριμένων συμφερόντων. Από το πολύ απλό και άκακο «καλώ τους bloggers να κάνουν ένα test drive και να σχολιάσουν στα blogs τους το μοντέλο αυτοκινήτου Χ», μέχρι το πλασάρισμα συγκεκριμένων εμπορικών προϊόντων μέσα από ψευδοϊστολόγια προώθησης ή ακόμη και κεντρικά καθοδηγούμενες issues campaigns που κάθε άλλο παρά ξεκινούν από αυθόρμητους bloggers.

Με την επέκταση της μπλοκγκόσφαιρας έρχεται βέβαια και η ώρα της ευθύνης για τους Έλληνες και τις Ελληνίδες ιστολόγους.

Όπως πολύ σωστά διαπιστώνει ο Μανώλης Ανδριωτάκης[1] :

«τώρα που αποκτήσαμε δυνητικά όλοι πρόσβαση στα Μέσα, κι είμαστε τρόπον τινά όλοι ιδιοκτήτες ενός εκδοτικού συγκροτήματος, ακριβώς τώρα εμφανίζονται με εκπληκτική ένταση τα μεγάλα διλήμματα της διάχυσης των «συμμετοχικών» Μέσων στην κοινωνία:

Θα είμαι ψευδώνυμος ή επώνυμος; Θα γράφω προσωπικές ιστορίες ή θα προσπαθώ να αναλύω τα δημόσια πράγματα; Θα επιλέγω κάθε φορά και διαφορετικό στυλ, στόχους, περιεχόμενο, ή θα επιμένω σε κάποιο είδος συνέπειας των αναρτήσεων μου; Θα επιτίθεμαι σε πρόσωπα ή σε ιδέες; Θα δημοσιεύω καταγγελίες χωρίς στοιχεία ή θα αναλύω τις αιτίες των παθογενειών; Θα προσπαθώ να κάνω ελκυστικό το Μέσο μου, ακόμα κι όταν δεν έχω τίποτα να πω ή θα μιλάω μόνο όταν νιώθω υποχρεωμένος να το κάνω;».

Τελικά , το 2008 , πέρα από ένα ακόμη καλό έτος για το ελληνικό blogging, αναμένεται επίσης να είναι μια χρονιά με κρίσιμα δεοντολογικά και θεσμικά ερωτήματα που αφορούν στη λειτουργία της μπλογκόσφαιρας. Οι Έλληνες bloggers πέρα από πιο ενεργοί και δραστήριοι, θα κληθούν επίσης να καταστούν περισσότερο υπεύθυνοι.


[1] Blogging και Ευθύνη

*Το παραπάνω άρθρο της G700 δημοσιεύτηκε στο ένθετο περιοδικό "Η Ελλάδα το 2008" της Ελληνικής έκδοσης του Economist, ο Κόσμος το 2008, στις 31.12.2007.

Saturday, December 29, 2007

Eγκλημα διορισμού;

Tης Μαριάννας Τζιαντζή*


Η απόπειρα αυτοκτονίας ενός δημόσιου προσώπου ήταν το σκοτεινό φόντο των εορταστικών τηλεοπτικών προγραμμάτων των ημερών.

Στα δελτία ειδήσεων διεξήχθησαν ζωηροί διάλογοι και διατυπώθηκαν πολλά ερωτήματα, κυρίως σε σχέση με τις ροζ κασέτες. Υπάρχουν ή υπήρξαν τέτοιες κασέτες; Και αν υπάρχουν, ποια εκπομπή θα προβάλει πρώτη κάποια αποσπάσματα ή ποια εφημερίδα θα τις συσκευάσει με διαφανές πλαστικό και θα τις προσφέρει δωρεάν στους αναγνώστες της και θα δει την κυκλοφορία της να εκτοξεύεται στα ύψη; Ολα κι όλα, ο λαός θέλει να τα ξέρει όλα! Η ροζ κασέτα πρέπει να μπει σε κάθε ελληνικό σπίτι έστω και με «μπιπ» και «μωσαϊκό» στις επίμαχες λέξεις ή σκηνές.

Δεκάδες φορές είδαμε στα δελτία την «34χρονη» (έτσι, σκέτη), μετά την κατάθεσή της στον ανακριτή, να βαδίζει, ενώ την κρατά σφιχτά από το μπράτσο μια περίπου συνομήλική της αστυνομικός. Θα μπορούσαν να ήταν δύο φίλες που είχαν βγει για ψώνια (σχεδόν το ίδιο ύψος, ίδιο χρώμα και μήκος μαλλιών), αν η μία από τις δύο δεν είχε τις παλάμες ενωμένες, αν στους καρπούς της δεν ήταν περασμένες οι χειροπέδες. Δύο φίλες, η μια διορισμένη, η άλλη άνεργη. Αβυσσαλέα η διαφορά ανάμεσα σε αυτές τις δύο ιδιότητες και όχι μόνον ανάμεσα στην «ελεύθερη» και την «κρατούμενη».

«Παρακάλεσα, πίεσα», λέει η 34χρονη, «δεν εκβίασα». Πίεσε η υπάλληλος, για να πετύχει μια σύμβαση αορίστου χρόνου. Kάποτε οι ελεύθερες γυναίκες (συχνά συνεπικουρούμενες από όλο τους το σόι) «πίεζαν», με το καλό και με το άγριο, για το στεφάνι, για την αποκατάστασή τους. Σήμερα οι κοπέλες και όλο τους το σόι πιέζουν για τον διορισμό ή τη μονιμοποίηση, όχι τη νομιμοποίηση.

Να υποθέσουμε ότι η Ελλάδα είναι η χώρα του «cherchez la femme» και πέραν τούτου ουδέν; Ποιος ο λόγος να «σερσέ» άλλα πράγματα, να κουράζουμε το μυαλουδάκι μας; Φέτος το ενδιαφέρον των τηλεθεατών για τα ερωτικά δραματικά σίριαλ ήταν περιορισμένο. Ισως γιατί οι αισθηματικές υποθέσεις έχουν μεταφερθεί στα δελτία ειδήσεων και στις ενημερωτικές εκπομπές, όπου προβάλλονται είτε σαν τραγωδία (βλ. υπόθεση Γιάννη Βαρθολομαίου) είτε σαν φάρσα (βλ. Ρούλα και Φραν).

Ο τρόπος που έχει παρουσιαστεί από τα περισσότερα κανάλια η τραγική αυτή υπόθεση, με την εμμονή στη ροζ και όχι στην πολιτική της διάσταση, είναι έμμεσα προσβλητικός και για τους εκατοντάδες χιλιάδες νέους υποψήφιους για μια θέση εργασίας των 600 ή των 800 ευρώ, που συμπληρώνουν βιογραφικά, που καταθέτουν αιτήσεις, που χτυπούν τη μια πόρτα μετά την άλλη.

Τα ριάλιτι μας έχουν εξοικειώσει με την ιδέα ότι κανένας εξευτελισμός δεν είναι ντροπή προκειμένου να πετύχει κάποιος επαγγελματικά. Η τηλεοπτική φιλολογία των ημερών προσπαθεί να μας πείσει ότι κανένας εξευτελισμός δεν είναι ντροπή προκειμένου να υπάρξει κανείς επαγγελματικά.

Από το κλασικό έγκλημα πάθους και τιμής φτάσαμε στο έγκλημα διορισμού - και από τον αδιέξοδο ή ανεκπλήρωτο έρωτα, στον αδιόριστο έρωτα.

Να λοιπόν που η υποχρέωση του πολίτη να συμμετέχει στις «δημόσιες υποθέσεις» εκφυλίζεται στο δικαίωμα της κλειδαρότρυπας, στο δικαίωμα να γνωρίζει τα μυστικά της κρεβατοκάμαρας των δημόσιων προσώπων!

*Το άρθρο της Μαριάννας Τζιαντζή δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Η Καθημερινή στις 28-12-2007

Friday, December 28, 2007

Έχουμε υπερβολικά μεγάλη αγοραστική δύναμη!

Συνέντευξη του Ζακ Αταλί
© Le Point

Λε Πουαν (LP): Η Γαλλία υποφέρει ταυτόχρονα από μικρή αγοραστική δύναμη αλλά και από χαμηλή παραγωγικότητα. Πώς μπορεί να περάσει από αυτές τις συμπληγάδες πέτρες;

Ζακ Αταλί (ΖΑ): Η ανταγωνιστικότητα και η αγοραστική δύναμη συνδέονται πράγματι. Προσθέτω μάλιστα, για να κάνω λίγο πιο πλήρη την εικόνα, ένα τρίτο κι ένα τέταρτο στοιχείο, τις δημόσιες δαπάνες και τη φορολογία κάθε τύπου: η διαφορά μεταξύ αυτών των δύο αυξάνει το δημοσιονομικό έλλειμμα της χώρας.

Χρειάζονται παρεμβάσεις ταυτόχρονα και στα τέσσερα αυτά μέτωπα. Και η αλήθεια είναι πως η αγοραστική δύναμη αυξάνει ταχύτερα από την παραγωγικότητά μας. Αυτό δε θα πείραζε αν οι ρυθμοί ανάπτυξής μας υπερέβαιναν κατά μία τουλάχιστο μονάδα τους ρυθμούς αύξησης της παραγωγικότητας. Αλλιώς, όπως εξάλλου συμβαίνει σήμερα, η αγοραστική δύναμη πηγαίνει σε αύξηση των εισαγωγών.

O Jacques Attali είναι σύμβουλος επιχειρήσεων, πρώην ειδικός σύμβουλος του Φρανσουά Μιτεράν. Πρόσφατα επιστρατεύτηκε από το Νικολά Σαρκοζί (Nicolas Sarkozy) για να ηγηθεί της διαβούλευσης για το πώς να εκτοξευθεί η ανάπτυξη στη Γαλλία.

LP: Με άλλα λόγια, η πλεονάζουσα αγοραστική δύναμη των Γάλλων ωφελεί τους Κινέζους...

ΖΑ: Όχι μόνο τους Κινέζους, αλλά και τους Γερμανούς... Όλα τα στοιχεία δείχνουν πως σε ό,τι αφορά την παραγωγικότητα, η Γαλλία βουλιάζει σε σχέση με τους εταίρους της. Αντικειμενικά, η χώρα περνάει τη χειρότερη κρίση της παραγωγικότητάς της μετά τον Β' παγκόσμιο πόλεμο.

Αν δεν υπήρχε το ευρώ, θα είχαμε νιώσει πως η σημερινή κρίση είναι χειρότερη κι από εκείνη του Μαρτίου του 1983.

Από αυτή την άποψη, το ευρώ είναι καταστροφικό. Όχι πως δε θα 'πρεπε να υπάρχει -είμαι περήφανος που συνέβαλα στη δημιουργία του- αλλά διότι μας κρύβει την πραγματικότητα.

Το 1982-1983, όταν βρισκόμουν στο προεδρικό μέγαρο, λάμβανα δύο, κάποτε τρεις φορές τη μέρα το ενημερωτικό σημείωμα που μου έλεγε πως έφυγαν από τη χώρα κεφάλαια της τάξης των 200, των 300, των 900 εκατομμυρίων δολαρίων...

Φανταστείτε τι θα γινόταν σήμερα χωρίς το ευρώ... Το φράγκο θα είχε βουλιάξει. Ο λογαριασμός για τις εισαγωγές πετρελαίου -που σήμερα είναι μικρός, λόγω του ισχυρού ευρώ- θα είχε τιναχτεί στα ύψη. Θα είχαμε συναλλαγματική κρίση και, πράγμα πολύ σοβαρότερο, για να αποφύγουμε την κατάρρευση του φράγκου θα ήμαστε αναγκασμένοι να αυξήσουμε πολύ τα επιτόκια -που σήμερα εξακολουθούν να είναι χαμηλά λόγω της χρηστής οικονομικής διαχείρισης των εταίρων μας.

Το αποτέλεσμα θα ήταν πως δεν θα μπορούσαμε να εξυπηρετήσουμε το χρέος μας -και το «διεθνές νομισματικό ταμείο» (IMF) θα είχε ήδη αρχίσει να μας δίνει εντολές.

Οι Γάλλοι πρέπει να το κατανοήσουν αυτό. Έχουμε υψηλή αγοραστική δύναμη και ανεπαρκή, χαμηλή ανταγωνιστικότητα. Δε θα κουραστώ να το επαναλαμβάνω: το απόλυτο κριτήριο, που «μετράει» την ανεξαρτησία μιας χώρας, είναι η παραγωγικότητά της!

LP: Το περίεργο είναι πως ο κόσμος παραπονιέται πως η αγοραστική του δύναμη δεν φτάνει...

ΖΑ: Φυσικά κι έχουν αυτό το συναίσθημα.

Πρώτον, διότι η αγοραστική δύναμη είναι άνισα κατανεμημένη. Η Γαλλία δεν έχει πρόβλημα χαμηλής αγοραστικής δύναμης, έχει πρόβλημα κοινωνικής δικαιοσύνης.

Η φορολογία είναι πολύ άσχημα μοιρασμένη. Ένα υπερβολικά μεγάλο μέρος της (47-48%) πηγαίνει σε δημόσιες δαπάνες που κατανέμονται επίσης πολύ άδικα. Η Γαλλία είναι σήμερα η χώρα του ΟΟΣΑ με τις μεγαλύτερες δημόσιες δαπάνες, 5% παραπάνω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Ξεπερνάμε ακόμα και τα σκανδιναβικά κράτη. Ενώ η Γαλλία κοιμόταν βλέπετε, εκείνοι έβαλαν τάξη στα δημόσια οικονομικά τους. Φυσικά στη Γαλλία γίνεται πολλή αναδιανομή, αλλά με άτσαλο τρόπο.

LP: Θα προτείνετε μία εκ βάθρων αλλαγή στη φορολογική πολιτική:

ΖΑ: Ασφαλώς. Όπως γνωρίζετε, εδώ και καιρό το κράτος ανησυχεί για το ύψος των δημοσίων δαπανών του και έχει την τάση να μειώνει τη φορολογία, να προχωράει σε φοροαπαλλαγές, δημιουργώντας ένα σωρό «εξαιρέσεις». Σκεφτείτε πως υπάρχουν σήμερα τουλάχιστο 400 στο φορολογικό μας σύστημα!

Είναι προσωπική μου γνώμη πως έχουμε φόρους άδικους (το φόρο εισοδήματος) και φόρους δίκαιους (το φόρο κληρονομιάς ή μεταφοράς κεφαλαίου). Το φορολογικό μας σύστημα θα πρέπει να επιβραβεύει όσους δημιουργούν πλούτο -και να τιμωρεί τους εισοδηματίες.

LP: Μιλάτε για αύξηση του φόρου κληρονομιάς; Είστε μάλλον εκτός γραμμής...

ΖΑ: Λίγο με νοιάζει... Το γεγονός είναι πως αν αυξηθούν οι δημόσιες δαπάνες για την παιδεία, την υγεία, θα μειωθούν κατ' αντιστοιχία οι ιδιωτικές δαπάνες για αυτά τα αγαθά και τις υπηρεσίες. Επιπλέον να έχετε υπόψη σας πως οι λεγόμενες «ανελαστικές» δαπάνες των νοικοκυριών, ανεβαίνουν επίσης: δείτε τη διατροφή, τις μετακινήσεις και -κυρίως- τη στέγαση. Για τα σημερινά νοικοκυριά το να αποκτήσουν ιδιοκτησία είναι εξίσου δύσκολο με το να ανέβουν στο Έβερεστ! Ιδίως οι νέοι.

Κοντολογίς: ενώ η αγοραστική δύναμη δε μειώνεται αντικειμενικά, υποκειμενικά μειώνεται κάθε μέρα. Διότι εξυπηρετεί όλο και μεγαλύτερες «ανελαστικές» δαπάνες, διότι είναι άνισα κατανεμημένη, διότι δεν οδηγεί στην απόκτηση ιδιοκτησίας.

Θα πρόσθετα πως, λόγω της παγκοσμιοποίησης, κι αυτό δεν αφορά μόνο τη Γαλλία, ο συσχετισμός μισθών/κερδών ανετράπη προς όφελος των κερδών.

LP: 'Αλλοι λένε πως παραμένει σταθερός εδώ και δέκα χρόνια...

ΖΑ: Οι αριθμοί είναι πάντα αμφιλεγόμενοι, αλλά υπάρχουν στατιστικές πως την τελευταία δεκαετία οι μισθοί έχασαν 7 μονάδες προς όφελος των κερδών.

Επιπλέον, να το πούμε κι αυτό, υφίσταται κι ο ψυχολογικός παράγοντας της ορατότητας του πλούτου. Το χάσμα μεταξύ των πιο πλούσιων και των πιο φτωχών έχει αυξηθεί με δραματικό τρόπο. Παλιότερα οι φτωχοί δεν ένιωθαν τόσο άσχημα διότι η αστική τάξη ζούσε κρυμμένη πίσω από τους τοίχους της. Σήμερα όμως, με την εμφάνιση των διασημοτήτων, όλος αυτός ο πλούτος είναι ορατός από όλους.

Για να το πούμε σύντομα: στις Ηνωμένες Πολιτείες, η ιουδαϊκή και προτεσταντική παράδοση σκανδαλίζονται από τη φτώχεια. Στην καθολική Γαλλία όμως, σκανδαλίζει ο πλούτος. Τον υποπτευόμαστε πως δεν επιβραβεύει αυτούς που αξίζουν πραγματικά, πως τραυματίζει την κοινωνική συνοχή κ.ο.κ.

Καθώς δε, ακόμα και στα μέρη μας, ο πλούτος αρέσκεται να επιδεικνύεται όλο και περισσότερο, δημιουργεί στους μη-πλούσιους την αίσθηση της σχετικής μείωσης της αγοραστικής τους δύναμης.

LP: Απελπιστικό! Δεν μπορούμε λοιπόν να κάνουμε τίποτα για να αυξήσουμε την αγοραστική δύναμη των Γάλλων;

ΖΑ: Μπορούμε, αλλά αν ανεβάζαμε σήμερα απότομα την αγοραστική δύναμη των Γάλλων, θα υπογράφαμε τη θανατική καταδίκη της χώρας μας.

Η επιτροπή μας έχει στόχο μάλλον να μελετήσει πώς θα επιταχύνουμε την οικονομική ανάπτυξή. Σε ό,τι αφορά την αγοραστική δύναμη, είναι ξεκάθαρο πως θα πρέπει να αλλάξουμε τη σχέση μισθών-κερδών. Σκεφτόμαστε τρόπους, όπως τη διανομή μερίσματος, ώστε το μερίδιο των κερδών του κόσμου της εργασίας να αυξηθεί κατά πολύ, ακόμα και στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις.

Θα πρέπει ακόμα να δούμε πώς να ρίξουμε τις τιμές, σε κάθε κλάδο ξεχωριστά: στις τηλεπικοινωνίες, τον τραπεζικό τομέα, την κατοικία, τα στεγαστικά δάνεια. Να δούμε επίσης τα κλειστά επαγγέλματα, όπως εκείνο των φαρμακοποιών, όπου η κατάσταση είναι για γέλια και για κλάματα.

Κάθε μονοπώλιο δημιουργεί εισοδηματίες, πράγμα που σημαίνει πως θα πρέπει να τελειώνουμε με τα μονοπώλια, από τα σούπερ-μάρκετ έως τους οργανισμούς κοινωνικής κατοικίας.

Τέλος, θα χρειαστεί πάνω απ' όλα να βελτιώσουμε τη δημόσια διοίκηση. Το δημόσιο δεν μπορεί να ζητά από τους άλλους να κάνουν οικονομία, όταν δεν δίνει το ίδιο πρώτο το καλό παράδειγμα. Θα χρειαστεί να αποφύγουμε τις δημόσιες δαπάνες στις οποίες δεν έχει μελετηθεί η σχέση κόστους-οφέλους τους.

Μεσοπρόθεσμα, η αύξηση της αγοραστικής δύναμης των Γάλλων περνάει από τη στοχευμένη μείωση ορισμένων δημοσίων δαπανών και από την καλύτερη διαχείριση του δημοσίου χρήματος.

LP: Από τη μεταρρύθμιση του κράτους λοιπόν...

ΖΑ: Ακριβώς αυτό. Ενώ εμείς χαζεύαμε, πολλές ξένες κυβερνήσεις -του Καναδά, της Ιταλίας, της Σουηδίας, της Νέας Ζηλανδίας, της Πορτογαλίας- έκαναν καταπληκτικά πράγματα...

O Jacques Attali είναι σύμβουλος επιχειρήσεων, πρώην ειδικός σύμβουλος του Φρανσουά Μιτεράν. Επιστρατεύτηκε από το Νικολά Σαρκοζί (Nicolas Sarkozy) για να ηγηθεί διαβούλευσης με στόχο την εκτόξευση της ανάπτυξης στη Γαλλία. Η συνέντευξη «Nous avons trop de pouvoir d'achat!», παραχωρήθηκε στο γαλλικό περιοδίκό Le Point. Η μετάφραση έγινε από την ομάδα του PPOL.

Wednesday, December 26, 2007

H νέα πάλη των τάξεων

Συνέντευξη του Μισέλ Ροκάρ
© Nouvel Observateur

[1][2]

Νουβέλ Ομπσερβατέρ (ΝΟ): Λέγεται συχνά πως, λόγω του υπερβολικού χρηματιστηριακού χαρακτήρα που πήρε η παγκόσμια οικονομία, βρισκόμαστε στα πρόθυρα μιας κρίσης ανάλογης με εκείνη του 1929. Θέλετε να κάνετε κάποιο σχόλιο περί αυτού;

Μισέλ Ροκάρ (Michel Rocard, MR): Βρισκόμαστε σε μία παράδοξη κατάσταση: όλα τα πρόδρομα σημεία μίας ισχυρής παγκόσμιας κρίσης είναι παρόντα, κι όμως κανείς από τους παγκόσμιους οικονομικούς «παίκτες» δεν αντιδρά.

Σιωπούν όλοι, ενώ για πρώτη φορά εδώ και διακόσια χρόνια ο καπιταλισμός δεν επικρίνεται πια από τα θύματά του, τους φτωχούς ή τους διανοούμενους εκφραστές τους, του τύπου των Μαρξ (Marx) και Ένγκελς (Engels), αλλά από αντικειμενικούς οικονομολόγους. Η κριτική στο σύστημα σήμερα προέρχεται από την ίδια την καρδιά του.

Ο Πατρίκ Αρτίς (Patrick Artus), ένας από τους πλέον έγκριτους Γάλλους οικονομολόγους, τιτλοφόρησε το προτελευταίο του βιβλίο «η αυτοκαταστροφή του καπιταλισμού» και το τελευταίο του, που αναφέρεται στους κεντρικούς τραπεζίτες, το ονόμασε εύγλωττα «οι εμπρηστές». Κάτι σάπιο θα πρέπει να υπάρχει στο σύστημά μας, όταν ο νομπελίστας Αμερικανός οικονομολόγος Τζόζεφ Στίγκλιτζ (Joseph Stiglitz), τιτλοφορεί το τελευταίο του βιβλίο «όταν ο καπιταλισμός παραφρονεί».

NO: Μα τι σας κάνει τόσο απαισιόδοξο;

MR: Θα τεκμηριώσω τα λεγόμενά μου με μία μακροσκοπική ανάλυση του χρέους των Ηνωμένων Πολιτειών (χρέους νοικοκυριών, επιχειρήσεων και κράτους). Το χρέος δεν παύει να διογκώνεται από το 1982 -επί προεδρίας Ρέιγκαν (Reagan)- έως το 2005 -προεδρία Τζορτζ Μπους (George Bush)- παρά τη σχετική του σταθεροποίηση επί Κλίντον (Clinton).

Κατά τη διάρκεια της κρίσης του 1929, το αμερικανικό χρέος βρισκόταν ήδη στην πρώτη γραμμή των προβλημάτων της οικονομίας των ΗΠΑ· και τότε αντιπροσώπευε το 130% του αμερικανικού εθνικού προϊόντος. Σήμερα ξεπερνά το 230%!

Προκειμένου να αποφύγει τη χρεοκοπία, το αμερικανικό χρηματοπιστωτικό σύστημα αναγκάζεται να δανείζεται 2 δις δολάρια ημερησίως!

Ιδού η πηγή της πρώτης μου ανησυχίας.

Θα μου πείτε -κι έχουμε εδώ τη δεύτερη παραδοξότητα της κατάστασής μας- πως το χρηματοπιστωτικό σύστημα «εξατομικεύθηκε»: οι μεγάλες τράπεζες -που είναι οι κυρίως υπεύθυνες για τη σημερινή μας κατάσταση- μπορεί να έχουν τετραπλάσιους κύκλους εργασιών σε σχέση με το 1929, εντωμεταξύ όμως η οικονομία αυξήθηκε κατά 50-100 φορές, και οι καθημερινές συναλλαγές υπολογίζονται πλέον σε δεκάδες δις δολάρια!

Αυτή η διασπορά, αυτή η εξατομίκευση επέτρεψε εκ νέου την εμφάνιση των χρηματοοικονομικών κρίσεων, αρχής γενομένης από τη δεκαετία του 1990.

Θα πρέπει να θυμηθούμε πως μεταξύ 1945 και 1980 ο κόσμος γνώρισε μόνο χρεοκοπίες εθνικών οικονομιών, όχι παγκόσμιες κρίσεις. Αυτή ήταν εξάλλου μία από τις μεγάλες επιτυχίες του ρυθμισμένου καπιταλισμού.

Το πρόβλημα -κι αυτή είναι μία ακόμα πηγή προσωπικών ανησυχιών μου- είναι πως από το 1980 κι εντεύθεν, η χρηματοοικονομική σφαίρα διογκώθηκε υπερβολικά.

Αυτομάτως βρισκόμαστε αντιμέτωποι με χρηματοοικονομικές κρίσεις μεγάλου βεληνεκούς: κρίση της λατινικής Αμερικής της δεκαετίας του 1980, που έπληξε ολόκληρη την ήπειρο· ασιατική χρηματιστηριακή κρίση της δεκαετίας του 1990 με τρομερές επιπτώσεις, έστω κι αν περιορίστηκαν σε μια ντουζίνα χώρες· κρίση του ευρωπαϊκού νομισματικού συστήματος, το 1992· σκάσιμο της «φούσκας» της νέας οικονομίας, το 2000.

Κατά τη διάρκεια αυτής της τελευταίας κρίσης, χάθηκαν εκατοντάδες εκατομμύρια δολάρια στην πτώση των χρηματιστηριακών αξιών, ποσά απολύτως ανάλογα με εκείνα που χάθηκαν στο χρηματιστηριακό κραχ του 1929.

Αυτές οι κρίσεις ήταν περισσότερο στιγμιαίες, λιγότερο βίαιες, λιγότερο θεαματικές ίσως, όχι όμως λιγότερο τρομακτικές από όσα γνωρίσαμε στο παρελθόν, έστω κι αν η εξατομίκευση των αγορών τις κατέστησε πολύ λιγότερο επώδυνες.

Ας εξετάσουμε τώρα πιο προσεκτικά την κατάσταση, αρχίζοντας από το αμερικανικό χρέος. Το χρέος αυτό -αν αφαιρέσουμε το τραπεζικό τομέα- έφτασε πλέον στα 39 δις δολάρια.

Το μόνο σίγουρο είναι πως ουδέποτε θα εξοφληθεί.

Η κατάσταση στην οποία βρισκόμαστε δε μας επιτρέπει να ελπίζουμε σε μία αντιστροφή αυτής της τάσης. Το πρόβλημα λοιπόν δεν είναι πλέον η εξόφληση του χρέους, αλλά η «εξυπηρέτησή» του, με δεδομένο πως το χρέος κάθε μέρα διογκώνεται, λόγω των τοκοχρεολυσίων του.

Μέχρι τώρα τα επιτόκια βρίσκονταν σε πρωτοφανή στην ιστορία χαμηλά επίπεδα, πράγμα που επέτρεπε το περαιτέρω δανεισμό και την εξυπηρέτηση του χρέους.

Με την τιμή όμως του πετρελαίου να φλερτάρει με το όριο των 100 δολαρίων το βαρέλι, με την εκρηκτική άνοδο των τιμών των αγροτικών προϊόντων -λόγω της ανόδου της ζήτησης διατροφικών αγαθών στην Ινδία και την Κίνα- ακόμα και η δυνατότητα της εξυπηρέτησης του χρέους αρχίζει να εξαφανίζεται.

Εξηγούμαι: ενάντια στην ανάφλεξη του πληθωρισμού, οι κεντρικές τράπεζες υποχρεούνται να αυξήσουν τα επιτόκια. Αυτό είναι το καθήκον του Ζαν-Κλοντ Τρισέ (Jean-Claude Trichet), του προέδρου της «ευρωπαϊκής κεντρικής τράπεζας» (ΕΚΤ) και άλλων τραπεζικών οργανισμών, όπως της «τράπεζας της Αγγλίας», που επιλέγουν να ακριβύνουν το χρήμα.

Μέχρι σήμερα η εξατομίκευση της αγοράς μας προφύλαξε από τη γενίκευση της κρίσης: κανένα θαύμα όμως δεν κρατάει αιώνια.

NO: Μα πώς φτάσαμε σε τόσο κολοσσιαίων διαστάσεων ελλείμματα, με τόσο πολύ χρήμα να κυκλοφορεί;

ΜR: Η μετάβαση από τη -σχετική έστω- ισορροπία στη γενικευμένη ανισορροπία, οφείλεται στην αναδιανομή του ακαθάριστου εθνικού προϊόντος από τους «μισθούς» (μισθωτές αμοιβές και κοινωνικά επιδόματα) στα «κέρδη» (επιχειρηματικά κέρδη, αμοιβές ελευθερίων επαγγελμάτων, εμπορική κερδοφορία).

Το φαινόμενο αυτό είναι ιδιαίτερα αισθητό στη Γαλλία, αλλά χαρακτηρίζει επίσης και τις Ηνωμένες Πολιτείες και το σύνολο των ευρωπαϊκών κρατών, συμπεριλαμβανομένων των ανατολικών χωρών, που φαίνεται πως κατελήφθησαν αστραπιαία από το πνεύμα του καπιταλισμού.

Χονδρικά οι μισθοί πέρασαν από το 71% του ΑΕΠ το 1981 στο 60% το 2005. Μία πτώση σχεδόν 11 μονάδων! Αν σήμερα στη Γαλλία είχε διατηρηθεί η ίδια κατανομή πλούτου με εκείνη του 1981, τα νοικοκυριά θα είχαν 130 δις ευρώ περισσότερα σε μισθούς και κοινωνικά επιδόματα. Αν αυτά τα 130 δις κατευθύνονταν στην κατανάλωση, θα είχαμε αύξηση της ανάπτυξης της τάξης του 1% ετησίως και 500,000 λιγότερους άνεργους.

NO: Μα τι συνέβη; Πώς εξηγείται αυτή η «αναδιανομή» από τους μισθούς στα κέρδη;

MR: Για να κατανοήσουμε πόσο εκτρωματική είναι αυτή η καινούργια διανομή του πλούτου, που δεν επιτρέπει πλέον στην κατανάλωση να τροφοδοτεί την ανάπτυξη και να παρέχει έτσι μεσομακροπρόθεσμα τα μέσα ώστε να εξοφληθούν τα χρέη, θα πρέπει να θυμηθούμε πώς λειτουργούσε ο θριαμβικός καπιταλισμός των ετών 1945-1975.

Επί τριάντα χρόνια, η δυτική οικονομία αναπτυσσόταν με ετησίους ρυθμούς της τάξης του 5%, χωρίς χρηματοοικονομικές κρίσεις και με σχεδόν μηδενική ανεργία (της τάξης του 2%, που στην πραγματικότητα οφείλεται στη φυσιολογική κινητικότητα στην αγορά εργασίας).

Οι λόγοι αυτής της νηνεμίας; Μα ακριβώς οι αναμνήσεις από τη μεγάλη κρίση του 1929, από τις μακρές πομπές των δυστυχιών της, από την προλεταριοποίηση της μεσαίας τάξης και -τελικά- τον πόλεμο.

Για να μην επαναληφθούν ποτέ ξανά αυτά τα δεινά, ο δυτικός κόσμος έθεσε σε λειτουργία τρεις μηχανισμούς εξισορρόπησης, ο καθένας εκ των οποίων οφείλεται στην έμπνευση τριών μεγάλων προσωπικοτήτων: του λόρδου Μπέβεριτζ (Beveridge), του λόρδου Μέιναρντ Κέινς (Maynard Keynes) και του Χένρι Φορντ (Henry Ford).

Ο Μπέβεριτζ είναι ο 'Αγγλος που εμπνεύστηκε την κοινωνική ασφάλιση, αλλά που κυρίως θεωρητικοποίησε το γεγονός πως η κοινωνική προστασία δεν εξανθρωπίζει απλά το σύστημα, αλλά επιπλέον το σταθεροποιεί, καθώς αποτρέπει την πτώση της κατανάλωσης -που εξαρτάται σχεδόν κατά το 1/3 από την αγοραστική δύναμη.

Δεύτερος ρυθμιστής: ο Κέινς. Έστειλε το εξής μήνυμα στους πολιτικούς ηγέτες: αντί να χρησιμοποιείτε την νομισματική πολιτική ως μέσο εσωτερικής ρύθμισης, χρησιμοποιήστε την για να μειώνετε και να αποφεύγετε τις αναστατώσεις που έρχονται από το εξωτερικό, όπου οι δημοκρατικές χώρες ανταγωνίζονται. Αυτό το πράγμα δούλεψε. Έχουμε την πειραματική απόδειξη πως δούλεψε στ' αλήθεια, επί τριάντα χρόνια.

Ο τρίτος ρυθμιστής, ο βιομήχανος Χένρι Φορντ, είναι Αμερικανός. Όπως έλεγε: «καλοπληρώνω τους εργάτες μου για να αγοράζουν τα αυτοκίνητά μου». Χάρη στο «νιου ντιλ», χάρη στα μεγάλα έργα του Ρούσβελτ (Roosevelt), αυτή η πολιτική των καλών αμοιβών και της μισθολογικής εξασφάλισης βοήθησε την αμερικανική οικονομία να απογειωθεί πολύ γρήγορα μετά την κρίση του 1929.

Η Γαλλία χρησιμοποίησε «το πλάνο», τη διαβούλευση μεταξύ συνδικάτων, εργοδοσίας και κράτους, προκειμένου να διατηρηθεί η ζήτηση (δηλαδή οι μισθοί) σε υψηλά επίπεδα και να τονώνεται η κατανάλωση.

Κοντολογίς άπαντες ακολουθούσαν πολιτικές που αναγνώριζαν τα δικαιώματα των μισθωτών και νομιμοποιούσαν πολιτικές υψηλών αμοιβών. Οι αμοιβές του φτωχότερου 50% της κοινωνίας κατευθύνονταν σχεδόν καθ' ολοκληρίαν στην κατανάλωση, πράγμα που τόνωνε την ανάπτυξη.

Αποτέλεσμα: διαρκής ανάπτυξη, με έναν μεγάλο απόντα, μία από τις συνιστώσες του «κέρδους» σύμφωνα με τα δημόσια λογιστικά: τους μετόχους, που υπήρξαν οι μεγάλοι απόντες αυτής της περιόδου.

Όλα αλλάζουν τη δεκαετία του 1990, με την εμφάνιση των «θεσμικών επενδυτών», ιδίως με τη μορφή των αποθεματικών των ασφαλιστικών ταμείων. Ο μέτοχος πλέον οργανώνεται και -καθώς αγωνιά για τη σύνταξή του- αναζητά όσο το δυνατό υψηλότερες αποδόσεις.

Συμπέρασμα: αυξάνεται ολοένα η πίεση στους μισθούς που αρχικά μειώνουν το ρυθμό αύξησής τους και αργότερα υποχωρούν σε πραγματικές τιμές. Τα υπόλοιπα επενδυτικά κεφάλαια -που εκπροσωπούν λιγότερο από το 1/4 των αποθεματικών των ασφαλιστικών ταμείων, αλλά λειτουργούν πολύ πιο τυχοδιωκτικά- επιδείνωσαν την κατάσταση.

Τα αμοιβαία κεφάλαια έπαιξαν το ίδιο παιχνίδι. Προκειμένου να εξασφαλίσουν στους μετόχους τους υψηλές αποδόσεις, δε δίστασαν να διαλύουν τις επιχειρήσεις-λεία τους και να τις πουλάνε κομμάτι-κομμάτι. Προς μεγάλη δυσαρέσκεια των μισθωτών, που συρρικνώθηκαν στο ρόλο της «δαπάνης».

Αυτό το νέο σύστημα -όλα για τους μετόχους, όσο το δυνατό λιγότερα για τους μισθωτούς- πήρε την πιο χονδροειδή του μορφή στην περίπτωση των αμοιβαίων κεφαλαίων υψηλής διακινδύνευσης (hedge funds) που είναι πια στο δυτικό κόσμο πανταχού παρόντα, σε κάθε επιχείρηση με πάνω από 2,000 εργαζόμενους. Η πίεσή τους ασκήθηκε πρώτα στους διευθύνοντες συμβούλους που δεν έδιναν μεγάλα μερίσματα: αυτοί υποτάχτηκαν πολύ γρήγορα. Στη συνέχεια όλες σχεδόν οι επιχειρηματικές δραστηριότητες δόθηκαν σε υπεργολάβους -η συντήρηση, η διόρθωση, οι «εσωτερικές» κοινωνικές παροχές- με αποτέλεσμα να εκδιωχθεί από τις επιχειρήσεις πολύ εξειδικευμένο προσωπικό, που πολλές φορές έδιναν κύρος στην επιχείρησή τους.

Όλοι αυτοί οι άνθρωποι κατέληξαν σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις, χωρίς συνδικάτα, όπου οι μισθοί υπόκειντο σε πελώριες πιέσεις αφού οι επιχειρηματίες μπορούσαν ανά πάσα στιγμή, απροειδοποίητα, να αλλάξουν υπεργολάβο.

Έτσι εγκαταστάθηκε η εργασιακή ανασφάλεια και η προσωρινότητα (που αφορά σήμερα το 16% των Γάλλων μισθωτών) με αποτέλεσμα την επιμήκυνση του χρόνου εργασίας, το πάγωμα ή την υποχώρηση των μισθών, την εμφάνιση των «φτωχών εργαζομένων» αλλά και των άνεργων «νεόφτωχων».

Με την εμφάνιση της μαζικής φτώχειας -οι φτωχοί στη Βρετανία υπολογίζονται σε 10 εκατομμύρια και στη Γαλλία μεταξύ 5 και 6- το ποσοστό των μισθών επί του ΑΕΠ υποχώρησε όπως ήταν φυσικό, σε σχέση με τα ποσά που επενδύονταν για κερδοσκοπία.

Η ζήτηση έπεσε, η ανάπτυξη μειώθηκε, με αποτέλεσμα να αυξάνουν τα ελλείμματα και να είναι όλο και πιο δύσκολη η «εξυπηρέτηση» των χρεών.

Συνεχίζεται στη δεύτερη σελίδα [2]

Το άρθρο του πρώην Πρωθυπουργού της Γαλλίας (επί Μιτεράν) , Μισέλ Ροκάρ, La crise mondiale est pour demain δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Nouvel Observateur τις 17-12-2007. Η μετάφραση του κειμένου έγινε από την ομάδα του PPOL.

Monday, December 24, 2007

Ποιο είναι το μέλλον του "τρίτου δρόμου";

Συνέντευξη του Anthony Giddens*
© Le Nouvel Observateur

Ζαν-Γκαμπριέλ Φρεντέ (Jean-Gabriel Fredet, J-GF): Το Εργατικό κόμμα ηγεμονεύει στη Βρετανία, μετά από δέκα χρόνια στην εξουσία και τέσσερις διαδοχικές εντολές. Κι όμως, επιμένετε πως χρειάζεται να ανανεώσει το πρόγραμμά του...

'Αντονι Γκίντενς (Anthony Giddens, AG): Για να κερδίσουν τις επόμενες εκλογές, οι Εργατικοί χρειάζεται να κερδίσουν πρώτα τη μάχη των ιδεών.

Το 1997, οι νέοι Εργατικοί έδειξαν πως υπάρχει ένας «τρίτος δρόμος» μεταξύ του παραδοσιακού σοσιαλισμού και της αποθέωσης της αγοράς, υπό τον όρο πως αξιοποιείται το ανθρώπινο κεφάλαιο και λαμβάνεται υπόψη η παγκοσμιοποίηση.

Μετά τις νέες εξελίξεις της παγκοσμιοποίησης, το πρόγραμμα των Εργατικών χρειάζεται να πάει πιο μακριά.

Μετά την εγκατάλειψη του κεϊνσιανισμού πρέπει να αντιμετωπιστεί το φαινόμενο της μετεγκατάστασης επιχειρήσεων, που πλέον αφορά όλους τους τομείς οικονομικής δραστηριότητας.

Το κοινωνικό κράτος πρέπει επίσης να προσδιοριστεί με πολύ πιο θετικό τρόπο: πέραν της προστασίας από την απειλή της ασθένειας και της ανεργίας, χρειάζεται να ασχοληθεί επίσης με την κατάρτιση και την πρόσβαση στις νέες τεχνολογίες.

Απέναντι στη γήρανση των μεταβιομηχανικών μας κοινωνιών, θα χρειαστεί να επιτραπεί στους ηλικιωμένους να παραμένουν στην αγορά εργασίας για περισσότερο καιρό, ούτως ώστε η χώρα να επωφελείται από την εμπειρία τους.

Είναι επίσης επείγον να αντιμετωπιστούν τα περιβαλλοντικά προβλήματα κι η υπερθέρμανση του πλανήτη.

Οι δημόσιες αρχές χρειάζεται να επαναπροσδιορίσουν τους βασικούς τους στόχους: να επενδύσουν στο ανθρώπινο κεφάλαιο, να εγγυηθούν ποιοτική εκπαίδευση, να προστατεύσουν την πολυπολιτισμικότητα.

Αυτές οι προτεραιότητες αφορούν τόσο τη Μεγάλη Βρετανία, όσο και τη Γαλλία.

J-GF: Δεν προτείνετε λοιπόν άγριες ιδιωτικοποιήσεις των δημοσίων υπηρεσιών, όπως μοιάζει να φοβάται η αριστερή τάση των Εργατικών...

AG: Σε καμία περίπτωση, Όταν προτείνω την συνεργασία δημοσίου κι ιδιωτικού τομέα, το κάνω διότι πιστεύω πως οι δημόσιες υπηρεσίες θα πρέπει να σεβαστούν τον τρόπο λειτουργίας του ιδιωτικού τομέα, και ταυτόχρονα να πάψουν να ταυτίζονται αποκλειστικά με το κράτος.

Αν και σε μερικές περιπτώσεις, υπάρχουν υπηρεσίες που μπορούν να ανατεθούν σε ιδιωτικές εταιρείες, είμαι πεπεισμένος πως το έθνος μας χρειάζεται ισχυρό κράτος, που ελέγχει την υγεία και την παιδεία.

Το κράτος αυτό όμως χρειάζεται να αντιλαμβάνεται τις νέες απαιτήσεις των πολιτών-καταναλωτών και να προσφέρει ένα δημόσιο τομέα που να ανταποκρίνεται σε αυτές.

J-GF: Σε ποιες αρχές θα πρέπει να στηρίζεται αυτή η ανανέωση του «τρίτου δρόμου» που εμπνευστήκατε;

AG: Επέλεξα επτά κεφαλαιώδους σημασίας αρχές:
  1. Η προτεραιότητα να παραμείνει στην οικονομία, που πρέπει να παραμείνει ανοικτή, με την αντιμετώπιση του οτιδήποτε νοθεύει τον υγιή ανταγωνισμό
  2. Η κατάληψη του «κέντρου». Αυτό το κέντρο δεν αφορά κόμματα, αλλά τους ψηφοφόρους, που κατά πλειοψηφία δηλώνουν πως βρίσκονται εκεί. Το κέντρο είναι που πρέπει να πειστεί να κλίνει προς τα αριστερά. Κεντρώα διακυβέρνηση δε σημαίνει μια κυβέρνηση που να προσδιορίζεται από μικροκομματικούς υπολογισμούς, αλλά μία κυβέρνηση που προσδιορίζει ένα συμβιβασμό που ξεπερνάει τις παραδοσιακές διαχωριστικές γραμμές και συντάσσει ένα συμβόλαιο μεταξύ του πολίτη και του κράτους.
  3. Προτεραιότητα στην εκπαίδευση.
  4. Ένταση του αγώνα ενάντια στη φτώχεια, είτε οφείλεται σε ελλιπή εισοδήματα, είτε σε απουσία κατάρτισης.
  5. Καταπολέμηση του εγκλήματος και των αντικοινωνικών συμπεριφορών, που συχνά συνδέονται με την απόλυτη φτώχεια.
  6. 'Ανοιγμα της χώρας στους μετανάστες, αλλά με ρύθμιση των μεταναστευτικών ροών
  7. Καταπολέμηση της τρομοκρατίας.

J-GF: Χρειάζεται λοιπόν ένα κράτος άλλου τύπου;

AG: Ναι. Δίπλα στο παραδοσιακό «κράτος-βοηθό» («enabling state») που παρέχει στα άτομα πόρους για να λάβουν τη ζωή τους στα χέρια τους, θα πρέπει να προσθέσουμε ένα «κράτος-εγγυητή» («ensuring state») που εγγυάται στους πολίτες εκπαίδευση και υγεία, με αντάλλαγμα υποχρεώσεις και καθήκοντα εκ μέρους των πολιτών.

J-GF: Οι προτεραιότητες που αναφέρατε ισχύουν και για τη Γαλλία; Θα χαρακτηρίζατε τον Νικολά Σαρκοζί (Nicolas Sarkozy) εκσυγχρονιστή;

AG: Η Γαλλία δυσκολεύεται να καταλάβει πώς παίζεται το παιχνίδια της οικονομίας της αγοράς.

Υποφέρει από υπερβολική γραφειοκρατία και από το βάρος της συντεχνιακής λογικής. Ο Νικολά Σαρκοζί θέλει να εκσυγχρονίσει την οικονομία, που είναι το μόνο μέσο για μία πιο δίκαιη κοινωνία.

J-GF: Το γαλλικό σοσιαλιστικό κόμμα παραμένει δύναμη προόδου; Μοιάζει να απεχθάνεστε τον όρο «σοσιαλισμός»...

AG: Από πού κι ως πού; Αυτό που λέω είναι πως η γαλλική αριστερά δεν είναι αρκετά πραγματιστική. Όσο κι αν παριστάνει τον «επιστημονικό», ο μαρξισμός παράγει περισσότερη περιθωριοποίηση από την αγορά, πόσο μάλλον αν λειτουργεί χωρίς ακρότητες, όπως προτείνω.

Οι Γάλλοι σοσιαλιστές έχουν πάθει εμμονή με τη διαμάχη αριστεράς-δεξιάς, ενώ τα σημερινά διακυβεύματα αφορούν τον έλεγχο της παγκοσμιοποίησης, τη διατήρηση της εθνικής ταυτότητας παράλληλα με την πολυπολιτισμικότητα, τον έλεγχο των μεταναστευτικών ροών και την άνοδος του επιπέδου γνώσης για να αντεπεξέρθουν σε μία παγκοσμιοποιημένη οικονομία. Σε αυτά διαχωρίζονται σήμερα οι συντηρητικοί από τους εκσυγχρονιστές.

Λόγω των αντιδράσεων της ιστορικής τους κοινωνικής βάσης, η γαλλική αριστερά, όπως εξάλλου κι η γερμανική, πάσχουν από έλλειμμα ανανεωτικής δυνατότητας.

Τούτων λεχθέντων, γνωρίζω καλά πως ο βαθμός αποδοχής των μεταρρυθμίσεων εξαρτάται από την ιστορία της κάθε χώρας. Πριν μεταρρυθμιστούν, οι σκανδιναβοί σοσιαλδημοκράτες είχαν περάσει από σοβαρή κρίση. Και μετά το χαμό των ετών Θάτσερ (Thatcher), το πρώτο που χρειάστηκε να κάνουν οι νέοι Εργατικοί, ήταν να αναστηλώσουν την κοινωνική ασφάλιση -που είχε διαλυθεί εντελώς- και να αρχίσουν πάλι να επενδύουν στις δημόσιες υπηρεσίες, μετά από 16 χρόνια επενδυτικού «εμπάργκο» από τους θατσερικούς.

Δεν υπονοώ πως η Γαλλία θα πρέπει να ακολουθήσει κάποιο βρετανικό μοντέλο. Η ίδια η ιδέα του «μοντέλου» δε με βρίσκει σύμφωνο. Η Βρετανία τα πήγε καλά στην απασχόληση, δεν μπόρεσε όμως να ανταποκριθεί στην πρόκληση της αύξησης των ανισοτήτων ή να προχωρήσει σε αυθεντική αποκέντρωση.

Με τις ποιοτικές δημόσιες υπηρεσίες της, το εξαιρετικό σύστημα υγείας της, τις μεγάλες επιχειρήσεις της, τις πλήρως ενταγμένες στο διεθνή ανταγωνισμό, η Γαλλία είναι σε πολύ καλύτερη κατάσταση από ότι ήταν η Μεγάλη Βρετανία επί θατσερισμού, που εξάλλου είναι μία μορφή μετάβασης που δε θα ευχόμουν σε κανένα.

J-GF: Η τελευταία σας συμβουλή προς τον Γκόρντον Μπράουν (Gordon Brown), τον διάδοχο του Τόνι Μπλερ (Tony Blair), ήταν να τελειώνει με το σύνδρομο της βρετανικής νησιωτικότητας και να ενταχθεί πιο αποφασιστικά στην Ευρώπη. Εισακουστήκατε;

AG: O Γκόρντον Μπράουν υπερεκτίμησε την ατλαντική σχέση. Θεωρούσε επί μακρόν την Ευρώπη σαν έναν άχρηστο πράγμα ανάμεσα στον πλανήτη και τη Μεγάλη Βρετανία. Ήταν αντίπαλος του ευρώ.

Σήμερα όμως βρίσκεται υπό πίεση: θα ήθελε να εγκριθεί από το κοινοβούλιο η ευρωπαϊκή μικρο-συνθήκη (η τόσο απαραίτητη για τους 27). Η αντιπολίτευση όμως ζητά το δημοψήφισμα που είχε υποσχεθεί ο Μπλερ για το ευρωσύνταγμα. Αυτή η υπόσχεση βαραίνει τον Μπράουν: ένα ενδεχόμενο «όχι» θα έριχνε την Μεγάλη Βρετανία και την Ευρωπαϊκή Ένωση σε βαθιά κρίση.

Από τη μεριά μου επιμένω πως θα πρέπει να προσεγγίσουμε την Ευρώπη. Βρισκόμουν πρόσφατα στην Ινδία: τι μπορεί να κάνει η χώρα μας, των 60 εκατομμυρίων, απέναντι σε ένα κράτος 1,200 εκατομμυρίων κατοίκων; Η Μεγάλη Βρετανία είναι σημαντική χώρα με κριτήριο το ύψος του ΑΕΠ της. Σε σχέση με τον κόσμο όμως, είναι μια μικρή χώρα. Αν επικρατήσουν οι ευρωσκεπτικιστές, θα μεταβληθούμε σε ένα νησάκι, στριμωγμένο ανάμεσα στις Ηνωμένες Πολιτείες και την Ευρώπη, που ελάχιστα θα επηρεάζει και τις μεν και τη δε.

J-GF: Στο βιβλίο σας για «το νέο ευρωπαϊκό μοντέλο» μιλάτε για ένα νέο κοινωνικό μοντέλο στην Ευρώπη...

AG: Το σημερινό ευρωπαϊκό κοινωνικό μοντέλο -που οι Γιούργκεν Χάμπερμας (Jürgen Habermas) και Ζακ Ντεριντά (Jacques Derrida) όρισαν ως ένα σύστημα στο οποίο το κράτος «εγγυάται την κοινωνική ασφάλεια» στους Ευρωπαίους, που εμπιστεύονται την «μεγάλη εκπολιτιστική δύναμη» του κράτους- βρίσκεται αναμφίβολα σε κρίση.

Αφήνει 20 εκατομμύρια ανθρώπους χωρίς απασχόληση. Αυτή η κρίση οδήγησε στην απόρριψη του ευρωσυντάγματος: οι Γάλλοι ψηφοφόροι ψήφισαν ενάντια σε μια Ευρώπη που δεν τους προστατεύει πια...

'Αλλες χώρες όμως -οι σκανδιναβικές- κατάφεραν μολοταύτα να συνδυάσουν ανάπτυξη και υψηλά επίπεδα κοινωνικής προστασίας και ισότητας. Ας δούμε τι μπορεί να μάθει η Ευρώπη απ' αυτές.

*O Anthony Giddens είναι επίτιμος καθηγητής στο LSE. H συνέντευξή του Quel avenir pour la «troisième voie»? παρχωρήθηκε στο γαλλικό περιοδικό Le Nouvel Observateur στον Jean-Gabriel Fredet. Η μετάφραση έγινε από την ομάδα του PPOL.

Saturday, December 22, 2007

Ο φόβος

Από τον Παντελή Καψή,

ΘΑ πρέπει να το ομολογήσουμε: η κυβέρνηση έχει δίκιο και όλοι εμείς έχουμε άδικο. Δημοσιογράφοι, μηχανικοί, δικηγόροι, γιατροί, ΑΔΕΔΥ, ΓΣΕΕ, δίνουμε μάχες οπισθοφυλακών και στυλώνουμε τα πόδια σε κάθε προσπάθεια εξυγίανσης του Ασφαλιστικού για να μη θιγούν τα «κεκτημένα» μας.

ΡΩΤΗΣΤΕ όποιον τεχνοκράτη θέλετε και θα σας εξηγήσει ότι όσο ζούμε περισσότερο και γεννάμε λιγότερο τόσο θα είμαστε υποχρεωμένοι είτε να δουλεύουμε περισσότερα χρόνια είτε να παίρνουμε μικρότερες συντάξεις. Κουκιά μετρημένα.

ΚΑΙ βέβαια θα συμφωνήσει με τον Στέφανο Μάνο που λέει ότι το αγγελιόσημο- όπως και το μηχανόσημο ή το δικηγορόσημο- είναι άδικοι φόροι υπέρ τρίτων που επιβαρύνουν το κοινωνικό σύνολο για να απολαμβάνουν προνόμια ορισμένοι κλάδοι. ΟΣΟ για την καλύτερη πρόταση επίλυσης του Ασφαλιστικού μην το ψάχνετε. Θα βγει πρώτο με διαφορά το αλήστου μνήμης σχέδιο Γιαννίτση που κόντεψε να ρίξει την κυβέρνηση Σημίτη.

ΤΙ συμβαίνει λοιπόν; Άλλο ένα κρούσμα της περίφημης «εθνικής μας τύφλωσης» που απειλεί να μας οδηγήσει αυτήν τη φορά στη χρεοκοπία και στο εδώλιο του άτακτου μαθητή της Ευρώπης;

ΠΙΘΑΝΩΣ. Πριν βιαστούμε όμως να βγάλουμε συμπεράσματα, οφείλουμε να προσπαθήσουμε να καταλάβουμε τι είναι αυτό που κάνει με τέτοια ομοθυμία εκατοντάδες χιλιάδες ασφαλισμένους να έχουν πάρει τ΄ άρματα.

ΕΙΝΑΙ μόνο το συμφέρον ή μήπως είναι κάτι βαθύτερο; Όπως για παράδειγμα ο φόβος. Όχι ότι θα χάσει κάποια χρήματα, αλλά ότι ανακόπτεται ή και αναστρέφεται όλη αυτή η πορεία κοινωνικής αναβάθμισης και καταξίωσης που πέτυχαν πολλές κατηγορίες εργαζομένων τα τελευταία τριάντα χρόνια.

ΣΤΙΣ ΗΠΑ το 1933 ο Ρούσβελτ εγκαινίασε τη φάση του μεγαλύτερου εκσυγχρονισμού της αμερικανικής κοινωνίας με την περίφημη φράση του «δεν έχουμε τίποτα να φοβηθούμε εκτός από τον ίδιο τον φόβο».

ΣΤΗΝ Ελλάδα αντίθετα τα κόμματα έχουν καταφέρει να ταυτίσουν τον εκσυγχρονισμό με τον φόβο- τον φόβο της ανεργίας, της ακρίβειας, της λιτότητας και πάνω απ΄ όλα της διάλυσης του κοινωνικού κράτους.

ΑΣΦΑΛΩΣ κάποιες κοινωνικές ομάδες θα βγουν χαμένες και θα πρέπει να προσαρμοστούν στις ανάγκες της «παγκοσμιοποίησης». Στόχος όμως της μεταρρύθμισης, κάθε μεταρρύθμισης, δεν μπορεί παρά να είναι η αύξηση της κοινωνικής ευημερίας. ΜΟΝΟ αν το καταλάβουν αυτό οι πολιτικοί μας, αν καταφέρουν να απαντήσουν στις ανησυχίες των πολιτών, θα μπορέσουν να πείσουν για την αναγκαιότητα των αλλαγών. ΩΣ τότε ας μην απορούν που οι ψηφοφόροι τούς γυρίζουν την πλάτη!

Το άρθρο του Παντελή Καψή δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Τα Νέα στις 22-12-2007

Thursday, December 20, 2007

Ας απαντήσουν οι Αρχηγοί

Παρακολουθούμε μ’ ενδιαφέρον τη συζήτηση που διεξάγεται στη Βουλή για τον Προϋπολογισμό του 2008, όμως με λύπη μας διαπιστώνουμε ότι το θέμα της γενιάς των 700 ευρώ βρίσκεται πολύ χαμηλά , αν δεν απουσιάζει πλήρως, από την κοινοβουλευτική αντιπαράθεση.

Σε αντίθεση με την προεκλογική περίοδο, όταν ο πολιτικός κόσμος επιχείρησε να εντάξει τη γενιά των χαμηλά αμειβόμενων, πολυαπασχολούμενων και υπερεργαζόμενων νέων στην πολιτική του ατζέντα, σήμερα οι περισσότεροι βουλευτές επιδίδονται σε μια κατά βάση άοσμη και άχρωμη συζήτηση γύρω από την κατανομή των ετήσιων δαπανών, αποφεύγοντας να αναδείξουν τις ανησυχίες και τις προσδοκίες των πολιτών και των κοινωνικών ομάδων που συνδέονται με την οικονομική πολιτική.

Εξαίρεση αποτέλεσε χθες το βράδυ ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, κύριος Ρουσόπουλος. Κάνοντας αντιπολίτευση στην αντιπολίτευση είπε : «Το ΠΑΣΟΚ θυμήθηκε λίγο πριν τις εκλογές τη γενιά των 700 ευρώ. Φαντάζομαι ότι και μετεκλογικά θα συνεχίσει στο ίδιο μοτίβο, με τη στρεβλή λογική ότι η ρητορική πλειοδοσία, ιδιαίτερα από τη θέση της αντιπολίτευσης δεν κοστίζει. Η γενιά των 700 ευρώ όμως, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, δεν γεννήθηκε εν μία νυκτί, ούτε ξαφνικά τα τελευταία τρία χρόνια, είναι απόρροια πολιτικών, που λειτούργησαν σε αυτόν τον τόπο επί σειρά ετών επί Κυβερνήσεων ΠΑΣΟΚ, πολιτικών οι οποίες φόρτωσαν με δανεικά και χρέη, φόρτωσαν με άδικα βάρη τις νέες γενιές, όχι μόνο τις γενιές που ζουν σήμερα αλλά και τις επόμενες γενιές».

Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος ανέδειξε το ένα μέρος της αλήθειας αγνοώντας μεγαλοπρεπώς το δεύτερο. Ότι πλέον και η ΝΔ διαθέτει το δικό της μεταπολιτευτικό κυβερνητικό παρελθόν, καθώς επίσης και πλούσιο παρόν, για το οποίο κρίνεται .

Και το ερώτημα είναι τι κάνει; Το πρόβλημα της επισφάλειας και της πιθανότητας οικονομικής και κοινωνικής καθόδου για τη νέα γενιά καίει και περιμένει από όλους άμεσες απαντήσεις.

Αντιθέτως, στη συζήτηση για τον προϋπολογισμό βλέπουμε να υπερεκπροσωπούνται τα συμφέροντα των μεσηλίκων μισθωτών, επιχειρηματιών κι αυτοαπασχολούμενων που διαθέτουν σταθερό ετήσιο εισόδημα και αποδεκτά ωράρια εργασίας, και να υποεκπροσωπούνται τα συμφέροντα των νέων των 700 ευρώ , οι οποίοι το μόνο που θέλουν είναι περισσότερες και καλύτερες δουλειές.

Εμείς στους συνομηλίκους μας λέμε : μην κάθεστε , κινητοποιηθείτε, δουλέψτε, μαζέψτε εργασιακή εμπειρία, διεκδικήστε .

Το ερώτημα είναι : «εσείς στη Βουλή τι προτείνετε;». Τώρα που τελειώνει η συζήτηση για τον προϋπολογισμό ας απαντήσουν οι Aρχηγοί.

Wednesday, December 19, 2007

Οι ανασφάλιστοι νέοι του ΙΚΑ και η βιομηχανία των προγραμμάτων stage

Από το ΒΗΜΑ

Χωρίς ασφάλιση εργάζονται στο ΙΚΑ 1.538 νέοι οι οποίοι έχουν προσληφθεί μέσω των προγραμμάτων του ΟΑΕΔ για να αποκτήσουν εργασιακή εμπειρία. Οι νέοι αυτοί δεν ανήκουν ούτε καν στη γενιά των 700 ευρώ που εργάζεται στον ιδιωτικό τομέα έστω με μερική απασχόληση, αφού είναι ανασφάλιστοι και η αμοιβή τους κυμαίνεται από 575 ως 625 ευρώ τον μήνα. Σε ολόκληρο τον δημόσιο τομέα, υπουργεία, οργανισμούς και επιχειρήσεις, ακόμη και σε γραφεία υπουργών και υφυπουργών, απασχολούνται σήμερα πάνω από 20.000 εργαζόμενοι χωρίς ασφάλιση για ιατροφαρμακευτική περίθαλψη και σύνταξη, αλλά αυτοί που τους τοποθέτησαν τους υπόσχονται ότι κάποτε θα... μονιμοποιηθούν!

Η αποκάλυψη αυτή έρχεται λίγες ημέρες μετά την καταγγελία ότι ο ως χθες υπουργός Απασχόλησης «φιλοξενεί» στο εξοχικό του στο Κορωπί ζευγάρι Ινδών που είναι ανασφάλιστοι.

Ωστόσο όταν στο ίδιο το ΙΚΑ, όπου η μεγάλη πληγή θεωρείται η εισφοροδιαφυγή, η οποία έχει ξεφύγει και σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία υπερβαίνει το 1,2 δισ. ευρώ ετησίως, εργάζονται ανασφάλιστοι κάτω από την ομπρέλα του κράτους με την ανοχή των κομμάτων και τα κονδύλια της Ευρωπαϊκής Ενωσης, ποιες παρεμβάσεις για την εισροή νέων πόρων στα Ταμεία ή τη μείωση των ελλειμμάτων μπορεί να γίνουν αποδεκτές από τους ασφαλισμένους;

Τα προγράμματα Stage, τα οποία εφαρμόζονται από δεκαετίας, ξεκίνησαν με στόχο την επιμόρφωση των ανέργων σε κάποια εργασία ή ειδικότητα, έτσι ώστε μετά την πάροδο του 18μήνου που διαρκεί το πρόγραμμα να έχουν τα εφόδια να βρουν δουλειά σε ανάλογη θέση.

Ωστόσο στην πορεία εξελίχθηκαν σε έναν ρουσφετολογικό μηχανισμό, μέσω του οποίου οι πολιτικοί «διορίζουν» προσωρινά κάποια άτομα στο Δημόσιο καλλιεργώντας ταυτόχρονα την προσδοκία ότι κάποτε θα μονιμοποιηθούν.

Πρόκειται δηλαδή για μια άλλη εκδοχή των συμβασιούχων του Δημοσίου που κάλυπταν πάγιες και διαρκείς ανάγκες και ένας μεγάλος αριθμός από αυτούς μονιμοποιήθηκε. Αλλά και όσοι δεν μονιμοποιήθηκαν ήταν, τουλάχιστον, ασφαλισμένοι για τα χρόνια που εργάστηκαν στο Δημόσιο. Γι' αυτόν τον λόγο οι νέοι των προγραμμάτων Stage αποκαλούνται και οι «καταφρονεμένοι» της εργασίας.

Υπουργός του οικονομικού επιτελείου ομολογεί: «Το φαινόμενο αυτό αποκαλύπτει την παθογένεια όχι μόνο του ασφαλιστικού συστήματος αλλά και της λειτουργίας της δημόσιας διοίκησης στην Ελλάδα. Επρεπε να έχουμε κάνει ήδη κάτι».

Πρόκειται στην ουσία για ένα σκάνδαλο που συντελείται με την ανοχή των δύο μεγάλων κομμάτων εξουσίας, αφού τα προγράμματα χρησιμοποιήθηκαν και από το ΠαΣοΚ και από τη ΝΔ για δήθεν διορισμούς.

Μιλώντας προς «Το Βήμα» ο πρόεδρος της ΑΔΕΔΥ κ. Σπ. Παπασπύρος σημειώνει ότι θέση της ΑΔΕΔΥ είναι να καλυφθούν οι πάγιες θέσεις του Δημοσίου με μόνιμο προσωπικό. Ο ίδιος αναφέρεται σε «σκάνδαλο των πολιτικών», αν και τα συνδικάτα θα έπρεπε να έχουν αντιδράσει δυναμικά στην κατάσταση, και προσθέτει: «Αυτά δεν συμβαίνουν σε καμία χώρα της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Προφανώς οι Βρυξέλλες δεν γνωρίζουν τι συμβαίνει».

Στο ΙΚΑ ο πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Συλλόγων Εργαζομένων (ΠΟΣΕ ΙΚΑ) κ. Β. Κόκκαλης τονίζει ότι στο Ταμείο των μισθωτών υπάρχουν 3.500 κενές οργανικές θέσεις, οι περισσότερες στο διοικητικό προσωπικό, το οποίο σήμερα αριθμεί 12.500 εργαζομένους. Οι 1.500 και πλέον νέοι που απασχολούνται μέσω του προγράμματος Stage καλύπτουν ένα μέρος από τα υπάρχοντα κενά. Και ο ίδιος ομολογεί ότι «πρόκειται για ένα σκάνδαλο διαρκείας». Σημειώνει την άρνηση της κυβέρνησης να καλύψει με μόνιμο προσωπικό τις κενές οργανικές θέσεις όχι μόνο σε διοικητικό προσωπικό αλλά και σε γιατρούς, όπου επίσης υπάρχουν ελλείψεις.

Ερωτηθείς ο διοικητής του ΙΚΑ κ. Γ. Μέργος, ο οποίος κληρονόμησε τους 1.538 ανασφάλιστους εργαζομένους από τον Ι. Βαρθολομαίο, σημειώνει ότι αιφνιδιάστηκε από την κατάσταση, αλλά απέφυγε να κάνει οποιοδήποτε άλλο σχόλιο.

Πώς «μειώνουν» την ανεργία
Τα τελευταία τέσσερα χρόνια έχουν γίνει μεγάλες «μάχες» ανάμεσα στην κυβέρνηση και στην αντιπολίτευση για το ύψος της πραγματικής ανεργίας. Ενα από τα επιχειρήματα της αξιωματικής αντιπολίτευσης είναι ότι το ποσοστό ανεργίας εμφανίζεται χαμηλότερο τόσο στους δείκτες της στατιστικής υπηρεσίας όσο και στα στοιχεία του ΟΑΕΔ, καθώς στην απασχόληση προσμετρούνται οι εργαζόμενοι των προγραμμάτων Stage. Στην αντιπαράθεση αυτή κανένας, ούτε η κυβέρνηση ούτε η αξιωματική αντιπολίτευση, δεν αναφέρθηκε στους όρους εργασίας των νέων αυτών ανθρώπων.

Η εργασία μαθητευομένων επιτρέπεται από τη νομοθεσία υπό την προϋπόθεση ότι τα νέα παιδιά θα είναι ηλικίας άνω των 16 ετών. Οπως προβλέπεται και από την Εθνική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας, οι μαθητευόμενοι στον ιδιωτικό τομέα αμείβονται με τα κατώτερα ημερομίσθια και ασφαλίζονται υποχρεωτικά στο ΙΚΑ. Είναι μάλιστα ενδεικτικό ότι τα πρόστιμα στην περίπτωση που συλληφθεί κάποιος, π.χ. ιδιοκτήτης συνεργείου αυτοκινήτων ή καφετέριας, να απασχολεί ανασφάλιστο εργαζόμενο ή μαθητευόμενο είναι πολύ βαριά.

Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα ΒΗΜΑ στις 16-12-2007.

Tuesday, December 18, 2007

Καμία σύγχυση

Το παρακάτω άρθρο έχει αποσταλεί στην εφημερίδα Καθημερινή και τον κύριο Μπάμπη Παπαδημητρίου ως απάντηση στο άρθρο του τελευταίου με τίτλο "Η σύγχυση των 700 ευρώ". Ευελπιστούμε για τη γραπτή ή προφορική ανταλλαγή απόψεων.

Η G700 αποτελεί μια ανεξάρτητη εναλλακτική κίνηση του διαδικτύου, με διαφοροποίηση ως προς την κομματική ταύτιση των μελών της, και μοναδικό στόχο να δώσει φωνή στους νέους που αισθάνονται ανεκπροσώπητοι και γι’ αυτό σιωπηλοί και αδιάφοροι για τα κοινά.

Ο προσανατολισμός μας είναι σταθερά και απαρέγκλιτα προς την κοινωνία των πολιτών.

Επιθυμία μας είναι να λειτουργούμε, και σύντομα θα οργανωθούμε κιόλας, ως ένα εναλλακτικό συνδικάτο νέων. Όχι σαν παρακλάδι κάποιου συγκεκριμένου κόμματος, ούτε σαν παραδοσιακό εργατικό σωματείο.

Αυτό που μας ενώνει είναι το κοινό για όλους βίωμα της υπερεργασίας , της πολυαπασχόλησης, και των αναντίστοιχων με την παραγωγικότητά μας αμοιβών, σε μια κατά βάση «αεριτζίδικη» οικονομία και μια μεσαιωνική αγορά εργασίας , όπως είναι η ελληνική. Επιπρόσθετα μας ενώνει η θέληση να βρούμε πρακτικές λύσεις στις προκλήσεις που αντιμετωπίζει σήμερα η νέα γενιά, ενώ μας φέρνει κοντά η απόρριψη ιδεολογικά φορτισμένων συνταγών. Πάνω απ’ όλα μας συνδέει ο προβληματισμός και η ανησυχία που έχουμε όλοι για το μέλλον.

Γι’ αυτό άλλωστε κατεβήκαμε στην απεργία της 12ης Δεκέμβρη. Για να αθροίσουμε τις δυνάμεις μας με το κοινό μέτωπο αγωνίας σε ένα κρίσιμο ζήτημα όπως το ασφαλιστικό.

Η απόφασή μας αυτή δεν εμπεριέχει κανένα απολύτως στοιχείο σύγχυσης. Εδώ και πάρα πολύ καιρό λέμε ότι η επίλυση του ασφαλιστικού απαιτεί υπεύθυνο διάλογο, αξιόπιστους συνομιλητές , οριοθέτηση των προτεραιοτήτων και σαφές χρονοδιάγραμμα. Σήμερα τίποτα απ’ όλα αυτά δεν υπάρχει.

Ταυτόχρονα μας βρίσκουν απόλυτα σύμφωνους τα αιτήματα των συνδικάτων για πάταξη της εισφοροδιαφυγής, χρηστή διαχείριση των ταμείων , περιορισμό των αλόγιστων και ύποπτων ιατροφαρμακευτικών δαπανών, διασφάλιση της θεσμοθετημένης κρατικής χρηματοδότησης και αντιμετώπιση της αδήλωτης εργασίας, η οποία κατά κύριο λόγο πλήττει τους νέους και τις γυναίκες.

Τέτοια αυτονόητα αιτήματα όμως, δεν πρέπει να μετατρέπονται σε πρόσχημα για να μην αλλάξει τίποτα. Κι εκεί ακριβώς διαφέρουμε ριζικά τόσο από τα συνδικάτα, όσο και από τα κόμματα της αντιπολίτευσης.

Για εμάς η απεργία δεν ήταν σε καμία περίπτωση μια μάχη οπισθοφυλακής. Ήταν μια ευκαιρία να επικοινωνήσουμε το μήνυμα ότι είμαστε δυναμικά παρόντες και διαθέτουμε εναλλακτική πρόταση.

Θεωρούμε ότι μια μακροπρόθεσμη και διαγενεακά δίκαιη λύση του ασφαλιστικού προβλήματος εδράζεται σε ένα νέο μοντέλο κοινωνικής ασφάλισης.

Προς αυτή την κατεύθυνση έχουμε προτείνει :

α) τη δημιουργία ενός ενιαίου κοινωνικού συνταξιοδοτικού ταμείου για όλους τους Έλληνες , με κοινούς κανόνες λειτουργίας και ένα ενιαίο και ευμεγέθη αποθεματικό , το οποίο θα λειτουργεί στη λογική του κοινού «εθνικού κορβανά». Το ταμείο αυτό μπορεί να δημιουργηθεί με τη σταδιακή συγχώνευση όλων των ταμείων κύριας και επικουρικής ασφάλισης στο ΙΚΑ και να αποτελέσει τον αναδιανεμητικό πυλώνα ασφάλισης , παρέχοντας μια Κοινωνική Σύνταξη στη βάση εισφορών ενισχυμένης ανταπόδοσης για τους μη έχοντες.

β) τη διατήρηση όλων των επαγγελματικών ταμείων ως ανεξάρτητα ταμεία συμπληρωματικής οικειοθελούς ασφάλισης, που δεν θα χρηματοδοτούνται από πόρους υπέρ τρίτων , και τα οποία μαζί με την ιδιωτική ασφάλιση, θα αποτελέσουν τον κεφαλαιοποιητικό πυλώνα του συστήματος.

γ) το λογιστικό και ουσιαστικό διαχωρισμό των προνοιακών δαπανών που χρηματοδοτεί ο κρατικός προϋπολογισμός από τις δαπάνες για συντάξεις .

δ) την αποδέσμευση του κλάδου υγείας από τον κλάδο σύνταξής μέσα από την κατάργηση των επιμέρους ταμείων υγείας και το πέρασμα των υποδομών τους στο ΕΣΥ.

Τα παραπάνω δεν έλειψαν ως συνθήματα από την απεργία. Σίγουρα δεν πρόκειται να λείψουν ως αιτήματα της γενιάς των 700 ευρώ στο μέλλον.

Τέλος, είναι αυτονόητο ότι οι απόψεις μας δε συνιστούν θέσφατο. Σκοπός μας είναι να ρίξουμε γέφυρες προς όλες τις κατευθύνσεις και να συζητήσουμε νηφάλια χωρίς να υψώνουμε τείχη ισοπεδωτικής άρνησης στις απόψεις με τις οποίες διαφωνούμε.

Monday, December 17, 2007

Για τη ριζική μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού

Από τον Γιώργο Καριπίδη
karipidis@the.forthnet.gr

Οι μεγάλες διαδηλώσεις δεν άλλαξαν τα δεδομένα: Το ασφαλιστικό σύστημα πρέπει να αλλάξει γιατί είναι κοινωνικά άδικο, είναι δύσκολο να αλλάξει γιατί αντιδρούν οι ευνοημένοι, αλλά θα αλλάξει οπωσδήποτε γιατί δεν είναι οικονομικά βιώσιμο.

Το σύστημα των συντάξεων στην Ελλάδα δεν υπακούει ούτε στην αρχή της ανταποδοτικότητας ούτε στην αρχή της κοινωνικής αλληλεγγύης. Αδυνατεί να εξασφαλίσει ένα αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης στους ηλικιωμένους. Διαμορφώθηκε σύμφωνα με την πελατειακή λογική του κομματικού κράτους και υπό την πίεση των ταξικών συσχετισμών δύναμης.

Όμως η άναρχη συγκρότηση και η αποσπασματική του δομή δεν δηλώνουν ασάφεια προσανατολισμού. Το σύστημα αναπαράγει ένα σαφή διαχωρισμό ανάμεσα στους «εντός των τειχών» και στους απόβλητους της κοινωνίας των δύο τρίτων. Παρέχει προνόμια σε ορισμένες κοινωνικές ομάδες, ενώ αδιαφορεί για τους πραγματικά φτωχούς.

Η κυβέρνηση κάτω από την πίεση των αναλογιστικών ελλειμμάτων επιχειρεί επιδιορθώσεις αλλά όχι μια πραγματική μεταρρύθμιση. Προσπαθεί να «τεντώσει» στα άκρα τις αντοχές του υπό κατάρρευση συστήματος, για να μεταθέσει χρονικά την εκδήλωση της κρίσης. Η ΓΣΕΕ έχει ουσιαστικά ευθυγραμμιστεί με τις θέσεις των συνδικάτων του «προστατευμένου» τομέα. Τα κόμματα της αντιπολίτευσης υποστηρίζουν όλες ανεξαίρετα τις διαμαρτυρίες - ακόμη και τις πιο αντιφατικές - ελπίζοντας στην ψήφο των διαμαρτυρομένων. Όμως το σύστημα των συντάξεων πρέπει να μεταρρυθμιστεί ριζικά.

Η αποσαφήνιση των στόχων επιτρέπει την αποσαφήνιση των μέσων. Οι στόχοι της αναδιανομής και της αποταμίευσης εξασφαλίζονται με την αλληλεγγύη και την ανταποδοτικότητα. Αντί της σημερινής «ζούγκλας» των συντάξεων μπορεί να διαμορφωθεί ένα διαφανές σύστημα βασισμένο σε τρεις πυλώνες που αντιστοιχούν στους στόχους της κοινωνικής προστασίας.

Ο πρώτος πυλώνας θα υπηρετεί την αναδιανομή και την κοινωνική αλληλεγγύη με τη θεσμοθέτηση μιας καθολικής Εθνικής Σύνταξης που θα χρηματοδοτείται όχι από εισφορές αλλά αποκλειστικά από τον κρατικό προϋπολογισμό. Στη χρηματοδότησή της θα κατευθυνθεί το σύνολο των σημερινών κρατικών επιδοτήσεων στα ασφαλιστικά ταμεία, καθώς και όλοι οι «κοινωνικοί πόροι». Η σύνταξη αυτή θα παρέχεται σε κάθε Έλληνα πολίτη με τη συμπλήρωση της ηλικίας των 65 ετών, χωρίς εργασιακές ή άλλες προϋποθέσεις.

Ο δεύτερος πυλώνας θα εξασφαλίζει την αποταμίευση και την ανταποδοτικότητα με τη θεσμοθέτηση μιας Αναλογικής Σύνταξης που θα χρηματοδοτείται αποκλειστικά από τις υποχρεωτικές εισφορές εργαζομένων και εργοδοτών και θα προστίθεται στην Εθνική Σύνταξη. Το σύστημα θα παραμείνει διανεμητικό (η μια γενιά θα καταβάλει τις συντάξεις της άλλης), αλλά όσον αφορά στον υπολογισμό της σύνταξης θα «μιμείται» το κεφαλαιοποιητικό (όσα εισφέρεις, τόσα θα λάβεις αλλά ανατοκισμένα). Ο υπολογισμός θα γίνει βάσει των εισφορών όλου του εργασιακού βίου και δεν θα υπάρχουν κατώτατα όρια χρόνου ασφάλισης και εισφορών.

Ο τρίτος πυλώνας θα συνδέει τον αποταμιευτικό χαρακτήρα του συστήματος με τον επενδυτικό, παρέχοντας μια «Πρόσθετη Σύνταξη» σε αμιγώς κεφαλοποιητική βάση. Η μετεξέλιξη των σημερινών Επικουρικών Ταμείων σε επενδυτικά Ταμεία Πρόσθετης Σύνταξης πρέπει να εγγυάται την αυτονομία του συστήματος.

Η πρόταση αυτή, που προσπαθεί να αντιστοιχίσει στόχους και μέσα, δεν διατυπώνεται μόνο από δυνάμεις της μεταρρυθμιστικής Αριστεράς. Είναι ήδη -εν μέρει- πραγματικότητα σε ορισμένες χώρες της Ευρώπης και συζητείται ευρέως στις υπόλοιπες. Η Ελλάδα θα συζητήσει επιτέλους για το Ασφαλιστικό;

Το άρθρο του Γιώργου Καριπίδη δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Ημερησία στις 15 - 12 - 2007.

Sunday, December 16, 2007

A Handbook for intergenerational justice

Από τον Jörg Tremmel *

The concept of ‘intergenerational justice’ may very well become an intellectual leitmotif of the new century. It does not only deal with the future, it might have a future career in philosophy and politics itself. In 1980, Ernest Partridge wrote: ‘The lack of manifest philosophical interest in the topic is further indicated by the fact that of the almost 700 000 doctoral dissertations on file at University Microfilms in Ann Arbor, Michigan, only one has in its title either the words “posterity”, “future generations” or “unborn generations” .

A lot has changed since then. In the last few years, the number of scientific magazines and articles referring to justice between generations and to future ethics (in a broader sense) has soared: in the 1980s in the USA,2 and in recent years maybe even more in Europe.

Justice between generations is still not as salient on the agenda as justice between rich and poor (social justice) or between men and women (gender justice). But the gap is narrowing. In Germany, for instance, four quality newspapers cited the term ‘intergenerational justice’ only 19 times in 2001, but 129 times in 2003 with further buoyancy. Since the earliest days of the environmental movement, the rights and interests of future generations have been invoked in argumentative discourse.

These days, however, barely a budget debate passes in a parliament anywhere in the world without the Minister of Finance justifying his planned cuts on the grounds of their generational justice or ‘financial sustainability’. In many European countries, youth movements for intergenerational justice have formed and members of the younger generation use moral issues on talk-shows to put their opponents from the older generation under intense pressure:
  • is it just if the younger generation stands to inherit the greenhouse effect, the ozone hole and atomic waste from previous generations?
  • Is it just if the unemployment rate is higher amongst young people than amongst the population as a whole?
  • Is it just if the younger generation are likely to receive a lower yield on their contributions to the retirement system than the older generation?
  • And all this when young people below the age of 18 are not allowed to elect their own members of parliament?
  • When the younger generation stands to inherit a heavily-indebted state?
  • When more than twice as many young people than old-age pensioners are receiving income support?
  • Is it just if barely any under-40-year-olds are to be seen in parliament, in corporate boardrooms and on the editorial committees of the press?

Justice between the old and young respectively between present and future generations is, in itself, one of the most important reasons why environment and nature should be protected.

However, this concept represents much more than this. It contains a complete political programme –from environmental and financial to educational policy.

Το παραπάνω απότελεί απόσπασμα από την εισαγωγή του συλλογικού τόμου A Handbook for Intergenerational Justice (2006), τον οποίο επιμελήθηκε επιστημονικά ο Γερμανός, ιδρυτής του Foundation for the Rights of Future Generations, Jörg Tremmel.

Friday, December 14, 2007

Η σύγχυση των «700 ευρώ»

Από τον Mπάμπη Παπαδημητρίου ,

Δεν γνωρίζω ποιος είναι πίσω από τον λόγο όσων επικοινωνούν στη «Γενιά των 700». Αρεσε στον Γιώργο Παπανδρέου που προσφυώς τη συνέστησε ως ανάγνωσμα στον Κώστα Καραμανλή. Σίγουρα διακινούν έναν λόγο νεοπασόκ (όπως αρέσει στον Μ. Χρυσοχοΐδη), ενδιαφέροντα και διαφορετικό.

Δείγμα σίγουρο πως δεν θα μείνουν για πολύν ακόμη χρόνο στα «700» (αν ποτέ χρειάστηκε να ζήσουν με τόσα!) και πάντως, με λίγη καλή τύχη, θα περάσουν γοργά στην πολλαπλάσια αμοιβή. Αλλά δεν είναι αυτό το θέμα...

Το «θέμα» είναι η τέλεια σύγχυση των συγγραφέων του ομώνυμου «σημειωματαρίου» όταν καλούν στην προχθεσινή απεργία. Είναι ασυνεπές να διαμαρτύρεσαι για τις χαμηλές αμοιβές ικανών (αν και μένει να αποδειχθεί) νέων και, ταυτοχρόνως, να κάνεις πλάτες σε εκείνους που συνειδητά μοιράζονται τις ευθύνες γι’ αυτό το αποτέλεσμα.

Κάθε γρήγορος blogger πως όσο εύκολα βρίζουμε τους πολιτικούς «μας», άλλο τόσο βολικό είναι να απαλλάσσουμε κάθε ευθύνης τους «άξιους» αγωνιστές του... κινήματος.

ΔΕΝ ΑΠΑΛΛΑΣΣΟΥΜΕ ΚΑΝΕΝΑ

Σιχαίνομαι τα «δημοσιογραφικά» κλαψουρίσματα για τον «φτωχό συνταξιούχο» των 500 ευρώ, όταν μάλιστα οι ίδιοι κλαψιάρηδες φωνάζουν μήπως και σταματήσει να συμ-πληρώνει, ο ίδιος αυτός «φτωχός», όσα λείπουν από τις πολύ καλύτερες συντάξεις των δημοσιογραφικών ταμείων. Το ίδιο τραγικό είναι να κάνουμε πλάτη σε όσους (κι ας έχουν το δίκιο τους) παλεύουν ώστε να διατηρήσουν σύνταξη-μεγαλύτερη-από-τον-καλύτερο-μισθό-της-ζωής-τους! Τα συμφέροντα των δύο αυτών ομάδων δεν ταυτίζονται.

Όπως τα συμφέροντα της γενιάς των «700» δεν ταυτίζονται με εκείνα της γενιάς που θα πάρει σύνταξη στα δέκα επόμενα χρόνια. Εκτός κι αν, πονηρά σκεπτόμενοι και απαισίως ποιούντες, οι «700σάρηδες» σκέφτονται πως θα βρεθούν στη θέση των σημερινών πατεράδων τους.

Εκτός κι αν γνωρίζουν -γιατί αυτό συμβαίνει- πως θα συνεχίσουν για καιρό να στηρίζονται στα μεικτά εισοδήματα (ακίνητη περιουσία, καταθέσεις και καλή σύνταξη) των γονέων τους. Αυτό που έχει ανάγκη η γενιά που μπαίνει τώρα στην επαγγελματική περιπέτεια είναι διαφανείς, δίκαιους και σταθερούς κανόνες. Γι’ αυτό οφείλει να διαδηλώσει για την κατάργηση του σημερινού, άθλιου, συστήματος.

Είναι όμως ευχάριστο τα όσα σημειώνουν, ακριβώς στη γραμμή που εξηγώ, οι συγγραφείς της πολύ-καθώς-πρέπει πρόσκλησης για διαδήλωση. Ζητούν, για παράδειγμα, ένα «πλήρως αυτοδιαχειριζόμενο ενιαίο κοινωνικό συνταξιοδοτικό ταμείο για όλους τους Ελληνες». Πού υπήρχε όμως το σχετικό πανό;

ΕΔΩ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΠΑΝΟ

Ζητούν επαγγελματικά ταμεία που «δεν χρηματοδοτούνται από πόρους υπέρ τρίτων», αλλά περπάτησαν δίπλα σε εκείνους που ωφελούνται απ’ αυτά.

Ορθότατα καταγγέλλουν την απουσία σαφούς και μετρήσιμης κυβερνητικής πρότασης, ώστε να γίνει πραγματικός διάλογος, ξεχνούν όμως το ίδιο ακριβώς «πονηρό κενό» στην πλευρά της αντιπολίτευσης. Και τα λέω όλα τούτα επειδή ακριβώς συμφωνώ ότι το ασφαλιστικό σύστημα δεν πρέπει να είναι «παράγοντας στασιμότητας κι εμπόδιο στη νόμιμη απασχόληση», δηλαδή ένας ακόμη παράγοντας καθήλωσης στα «700» ευρώ.

Ο Μπάμπης Παπαδημητρίου είναι δημοσιογράφος. Το άρθρο του δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Καθημερινή στις 14 Δεκεμβρίου 2007.

Thursday, December 13, 2007

Το ασφαλιστικό αδιέξοδο

Από τον Ανδρέα Ανδριανόπουλο

Σχολιάζοντας το email κινητοποίησης που στείλαμε σε βουλευτές και δημόσια πρόσωπα ο πρώην υπουργός, κύριος Ανδρέας Ανδριανόπουλος , είχε την ευγενή καλοσύνη να μας απαντήσει:

"Αν η κραυγή σας είναι μιά ειλικρινής έκφραση αγωνίας για το πρόβλημα κι όχι απλά σύμπραξη σε μια πολιτικοποιημένη και άνευ αντι-πρότασης κινητοποίηση, μπορείτε να αξιολογήσετε το επισυναπτόμενο κείμενό μου. Με εκτίμηση,
Ανδρέας Ανδριανόπουλος"

και να μας στείλει το κείμενο που ακολουθεί...

Σ’ αυτή την χώρα έχουμε μάθει να μιλάμε. Και να μιλάμε πολύ. Αυτό που ποτέ δεν μάθαμε όμως είναι να συνεννοούμεθα. Να λέμε δηλαδή κατανοητά πράγματα απευθυνόμενοι σε, κατά τεκμήριο, λογικούς ανθρώπους. Αυτό συμβαίνει στις ημέρες μας με το ασφαλιστικό ζήτημα. Ακούμε διακηρύξεις, προθέσεις, καταγγελίες, κινδυνολογίες και καλέσματα σε κινητοποιήσεις και ξεσηκωμούς. Αυτό όμως που λείπει είναι η νηφάλια και ολοκληρωμένεη πληροφόρηση. Για το ποιό ακριβώς είναι το πρόβλημα. Και για τις δυνατότητες που υπάρχουν ώστε αποτελεσματικά να αντιμετωπισθεί.

Το ζήτημα δεν είναι ιδιαίτερα περίπλοκο. Απλά, οι διάφοροι παράγοντες της δημόσιας ζωής το κάνουν να εμφανίζεται σαν τέτοιο. Με δηλώσεις συγκεχυμένες και με καταγγελίες πολιτικο-ιδεολογικά φορτισμένες. Η ουσία του προβλήματος είναι στη βάση της απλή. Γεννάμε στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια λιγότερα παιδιά. Και ζούμε περισσότερα χρόινια. Οι διαθέσιμοι λοιπόν νέοι εργαζόμενοι για την συντήρηση με τις εισφορές τους του ασφαλιστικού συστήματος γίνονται όλο και λιγότεροι. Ενώ οι ηλικωμένοι που περιμένουν να συντηρηθούν από αυτό πολλαπλασιάζονται. Και ζούν πολύ περισσότερα χρόνια από όσα αναλογούν στα χρήματα που έχουν καταβάλει στο σύστημα για την χρηματοδότηση των γηρατειών τους.

Από τα πράγματα λοιπόν το σύστημα βρίσκεται σε αδιέξοδο. Και βαθμηδόν καταρρέει. Αν συνυπολογίσει μάλιστα κάποιος σε όλα τα παραπάνω πως στον κύριο ασφαλιστικό φορέα (το ΙΚΑ) καθώς και στο ΝΑΤ έχουν ενσωματωθεί κατά καιρούς χρεοκοπημένα ταμεία καθώς και άνθρωποι που δεν έχουν καταβάλει το παραμικρό για την ασφάλειά τους (αντιστασιακοί, Κων/πολίτες κλπ) ενώ πολλά άλλα ταμεία επιβαρύνουν το κοινωνικό σύνολο η τους καταναλωτές με ειδικούς πόρους η έμμεσες επιβαρύνσεις, το αδιέξοδο φαντάζει ολοκληρωτικό.

Οχι μόνο λόγω της δεδομένης ηλικιακής ανισορροπίας αλλά και εξ’ αιτίας της αυτονόητης διατρέβλωσης των δεδομένων μιάς ορθολογικής οικονομικής δραστηριότητας (σε πολλές ΔΕΚΟ οι υπάλληλοι δεν καταβάλουν σχεδόν τίποτε για τις πλουσιοπάροχες συντάξεις τους, ενώ στις κατασκευές δεν υπάρχει ασφαλιστική ουσιαστικά επιβάρυνση των εργαζομένων, τα πάντα πληρώνει ο εργοδότης). Η ασφάλιση λοιπόν δεν σώζεται. Ριζικές αλλαγές είναι απαραίτητες.

Υπάρχουν στο τραπέζι προτάσεις για την οριστική αντιμετώπιση του προβλήματος; Η απάντηση δυστυχώς είναι αρνητική. Το υπάρχον αναδιανεμητικό σύστημα της υποτιθέμενης «αλληλεγγύης των γενεών» δεν είναι δυνατόν να επιβιώσει. Γιατί απλούστατα, στην σημερινή του μορφή είναι εξώφθαλμα ετεροβαρές. Δηλαδή, η περίφημη αλληλεγγύη λειτουργεί αποκλειστικά και μόνο σε όφελος των σημερινών συνταξιούχων και ηλικιωμένων. Οι νέοι δεν έχουν να περιμένουν τίποτα. Παρά μοναχά αδιέξοδα, φτώχεια και μιζέρια. Η κοινωνική ασφάλιση αποτελεί όπλο πλέον στα χέρια των παλιότερων γενεών σε βάρος των νέων.

Μοναδική βιώσιμη λύση ειναι η προσφυγή σε ένα κεφαλαιοποιητικό σύστημα. Στην κατάργηση δηλ. του αδιέξοδου μηχανισμού ενός εικονικού ουσιαστικά συστήματος εισφορών εργαζομένων, εργοδοτών και, θεωρητικά, του κράτους και στην οικοδόμηση μιάς κοινωνίας ατομικής ευθύνης όπου ο εργαζόμενος θα διαφεντεύει τις τύχες και το βιός του. Για τους νέους ασφαλισμένους το κεφαλαιοποιητικό σύστημα θα εγκαταστήσει ένα καθεστώς πραγματικής και ουσιαστικής απελευθέρωσης. Το σύνολο των εισφορών (εργαζόμενου και εργοδότη) θα ανήκει στον ασφαλισμένο. Και τοποθετημένα τα χρήματα αυτά σε προσωπικούς λογαριασμούς θα μπορούν να επενδύονται κατά το δοκούν από ειδικούς, επιλεγμένους από τον ίδιο τον εργαζόμενο (η τον φορέα που αυτός θα έχει επιλέξει).

Αυτόματα, οι μισθοί των εργαζομένων θα αυξηθούν (διότι θα αλλάξει ο τρόπος υπολογισμού και θα μειωθούν οι εισφορές) ενώ, δίχως την παραμικρή πλέον ανάμιξη του κράτους, τα χρήματα που θα εισρέουν στους ατομικούς λογαριασμούς θα είναι αποκλειστικής ιδιοκτησίας και διαχείρισης του ασφαλισμένου. Θα γνωρίζει κάθε στιγμή τα χρήματα που υπάρχουν κατατεθειμένα – και επενδυμένα - στο όνομά του. Τα ποσά που θα βρίσκονται στη διάθεσή του όταν, και όποτε, αποφασίσει να συνταξιοδοτηθεί. Θα είναι επίσης σε θέση να διαμορφώσει μόνος του το ύψος των μελλοντικών του απολαβών αποφασίζοντας πότε θα βγεί στη σύνταξη και τι χρήματα θα καταβάλει. Για τους σημερινούς λοιπόν νέους, αλλά και τους μελλοντικούς εργαζόμενους, το κεφαλαιοποιητικό σύστημα αποτελεί μιά αποκάλυψη ανακούφισης, δικαίωσης και ανεμπόδιστης δημιουργίας.

Καθ’ όσον αφορά πους παλιούς ασφαλισμένους είναι αυτονόητο πως τα ώριμα δικαιώματά τους, ανεξάρτητα από κόστος, δεν πρόκειται να θιγούν. Οσοι επιθυμούν θα μπορούν να ενταχθούν στο νέο σύστημα, μεταφέροντας ατόφια τα μέχρι τότε ποσά των καταθέσεών τους (εισφορές εργοδοτών και εργαζομένων) στους νέους προσωπικούς τους λογαριασμούς. Διαφορετικά, θα είναι σε θέση να παραμείνουν στο παλιό σύστημα, που απο τα πράγματα θα χρηματοδοτείται, μέχρι την εξάντληση του αριθμού των παλιών ασφαλισμένων, από τον προυπολογισμό. Η μεταβατική φάση δεν θα είναι εύκολη. Θα είναι όμως αποτελεσματική και ουσιαστική.

Κάθε άλλη πρόταση βρίσκεται εκτός ρεαλιστικής πραγματικότητας. Διότι το σωρευτικό έλλειμμα της κοινωνικής ασφάλισης ξεπερνάει τα 230 δισ. ευρώ!! Και είναι τουλάχιστον ασόβαροι οι ισχυρισμοί πως το πρόβλημα είναι δυνατόν να ξεπερασθεί με τις επιπέδου ασπιρίνης προτάσεις της κυβέρνησης και τα κούφια λόγια της αντιπολίτευσης. Οι δε απόψεις των συνδικαλιστών περί προβλήματος εισροών και ζητήματος εισφοροδιαφυγής είναι τουλάχιστον αφελείς. Η εισφοροδιαφυγή είναι προιόν κρίσης της οικονομίας. Και επικεντρώνεται κυρίως στον χώρο των μικρομεσαίων και κάποιων «ευαίσθητων» επιχειρήσεων (η Ολυμπιακή λ.χ. από πότε έχει να πληρώσει το οτιδήποτε στο ΙΚΑ;). Η απόλυτη καταπολέμησή της (που εγώ εντούτοις εκτιμώ πως θα πρέπει να γίνει) θα σημάνει αύξηση της ανεργίας. Και συνακόλουθα καινούργιες απώλειες πόρων για την ασφάλιση.

Ευχαριστούμε τον κύριο Ανδριανόπουλο για την απάντησή του καθώς και τη συμβολή του στο διάλογο που διεξάγεται για το ασφαλιστικό στο blog της G700 με το άρθρο το οποίο μας έστειλε.

Sunday, December 9, 2007

Η G700 κατεβαίνει στην απεργία για το ασφαλιστικό

Στις 12 Δεκεμβρίου δεν απεργούμε απλώς, διαδηλώνουμε και συμμετέχουμε ενεργά, ως G700 , στην πορεία των εργαζομένων στο κέντρο της Αθήνας.

Θέλουμε να αλλάξει το ασφαλιστικό σύστημα. Να καταστεί πιο δίκαιο και οικονομικά βιώσιμο. Να αποτελέσει παράμετρο οικονομικής ανάπτυξης και μέσο ενίσχυσης της κοινωνικής κινητικότητας προς τα πάνω, όχι παράγοντα στασιμότητας κι εμπόδιο στη νόμιμη απασχόληση.

Θέλουμε ένα συνταξιοδοτικό σύστημα το οποίο σέβεται τους κόπους των σημερινών συνταξιούχων αλλά και όσων βρίσκονται σε συντάξιμη ηλικία έχοντας δουλέψει σκληρά στη ζωή τους , και το οποίο παράλληλα λαμβάνει σοβαρά υπόψη τα συμφέροντα των νεοεισερχόμενων στην αγορά εργασίας και των μελλοντικών γενεών.

Θέλουμε ένα σύστημα συντάξεων δομημένο πάνω στην αρχή της διαγενεακής δικαιοσύνης. Άλλωστε, χωρίς διαγενεακή δικαιοσύνη η αρχή της κοινωνικής αλληλεγγύης καθίσταται κούφιο σύνθημα και κάλπικη υπόσχεση των παλιότερων προς τους νεότερους.

Πιστεύουμε λοιπόν, σε συμφωνία με την επικρατούσα άποψη της πλειοψηφίας των συνδικαλιστικών οργανώσεων, ότι η πάταξη της εισφοροδιαφυγής, ο περιορισμός της κακοδιαχείρισης , η μείωση των αλόγιστων και ύποπτων δαπανών για ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, καθώς και η εξασφάλιση της προβλεπόμενης κρατικής χρηματοδότησης του υπάρχοντος συστήματος, δίνει σημαντικές ανάσες στο ασφαλιστικό.

Θεωρούμε όμως , ότι τα παραπάνω δεν επαρκούν να λύσουν το πρόβλημα σε βάθος χρόνου.

Κατά την άποψή μας η μακροπρόθεσμη λύση εδράζεται σε ένα άλλο μοντέλο κοινωνικής ασφάλισης. Προς αυτή την κατεύθυνση έχουμε προτείνει :

α) τη δημιουργία ενός πλήρως αυτοδιοαχειριζόμενου ενιαίου κοινωνικού συνταξιοδοτικού ταμείου για όλους τους Έλληνες , με κοινούς κανόνες λειτουργίας και ένα ενιαίο και ευμεγέθη αποθεματικό , το οποίο θα λειτουργεί στη λογική του κοινού «εθνικού κορβανά». Το ταμείο αυτό μπορεί να δημιουργηθεί με συγχώνευση όλων των ταμείων κύριας ασφάλισης στο ΙΚΑ, αφού πρώτα προηγηθεί η σταδιακή ομαδοποίηση των ταμείων σε τρία : ένα για δημοσίους υπαλλήλους, ένα για ελεύθερους επαγγελματίες και ένα για μισθωτούς του ιδιωτικού τομέα.
β) τη διατήρηση όλων των επαγγελματικών ταμείων ως ανεξάρτητα ταμεία συμπληρωματικής οικιοθελούς ασφάλισης, που όμως δεν χρηματοδοτούνται από πόρους υπέρ τρίτων .
γ) το λογιστικό και ουσιαστικό διαχωρισμό των προνοιακών δαπανών που χρηματοδοτεί ο κρατικός προϋπολογισμός από τις δαπάνες βάσει ανταποδοτικών εισφορών για συντάξεις .
δ) την αποδέσμευση του κλάδου υγείας από τον κλάδο σύνταξής μέσα από την κατάργηση των επιμέρους ταμείων υγείας και το πέρασμα των υποδομών τους στο ΕΣΥ. Όλοι οι Έλληνες πρέπει να αποκτούν ατομικό κωδικό ασφάλειας υγείας από τη στιγμή που γεννιούνται, που θα τους κατοχυρώνει πρόσβαση σε υψηλής στάθμης δημόσιες υπηρεσίες υγείας, ανεξάρτητα από το επάγγελμα των γονιών τους και μελλοντικά ανεξάρτητα από το δικό τους επάγγελμα.

Οι απόψεις μας δε συνιστούν θέσφατο. Ας μη ξεχνάμε ότι η λύση του ασφαλιστικού περνάει πρωτίστως μέσα από την αντιμετώπιση του προβλήματος της μαύρης εργασίας και της υπογεννητικότητας. Ωστόσο, όπως και οι απόψεις των επίσημων συνδικαλιστικών οργανώσεων, των κομμάτων, των αναλυτών και των επιστημόνων, αξίζει και πρέπει να συζητηθούν στο πλαίσιο ενός μακροπρόθεσμου , καλά δομημένου και υπεύθυνου κοινωνικού διαλόγου.

Σήμερα όμως δεν υπάρχει διάλογος. Υπάρχουν μόνο διαρροές στον Τύπο και την τηλεόραση. Ο αρμόδιος Υπουργός άρχισε το Φθινόπωρο μία μίνι συζήτηση τεσσάρων συνεδριάσεων στην αρμόδια Επιτροπή της Βουλής, χωρίς να καταθέσει πρόταση , ούτε καν μια σελίδα κείμενο με τις απόψεις του, χωρίς χρονοδιάγραμμα και χωρίς οριοθέτηση των προτεραιοτήτων της επικείμενης ασφαλιστικής μεταρρύθμισης.

Η διεθνής εμπειρία δείχνει ότι έτσι οδεύουμε ολοταχώς προς το αδιέξοδο και την αδράνεια .

Ας μη μείνουμε λοιπόν αδρανείς και ας στείλουμε με την παρουσία μας στη διαδήλωση το μήνυμα ότι η κοινωνία των πολιτών, και ειδικότερα το δυναμικό της κομμάτι οι νέοι και οι bloggers, είναι παρούσα και ενεργή, διεκδικώντας μια ασφαλή και οικονομικά βιώσιμη ασφάλιση. Ραντεβού στο Πεδίο του Άρεως την Τετάρτη 12 Δεκεμβρίου , μία ώρα πριν το ξεκίνημα της πορείας.

Friday, December 7, 2007

Πρωτοβουλία Εργαζομένων στον Τύπο και στα ΜΜΕ

ΠΡΩΤΗ ΠΡΟΠΑΡΑΣΚΕΥΑΣΤΙΚΗ ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ ΔΕΥΤΕΡΑ 10/12/2007, στις 7 μ.μ. ΣΤΗΝ ΑΙΘΟΥΣΑ ΕΚΔΗΛΩΣΕΩΝ ΤΟΥ 3ου ΟΡΟΦΟΥ ΤΗΣ ΕΣΗΕΑ

Από το Επισφαλής Εργασία στα ΜΜΕ

Χιλιάδες εργαζόμενοι στο χώρο του Τύπου τα τελευταία χρόνια εξαναγκάζονται από την εργοδοσία να δουλεύουν με Δ.Π.Υ. ως δήθεν ελεύθεροι επαγγελματίες. Αν και καλύπτουν πάγιες και διαρκείς ανάγκες της εκάστοτε επιχείρησης, εκείνη τους αρνείται την ένταξή τους στο μισθολόγιο. Η δε πλειοψηφία του Δ.Σ. της ΕΣΗΕΑ επιμένει να τους αγνοεί.
Η αναγκαστική «ελεύθερη» σχέση εργασίας με Δ.Π.Υ. σημαίνει:

-Την υπαγωγή στο ΤΕΒΕ, με υπέρογκα ασφαλιστικά έξοδα, που επιβαρύνουν τους εργαζόμενους, τα οποία αναπροσαρμόζονται ετησίως ασχέτως του ύψους των εισοδημάτων.

-Τον αποκλεισμό από την ΕΣΗΕΑ, αφού το καταστατικό ορίζει ως προϋπόθεση της εγγραφής στην Ένωση την ένταξη στο μισθολόγιο και την υπαγωγή στο ΤΣΠΕΑΘ.

-Την απουσία οποιασδήποτε συνδικαλιστικής κάλυψης και την αδυναμία συλλογικής διαπραγμάτευσης δικαιωμάτων.

Το κομμάτι των συναδέλφων-μελών της ΕΣΗΕΑ που αντιλαμβάνεται τι σημαίνει αυτό τόσο για τα δικά μας, όσο και για τα δικά του εργασιακά-οικονομικά και ασφαλιστικά δικαιώματα δεν έχει δυστυχώς κατορθώσει να ανατρέψει τους συσχετισμούς στο Δ.Σ. της Ένωσης ώστε να αλλάξει το καταστατικό και να επιλυθεί το ζωτικό ζήτημα της ένταξής μας στον κλάδο. Δεν έχει καν κατορθώσει να επιβάλλει την τήρηση του, οριζόμενου από το καταστατικό, χρόνου μαθητείας και υποχρεωτικής ένταξης στο μισθολόγιο αφήνοντας τους εργαζόμενους στο έλεος της εργοδοσίας.

Η εργασία μας απαξιώνεται και κοστολογείται κατά το δοκούν. Οι αυξήσεις των εισφορών του ΤΕΒΕ μας εξωθούν στο κυνήγι των όποιων συνεργασιών με το κομμάτι. Οι εργοδότες μας χρησιμοποιούν για να μην ανοίγουν νέες θέσεις εργασίας στον κλάδο. Οι εισφορές μας βγαίνουν από την τσέπη μας για να καταλήξουν σε άλλο ασφαλιστικό Ταμείο από εκείνο που θα έπρεπε.

Μας πετάνε όποτε θέλουν, απλώς σταματώντας να δημοσιεύουν τη δουλειά μας, ειδικά όταν αρχίζουμε να στοιχειοθετούμε δικαίωμα νομικής προσφυγής για τη μετατροπή της εργασιακής σχέσης σε σχέση μισθωτού αορίστου χρόνου, ή αναπτύσσουμε συνδικαλιστική δράση. Γνωρίζουμε πάρα πολύ καλά τι χάνουμε τόσο εμείς, όσο και ολόκληρος ο κλάδος από την κατάσταση που μας έχει επιβληθεί.

Η πρωτοβουλία αυτή απευθύνεται σε όλους τους εργαζόμενους στον Τύπο και τα ΜΜΕ με Δ.Π.Υ. που:
-δεν επέλεξαν την εργασιακή σχέση με το δελτίο παροχής αλλά τους επιβλήθηκε,
-δεν είναι ενταγμένοι σε κανένα μισθολόγιο επιχείρησης του Τύπου,
-η δημοσιογραφία είναι η κύρια επαγγελματική τους δραστηριότητα
-επιθυμούν την ένταξή τους στο μισθολόγιο της επιχείρησης στην οποία εργάζονται,
-επιθυμούν την ένταξή τους στο συνδικαλιστικό όργανο του κλάδου τους

αλλά και στους συναδέλφους που, χωρίς να βρίσκονται στη θέση μας, επιθυμούν να εκφράσουν την αλληλεγγύη τους και να παλέψουν για την ανατροπή αυτής της κατάστασης.

Δεδομένου ότι η εργοδοσία και η συνδικαλιστική γραφειοκρατία μας στερούν τα δικαιώματά μας θεωρούμε επιβεβλημένο να συγκροτηθούμε ως ξεχωριστό σώμα με απώτερη-άμεση προοπτική τη δημιουργία σωματείου που θα αγωνιστεί για την απόδοση των δικαιωμάτων μας και την αναγνώριση της δημοσιογραφικής μας οντότητας.

ΠΡΩΤΗ ΠΡΟΠΑΡΑΣΚΕΥΑΣΤΙΚΗ ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ ΔΕΥΤΕΡΑ 10/12/2007, στις 7 μ.μ. ΣΤΗΝ ΑΙΘΟΥΣΑ ΕΚΔΗΛΩΣΕΩΝ ΤΟΥ 3ου ΟΡΟΦΟΥ ΤΗΣ ΕΣΗΕΑ

Τηλέφωνα επικοινωνίας: 6977238673, 6934245943

Wednesday, December 5, 2007

Οργιάζει η μαύρη εργασία στη Βόρεια Ελλάδα

Από την εφημερίδα Αγγελιοφόρος 24 - 11 - 2007

Oργιάζει η «μαύρη» εργασία, κυρίως στα εποχικά επαγγέλματα, στη Βόρεια Ελλάδα. Oι επικεφαλής των Εργατικών Κέντρων της Μακεδονίας και της Θράκης χαρακτηρίζουν την ανασφάλιστη εργασία «Λερναία Υδρα», καθώς μέρα με τη μέρα δέχονται ολοένα και περισσότερες καταγγελίες για εκμετάλλευση των ανασφάλιστων εργαζομένων από τους εργοδότες τους.

O εφιάλτης της ανεργίας και η ανάγκη για το μεροκάματο οδηγούν χιλιάδες εργαζομένους στη «μαύρη» εργασία, οι οποίοι δουλεύουν χωρίς ένσημα και ασφαλιστική κάλυψη, αλλά και κάτω από άθλιες συνθήκες, αφού πολλοί από αυτούς εξαναγκάζονται να εργαστούν για «ψίχουλα» μέχρι και 15 ώρες την ημέρα.

Σύμφωνα με την ετήσια έκθεση της ΓΣΕΕ για την ελληνική οικονομία του 2007, το μέγεθος της αδήλωτης εργασίας στην ΕΕ εκτιμάται ότι κυμαίνεται από το 7% έως το 19% του όγκου της συνολικής απασχόλησης, ποσοστά που σημαίνουν ότι 10 έως 28 εκατ. άτομα εργάζονται ανασφάλιστα.

Η χώρα μας καταλαμβάνει μία από τις πιο υψηλές θέσεις στη λίστα της «μαύρης» εργασίας στην ΕΕ, καθώς, σύμφωνα με εκτιμήσεις, το ποσοστό της ανέρχεται στο 25% του όγκου της συνολικής απασχόλησης, δηλαδή περίπου 1.100.000 Ελληνες εργάζονται χωρίς να έχουν δηλωθεί σε κάποιο ασφαλιστικό ταμείο. Ειδικότερα, στη Βόρεια Ελλάδα, όπως εκτιμούν οι πρόεδροι των Εργατικών Κέντρων, το ποσοστό της ανασφάλιστης εργασίας μπορεί να φτάνει τοπικά σε κάποιους νομούς και σε ορισμένους κλάδους έως και το 70%.

Η Χαλκιδική, οι Σέρρες, η Πιερία, η Κοζάνη, η Πτολεμαΐδα, η Πέλλα, η Ημαθία, τα Γρεβενά, η Κομοτηνή και η Αλεξανδρούπολη είναι μερικές από τις περιοχές του βορειοελλαδικού χώρου, όπου η ανασφάλιστη απασχόληση παρουσιάζει έξαρση και οι εκπρόσωποι των Εργατικών Κέντρων ζητούν την εντατικοποίηση των ελέγχων από τις αρμόδιες υπηρεσίες, προκειμένου να προστατευτούν οι εργαζόμενοι και να παταχθεί η εισφοροδιαφυγή.

Ανυπαρξία ελέγχων

Oι συνδικαλιστές καταγγέλλουν την ανυπαρξία των ελεγκτικών μηχανισμών (ΙΚΑ, Επιθεώρηση Εργασίας) για τον περιορισμό της «μαύρης» εργασίας και κατηγορούν την κυβέρνηση ότι έχει αφήσει τους εργαζομένους στο έλεος της μοίρας τους. Από την άλλη, οι ελεγκτικές υπηρεσίες έχοντας τεράστιες ελλείψεις σε προσωπικό, καθίστανται αναποτελεσματικές.

Σύμφωνα με τον Κώστα Νικολάου, μέλος της διοίκησης της Oμοσπονδίας Εργαζομένων Γάλακτος - Τροφίμων και Ποτών, ο οποίος έχει διατελέσει μέλος της τοπικής διοικητικής επιτροπής του ΙΚΑ «από τις 12.448 θέσεις του ΙΚΑ, οι 3.995 είναι κενές, ενώ στα επόμενα χρόνια αναμένεται να συνταξιοδοτηθούν ακόμα 3.000 υπάλληλοι».

O ίδιος ανέφερε ότι το 80% των επιχειρήσεων έχουν να ελεγχθούν από τις υπηρεσίες του ΙΚΑ πάνω από πέντε χρόνια και ότι από τα 13 ελεγκτικά κέντρα που προβλέπονται, λειτουργούν μόνο τέσσερα και αυτά με μισούς υπαλλήλους.

Θεσσαλονίκη:
Στα καφέ - μπαρ, τα εστιατόρια και τις μικρές επιχειρήσεις εντοπίζεται η ανασφάλιστη εργασία στο νομό Θεσσαλονίκης. Το ποσοστό των ανασφάλιστων εργαζομένων εκτιμάται ότι ξεπερνά το 20%. «Oπου υπάρχει μεγάλη ανεργία υπάρχει και μαύρη εργασία, η οποία στη Θεσσαλονίκη ξεπερνά το 20%. Το μεγαλύτερο πρόβλημα στο νομό εντοπίζεται στα καφέ - μπαρ, αλλά και σε μικρές επιχειρήσεις. Αν λειτουργούσε σωστά το ΙΚΑ και η Επιθεώρηση Εργασίας το ποσοστό της ανασφάλιστης εργασίας θα είχε μειωθεί σημαντικά», είπε ο Νίκος Γιαννόπουλος, πρόεδρος του Εργατοϋπαλληλικού Κέντρου Θεσσαλονίκης.

Χαλκιδική: Ανεξέλεγκτες διαστάσεις έχει πάρει το φαινόμενο της «μαύρης» εργασίας στη Χαλκιδική, αφού υπολογίζεται ότι μόνο στον τομέα του τουρισμού εργάζονται χωρίς ασφάλιση περίπου 13.000 άτομα. «Η Χαλκιδική έχει γίνει δυστυχώς καταφύγιο της ανασφάλιστης εργασίας. Το φαινόμενο έχει πάρει εκρηκτικές διαστάσεις στον τουριστικό κλάδο, όπου περίπου 13.000 άτομα εργάζονται χωρίς ασφάλιση. Επίσης, σοβαρό πρόβλημα υπάρχει και στον αγροτικό τομέα. Δυστυχώς, η κυβέρνηση αφήνει τους εργαζόμενους στην τύχη τους, με αποτέλεσμα να ανθεί η μαύρη εργασία», ανέφερε ο Αγγελος Πράτσας, πρόεδρος του Εργατικού Κέντρου Χαλκιδικής.

Σέρρες: Πάνω από 50% είναι το ποσοστό της ανασφάλιστης εργασίας σε ορισμένα επαγγέλματα στο νομό Σερρών. «Η μαύρη εργασία είναι το κυρίαρχο πρόβλημα στο νομό μας και οφείλεται στην εκτίναξη της ανεργίας. Το φαινόμενο έχει πάρει μεγάλες διαστάσεις στα εμπορικά καταστήματα, στην οικοδομή και στους χώρους διασκέδασης, καθώς ξεπερνά το 50%», τόνισε ο Ηλίας Αντωνίου, πρόεδρος του Εργατικού Κέντρου Σερρών.

Πέλλα: Στα ύψη έχει εκτιναχτεί το ποσοστό όσων εργάζονται χωρίς ασφάλιση και ένσημα στο νομό Πέλλας. «Στα εμπορικά καταστήματα οι περισσότεροι εργαζόμενοι είναι ανασφάλιστοι και το ποσοστό τους αγγίζει το 70%. Επίσης, στα διαλογητήρια φρούτων και στις αγροτικές εργασίες πολλοί εργάτες απασχολούνται χωρίς να είναι ασφαλισμένοι», επισήμανε ο Γιώργος Βουδούρης, πρόεδρος του Εργατικού Κέντρου Γιαννιτσών.

Ημαθία: Στη μεταποίηση, τα εμπορικά καταστήματα, τα σούπερ μάρκετ, τις αγροτικές και οικοδομικές εργασίες και τις καφετερίες έχει απλώσει τα «πλοκάμια» της η ανασφάλιστη εργασία στο νομό Ημαθίας. «Υπάρχουν πολλοί εργοδότες που προσλαμβάνουν χωρίς ασφάλιση άτομα για 4ωρη εργασία αλλά τους απασχολούν για 8 ή 12 ώρες, χωρίς να τους πληρώνουν και τις υπερωρίες. Τα φαινόμενα αυτά εντοπίζονται στη μεταποίηση, στα εμπορικά καταστήματα, στις καφετερίες, σε μικρές ξενοδοχειακές μονάδες, στη γεωργία κ.α.», τόνισε ο Χρήστος Τρεμπελής, επικεφαλής του Εργατικού Κέντρου Νάουσας.

Πιερία: Μεγάλο είναι το ποσοστό στην Πιερία όσων εργάζονται χωρίς να έχουν ασφαλιστική κάλυψη και ένσημα. «Σε ορισμένα επαγγέλματα, όπως είναι οι διανομείς έτοιμου φαγητού, οι υπάλληλοι καφετεριών και εμπορικών καταστημάτων, το ποσοστό της μαύρης εργασίας στο νομό μας ξεπερνά το 50%. Επίσης, σημαντικός είναι ο αριθμός των ανασφάλιστων εργατών στην οικοδομή και τα τουριστικά επαγγέλματα», δήλωσε ο Νίκος Κωνσταντίνου, πρόεδρος του Εργατικού Κέντρου Κατερίνης.

Κιλκίς: Στις εποχικές εργασίες, όπως είναι οι οικοδομικές και οι αγροτικές, εντοπίζεται η «μαύρη» εργασία στο Κιλκίς. Oι αρμόδιοι επισημαίνουν ότι οι ανασφάλιστοι εργαζόμενοι διστάζουν να καταγγείλουν επωνύμως την εκμετάλλευση που υφίστανται από τους εργοδότες, γιατί φοβούνται μήπως χάσουν τη δουλειά τους. «Oι ανασφάλιστοι φοβούνται να καταγγείλουν επωνύμως τους εργοδότες και έτσι το πρόβλημα της μαύρης εργασίας διαιωνίζεται», τόνισε ο Δημήτρης Βουλγαράκης, πρόεδρος του Εργατικού Κέντρου Κιλκίς.

Κοζάνη: Εκρηκτικές διαστάσεις έχει πάρει η ανασφάλιστη εργασία στο νομό Κοζάνης, καθώς αγγίζει το 70%. Στα λιγνιτωρυχεία, τη γουνοποιία, τα σούπερ μάρκετ, τα εμπορικά καταστήματα και τα καφέ - μπαρ οι περισσότεροι εργαζόμενοι απασχολούνται χωρίς να είναι ασφαλισμένοι σε κάποιο ταμείο. «Oι εργοδότες κάνουν ό,τι θέλουν. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα μίας γυναίκας, η οποία ήταν ανασφάλιστη και απολύθηκε από ένα σούπερ μάρκετ, χωρίς να υπογράψει η ίδια το χαρτί της απόλυσης, αλλά, αυθαίρετα, ο εργοδότης της.

Το τοπίο στις εργασιακές σχέσεις είναι εκρηκτικό και η παραβίαση της εργατικής νομοθεσίας στο νομό μας είναι καθημερινό φαινόμενο», ανέφερε ο Βαγγέλης Μίχος, πρόεδρος του Εργατικού Κέντρου Κοζάνης. Από την πλευρά του, ο Αναστάσιος Τσιαφίδης επικεφαλής του Εργατικού Κέντρου Πτολεμαΐδας πρόσθεσε τα εξής: «Στα λιγνιτωρυχεία η κατάσταση είναι ανεξέλεγκτη, καθώς εκεί εργάζονται δεκάδες αλλοδαποί αλλά και Ελληνες κάτω από άθλιες συνθήκες, για 15 ώρες την ημέρα, χωρίς ένσημα και με μεροκάματο 5 ευρώ».

Καστοριά: Πάνω από 20% εκτιμάται ότι είναι το ποσοστό των ανασφάλιστων εργαζομένων στο νομό Καστοριάς. «Η μαύρη εργασία ανθεί στον κλάδο της γουνοποιίας, αλλά και στις μικρές οικογενειακές επιχειρήσεις, όπου οι περισσότεροι εργαζόμενοι είναι ανασφάλιστοι. Ζητάμε να γίνονται εντατικότεροι έλεγχοι από τα κλιμάκια του ΙΚΑ και της Επιθεώρησης Εργασίας», είπε ο Γιάννης Κογιόπουλος, πρόεδρος του Εργατικού Κέντρου Καστοριάς.

Φλώρινα: Δεκάδες είναι οι εργαζόμενοι που απασχολούνται χωρίς ασφαλιστική κάλυψη σε οικοδομικές εργασίες, στα μικρά εμπορικά καταστήματα και σε καφετερίες της Φλώρινας. «Στην περιοχή μας δεν υπάρχει προσφορά εργασίας, για το λόγο αυτόν η μαύρη απασχόληση έχει περιοριστεί στην οικοδομή, τα μικρά εμπορικά καταστήματα και σε χώρους διασκέδασης», τόνισε ο Γιάννης Δημητρίου, πρόεδρος του Εργατικού Κέντρου Φλώρινας.

Γρεβενά: Ενας στους 10 εποχικά εργαζόμενους είναι ανασφάλιστος στα Γρεβενά, όπως αναφέρουν οι αρμόδιοι. «Στα σούπερ μάρκετ, τις καφετερίες και στα τουριστικά επαγγέλματα γίνεται χαμός με τη μαύρη εργασία. Η κατάσταση δεν ελέγχεται και εκτιμάται ότι στις εποχικές εργασίες ο ένας στους δέκα εργαζομένους είναι ανασφάλιστος. Για παράδειγμα, σε μικρές ξενοδοχειακές μονάδες ή στα σούπερ μάρκετ είναι σύνηθες το φαινόμενο να απασχολούν διπλάσιες ώρες τους εργαζομένους, χωρίς να τους ασφαλίζουν και χωρίς να πληρώνουν τα ένσημα ή τις υπερωρίες τους», ανέφερε ο Λάζαρος Κυριαζίδης, πρόεδρος του Εργατικού Κέντρου Γρεβενών.

Καβάλα: Το 25% φτάνει το ποσοστό της αδήλωτης εργασίας στην Καβάλα. Στο Εργατικό Κέντρο της πόλης σχεδόν καθημερινά φτάνουν καταγγελίες που αφορούν την εκμετάλλευση των ανασφάλιστων εργαζομένων. «Στην περιοχή μας η ανασφάλιστη εργασία κυμαίνεται από 20% έως 25% και εντοπίζεται κυρίως στις οικοδομές, τα εμπορικά καταστήματα, στην επεξεργασία μαρμάρων, στις καφετερίες και σε αγροτικές εργασίες. Κάτω από το φόβο της ανεργίας οι αδήλωτοι εργαζόμενοι φοβούνται να καταγγείλουν τους εργοδότες του, οι οποίοι τους απειλούν ότι θα τους διώξουν από τη δουλειά και θα τους αντικαταστήσουν», δήλωσε ο Παναγιώτης Τιάκας, πρόεδρο του Εργατικού Κέντρου Καβάλας.

Δράμα: Με τη Λερναία Υδρα παρομοιάζουν οι συνδικαλιστές την ανασφάλιστη εργασία στην Καβάλα. «Oταν βρούμε κάποιον να απασχολεί ανασφάλιστους εργαζόμενους τον καταγγέλλουμε στο ΙΚΑ και την Επιθεώρηση Εργασίας, αλλά δυστυχώς το πρόβλημα έχει εξαπλωθεί και μοιάζει με τη Λερναία Υδρα. Η ανασφάλιστη εργασία στην περιοχή μας είναι κυρίως στις οικοδομικές εργασίες, στο γεωργικό τομέα και στους χώρους διασκέδασης», επισήμανε ο Χρήστος Βασιλειάδης, πρόεδρος του Εργατικού Κέντρου Δράμας.

Ξάνθη: Στο γεωργικό τομέα, στις βιοτεχνίες, αλλά και στους χώρους διασκέδασης παρατηρείται το μεγαλύτερο ποσοστό ανασφάλιστης εργασίας στη Ξάνθη. Στην ευρύτερη περιοχή έχει προσέλθει το τελευταίο διάστημα νέο «κύμα» αδήλωτων εργαζομένων από τη Βουλγαρία και τη Ρουμανία, οι οποίοι εργάζονται έναντι «πινακίου φακής» στα χωράφια, αλλά και στις μικρές βιοτεχνίες του νομού. Επίσης, στις καφετερίες της Ξάνθης δεκάδες άτομα, κυρίως νεαρής ηλικίας, εργάζονται ανασφάλιστα.

Ροδόπη: Ακόμα και το 70% φτάνει το ποσοστό της «μαύρης» εργασίας στην Κομοτηνή, κυρίως στις επιχειρήσεις εστίασης και διασκέδασης. «Η Κομοτηνή, λόγω του μεγάλου αριθμού των φοιτητών, παρουσιάζει μεγάλο ποσοστό στη μαύρη εργασία. Πολλοί φοιτητές για να καλύψουν τα έξοδά τους εργάζονται ανασφάλιστοι σε χώρους σίτισης και σε καφετερίες, με αποτέλεσμα το ποσοστό της αδήλωτης εργασίας να αγγίζει το 70%», είπε ο Παντελής Μαγαλιός, πρόεδρος του Εργατικού Κέντρου Κομοτηνής.

Έβρος: Κυρίως στα τουριστικά επαγγέλματα, στη γεωργία και στη μεταποίηση αγροτικών προϊόντων παρατηρούνται φαινόμενα ανασφάλιστης εργασίας στον Εβρο. «Το ποσοστό της αδήλωτης εργασίας στην περιοχή μας ξεπερνά το 30%. Oι περισσότεροι ανασφάλιστοι εργάτες δουλεύουν σε τουριστικά επαγγέλματα, αλλά και σε χωράφια. Πολλοί είναι οι Βούλγαροι εργάτες γης που έρχονται νόμιμα στην Ελλάδα να δουλέψουν, αλλά απασχολούνται χωρίς ασφαλιστική κάλυψη», τόνισε ο Γιώργος Ευσταθίου, πρόεδρος του Εργατικού Κέντρου Αλεξανδρούπολης.