Monday, November 29, 2010

Τελευταία ευκαιρία

Του Παναγιώτη Σταμπουλίδη*

Οι ελεγκτές της τρόικας το είπαν ξεκάθαρα: είστε στο πιο κρίσιμο σταυροδρόμι για την σωτηρία σας! Πιο απλά, δεν γίνεται να ειπωθεί. Το στοίχημα πλέον είναι της Κυβέρνησης και μόνον. Κανείς άλλος εκτός από αυτή δεν θα έχει την ευθύνη για την όποια τύχη της Ελληνικής οικονομίας και της χώρας.

Ο Πρωθυπουργός οφείλει τώρα να προτάξει τις προτεραιότητες της Κυβέρνησης του και χωρίς αναστολές και προσχήματα να προχωρήσει στην απαρέγκλιτη εφαρμογή των συμφωνηθέντων. Σ’ αυτή την φάση υλοποίησης του προγράμματος εξυγίανσης, του πιο μολυσμένου πολιτικοκοινωνικού συστήματος του σύγχρονου κόσμου, δεν χωρούν ευφυολογήματα του τύπου: δημόσια διαβούλευση, συνεννόηση με τους εταίρους και πολιτική αλληλεγγύη με τα υπόλοιπα κόμματα. Η κυβέρνηση είναι μια και μοναδική. Εκλέχτηκε να κυβερνήσει και όχι να διαβουλεύεται επί μακρόν έως ότου κάποιος συμφωνήσει με τις προτάσεις της. Είναι τώρα η στιγμή που ο Πρωθυπουργός θα πρέπει να ξεκαθαρίσει στους συνεργάτες του, εάν επιθυμούν να εργαστούν εφαρμόζοντας το πρόγραμμα εξυγίανσης ή να αποχωρήσουν με συνοπτικές διαδικασίες.

Κατά τον έλεγχο που διενέργησαν οι επιθεωρητές των συμμάχων μας, διαπιστώθηκαν δύο βασικά ζητήματα που καιρό τώρα έχουμε πει ότι πλέουν παράλληλα. Η δημοσιονομική προσαρμογή και οι μεταρρυθμίσεις στην δομή του κράτους πρέπει να υλοποιούνται ταυτόχρονα, αλλιώς αφενός μεν σε λίγο καιρό θα επανέλθει από εκεί που ξεκίνησε και αφετέρου δεν θα μπορέσει να υλοποιηθεί κάτω από άλλες συνθήκες από τις σημερινές.

Η Κυβέρνηση όμως δείχνει να έχει εγκλωβιστεί στο κτίριο του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους και αδυνατεί να αντιληφθεί την ανάγκη για επιτάχυνση των διαθρωτικών αλλαγών. Αυτή η αδυναμία τείνει να γίνει η ‘’αχίλλειος’’ πτέρνα του προγράμματος εξυγίανσης και να τινάξει κάθε προσπάθεια στον αέρα.

Σήμερα περισσότερο από ποτέ, πρέπει να υλοποιηθούν πολιτικές που πρώτα απ’ όλα δημιουργούν ένα θετικό επιχειρηματικό περιβάλλον. Πολιτικές όπως, η μείωση της γραφειοκρατίας και η θέσπιση νόμων διευκόλυνσης της εγκατάστασης (fast track) νέων επιχειρήσεων δεν αρκούν. Πρέπει να προχωρήσουμε σε κατάργηση υπηρεσιών προκειμένου να απεμπλακούμε από την συντεχνιακή γραφειοκρατία που δημιουργείται μετά την νομοθέτηση.

Το κόστος της εγκατάστασης και λειτουργίας των επιχειρήσεων που σήμερα δραστηριοποιούνται στην χώρα είναι μεγάλο και απωθητικό. Διαδικασίες του παρελθόντος που έχουν δώσει υπεραξία σε εργασίες ή υπηρεσίες που δεν παράγουν πρέπει να καταργηθούν προκειμένου να μειωθεί το κόστος παραγωγής. Δεν μπορεί να υπάρχουν σωματεία φορτοεκφόρτωσης προϊόντων και να δημιουργούν επιπλέον κόστος στα προϊόντα μην αφήνοντας όποιον θέλει να φορτώσει μόνος. Δεν μπορούν να υπάρχουν κλειστές αγορές διακίνησης των αγαθών.

Η όποια προσέγγιση σε νέους εγχώριους και ξένους επενδυτές προϋποθέτει ένα σταθερό και βιώσιμο εργασιακό και ασφαλιστικό πλαίσιο. Το εργασιακό & ασφαλιστικό κόστος στην Ελλάδα δεν ανταποκρίνεται στην ποιότητα των παραγόμενων υπηρεσιών. Η λύση που δίνεται από το Μνημόνιο δεν είναι αυτή που οι στείρες δυνάμεις προβάλλουν. Οι επιχειρησιακές ΣΣΕ ήταν και θα είναι πάντα πιο δίκαιες από τις εκάστοτε κλαδικές ΣΣΕ. Οι επιχειρήσεις πρέπει να έχουν την δυνατότητα μείωσης του κόστους παραγωγής σε συνθήκες κρίσης, χωρίς να επωμίζονται μόνες τους το κόστος των απολύσεων. Παράλληλα το κράτος πρέπει να δημιουργεί ένα δίχτυ προστασίας και επανακατάρτισης των εργαζομένων προκειμένου να μην πέφτουν σε ‘’χειμερία νάρκη’’.

Καθοριστικό σημείο για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας είναι και το κόστος ασφάλισης των εργαζομένων. Δεν χωράει καμία αμφιβολία ότι είναι δυσανάλογο της παραγωγής αλλά και του πραγματικού εργασιακού χρόνου. Οι πρώτες νομοθετικές πρωτοβουλίες είναι στον σωστό δρόμο αλλά δεν αρκούν. Άμεσα θα πρέπει να μειωθεί το κόστος ασφάλισης για τις επιχειρήσεις οριοθετώντας την κατώτερη συμβολή της, και αναγνωρίζοντας το δικαίωμα στον εργαζόμενο για την ιδία συμμετοχή στην περίπτωση των περισσότερων απαιτήσεων που μπορεί να έχει ό ίδιος.

Κάθε πτυχή της μεταρρυθμιστικής διαδικασίας θα πρέπει να αντανακλά και την αλλαγή στον τρόπο σκέψης και δράσης των πολιτών. Φυτώριο ανάπτυξης μιας νέας αντίληψης για την κοινωνία και το κράτος είναι η εκπαιδευτική αλυσίδα. Τίποτα δεν θα διαρκέσει στον χρόνο αν δεν αλλάξουμε το τριτοκοσμικό εκπαιδευτικό κατεστημένο. Ποτέ δεν θα βγούμε από την κρίση των αξιών αν δεν ανατρέψουμε κάθε πτυχή της λειτουργίας των Πανεπιστημίων.

Είναι φανερό ότι η κυβέρνηση και ο ίδιος ο Πρωθυπουργός δεν είχαν το σθένος να ξηλώσουν το «σύστημα» των ΑΕΙ. Δεν είχαν το κουράγιο να απελευθερώσουν την γνώση για τους νέους φοιτητές. Αρκέστηκαν σε ψευτοαναγνωρίσεις κολλεγίων και από ότι φαίνεται σε επιδερμικές αλλαγές του πλαισίου λειτουργίας των ΑΕΙ. Κανείς Έλληνας φορολογούμενος δεν μπορεί να συνεχίσει να δέχεται οι δαπάνες για την παιδεία να πέφτουν σε άδειο πηγάδι. Είναι γνωστό σε όλους ότι μόνον πέρυσι εδόθησαν 7 δις ευρώ για την παιδεία. Πέραν αυτών όμως υπάρχουν και άλλοι πόροι που εισέρχονται στα ταμεία των ιδρυμάτων για τους οποίους κανείς δεν ρωτάει που τελικώς διατίθενται.

Σήμερα η κυβέρνηση πρέπει να φανεί πιο χρήσιμη για τον τόπο και τις γενιές που έρχονται. Πρέπει να διαμορφώσει ένα σύγχρονο, ανοιχτό και ανταγωνιστικό πανεπιστήμιο. Πρέπει να προσφέρει σε όλους την δυνατότητα της επιλογής και της δοκιμής. Πάνω από όλα όμως πρέπει να θεσπίσει ποιοτικά κριτήρια ύπαρξης των ΑΕΙ & ΤΕΙ. Το κόστος λειτουργίας ανούσιων και ανερμάτιστων σχολών είναι απαγορευτικό για την χρησιμότητά τους. Τώρα χωρίς διαβουλεύσεις και τα γνωστά τερτίπια, πρέπει να κλείσουν οι σχολές και τα τμήματα που δεν έχουν καμία ανταπόκριση στην αγορά εργασίας. Πρέπει να συγχωνευτούν και να συρρικνωθούν σε λειτουργικό και γεωγραφικό επίπεδο τα εναπομείναντα ιδρύματα προκειμένου να εξοικονομηθούν πόροι αλλά και να οργανωθούν ταχύτερα και καλύτερα.

Τέλος , η χώρα μας οφείλει να ξεπεράσει ταμπού και δόγματα άλλων εποχών. Πρέπει να λειτουργήσει με γνώμονα την επιβίωσή της στο νέο γεωπολιτικό περιβάλλον που διαμορφώνεται. Νομίζω ότι θα πρέπει να αποφασίσουμε τη συνδιαχείριση των φυσικών πηγών ενέργειας σε θάλασσα και στεριά. Θα ήταν σκόπιμο να μπούμε σε μία δίκαιη συνεργασία με τους Τούρκους γείτονες και ενώνοντας τις δυνάμεις μας να συνεκμεταλλευτούμε τα κοινά σημεία. Αυτή η συνεργασία θα επιφέρει έσοδα από τις εκμεταλλεύσεις, την μείωση του αμυντικών εξοπλισμών, αλλά και από την έρευνα, τον τουρισμό και πολιτισμό.

*Ο Παναγιώτης Σταμπουλίδης είναι μέλος της G700.

Sunday, November 28, 2010

Ο καλός, ο κακός και ο άσχημος

Του Panagriotatou*

Ταξιδεύοντας προχθές με το αεροπλάνο προς Αθήνα, βρέθηκα να συζητώ με έναν Ιρλανδό, κατώτερο στέλεχος των Εργατικών, για την ένταξη της Ιρλανδίας στο μηχανισμό στήριξης. Οι Ιρλανδοί είναι συνήθως από περήφανοι έως υπερόπτες, οπότε η συζήτηση για τα χάλια τους είναι σημάδι της εθνικής τους κατάθλιψης. Καμία σχέση με εμάς που συζητούσαμε τα προβλήματά μας τόσο έντονα ακριβώς για να μην τα λύσουμε ποτέ.

Με ρώτησε πώς πιθανόν θα μπορούσαν οι Εργατικοί, που αναμένεται να επιστρέψουν τους επόμενους μήνες στην εξουσία, να αντιμετωπίσουν το χάος που θα έχουν σε λίγο μπροστά τους με τον ζουρλομανδύα του μηχανισμού στήριξης. Ενδιαφέρον το ερώτημα αλλά η απάντηση θεωρητική.

Στην Ελλάδα έσκασε η φούσκα του δημοσίου που μοίρασε απλόχερα χρήμα στην κοινωνία. Στην Ιρλανδία έσκασε η φούσκα του ιδιωτικού τομέα, των τραπεζών και του real estate, από την οποία η ιρλανδική κοινωνία πλούτισε.

«Τα φάγαμε μαζί» είπε ο Πάγκαλος στην Ελλάδα και το επανέλαβε προχθές ο Ιρλανδός υπουργός οικονομικών.

Ακόμη, όμως, και στο κατεστημένο του χρήματος και της πολιτικής υπάρχουν οι κανόνες της ηθικής.

Ο Economist στο κεντρικό άρθρο της προηγούμενης εβδομάδας δεν έκανε λόγο ούτε κατά διάνοια για διάσωση αλλά φυσικά για στήριξη της Ιρλανδίας. Γιατί φυσικά οι οικονομίες στις οποίες το δημόσιο έχει καταρρεύσει διασώζονται, ενώ οι οικονομίες στις οποίες οι τράπεζες έχουν καταρρεύσει στηρίζονται. Είναι η αλληλεγγύη των καπιταλιστών.

Και γι’ αυτό ακριβώς τα περιθώρια αντίδρασης της Ελλάδας ήταν και παραμένουν ελάχιστα, ενώ η αντίδραση της Ιρλανδίας απέναντι στη συνταγή του μηχανισμού στήριξης έχει ηθική υπόσταση.

Μεταξύ κατεργαρέων ειλικρίνια. Αυτή τη στιγμή ο κακός και ο καλός μαθητής έχουν αποβληθεί από την τάξη. Το να διαμαρτύρεται ο κακός, είναι δικαίωμά του, αλλά δεν έχει αξία. Το να διαμαρτύρεται ο καλός, σημαίνει ότι πιθανόν υπάρχει πρόβλημα με τον δάσκαλο.

Και εδώ έρχεται στην ιστορία και ο άσχημος. Δεν είναι όμως το ΔΝΤ που όλοι φοβόντουσαν για τις συνταγές του, αλλά η Γερμανία. Όταν το ΔΝΤ λέει «παράταση αποπληρωμής», η Γερμανία λέει «όχι». Όταν το ΔΝΤ κάνει ψυχολογικό μασάζ στις αγορές λέγοντας ότι «τα πράγματα πηγαίνουν καλά», η Γερμανία επιβάλλει στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο τον ελεγχόμενο μηχανισμό πτώχευσης.

Δυστυχώς, πολλοί δαίμονες συγχρονίστηκαν. Η οικονομική πτώση της Ευρώπης, η αντίστοιχη άνοδος της Γερμανίας, το ξεσκέπασμα των αμαρτιών του νότου και μία ανατολικογερμανίδα καγκελάριος. Πιθανόν, παίζει επίσης το ρόλο της αυτή η μικρή -50ετής- παράδοση του γερμανικού κράτους στον κοινοβουλευτισμό.

Το σίγουρο είναι ότι βρισκόμαστε σε σταυροδρόμι. Το επίσης σίγουρο, οι εξελίξεις θα είναι εντυπωσιακές. Αυτό που οι γονείς μας λένε «ιστορικές». Και όχι κατ’ ανάγκη αρνητικές.

Πίσω από τα νομίσματα κρύβεται πολιτική δύναμη. Μπορεί η Καλιφόρνια να καταρρέει, αλλά οι Αμερικανοί δεν στηρίζουν την πολιτική και οικονομική τους ισχύ στη διάσωση της Καλιφόρνια. Οι Ευρωπαίοι δεν διαθέτουν κανένα από τα στοιχεία που θεμελιωνούν την αμερικανική ισχύ. Έως τώρα «εμπορεύονταν» στο παζάρι του χρήματος και των διεθνών σχέσεων «πολιτικές προσδοκίες». Εμείς στο μεταξύ, ας δουλέψουμε μπας και αποκτήσουμε πρόσωπο στο κατεστημένο του χρήματος. Για να μην μας προσέχουν, δεν είναι ανάγκη πάντοτε να ξεχωρίζουμε.

*O Panagriotatos είναι μέλος της G700.

Thursday, November 25, 2010

Αφήσε πίσω το χθες, επένδυσε στο αύριο

Αυτές τις μέρες παρακολουθούμε ένα έντονο μπρα ντε φερ μεταξύ κυβερνητικών φορέων, κοινωνικών εταίρων, τεχνοκρατών των δανειστών μας, δημοσιογράφων και απλών πολιτών, με αφορμή τις επερχόμενες μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας. Η τρόικα, που σαν «κακός δαίμονας» αιωρείται πάνω από τα κεφάλια μας, λειτουργεί έτσι κι αλλιώς ως καταλύτης μιας μεταρρυθμιστικής δυναμικής που πρέπει να ακολουθήσει η χώρα για να βγει από το τέλμα της μεταπολιτευτικής περιόδου. Υπάρχουν, βέβαια, ερωτήματα και φόβοι.

Ζήσαμε ήδη σημαντικές οριζόντιες μειώσεις συντάξεων και μισθών στο δημόσιο τομέα που επιβάρυναν μέσα από την πτώση της κατανάλωσης και κάθε ελληνικό νοικοκυριό. Σε λίγο καιρό ενδέχεται να δούμε και απολύσεις στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, μαζί με μειώσεις μισθών στις ΔΕΚΟ και κλείσιμο υπηρεσιών. Αυτά είναι όντως πρωτοφανή και ξένα γεγονότα για τα ιστορικά δεδομένα της χώρας.

Μακάρι να μη φτάναμε ως εδώ. Πρέπει να αναλογιστούμε όμως αν πρόκειται για μέτρα συνωμοσίας για την καταστρατήγηση του έθνους ή, απλά, για συμπτώματα μιας ξέφρενης πορείας μαζικής οικονομικής και κοινωνικής ανόδου βασισμένης σε δανεικά και της πελατειακής διαχείρισης των περιορισμένων κοινωνικών και άφθονων δανεικών πόρων.

Ας είμαστε ειλικρινείς. Η προστασία των σημερινών θέσεων εργασίας μοιάζει εύλογη μπροστά στο φόβο της οικονομικής καταστροφής. Δεν παύει όμως να αποτελεί δικαιολογία για τη συντήρηση του χθες από τους κάθε λογής «προστάτες» του αδηφάγου μεταπολιτευτικού μοντέλου οργάνωσης και λειτουργίας της χώρας. Θέλουμε να μεταβούμε σε μια νέα εποχή ευκαιριών και δημιουργίας για τις νέες και τις μελλοντικές γενιές; Αν ναι, θα πρέπει να καταλάβουμε ότι η αναδιοργάνωση της αγοράς εργασίας, δημόσιας και ιδιωτικής, είναι κλειδί για το δικό μας αύριο.

Η τρόικα από τη μια μας κρατά μακριά από το χείλος της χρεοκοπίας, κι από την άλλη επιχειρεί να σπάσει την ακαμψία της οικονομίας, μέσα από μια μνημειώδη μεταρρυθμιστική προσπάθεια των εργασιακών σχέσεων και κινήτρων στην αγορά εργασίας. Δεν είναι δίκαια, θα πούνε πολλοί από μας.

Όμως, απέναντι σε ποια σημερινή δικαιοσύνη είναι άδικα τα μέτρα αυτά; Απέναντι στους δεκάδες χιλιάδες ανέργων; Απέναντι στους χιλιάδες νέους εργαζόμενους σε ετοιμοθάνατες επιχειρήσεις που ούτως ή άλλως έχουν εκχωρήσει μέρος του μισθού τους για να κρατήσουν την εργασία τους; Έχουμε ή δεν έχουμε έλλειμμα εκπροσώπησης στις διαπραγματεύσεις σχέσεων εργασίας; Υπάρχει ή δεν υπάρχει έλλειμμα υγιούς συνδικαλισμού; Δηλαδή, καταργώντας τις επιχειρησιακές συμβάσεις ενισχύουμε την Εθνική γενική συλλογική σύμβαση ή μήπως φτιάχνουμε μια νέα μηχανή παραγωγής ανεργίας;

Η μεταρρυθμιστική πρόταση θέτει βάσεις για πιο δίκαια, συμμετοχική και υγιή συνδικαλιστική δράση. Δίνει αίτια και κίνητρα στους ίδιους τους εργαζόμενους να δημιουργούν δικά τους σωματεία ταυτισμένα με τις ανάγκες τους και όχι με την ατζέντα που ενισχύει την συνδικαλιστική καριέρα των κομματικά διορισμένων εργατοπατέρων.

Ίσως, βέβαια, να μη θέλουμε την αλλαγή του οικονομικού μοντέλου της χώρας. Ίσως να εθιστήκαμε σε μια χώρα, παλαιού τύπου, που δεν ταιριάζει με το νέο κόσμο γύρω μας και να προτιμάμε να τη δούμε να βυθίζεται με εμάς μέσα της. Μήπως πρέπει να αναλογιστούμε με ποιά συνείδηση μαχόμαστε το άνοιγμα της αγοράς μας; Αυτή του καταναλωτή, αυτή του εργαζόμενου ή αυτή του «πατριώτη»;

Το άνοιγμα της αγοράς εργασίας θα επιφέρει ριζικές αλλαγές στην ανακατανομή πόρων κι ευκαιριών μεταξύ οικονομικών κλάδων. Το βιοτικό επίπεδο κάποιων από εμάς θα πέσει απότομα. Πολλοί θα πρέπει να βρούμε άλλο τρόπο εργασίας και συμμετοχής στην παραγωγή του εθνικού μας πλούτου. Άλλοι κλάδοι κι άλλοι εργαζόμενοι όμως θα επωφεληθούνε. Αυτοί που στέκουν στα πόδια τους σε ένα διεθνές ανταγωνιστικό περιβάλλον. Σε αυτούς πρέπει πλέον να βασιστεί η χώρα, η εθνική οικονομία. Ποντάροντας ως κοινωνία πάνω τους θα δούμε το βιοτικό επίπεδο όλων μας να ξανανεβαίνει σύντομα.

Οι περικοπές, συγχωνεύσεις και προετοιμασία του θεσμικού πλαισίου δεν αρκούν. Για να πετύχουμε το στοίχημα της φερέγγυας Ελλάδας της νέας χιλιετίας, πρέπει σα χώρα να ανοίξουμε τα οικονομικά μας σύνορα, να προσελκύσουμε άμεσες ξένες επενδύσεις και να επενδύσουμε οι ίδιοι στην εξωστρέφεια, την καινοτομία και τη δυναμική κλάδων με ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα: αγροτεχνολογικά προϊόντα, τουρισμός, υγεία, ναυτιλία. Χωρίς ευέλικτη και ανοικτή αγορά εργασίας είναι αμφίβολο αν τα παραπάνω θα επιτευχθούν. Χωρίς πολιτική βούληση και κοινωνική συγκατάθεση, είναι απίθανο αν θα τα καταφέρουμε.

Η γενιά μας έχει, ούτως ή άλλως, υποθηκεύσει ήδη το μέλλον της σα μια μοντέρνα Ιφιγένεια της μεταπολιτευτικής Ελλάδας. Το στοίχημα είναι πλέον αν θα διαφυλάξουμε το μέλλον όσων έρχονται μετά από μας. Ας κάνουμε όλοι μαζί το – τόσο τρομακτικό αλλά, τόσο αναγκαίο – άλμα προς τα μπρος κι ας μπούμε επιτέλους με τόλμη στο δρόμο της νέας γενναίας Ελλάδας.

Wednesday, November 24, 2010

Η ώρα των ευρωπάνκ

By Hugo Brady*
E!Sharp, Center For European Reform
Μετάφραση από την ομάδα του PPOL

Συμμετείχα πρόσφατα στις Βρυξέλλες σε μια συνάντηση προβληματισμού, όπου ένας πολύ διακεκριμένος Ευρωπαίος πολιτικός εκδήλωσε μεγαλόφωνα την αγωνία του για το μέλλον της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) τώρα που αναλαμβάνει τα ηνία η γενιά των παιδιών του.

«Υπάρχει πολλή φλυαρία για το έλλειμμα ηγεσιών στην Ευρώπη», αλλά το ζήτημα είναι πολύ βαθύτερο», συλλογίστηκε φωναχτά. «Η αλήθεια είναι πως το υπόδειγμα της ευρωπαϊκής πολιτικής που εφαρμόζουμε σήμερα σχεδιάστηκε για μια διαφορετική εποχή, όταν ακόμα διακρίνονταν τα ξεχωριστά συμφέροντα των διαφόρων κοινωνικών ομάδων. Τώρα αυτό δεν είναι πια σαφές: η ευρωπαϊκή κοινωνία άλλαξε, έγινε πιο ατομιστική και σύνθετη».

Ο διάσημος Ιταλός μυθιστοριογράφος και δοκιμιογράφος Ουμπέρτο Έκο (Umberto Eco), είχε δηλώσει κάποτε πως το μέλλον της Ευρώπης εξαρτάται από τη σεξουαλική ζωτικότητα της γενιάς των φοιτητικών ανταλλαγών του «Εράσμους». Αλλά τελικά τα πράγματα εξελίσσονται πολύ διαφορετικά από ότι υπέθετε ο αξιοσέβαστος πρόεδρος της «ευρωπαϊκής επιτροπής» (Κομισιόν) Ζακ Ντελόρ (Jacques Delors), που πίστευε πως αρκεί η ανάδυση μιας πολύγλωσσης μεσαίας τάξης και η συναισθηματική ταύτισή της με το «ευρωπαϊκό σύνταγμα».

Αντιθέτως, είναι εξαιρετικά αμφίβολο αν οι νεότεροι Ευρωπαίοι σήμερα θεωρούν πως μια «ολοένα και στενότερη ένωση» είναι η λύση στα προβλήματά τους. Ενώ τα ακροδεξιά κόμματα ανεβαίνουν σε όλη την Ευρώπη, σε όλα σχεδόν τα κράτη-μέλη της ΕΕ η γενιά των παιδιών του Έκο είναι πολύ πιο οργισμένη και η πολιτική αστάθεια αυξάνει.

Τελικά η «γενιά του Εράσμους» μοιάζει μάλλον με τους «πανκ» της δεκαετίας του '70. Το «πανκ» ξεκίνησε σαν αντίδραση στον αποτυχημένο ιδεαλισμό της προηγούμενης γενιάς: τον ελεύθερο, αδέσμευτο έρωτα, το σοσιαλισμό με ανθρώπινο πρόσωπο, την αντιιμπεριαλιστική συμπαράσταση στους λαούς της νοτιοανατολικής Ασίας κ.ο.κ. Η οικονομική στασιμότητα και η κοινωνική ανησυχία, η δυσπιστία προς τους πολιτικούς και τους επιχειρηματίες προκάλεσε ένα υπονομευτικό «αντικίνημα» που κατήγγειλε τόσο τον ιδεαλισμό όσο και την εξουσία.

Ήταν επίσης η εκδήλωση ενός απελπιστικού μηδενισμού: η εποχή που ένα μεγάλο μέρος της δύσης αποφάσισε πως η παρακμή της ήταν αναπόφευκτη και δεν υπήρχε τρόπος αντίδρασης

Ο πιο πρόσφατος ιδεαλισμός θεωρούσε πως η ευημερία και η σταθερότητα των ευρωπαϊκών κοινωνιών ήταν δεδομένες, και πως η ΕΕ το εξασφάλιζε περαιτέρω αυτό. Αποδεικνύεται όμως πως ήταν κι αυτός μια «φούσκα», που σκάει ερχόμενος σε επαφή με την σκληρή πραγματικότητα: έχουμε αβεβαιότητα για την παγκόσμια οικονομία, αλλεπάλληλα προγράμματα λιτότητας στο εσωτερικό και την απελπιστικά δυσχερή διαχείριση των προβλημάτων που προκαλεί η μετανάστευση.

Η ΕΕ αφήνει πίσω της τους δικούς της «χίπηδες» και τις ειρηνόφιλες ελίτ της που προετοίμασαν την ενοποίηση της Γερμανίας, τη δημιουργία της ενιαίας ευρωπαϊκής αγοράς το 1992, την «οικονομική νομισματική ένωση» (ΟΝΕ), την ελεύθερη μετακίνηση χωρίς διαβατήρια και τον φαινομενικά ατέρμονα κύκλο «χαρτών» και συνθηκών που υποτίθεται πως θα άλλαζαν τον κόσμο.

Είναι σημαντικό να θυμόμαστε πως το κίνημα «πανκ» ήταν μάλλον μια κραυγή πόνου, παρά μια συνεκτική ιδεολογία. Εκείνη η γενιά αγωνιούσε καθώς ένιωθε πως οδηγούνταν αμείλικτα προς μια λύση που δεν ήταν έτοιμη να αποδεχθεί. Το «πανκ» προαισθανόταν την έλευση πολιτικών σαν το Ρόναλντ Ρέιγκαν (Ronald Reagan) και τη Μάργκαρετ Θάτσερ (Margaret Thatcher) που υποσχέθηκαν την αποκατάσταση της τάξης και την ανανέωση της ευημερίας, χάρη στην επιστροφή στις συντηρητικές αξίες.

Σαν τους «σεξ πίστολς» πριν απ' αυτούς, οι σημερινοί «ευρωπάνκ» διαισθάνονται πως ίσως και να «μην υπάρχει μέλλον» στην ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, αφού λείπει η βούληση τόσο για να λειτουργήσει αυτή, όσο και για να αντιστραφεί η πορεία της.

Μπορούμε πάντως να υποθέσουμε πως η απογοήτευση της εποχής μας σύντομα θα οδηγήσει πολλά ευρωπαϊκά κόμματα να πάψουν να έχουν στο απυρόβλητο την ΕΕ, που ως εγγυητής της ειρήνης στην Ευρώπη θεωρείται ακόμα εν πολλοίς υπεράνω κριτικής. Η όψιμη ανακάλυψη του Βερολίνου πως η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση απειλεί κατά κάποιον τρόπο το «γερμανικό τρόπο ζωής», η ρητή άρνηση της Σλοβακίας να συμμετάσχει στο πακέτο σωτηρίας της Ελλάδας και η πρόθεση της νέας ολλανδικής κυβέρνησης να περικόψει τη συμμετοχή της στον προϋπολογισμό της ΕΕ κατά το εντυπωσιακό 50%, προαναγγέλλουν τις νέες τάσεις.

Εντωμεταξύ βρισκόμαστε αντιμέτωποι με μια νέα ανησυχητική κατάσταση, στην οποία η ΕΕ μοιάζει πως θα βρίσκεται σε διαρκή κρίση· το ευρώ αποσυντίθεται κάτω από τα μάτια μας· η ήπειρός μας μοιάζει να βουλιάζει στην άμμο, σε έναν κόσμο όπου ακόμα και οι Αμερικάνοι κρατιούνται στην επιφάνεια με τα δόντια. Σαν τη δεκαετία του '70, ζούμε σε ακραίους καιρούς, και η αναρχία απειλεί την περιφέρεια.

Ζούμε σε μια εποχή όπου, όσο κι αν μοιάζει απίστευτο, το σύστημα διακυβέρνησης που αποκαλείται ΕΕ ίσως και να τρεκλίζει, διότι η γενιά του Ντελόρ υπερεκτίμησε τις οικονομικές δυνατότητες της ενιαίας αγοράς, την ευχρηστία του κοινού νομίσματος, τη δημοφιλία των κοινοτικών θεσμών και τις πιθανότητες της Ευρώπης να αναδειχθεί σε παγκόσμια δύναμη.

Η σημερινή γενιά ηγετών βρίσκεται αντιμέτωπη με τη βαριά, άχαρη δουλειά να ολοκληρώσει την Ευρώπη. Το σκληρό δίλημμα είναι: είτε να μπορέσει να μετατρέψει τις ονειροπολήσεις των πατεράδων της σε κάτι χρήσιμο, είτε να τα αφήσει όλα να σωριαστούν σε ερείπια. Ποιος μπορεί να την κατηγορήσει πως δεν μπορεί να αποφασίσει με τη μία ποια είναι η σωστότερη επιλογή;

*Ο Hugo Brady είναι ερευνητής στο «κέντρο για ευρωπαϊκή μεταρρύθμιση» (Center for European Reform)

Saturday, November 20, 2010

Ανάπτυξη ή Λιτότητα; Ένα ψευτοδίλημμα αναζητάει απάντηση

Της G700
Hellenic NEXUS
τ. 46 Νοέμβριος 2010

Εδώ και κάμποσους μήνες, με αφορμή πλέον και την ελληνική κρίση χρέους, η παγκόσμια οικονομική συζήτηση έχει επικεντρωθεί γύρω απο ένα θεμελιώδες δίλημμα: τόνωση της οικονομίας ή δημοσιονομική προσαρμογή; Επεκτατικές ή περιοριστικές δημοσιονομικές πολιτικές; Ανάπτυξη ή λιτότητα;

Στη συζήτηση αυτή, τα στρατόπεδα είναι πλέον χωρισμένα.

Οι ΗΠΑ του Ομπάμα επιμένουν στις πολιτικές τόνωσης της ζήτησης μέσα από δημόσιες δαπάνες και ισχυρίζονται ότι η μη έγκαιρη πολιτική δημοσιονομικής προσαρμογής θα υπονομεύσει την προσπάθεια ανάκαμψης. Ισχυρίζονται ότι αν δεν υπήρχε το πακέτο τόνωσης, σήμερα δεν θα υπήρχε καν αυτή η ασθενής ανάπτυξη που καταγράφεται τους τελευταίους μήνες στις ΗΠΑ. Και θεωρούν ότι πρέπει να πάνε για δεύτερο πακέτο τόνωσης. Με την πολιτική Ομπάμα συμφωνούν οι "σοφοί της Οικονομίας", Στίγκλιτς και Κρούγκμαν και το γεράκι των χρηματηστηρίων κ. Σόρος. Διαφωνούν , όμως, ριζικά οι Ρεπουμπλικάνοι αποδεικνύοντας ότι υπάρχει τεράστια μεταστροφή της άποψης ενός κομματιού του πληθυσμού σχετικά με τα μέτρα τόνωσης. Ήταν το βασικό διακύβευμα των ενδιάμεσων εκλογών.

Στην ΕΕ, πλέον, εκτός από τους Γερμανούς, και οι Άγγλοι βγαίνουν εξαιρετικά επιθετικά υπέρ της δημοσιονομικής προσαρμογής, με τον Υπουργό Οικονομίας, κ. Osborne να επιχειρεί να ηγηθεί του μετώπου της ευρωλιτότητας.

Οι τραπεζίτες της Fed, της ECB, και της Τράπεζας της Αγγλίας παίρνουν έμπρακτα θέση κατά των επεκτατικών δημοσιονομικών μέτρων, υπέρ όμως της χαλαρής νομισματικής πολιτικής. Συνεχίζουν να ρίχνουν τα επιτόκια.

Στο δίλημμα αυτό καλείται να απαντήσει εδώ και μήνες και η Ελλάδα. Όχι γιατί το θέτει επιτακτικά η παγκόσμια οικονομική συζήτηση ανάμεσα στις ελίτ, αλλά γιατί έχει ανακύψει από την εγχώρια επικαιρότητα και ανάγκη. Υπενθυμίζουμε το πρόσχημα του πρόσφατου ανασχηματισμού.

Στην περίπτωση της Ελλάδας πρόκειται για ψευτοδίλημμα. Όχι γιατί δε θέλουμε ανάπτυξη, αλλά λιτότητα ή το αντίστροφο.

Πρώτον, γιατί η χώρα μας λόγω πρότερου μη έντιμου οικονομικού βίου (συσωρευμένα δημοσιονομικά βάρη) δεν είχε άλλη επιλογή από το να πάει προς την κατεύθυνση της σκληρής δημοσιονομικής προσαρμογής.

Δεύτερον, διότι η ανάπτυξη στην Ελλάδα δεν πρόκειται να πάρει μπρος ρίχνοντας απλά με τη σέσουλα χρήμα στο παλιό μοντέλο ανάπτυξης. Αντιθέτως, επιβάλλονται όλες εκείνες οι αλλαγές για τις οποίες οι νέοι της γενιάς των 700 ευρώ, και συγκεκριμένα οι εργάτες γνώσης, φωνάζουν εδώ και χρόνια. Διαρθρωτικές αλλαγές για ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας. Για περισσότερη εξωστρέφεια, καινοτομικότητα και πιο υγιή λειτουργία του κράτους και των αγορών. Όχι στο παρεοκρατικό κράτος, όχι στον φεουδαλικό ελληνικό καπιταλισμό. Όταν γίνουν αυτά τότε θα έχουμε πάρει το δρόμο της ανάπτυξης, και τότε θα μπορούμε να επιλέξουμε και το μίγμα της δημοσιονομικής μας πολιτικής.

Thursday, November 18, 2010

Η καμπάνα χτυπάει για ΔΕΚΟ και εποπτευόμενους φορείς

Η αναθεώρηση του ελλείμματος και του χρέους για το 2009 από τη eurostat ανέδειξε και τους τελευταίους (;) εναπομείναντες σκελετούς στην ντουλάπα του ελληνικού κράτους. Μερικά δις επιχορηγήσεων από τον Τακτικό Προϋπολογισμό και το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων, καθώς και δανεισμού με εγγυήσεις του Δημοσίου, έχουν τροφοδοτήσει διαχρονικά τη φούσκα των ΔΕΚΟ και των εποπτευόμενων φορέων, συντηρώντας μια εργατική αριστοκρατία κομματικών αναφορών η οποία παρασιτεί σε βάρος του ελληνικού λαού. Είναι χαρακτηριστικό ότι σε μια χώρα που δεν εξάγει ο Οργανισμός Προώθησης Εξαγωγών έχει το υψηλότερο μέσο μισθολογικό κόστος σε όλο το δημόσιο. Είναι συνεπώς λογικό και αναμενόμενο η αναθεώρηση να οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια σε επαναδιαπραγμάτευση του Μνημονίου απ’ την αντίθετη βέβαια κατεύθυνση σε σχέση με ό,τι θα ήλπιζαν οι «Καστανίνιδες» του ΠΑΣΟΚ ή οι «Μανώληδες» της ΝΔ. Πιο βαθιά το μαχαίρι σε ΔΕΚΟ και εποπτευόμενους φορείς.

I won’t cry for you Argentina. Το συμμάζεμα των ΔΕΚΟ είναι λαϊκή απαίτηση επιχειρηματιών, ιδιωτικών υπαλλήλων αλλά και δημοσίων υπαλλήλων του στενού δημόσιου τομέα εδώ και καιρό. Δεν περίμενε κανείς τα αποτελέσματα της αναθεώρησης για να μάθει τι συμβαίνει. Το πρόβλημα είναι ότι μέχρι στιγμής κατά το πάντρεμα της παλαιοσοσιαλιστικής ατζέντας με την επιβαλλόμενη αυστηρότητα στα δημοσιονομικά που επιτάσσει το μνημόνιο δεν επικράτησε η λογική της κοινωνικής δικαιοσύνης αλλά ένα στρεβλό κριτήριο δημοκρατίας.

Στο σκέλος της μείωσης δαπανών προωθήθηκε μια «δημοκρατική» οριζόντια μείωση των εισοδημάτων του στενού δημοσίου τομέα (βέβαια, πάντα με μικρές αγαπημένες εξαιρέσεις, όπως οι κομματοδιορισμένοι υπάλληλοι της βουλής). Οι κατώτεροι υπάλληλοι είδαν τα εισοδήματά τους να μειώνονται – προκαλώντας αντίστοιχες πιέσεις στην κατανάλωση – παρόλο που έμειναν σαφώς πολύ ψηλότερα από τις αντίστοιχες αμοιβές του ιδιωτικού τομέα οι οποίες επίσης συρρικνώνονται αν δεν εξαφανίζονται μετατρεπόμενες σε ανεργία.

Και ενώ το μάτωμα της οικονομίας συνεχίζεται, με το λαό να έχει αποδεχτεί και ανεχτεί θυσίες για να μη βουλιάξει το πλοίο, η εργατική αριστοκρατία σε ΔΕΚΟ και εποπτευόμενους φορείς χαίρει μιας ιδιότυπης ασυλίας εις βάρος του γενικού συνόλου. Ένα σύστημα επιχειρεί αν την κανακέψει, παρουσιάζοντάς στα Μέσα ως θύμα.

Υπάρχει εξήγηση. Πάει πίσω στα βάθη της Μεταπολίτευσης. Στο ξεκίνημα της Ελλάδας της φούσκας. Η πρώτη κυβέρνηση ΠαΣοΚ κατά τη δεκαετία του ’80 έκανε τις ΔΕΚΟ ένα πολύ ωραίο κομματικό παραμάγαζο στο οποίο βολεύονταν «φίλοι κι αδέρφια» μετατρέποντας τους εργαζόμενους των ΔΕΚΟ σε μόνιμους εκλογικούς πελάτες του ΠαΣοΚ. Και, μοιραία, φρόντισε και για την οικονομική τους ευρωστία με μεγάλες αυξήσεις και ιδιαίτερα προνόμια. Το κόστος αυτής της «δημοκρατικής κατάκτησης» είναι ένας από τους βασικούς παράγοντες της οικονομικής χρεοκοπίας του ελληνικού κράτους.

Η κυβέρνηση Μητσοτάκη στις αρχές του ’90 υπήρξε η εξαίρεση που προσπάθησε με ιδιωτικοποιήσεις ουσιαστικά να ανακόψει την επέλαση των «ρετιρέ» – όπως ο ίδιος ο ευεργέτης τους Α. Παπανδρέου τους είχε βαφτίσει. Δεν άντεξε και πολύ. Πλήρωσε αυτή την πολιτική με σκληρό τρόπο εντός κι εκτός κόμματος ΝΔ. Η ήττα δημιούργησε έναν νέο γύρο τρομαγμένου κανακέματος ο οποίος, με τη βοήθεια των «φθηνών» δανεικών λόγω ευρώ πλέον, διεύρυνε το πεδίο της φούσκας και περιέλαβε στη φαρέτρα των διευθετήσεων και χρυσές εθελούσιες εξόδους. Άλλωστε, οι σύντροφοι αγωνιστές των ‘70s και ‘80s πλησίαζαν πλέον τα 55, την ηλικία συνταξιοδότησής τους, δηλαδή...

Τόσο το «βαθύ» ΠαΣοΚ όσο και η «λαϊκή» Νέα Δημοκρατία υπάρχουν συναλλασσόμενες με αυτούς τους χώρους. Το 2011 είναι η χρονιά που η κοινωνία θα έρθει σε μια νέα συμφωνία με κάποιους από τους μεταπολιτευτικούς εκβιαστές της. Ο κλήρος έπεσε στο κόμμα που – ως νεαρό «κίνημα» – αγκάλιασε κι ενίσχυσε αυτές τις ομάδες. Το αυγουστιάτικο sms του ΓΕΝΟΠάρχη Νίκου Φωτόπουλου στους «συντρόφους» του, μαρτυράει την εξάρτηση των πολιτικών μας από τις ΔΕΚΟ. Οι μόνιμοι υπονομευτές κάθε εκσυγχρονιστικής απόπειρας από το ’89 και μετά, θα επιδιώξουν τη μάχη με την κοινωνία μέχρι πτώσεως της δεύτερης, όπως απαιτεί η παράδοση. Οι εξαντλημένοι μικρομεσαίοι κι εργαζόμενοι δεν θα αντέξουν τέτοιες πιέσεις και τα ακραία στοιχεία της ελληνικής κοινωνίας θα βρουν εύφορο έδαφος για τις βίαιες προτάσεις τους.

Η γενιά μας, αποκλεισμένη οριστικά από το μεταπολιτευτικό πάρτι which “is over”, περιμένει «οι θυσίες της να πιάσουν τόπο», όπως γλαφυρά αναφέρει κάθε τόσο ο πρωθυπουργός από διάφορους τουριστικούς προορισμούς της πατρίδος μας. Η ανοχή μας υπάρχει αλλά, είναι οριακή. Αν μέσα στο επόμενο έτος η κυβέρνηση δεν μετατρέψει τις Δημόσιες Επιχειρήσεις Κοινής Ζημίας σε επωφελείς και υγιείς οργανισμούς που παράγουν υψηλή δημόσια και κοινωνική αξία, την πήρε και τη σήκωσε! Ουδείς πρόκειται να ανεχτεί τον εμπαιγμό.

Monday, November 15, 2010

Επιτέλους!

Στο δεύτερο γύρο των εκλογών του Καλλικράτη, πάνω από τους μισούς συμπολίτες μας ψήφισαν «δεν ξέρω/δεν απαντώ» μέσα από το άκυρο/λευκό και την – πιο ξεκούραστη – αποχή. Με τις πλάτες τους οι κομματικοί μηχανισμοί επινόησαν δηλώσεις υψηλής φαντασίας προσπαθώντας να τους καρπωθούν, χωρίς να βρίσκουν σαφή εκλογική απάντηση στις σοφιστείες τους. Το μήνυμα όμως της δεύτερης Κυριακής δεν ήταν αυτό.

Πριν από λίγο καιρό γράφαμε ότι είναι ο καιρός να υποστηριχτούν υποψηφιότητες που δεν προέρχονταν από την κομματική ιεραρχία των μεγάλων κομμάτων. Εκτεθήκαμε, μάλιστα προτείνοντας τρία συγκεκριμένα πρόσωπα από τις τοπικές κοινωνίες. Στις δημοτικές εκλογές τα κόμματα είχαν την ευκαιρία και την έχασαν. Είναι λογικό. Οι κομματικοί μηχανισμοί πεθαίνουν τελευταίοι. Αλλά, επιτέλους, μάτωσαν. Δεν είναι αθάνατοι. Όσοι σηκώθηκαν να πάνε ως τις κάλπες τους έδωσαν το πρώτο χτύπημα.

Ο Γιώργος Καμίνης (που προτάθηκε από τη Δημοκρατική Αριστερά του Φώτη Κουβέλη και τους Οικολόγους, υποστηρίχθηκε από το ΠαΣοΚ και τη Δράση) πολεμήθηκε από τον ίδιο τον εσωκομματικό μηχανισμό του ΠαΣοΚ που προτιμούσε ένα από τα γνωστά «αγωνιστικά» μέλη του κόμματος, τύπου Παπουτσή και Σκανδαλίδη. Επέβαλε την αισθητική και την προσωπικότητά του και αντιστάθηκε στα κομματικά νάζια. Η Ιπποκράτους τον ξέγραψε ως αουτσάιντερ, η Αθήνα όμως τον προτίμησε ως τη μόνη αξιόπιστη εναλλακτική στον καταστροφικό Κακλαμάνη και στο βαθύ ΠαΣοΚ.

Ο Γιάννης Μπουτάρης (προτάθηκε από το Συνασπισμό, τη ΔΑ και τη Δράση, υποστηρίχθηκε από ΠαΣοΚ, Οικολόγους και Ντόρα Μπακογιάννη) ήταν το κόκκινο πανί για το ΠαΣοΚ Θεσσαλονίκης. Αντίπαλος την προηγούμενη φορά, επιβλήθηκε ως παρουσία παρά την αντίρρηση του βαθέως μηχανισμού. Στην υποψηφιότητά του αντιστάθηκε κάθε είδους κατεστημένο – ακόμα και το παραληρών εκκλησιαστικό! – και η νίκη του είναι, ως εκ τούτου προσωπική.

Στην πασοκοκομάνα Πάτρα οι μηχανισμοί προτίμησαν τον πρώην νομάρχη και πρώην βουλευτή Κατσικόπουλο. Ο Γιάννης Δημαράς (υποστηριζόμενος από Δημοκρατική Αριστερά, Συνασπισμό και Δράση) κατάφερε και εκτόπισε τον εκλεκτό των νομαρχιακών.

Για μας το μήνυμα των εκλογών είναι ένα και μόνον ένα. Τα κόμματα στο δρόμο για την επιβίωση της χώρας οφείλουν να παραιτηθούν από παραδοσιακές αντιλήψεις και συμπεριφορές. Οι τοπικές και οι νομαρχιακές οργανώσεις που στη δεκαετία του ’80 ανεβοκατέβαζαν στελέχη έχουν καταντήσει δεξαμενές συσσώρευσης των πλέον άχρηστων κομματιών της κοινωνίας και μόνη τους δουλειά είναι να προσπαθούν να εξασφαλίσουν εύνοιες, αργομισθίες και μικροεξουσίες γι’ αυτά. Η τοπική αυτοδιοίκηση πρώτου βαθμού ήταν το πεδίο της λαμπρής τους δόξας.

Τα κόμματα εξουσίας πρέπει επιτέλους να αποχωρήσουν από τις δημοτικές εκλογές, επιτρέποντας στους ψηφοφόρους να διαλέγουν προσωπικότητες και όχι χρωματιστές κορδέλες. Έτσι θα μπορέσουν να ανανεωθούν και τα ίδια παράγοντας πιο αξιόπιστο πολιτικό προσωπικό. Τα ελληνικά κόμματα εξουσίας πρέπει να αφήσουν τις «ερμηνείες» που στόχο έχουν το εσωκομματικό γλείψιμο και τις ισορροπίες και, επιτέλους, να στραφούν στις πληροφορίες που τους δίνουν τα μεγάλα αστικά κέντρα. Θα τα πιέσουμε προς αυτήν την κατεύθυνση.

Thursday, November 11, 2010

Πλανεύτρα συνείδηση!

Εντάξει! Κάναμε λάθος.

Άφρονες, ανόητοι και κομπορρήμονες, δεν ακούσαμε το ηχηρό μήνυμα που έστειλε η μισοάδεια κάλπη στα κόμματα. Θεωρήσαμε την αποχή μαλακία ενώ, τελικά, αποδείχτηκε βροντερό το πολιτικό της μήνυμα.

Οι εξελίξεις που κινητοποίησε η εκλογική παραίτηση των πολιτών ήταν ραγδαίες. Οι χειρότεροι πολιτικοί μετανιωμένοι παραιτήθηκαν των αξιωμάτων τους από ντροπή, οι πιο ανίκανοι αποσύρθηκαν οριστικά κιόλας απορρίπτοντας τους δεκάδες χιλιάδες σταυρούς που τους χάρισαν τα «κομματόσκυλά» τους.

Επιτέλους, στην Ελλάδα ανέτειλε μια υπέροχη μέρα στην οποίαν όλοι οι πολιτικοί ανήσυχοι – όπως μαζικά δήλωσαν – από την αποχή αποφάσισαν να αλλάξουν. Κάποιοι μάλιστα, ζήτησαν άφεση αμαρτιών από τον παπα-Τσάκαλο να στην πλατεία Συντάγματος.

Έπειτα, κάθιδρος ο Έλληνας ξύπνησε και διαπίστωσε ότι, όπου δεν έχει εκλεγεί ήδη δήμαρχος ή περιφερειάρχης, έχει μπροστά του ένα ακόμα ψευτοδίλημμα. Πιο εύκολο, βέβαια, θέλει και λιγότερη μελέτη. Δεν θα χρειαστεί να ψάξει μεταξύ πολλών υποψηφίων, δεν θα χρειαστεί καν να κοιτάξει ποιους συμβούλους θα «σταυρώσει». Τη βρωμοδουλειά, την πρώτη διαλογή την έκαναν οι άλλοι, την πρώτη Κυριακή. Αρκεί να διαλέξει έναν από τους δύο. Μόνο έναν από τους δύο.

Πλέον δεν θα χρειαστεί να στείλει μήνυμα μνημονίου, δεν θα ορίσει τις κεντρικές πολιτικές όπως πολύ αποτελεσματικά έκανε απέχοντας.

Απλά, θα πρέπει να βρει τον καταλληλότερο να μαζέψει τα σκουπίδια, τον καταλληλότερο να οργανώσει τις συγκοινωνίες, τον καταλληλότερο να διαμορφώσει τις πολεοδομικές προτεραιότητες, να επιληφθεί ορισμένων θεμάτων ασφάλειας, να διαφυλάξει το τοπικό φυσικό περιβάλλον, να κλείνει τις λακκούβες στους δρόμους, να προωθήσει τα μικρομεσαία αναπτυξιακά έργα και να αναζητήσει νέους τρόπους χρηματοδότησης των χρεοκοπημένων ΟΤΑ και, γενικώς, τον καταλληλότερο να κάνει τα "μικρά και ανιαρά", πλην όμως διόλου ασήμαντα, της καθημερινότητάς μας.

Τα μεγάλα πολιτικά μηνύματα, λοιπόν, εστάλησαν, έφτασαν κι αποκρυπτογραφήθηκαν από τους (καθόλου πρωτότυπους, βέβαια) κομματικούς διερμηνείς. Ο μέσος απέχων ψηφοφόρος έκανε το «συνειδητό» του καθήκον.

Τώρα θα βοηθήσει να διαλέξουμε ανάμεσα από τους δύο ή η «συνείδηση» συνεχίζει να τον βασανίζει;

Tuesday, November 9, 2010

Μαλακία σύννεφο;

Πριν από μια βδομάδα πήραμε μια θέση συγκεκριμένη απέναντι στη συμμετοχή στις εκλογές. Η αποχή είναι μια μαλακία. Το αποτέλεσμα αυτήν την Κυριακή εξέπληξε κυρίως για το μέγεθος της μαλακίας, πράγμα που μας αναγκάζει να δείξουμε σεβασμό και να εξετάσουμε όχι πλέον κατά πόσο είναι καλό ή κακό πράμα η μαλακία αλλά, κυρίως, γιατί ένα τόσο μεγάλο μέρος των συμπολιτών μας την επέλεξε ως υποκατάστατο μιας συμμετοχικής πολιτικής πράξης.

Κατ’ αρχάς, η μαλακία είναι μια πράξη έρωτος προς τον εαυτό. Ο μαλάκας αξιολογεί τον εαυτό του ως εξόχως αρεστό και, φυσικά, σπουδαιότερο των άλλων. Ως εκ τούτου, και με χειρωνακτικές πράξεις, ευχαριστεί εαυτόν. Η αποχή, επίσης, προσφέρει στον εαυτό μεγαλείο και σπουδαιότητα. Ο απέχων υπερβαίνει την εκλογική επιλογή και ευχαριστιέται να φωνάζει ανεύθυνος της επιλογής των υπολοίπων.

Επίσης, η μαλακία προκαλεί αναμφίβολη ευχαρίστηση. Πολλές φορές ιδιαίτερα μεγάλη. Άλλωστε, κατά τη λαϊκή ρήση «άμα πιάσει η μαλακία…..» Έτσι και η αποχή. Ο απέχων ευχαριστημένος γνωρίζοντας πως η αθλιότητα του βίου του δεν είναι δική του ευθύνη.

Τρίτον, η μαλακία δεν εμπεριέχει κινδύνους για την προσωπική υγεία. Δεν μεταφέρει μικρόβια (πλένουμε καλά τα χέρια) από πιθανώς ανεύθυνων συντρόφων. Η κάλπη και η συναναστροφή με πιθανούς υποψηφίους, η συζήτηση για την κατάληξη στο ορθότερο δυνατόν αποτέλεσμα, το πιθανό άγχος του αποτελέσματος διαταράζουν την υγεία. Κάλλιο να έχουμε την υγειά μας, λοιπόν.

Τέταρτον είναι πως ο μαλάκας δεν διακινδυνεύει επικίνδυνους εξευτελισμούς ή, έστω, το άγχος της ανταπόκρισης σε μια ενδεχόμενη σεξουαλική συνεύρεση. Η μαλακία δεν έχει αξιολογικές παγίδες, δεν έχει τον κίνδυνο της απογοήτευσης του άλλου. Είναι μια ωραία προσωπική διαδικασία που πάντα μας βγάζει σπουδαίους, τέλειους και τρομερούς. Έτσι κι ο απέχων, δε χρειάζεται να εξηγήσει σε εαυτόν και αλλήλους την όποια επιλογή του. Ποιος από μας δεν ένοιωσε την πικρή συναίσθηση του «κοψοχέρη», εκείνου που διάλεξε λάθος και λούστηκε το αποτέλεσμα της ψήφου του; Ο απέχων θα έχει πάντα το δίκιο με το μέρος του και θα μπορεί πάντα να βρίζει τους άλλους.

Ακόμα περισσότερο, η μαλακία επιτρέπει την ύπαρξη ιδανικών συντρόφων. Ο μαλάκας, αγαπώντας εαυτόν (όχι αλλήλους) κλείνοντας τα μάτια κι απομακρύνοντας το βλέμμα από τη στεγνή πραγματικότητα, κατορθώνει να αποκτήσει ιδανικό, είτε μόνιμα απρόσιτο είτε απλά ανύπαρκτο, εραστή ή ερωμένη. Η μαλακία είναι το δικαίωμα στο απόλυτο όνειρο. Έτσι κι όποιος απέχει από την εκλογική διαδικασία μπορεί μετά να φαντασιωθεί πως κάποιος αναμενόμενος Μεσσίας θα βγάλει τη χώρα από τη δύσκολη θέση στην οποία την έφεραν οι επιλογές των άλλων, των ηλιθίων άλλων. Άλλωστε, κανένας από τους τόσους πολιτικούς δεν περνάει τον υψηλά τοποθετημένο πήχη του απέχοντα.

Λίγο πάνω από τέσσερεις στους δέκα Έλληνες επέλεξαν να αυτοϊκανοποιηθούν. Απέρριψαν ένα μεγάλο δίλλημα, απέρριψαν τη δυνατότητα να επιλέξουν ποιος θα τους μαζεύει τα σκουπίδια, ποιος θα εγκρίνει τις οικοδομικές τους δραστηριότητες, απέρριψαν ο ένας τον άλλον και κλείστηκαν στα μικρά τους κουβούκλια.

Όσοι απείχαν έδωσαν το δικαίωμα στην κυβέρνηση του ΠαΣοΚ να μιλάει για κοινωνική επιβεβαίωση της ανελαστικά ορισμένης πολιτικής της, την Νέα Δημοκρατία να θεωρεί αποδεκτή την ανεδαφική οικονομική πρότασή της, το ΚΚΕ να ετοιμάζει νέες αντιστασιακές ταλαιπωρίες στην πλάτη των μικρομεσαίων, τα πολύ μικρά κόμματα να προσπαθούν να μέσα στην μικρότητά τους πείσουν ότι γκρεμίστηκε ο δικομματισμός, την επικίνδυνη Χρυσή Αυγή να έχει θέση στο νέο Δημοτικό Συμβούλιο της πρωτεύουσας και, τελικά, επιτρέπουν στον καθένα να λέει ό,τι τον ευχαριστεί στην πλάτη όσων ψήφισαν με τις πλάτες όσων απείχαν.

Όσων, αντί να καταμετρηθούν όπως οι υπόλοιποι «ταπεινοί» πολίτες με τις διαθέσιμες επιλογές, προτίμησαν να περιμένουν το επόμενο μικρόφωνο του Αυτιά για να κραυγάσουν τη γκρίνια τους.


"το σύστημα που σιχαίνεσαι αντέχει την σιωπή σου μια χαρά φίλε μου. Τις ερωτήσεις φοβάται."

Monday, November 8, 2010

Μηνύματα της κάλπης

Εκλογές εκτός θέματος.

Οι εκλογές του Καλλικράτη με υπαιτιότητα όλων μετατράπηκαν σε δημοψήφισμα για το μνημόνιο. Ως αποτέλεσμα τα γραπτά ήταν στη συντριπτική τους πλειοψηφία εκτός θέματος και οι εξεταζόμενοι πήραν κάτω από τη βάση.

Έχασε η αυτοδιοίκηση

Είθισται κάθε Κυριακή μετά τις τοπικές εκλογές, πολιτικοί και δημοσιογράφοι, ανεξάρτητα από το τελικό αποτέλεσμα, να ισχυρίζονται ότι «κέρδισε η αυτοδιοίκηση». Στις χτεσινές εκτός θέματος εκλογές, η αυτοδιοίκηση έχασε καθαρά και ουδείς τόλμησε να ξεστομίσει το γνωστό σε όλους κλισέ.

Αναγκαίο κακό το μνημόνιο

Η δυσφορία των πολιτών για το μνημόνιο καταγράφηκε τόσο στο εύρος της ανόδου της Αριστεράς και ειδικότερα του ΚΚΕ στα μεγάλα αστικά κέντρα, όσο και τη συρρίκνωση του δικομματισμού σε ποσοστά κάτω του 70%.

Η ανοχή στο μνημόνιο αποτυπώθηκε στο βάλτωμα της Νέας Δημοκρατίας –δεν την επέλεξαν οι πολίτες σαν υποδοχέα διαμαρτυρίας ούτε φυσικά ως αξιόπιστη κυβερνητική εναλλακτική- καθώς και στη διατήρηση της πρώτης θέσης του ΠΑΣΟΚ στο κομματικό σκηνικό παρά την απώλεια ενός εκατομμυρίου περίπου ψηφοφόρων.

Κανείς δεν θέλει εθνικές εκλογές. Τα κεφάλια μέσα και δουλειά

Στο δίλημμα του Πρωθυπουργού σταθερότητα ή περιπέτειες οι πολίτες απάντησαν αφήστε τα κόλπα, στρωθείτε εκεί στην κυβέρνηση και δουλέψτε για να βγούμε από την κρίση μη σας πάρει και σας σηκώσει.

Η μαλακία πήγε σύννεφο

Με 40%, η αποχή βγήκε πρώτο κόμμα συναθροίζοντας ετερόκλητες δυνάμεις. Από την underclass του ΠΑΣΟΚ Αττικής, μέχρι όλους τους θιγμένους της Ελλάδας της φούσκας , αλλά και εκείνες τις δημιουργικές δυνάμεις που θεωρούν ότι πράττουν ορθολογικά απέχοντας, διότι έτσι νομίζουν ότι επιδεικνύουν την αντίθεσή τους στο σάπιο πολιτικό σύστημα. Κοινός παρονομαστής όλων: η μαλακία που τους δέρνει –για να πιάσουμε το νήμα του προηγούμενου κειμένου μας. Απέχοντας, πίστεψαν για μια στιγμή ότι έζησαν το όνειρο, όμως στην πραγματικότητα έστειλαν άσφαιρα δίνοντας ταυτόχρονα το δικαίωμα στον καθένα να ερμηνεύσει τη στάση τους όπως θέλει. Θα ασκήσουμε το δικαίωμα αυτό σε σχετικό post.

Η Αθήνα θέλει ρεκτιφιέ, αλλά λέμε να απέχουμε

Η ραγδαία πτώση του Νικήτα Κακλαμάνη, η θετική επίδοση του πολυκομματικού Καμίνη σε συνδυασμό με την ηχηρή είσοδο του Γιώργου Αμυρά στα δημοτικά τεκταινόμενα (6%), έστειλε μήνυμα αποδοκιμασίας για την κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει το ιστορικό κέντρο και η ευρύτερη περιοχή των Αθηνών. Η μεγάλη αποχή δεν έστειλε κανένα μήνυμα. Αντιθέτως, για χάρη της ο Νικήτας παραμένει φαβορί στο δεύτερο γύρο και το ρεκτιφιέ φαντάζει για μία ακόμη φορά όνειρο θερινής νυκτός.

Η Μακεδονία θέλει τον Ζορό της

Στις δυνατές σταθερές της εκλογικής συμπεριφοράς των νεοελλήνων, ο Ζορό, Παναγιώτης Ψωμιάδης, έλαβε καθαρή εντολή να φυλάει τα σύνορα από τους Σκοπιανούς κατακτητές καθώς επίσης και να ψυχαγωγεί το λαό προσφέροντας ακόμα περισσότερους άρτους και θεάματα, πληρωμένων από τον κατά πολύ μεγαλύτερο προϋπολογισμό της Περιφέρειας.

Για όλα τα παραπάνω θα προσπαθήσουμε να γράψουμε διαφορετικά αναλυτικά Posts.

(Ζ).-

Wednesday, November 3, 2010

Απέχοντας(;)

ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Κάποια στιγμή στο γυμνάσιο – αν δεν κάνουμε λάθος – ακούσαμε για πρώτη φορά το δόγμα «η δημοκρατία είναι το καλύτερο πολίτευμα». Κάποιος καθηγητής των Στοιχείων Δημοκρατικού Πολιτεύματος, εν είδη καθηγητή Θρησκευτικών, πριν περάσει στη διδασκαλία ενός βαρετού μαθήματος μας διατύπωσε το βασικό δόγμα για να μην μπερδευόμαστε. Για τους περισσότερους από τους συμμαθητές είναι και το μόνο πράγμα που έμαθαν από αυτό το μάθημα.

Είναι προφανές ότι η προσδοκία ενός ανθρώπου από το «καλύτερο πολίτευμα» είναι η «καλύτερη ζωή». Πρόσφατη έρευνα δείχνει ότι οι περισσότεροι άνθρωποι στην Ελλάδα δηλώνουν «μη ικανοποιημένη από τη λειτουργία της δημοκρατίας». Το πολίτευμα που έχει παρουσιαστεί ως το καλύτερο, έχει απογοητεύσει. Διεφθαρμένοι πολιτικοί, ανεξέλεγκτοι υπουργοί, αναδεικνυόμενοι μικροκομματάρχες ως τοπικοί άρχοντες, κομματισμός… Αυτό σαν αποτέλεσμα έχει δύο συμπτώματα: πρώτον την ενίσχυση αμφότερων των πολιτικών άκρων και δεύτερον, την μεγάλη αποχή.

ΤΑ ΝΙΑΤΑ ΣΤΗ ΜΠΑΝΤΑ

Οι άνθρωποι της γενιάς μας είναι πρωταθλητές της αποχής. Το μύθευμα της τελευταίας δεκαετίας της «ευμάρειας» (μπήκαμε στο ευρώ άρα, αλλού αποφασίζονται όλα) έδωσε το ηθικό άλλοθι της απομάκρυνσης από τις κοινές δημοκρατικές διαδικασίες, σημαντικότερη από τις οποίες είναι οι εκλογές. Κι επειδή οι περισσότεροι άνθρωποι που ανήκουν στη «γενιά των εφτακοσίων ευρώ» απέκτησαν πολιτικά δικαιώματα στην αυγή του μιλλένιουμ, όλες σχεδόν οι εκλογές που συμμετείχαμε είχαν διαδικαστικό και απολιτικό χαρακτήρα.

Βέβαια, η δραματικότητα του λαού μας και το «επαναστατικό» καθήκον που η ιστορία μας έχει κληροδοτήσει (τόσο αίμα χύθηκε, τόσοι άνθρωποι εξορίστηκαν και βασανίστηκαν για να μπορούμε να ψηφίζουμε εμείς σήμερα) δεν επιτρέπει τη χαλαρή αποχώρηση από τα κοινά αλλά την μετατρέπει σε ιδεολογία διότι, ως γνωστόν, αν έχεις ιδεολογία επιτρέπονται όλα.

Έτσι μετά το σοκ των προπέρσινων «ευρωεκλογών του φραπουτσίνο» επινοήθηκε ο όρος «συνειδητή αποχή». Και, φυσικά, αντί της συμμετοχής στις εκλογές προτιμείται η «διαμαρτυρία» - μέσω του ίντερνετ συνήθως που δεν απαιτεί και ποδαρόδρομο ή η γκρίνια μπροστά στην τηλεόραση που δεν απαιτεί και γνώσεις υπολογιστών. Άρα, για να αλλάξουμε τον κόσμο δεν κάνουμε τίποτε σχετικό με την αλλαγή του.

ΕΙΜΑΣΤΕ ΤΟΣΟ ΔΗΜΟΚΡΑΤΕΣ;

Η δημοκρατία δεν ικανοποιεί τους Έλληνες: είναι δύσκολη.

Στη δημοκρατία ο λαός εκχωρεί εμπιστοσύνη σε πολιτικούς που επιλέγει μέσω των εκλογών και τους δίνει την εξουσία να ασκήσουν διοίκηση. Στην ελληνική κοινωνία η εμπιστοσύνη έχει αποκλειστικά χαρακτηριστικά φατρίας. Δίνεται προνομιακά σε όσους συνδέονται με προϋπάρχοντες δεσμούς και μόνο αυτούς.

Η σχέση πολιτών και πολιτικών στη νεαρή μας δημοκρατία (ούτε 40 χρονών…) έχει μάλλον οπαδικά χαρακτηριστικά. Η σχέση επιβεβαιωνόταν μέσα από τη συναλλαγή ψήφου – εξυπηρέτησης. Πολλές φορές η ψήφος (της οικογένειας η του σογιού) μετατρεπόταν σε χρηματισμό και η εξυπηρέτηση σήμαινε περισσότερα από την επιτάχυνση μιας γραφειοκρατικής διαδικασίας ή έναν διορισμό. Η νίκη του «δικού μας» σήμαινε μια αυτόματη και κατανοητή ανταμοιβή, η ήττα του εκλεκτού υποψηφίου σήμαινε άρση της εύνοιας των ηττημένων από το κράτος ή ακόμα και διώξεις σε όσους μπορούσαν να διωχθούν λόγω θέσης.

Έτσι λειτουργούσε η παλιά καλή ελληνική δημοκρατία.

Αυτό το σκληρό, αντικοινωνικό και οπισθοδρομικό σύστημα είχε όντως ένα καλό: ήταν κατανοητό στο μέσο επίπεδο πολιτικής συνείδησης των περισσότερων Ελλήνων.

Το 1993 ο Αναστάσης Πεπονής έφερε το νόμο του ΑΣΕΠ. Φυσικά, η κοινωνία τον τιμώρησε και δεν επανεξελέγη. Η κοινωνία έκτοτε και σταδιακά χάνει το βασικό κριτήριο πολιτικής κρίσης που της επέτρεπε να λειτουργεί στη διάρκεια της μεταπολίτευσης χωρίς να έχει καταφέρει να ανεβάσει το πολιτικό της επίπεδο ώστε να κατανοήσει την νέο – πιο πολύπλοκο – σύστημα ανταμοιβής τιμωρίας.

ΘΑ ΚΑΝΟΥΜΕ – ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ – ΤΟ ΒΗΜΑ ΜΠΡΟΣΤΑ;

Στο δρόμο την ανακάλυψης αυτού που στη Δύση είναι πλέον κατανοητό (ότι δηλαδή η ψήφος και η πολιτική επιλογή συνεπάγεται συμμετοχή στις κοινές αποφάσεις) αναγκαζόμαστε να περνάμε από χίλια μύρια κύματα: οι εκλογές αντί να γίνουν εργαλείο παρέμβασης χρησιμοποιούνται σαν μέσο ψυχολογικής εκτόνωσης το οποίο, τελικά, δε βρίσκει ποτέ το στόχο.

Χαρακτηριστικό παράδειγμά είναι το «πολιτικό μήνυμα» της αποχής των Ευρωεκλογών του 2009: μια κοινωνία τόσο «συγκλονισμένη» από τα Δεκεμβριανά, πολιτικοποιημένη όσο ποτέ άλλοτε, οδήγησε σε ένα μόνο αποτέλεσμα: την επιτάχυνση της οικονομικής αποτυχίας. Τα δημοσιονομικά της χώρας κατέρρεαν και οι Έλληνες (κυρίως οι νέοι) αποφάσισαν στις Ευρωεκλογές να δηλώσουν ότι τα πολιτικά τους αφορούν λιγότερο από τους παραθαλάσσιους φραπουτσίνο τους.

Αυτή η μεγάλη μάζα των πολιτικά αδιάφορων που δηλώνουν «κατά συνείδηση απέχοντες» συμμετέχει κατά κύριο λόγο σε παράδοξες πολιτικές πράξεις διαμαρτυρίας και σε μια γενικότερη γκρίνια.

Εμείς τους προτείνουμε να σηκωθούν τις δύο επόμενες Κυριακές και να πάνε να ψηφίσουν. Να επιτρέψουν σε νέες δυνάμεις να αναδειχτούν, να δώσουν στη γενιά μας μια εκλογική πολιτική αποτύπωση, να ξεκινήσουν προκαλώντας αλλαγές στη μικροκλίμακα των πόλεων και να δηλώσουν τη θέση τους για τις κεντρικές πολιτικές τους επιλογές μέσα από τις περιφερειακές εκλογές. Να πάψουν να ψάχνουν τον πολιτικό Μεσσία που αναζητούσαν οι μπαμπάδες μας στο πρόσωπο του Αντρέα ή του Καραμανλή. Αρκεί να ψηφίσουν ανάμεσα στις υπάρχουσες επιλογές τη λιγότερο ζημιογόνα.

Πιστέψτε μας το «όλοι οι πολιτικοί είναι ίδιοι» είναι μια μεγάλη μπούρδα αντίστοιχη με το «όλες οι γυναίκες είναι πουτάνες» και το «όλοι οι άντρες είναι γουρούνια». Δείχνει ότι απλώς βαριόμαστε να ψάχνουμε τους καλύτερους για μας.

Η αποχή στις εκλογές μοιάζει με την αποχή από το σεξ. Αντιμετωπίζεται ιδεολογικά ως ένας αξιέπαινος άθλος αλλά, τελικά, απλώς οδηγεί στη μαλακία.

Monday, November 1, 2010

Άχρηστοι Δήμαρχοι, Αβίωτες Πόλεις

Μία από τις μεγαλύτερες παθογένειες της Ελλάδας διαχρονικά, είναι η εκλογή άχρηστων Δημάρχων στην ηγεσία των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης. Πολιτικάντηδων που είτε είναι ανίκανοι να διοικήσουν με γνώμονα το δημόσιο συμφέρον, είτε απλά αρνούνται πεισματικά να κάνουν τη δουλειά τους: να συγκρουστούν με μικροσυμφέροντα και να πράξουν τα βασικά για να καταστούν οι πόλεις μας βιώσιμες.

Έτσι, στα τέλη της πρώτης δεκαετίας του 21ου αιώνα υπάρχουν πόλεις χωρίς σύγχρονα συστήματα διαχείρισης σκουπιδιών και αποβλήτων, με δρόμους απαράδεκτους γεμάτους λακούβες, χωρίς ανοιχτούς δημόσιους χώρους, με πρόβλημα πάρκινγκ -ακόμα και όταν μιλάμε για μία πόλη δέκα χιλιάδων κατοίκων-, με ανεξέλεγκτο το τοπίο λειτουργίας νυχτερινών καταστημάτων και καταστημάτων υγειονομικού ενδιαφέροντος. Για να μην αναφερθούμε σε πιο ουσιαστικές παροχές προς τους πολίτες, όπως η προώθηση της τοπικής επιχειρηματικότητας ή η παροχή υπηρεσιών κοινωνικής φροντίδας στις ευπαθείς ομάδες.

Και φυσικά ας μην ξεχνάμε ότι όλα αυτά συμβαίνουν σε ένα φόντο σπατάλης, υπερχρεωμένων δημοτικών ανωνύμων εταιρειών και ρουσφετολογικών προσλήψεων συμβασιούχων με τραπεζικό δανεισμό που τον εγγυάται το δημόσιο. Οι πολιτικάντηδες Δήμαρχοι, όλοι αυτοί οι άχρηστοι νεοέλληνες και ο συρφετός των υποστηρικτών τους, υπήρξαν για χρόνια στυλοβάτες της Ελλάδας της φούσκας. Ως τέτοιοι, αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα του "συστήματος Ελλάδα" το οποίο στήθηκε μεταπολιτευτικά με στόχο τη μάσα και το οποίο πλέον κατέρρευσε, με αποτέλεσμα να την πληρώνουμε όλοι.

Και αν στην επαρχεία το έλλειμμα πολιτικής, υποδομών και αποτελεσματικής διοίκησης αναπληρώνεται κάπως από το ποιοτικό φυσικό περιβάλλον που καθιστά τις πόλεις περισσότερο βιώσιμες, στα μεγάλα αστικά κέντρα η αποτυχία δημιουργεί μια πραγματικά ανυπόφορη κατάσταση. Είναι χαρακτηριστική η περίπτωση της Αθήνας, η οποία για χρόνια ταλαιπωρείται από την εναλλαγή πολιτικών της φιγούρας και του τίποτα στο αξίωμα του Δημάρχου. Ανθρώπων που χρησιμοποιούν τους θεσμούς για την συνέχιση της καριέρας των επαγγελματιών της πολιτικής. Έτσι, με συνυπεύθυνη φυσικά την για χρόνια απούσα πολιτεία, το κέντρο της πόλης έχει μετατραπεί σε γκέτο όπου ζουν στιβαγμένοι ο ένας πάνω στον άλλο παράνομοι μετανάστες, ανθεί το παρεμπόριο, η μικροεγκληματικότητα και η διακίνηση ναρκωτικών. Η αστική υποβάθμιση σε πλήρη έξαρση.

Μπροστά σ' αυτή τη θλιβερή κατάσταση, που πονάει εξίσου με την κατάσταση των δημόσιων οικονομικών, οι Έλληνες πολίτες στις τοπικές εκλογές δεν καλούμαστε να ψηφίσουμε υπέρ ή κατά του μνημονίου. Καλούμαστε να ψηφίσουμε αυτούς που έχουν όραμα και θέληση να πράξουν τα βασικά για να βελτιωθεί η ποιότητα ζωής στις πόλεις και να μαυρίσουμε εκείνους που οδήγησαν τα αστικά κέντρα στην παρακμή. Η άποψη της G700 είναι σαφής. Άχρηστοι Δήμαρχοι, αβίωτες πόλεις.