Α. Εκλογές όπως παλιά
Παρόλο που σήμερα οι συνθήκες είναι διαφορετικές και θα περιμέναμε από το πολιτικό σύστημα να ωριμάζει από τις εξελίξεις στην Ελλάδα και στην Ευρώπη, η εκλογική αντιπαράθεση διεξάγεται όπως παλιά: σε μια εικονική πραγματικότητα.
Τα κόμματα σπάνια μπαίνουν στην ουσία των πραγμάτων, καταφεύγουν στην εύκολη λύση των γενικόλογων διακηρύξεων, χωρίς να τεκμηριώνουν ή να κοστολογούν. Το έλλειμμα προετοιμασίας αποδεικνύεται στην πράξη: κάθε φορά που έρχεται η ώρα της υλοποίησης, κάθε κυβέρνηση «ανακαλύπτει και πάλι τον τροχό». Το ίδιο μοτίβο της εύκολης πολιτικής αναπαράγει και η πλειοψηφία των ΜΜΕ.
Το έργο παίζεται ξανά και ξανά, καθώς το ευρύτερο πολιτικό-μιντιακό status quo ευνοεί την αστάθεια. Κάθε δυο περίπου χρόνια διεξάγονται εκλογές. Η μεταβλητότητα του εκλογικού κύκλου είναι παροιμιώδης και βασικό εμπόδιο στις μεταρρυθμίσεις.
Β. Εκλογές σήμερα
Το περιβάλλον, μέσα στο οποίο διεξάγονται αυτές οι εκλογές, είναι ιδιαίτερο. Η εκλογική αναμέτρηση ικανοποιεί περισσότερο έναν πολιτικό συμβιβασμό παρά μια κοινωνική ανάγκη. Είναι αποτέλεσμα πολιτικής συμφωνίας, το αντάλλαγμα στη Νέα Δημοκρατία για να στηρίξει την κυβέρνηση Παπαδήμου, αλλά και σε όσους ζητούσαν έντονα «λαϊκή νομιμοποίηση» ήδη από το Μάιο του 2010. Είχαμε εγκαίρως επισημάνει τους κινδύνους που προκύπτουν από την προσφυγή στην κάλπη.
Η χώρα δεσμεύεται με ένα πρόγραμμα οικονομικής προσαρμογής προκειμένου να μη χρεοκοπήσει. Ανεξάρτητα με το ποια θα είναι η νέα κυβέρνηση, Βουλή, Διοίκηση και Δικαιοσύνη καλούνται να σχεδιάσουν, νομοθετήσουν και εφαρμόσουν πολλές νέες ρυθμίσεις, να εξοικονομήσουν δεκάδες δις ευρώ και να αναβαθμιστούν μέσα στην ύφεση.
Η συνεργασία είναι δύσκολη για ένα πολιτικό σύστημα που έμαθε στην πόλωση. Η πολιτική συγκατοίκηση των τριών (μετέπειτα δύο) κομμάτων, πέρα από την υπερψήφιση της νέας δανειακής σύμβασης και του PSI, αποδείχθηκε «λυκοφιλία». Παρόλ’ αυτά η κυβέρνηση Παπαδήμου ολοκλήρωσε την αποστολή της και απέτρεψε τη χρεοκοπία, μέσα σε συνθήκες υστερόβουλης αδράνειας και απροθυμίας από πολλούς.
Επίσης, κατά την τετραετία της ύφεσης (2008-2012), το σύνολο του πολιτικού προσωπικού δοκιμάστηκε στα δύσκολα και στην πλειοψηφία του απέτυχε. Σήμερα προσπαθεί να αναβαπτιστεί και μέσα από νέα κόμματα, τα οποία αναπαράγουν τα ίδια πολιτικά στερεότυπα, δημιουργούν τεχνητά τείχη «μνημονιακών – αντιμνημονιακών» για να οριοθετούν την αντιπαράθεση, και φυσικά, αποφεύγουν να μιλήσουν συγκεκριμένα. Μόνος τους στόχος είναι η διατήρηση θέσεων επιρροής και η τυχοδιωκτική εκμετάλλευση του κοινωνικού θυμού.
Η διάχυτη αναξιοπιστία δίνει χώρο σε πολιτικούς όλου του φάσματος να υιοθετούν έναν συνωμοσιολογικό, αντισυστημικό λόγο ως μια εύκολη, προσιτή σημαία ευκαιρίας που μολύνει τη λογική και αμφισβητεί ευθέως κανόνες και νόμους. Από αυτή την ανεύθυνη στάση, την ενοχική στάση των κομμάτων και την απουσία της πολιτείας, κερδίζουν ακραίες ομάδες, που σήμερα διεκδικούν κοινοβουλευτική εκπροσώπηση.
Η αλήθεια δεν είναι ευχάριστη, αλλά πρέπει να ειπωθεί: περιθώρια για αποκλίσεις στις δημόσιες πολιτικές το επόμενο χρονικό διάστημα βάσει του προγράμματος οικονομικής προσαρμογής δεν υπάρχουν πολλά.Κανείς πολιτικός αρχηγός ή κανένα κόμμα δεν είναι σε θέση να διαχειριστεί μόνος και εξ’ ολοκλήρου τη διακυβέρνηση. Χρόνος για πειράματα, καθυστερήσεις, διοικητικές ανακατατάξεις και «εμπνεύσεις» πελατειακού τύπου απλά δεν υπάρχουν. Η Τρόικα θα συνεχίσει να είναι εδώ, εκκρεμούν μεγάλες τομές, η συνεργασία είναι μονόδρομος και η πιθανή συγκυβέρνηση δεν μπορεί να λειτουργεί με πήλινα πόδια, υπουργούς, βουλευτές και κόμματα να πατάνε σε δύο βάρκες, μία των υποχρεώσεών τους και μία του δημαγωγικού λαϊκισμού.
Γ. Ψηφίζουμε με το βλέμμα μπροστά
Οι περισσότεροι στεκόμαστε πολιτικά μετέωροι μπροστά σε επιλογές μειωμένης ή/και μηδαμινής αξιοπιστίας. Πιστεύουμε, όμως, ότι, ως πολίτες, έχουμε ευθύνη για όσα έγιναν, γίνονται και θα γίνουν. Οι εκλογές μπορούν να είναι για κάποιους βαλβίδα εκτόνωσης, έκφρασης θυμού και αντίδρασης, αλλά μπορούν να γίνουν αφορμή για μια θετική έκφραση υπευθυνότητας. Βλέπουμε πέρα από τις φθαρμένες ταμπέλες. Αυτό που εμείς αντιλαμβανόμαστε ως προοδευτικό μεταρρυθμιστικό κίνημα, βρίσκεται σήμερα διάσπαρτο σε διάφορα κόμματα, ενώσεις πολιτών και ανεξάρτητες φωνές.
Πρώτον,στηρίζουμε πολιτικές που αλλάζουν ριζικά το τοπίο της οικονομίας, της διακυβέρνησης και της δημόσιας διοίκησης στη χώρα. Από τη μία χρειαζόμαστε τη δημιουργική καταστροφή του πελατειακού ελληνικού καπιταλισμού που τρέφεται από το κράτος. Από την άλλη, θέλουμε την κοινωνική στήριξη και πολιτική ενδυνάμωση της μεσαίας τάξης και της αγνοημένης σιωπηλής πλειοψηφίας όσων έχουν επωμιστεί τα βάρη της κρίσης.
Το πλαίσιο έχει περιγραφεί σε μεγάλο βαθμό στο νέο πρόγραμμα οικονομικής προσαρμογής που μας δεσμεύει για τα επόμενα χρόνια. Όσο και αν στον προεκλογικό διάλογο δεν συζητείται, δρομολογούνται αναγκαίες μεταρρυθμίσεις που αν εφαρμοστούν, θα γλιτώσουν τους πολίτες από νέες περικοπές. Για παράδειγμα, η αναδιοργάνωση του κράτους μέσα από τα νέα οργανογράμματα για τα υπουργεία, το ενιαίο μητρώο των δημοσίων υπαλλήλων, τα διπλογραφικά συστήματα, η διαφάνεια στις δημόσιες προμήθειες, η αξιοποίηση των τεχνολογικών εργαλείων για την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, η διεύρυνση της «Διαύγειας» και δεκάδες άλλες αλλαγές που κρατάμε στο σκοτάδι για χρόνια, μπορούν να εξοικονομήσουν δις ευρώ και να αναδιανείμουν το δημόσιο πλούτο από τα χέρια των αδίκως ευνοημένων, στα χέρια των αγνοημένων και των αδυνάτων, αυτών δηλαδή που έχουν ανάγκη περισσότερο το κράτος. Δεν είναι τυχαίο ότι δεκάδες αντίστοιχες ρυθμίσεις δεν αποτελούν αντικείμενο συζήτησης στον προεκλογικό διάλογο.
Το πρόγραμμα οικονομικής προσαρμογής, όμως, από μόνο του δεν αρκεί.Απαιτούνται επιπρόσθετες ριζικές και σε βάθος αλλαγές στο πολιτικό σύστημα, τους δημοκρατικούς θεσμούς, το κοινωνικό κράτος, το σύστημα ασφάλειας, για τις οποίες θα τοποθετηθούμε σύντομα.
Δεύτερον, είναι αναγκαίο να συνειδητοποιήσουμε, ότι η Ελλάδα από μόνη της δεν πρόκειται να καταφέρει να ξεπεράσει την κρίση, αν η ίδια δεν δείξει βούληση και δεν διαμορφώσει τη δική της πρόταση. Από τη μία, η Ευρώπη πρέπει να προωθήσει τη μείωση των χρεών και των ελλειμμάτων σε συνδυασμό με ένα Ευρωπαϊκό Σχέδιο Ανάκαμψης και Επενδύσεων με προτεραιότητα τη μείωση του χάσματος μεταξύ των χωρών του Βορρά και του Νότου. Χρειάζονται βαθιές αλλαγές για την εμπέδωση μιας πραγματικής οικονομικής διακυβέρνησης, απαραίτητη προϋπόθεση για την πολιτική ενοποίηση της Ε.Ε. Από την άλλη, η χώρα μας χρειάζεται συνεννόηση και εθνικό σχέδιο για να διαπραγματεύεται με αξιώσεις τη βελτίωση της θέσης της και να συνδιαμορφώσει μια Συμμαχία για την κοινωνική και οικονομική Ανάπτυξη. Αν μη τι άλλο, έχουν δαπανηθεί σημαντικά ποσά για μελέτες και έρευνες την τελευταία διετία, που μπορούν να αποτελέσουν τη βάση για απτές λύσεις και όχι για συζητήσεις από το μηδέν.
Τρίτον,και στο πλαίσιο αυτό, θέλουμε να φέρουμε στο φως και να αναδείξουμε πολίτες και πολιτικούς που όχι μόνο δρουν μεταρρυθμιστικά, προοδευτικά, αλλά των οποίων ο τρόπος ζωής, η πολιτική, επαγγελματική και κοινωνική τους παρουσία εγγυώνται ότι θα αναλάβουν τις ευθύνες τους. Θα τιμήσουν την εκλογή τους στηρίζοντας γενναίες αλλαγές με γνώμονα το δημόσιο συμφέρον, και όχι ισοδύναμα μέτρα νέων περικοπών και ύφεσης. Πρόσωπα με αυτά τα χαρακτηριστικά υπάρχουν στα κόμματα που στηρίζουν έμπρακτα, έστω και με παραλλαγές, την ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας.
Στηρίζουμε πολιτικές και πρόσωπα μέσα από έναν ευρύτερο πολιτικό χώρο που σήμερα υπερβαίνει τα κόμματα. Τραβάμε μια διακριτή γραμμή με την παλαιά πολιτική και τους πρωταγωνιστές της, καθώς και τις ακραίες παραφυάδες της. Στηρίζουμε τον θαραλλέο ρεαλισμό που χρειάζεται για να γίνουν δίκαιες και ορθολογικές αλλαγές, όχι νέες οριζόντιες επιπολαιότητες.
Δ. Η εμφάνιση της νέας πολιτικής
Είμαστε βέβαιοι ότι η αποδόμηση του πολιτικού συστήματος που ξεκίνησε την τελευταία διετία, αλλά και η προσπάθειά του να διασωθεί μέσω του κατακερματισμού του, δεν θα αναπληρώσει το κενό αξιοπιστίας του. Ενδεχομένως οι εκλογές αυτές να οδηγήσουν σε πολιτική αστάθεια, ενδεχομένως και όχι. Σίγουρα όμως θα απελευθερώσουν και άλλους πολίτες να εκφράζονται και να συμμετέχουν ενεργά στο νέο δημόσιο χώρο που γεννιέται. Ωριμάζοντας μέσα από τις δυσκολίες, συνειδητοποιούμε ότι τα αυτονόητα θέλουν φαντασία, ανοιχτά μυαλά και συνεργασίες.
Αντιλαμβανόμαστε ότι όροι, όπως «κεντροαριστερά», «προοδευτισμός», «σοσιαλδημοκρατία», «φιλελευθερισμός», «κοινωνική δικαιοσύνη», «κοινωνική πολιτική», «μεταρρυθμίσεις» κ.α. ακούγονται με καχυποψία σήμερα. Σε πολλούς δεν λένε τίποτα. Είναι λογικό, αφού έχουν γίνει αντικείμενο κακομεταχείρισης από πρόσωπα και φορείς που διαστρέβλωσαν το περιεχόμενό τους και τους χρησιμοποίησαν ως δούρειους ίππους για κρατικίστικες και δημαγωγικές πολιτικές. Μπορούμε να τους ξαναδώσουμε περιεχόμενο, αν αποκαταστήσουμε την εμπιστοσύνη στον δημόσιο διάλογο και ξεφύγουμε από τη συνθηματική πολιτική.
Πολλά πρόσωπα που μέχρι σήμερα δραστηριοποιούνται μέσα στα κόμματα σε κινήσεις πολιτών, ομίλους προβληματισμού ή στα νέα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, πολίτες που προσφέρουν στις τοπικές κοινωνίες, νέοι που αναζητούν πολιτικές απαντήσεις σε όσα τους απασχολούν, νέοι επαγγελματίες και επιστήμονες, επιχειρηματίες και δημιουργοί, μπορούμε να συζητήσουμε και να συνθέσουμε ένα νέο δημόσιο πολιτικό χώρο. Θέλουμε να βλέπουμε Μπροστά, σήμερα.
Η 6η Μαΐου δεν είναι το τέλος της διαδρομής, αλλά η αρχή μιας νέας.
ΜΠΡΟΣΤΑ | Forward Greece
Πολιτική Κοινότητα
ΕΔΩ μπορείτε να διαβάσετε τις θέσεις της G700 για τις εκλογές